Αναμφίβολα, η πιο οικεία ερώτηση στον τομέα της αισθητικής είναι κατά πόσο οι αξίες της αισθητικής, όπως για παράδειγμα η ομορφιά, είναι «πραγματικές» ιδιότητες, σύμφυτες και αντικειμενικές των πραγμάτων στα οποία αποδίδονται. Ή μήπως αυτές οι αξίες είναι μάλλον αναπόσπαστα δεμένες ή εξαρτώμενες από τις αποφάσεις και τις διαθέσεις των ανθρώπων οι οποίοι αποδίδουν στα πράγματα αυτές τις ιδιότητες; Η υπόθεση του ηθικού σχετικισμού πάνω στο ανωτέρω ερώτημα, με απλά λόγια, είναι ότι η δεύτερη απάντηση είναι η σωστή και ότι τελικά αυτό που ισχύει για την αισθητική ισχύει για την ηθική δεοντολογία.
Η πρόταση των σχετικιστών είναι ότι μέχρις ενός σημαντικού βαθμού μπορούμε να αντιμετωπίσουμε τις ηθικές αποφάσεις ως αισθητικές. Αν, για παράδειγμα, πεις ότι σου αρέσουν τα οστρακοειδή αλλά σε εμένα δεν αρέσουν, ουσιαστικά συμφωνούμε ότι διαφέρουμε. Σε τέτοιες περιπτώσεις, δεν βγαίνει νόημα να πούμε ότι είτε ο ένας είτε ο άλλος έχουμε δίκιο ή όχι. Και θα ήταν τουλάχιστον παράλογο για εμένα να προσπαθήσω να σε πείσω να σταματήσεις να ορέγεσαι τα οστρακοειδή ή να σε κριτικάρω επειδή ακριβώς σου αρέσουν.
Με τον ίδιο ακριβώς τρόπο, ο σχετικιστής επιχειρηματολογεί λέγοντας ότι αν μια συγκεκριμένη κοινωνική ομάδα ή κοινότητα εγκρίνει, ας πούμε, τη βρεφοκτονία, αυτό δεν είναι κάτι για το οποίο αυτή η ομάδα λανθάνει, απλώς είναι κάτι ηθικά σωστό γι’αυτήν. Και φυσικά, δεν θα άρμοζε στους άλλους ανθρώπους να κριτικάρουν αυτή την κοινωνική ομάδα ή να προσπαθήσουν να τους πείσουν να αλλάξουν τις πεποιθήσεις τους, επειδή ακριβώς δεν υπάρχει μια ουδέτερη σκοπιά από την οποία θα πειστούν για να αλλάξουν την άποψή τους. Επομένως, σύμφωνα με αυτή την άποψη, καμία ηθική αλήθεια- καμία ηθική αρχή ή πεποίθηση- δεν θεωρείται “πραγματικά” σωστή ή λάθος. Μπορεί όμως να θεωρηθεί σωστή ή λάθος μόνο από τη σκοπιά μίας δεδομένης κουλτούρας, κοινωνία ή ιστορικής περιόδου.
Ένα από τα πιο φανερά πλεονεκτήματα του σχετικισμού είναι ότι ταιριάζει πολύ καλά με τn μεγάλη ποικιλία τόσο των ηθικών πεποιθήσεων, οι οποίες υπήρχαν σε διάφορες εποχές και χώρες στο παρελθόν, όσο και με τις ηθικές πεποιθήσεις οι οποίες υπάρχουν σήμερα. Αυτό έχει από καιρό αναγνωριστεί. 0 Ηρόδοτος, ο οποίος έζησε τον πέμπτο αιώνα π.Χ., έγραψε την ιστορία μιας ομάδας Ελλήνων οι οποίοι βρίσκονταν στην αυλή του Δαρείου, του βασιλιά των Περσών, και είχαν φρίξει από την υπόδειξη ότι έπρεπε να φάνε τα νεκρά σώματα των πατεράδων τους. Στη συνέχεια, οι Έλληνες ήρθαν αντιμέτωποι με κάποιους Καλλατίες, φυλή Ινδών οι οποίοι ακολουθούσαν την πρακτική αυτή, δηλαδή να τρώνε τα νεκρά σώματα των πατεράδων τους. Η αντίδραση των Καλλατιών ήταν ακριβώς η ίδια με των Ελλήνων, δηλαδή έφριξαν με τη συνήθεια των Ελλήνων να καίνε τους νεκρούς τους. Επισημαίνοντας, λοιπόν, ότι η ηθική είναι κατά βάση θέμα παράδοσης, ο ιστορικός Ηρόδοτος δείχνοντας την έγκρισή του παραθέτει τα λόγια του Πινδάρου: «Η παράδοση είναι βασιλιάς των πάντων».
Διαφωνώντας σχετικά με τη συμφωνία ότι διαφωνούμε
Ένα πρόβλημα που υπάρχει σχετικά με την πεποίθηση των σχετικιστών ότι πρέπει να θεωρούμε τις ηθικές αποφάσεις ως αισθητικές είναι ότι τέτοιες πεποιθήσεις φαίνεται να αποκλείουν οποιαδήποτε τυχόν συζήτηση αναφορικά με τις ηθικές αξίες. Προφανώς δεν υπάρχει κανένας λόγος να συζητάμε τα σωστά ή τα λάθη του να τρώμε οστρακοειδή ή να σκοτώνουμε βρέφη. Όμως η πραγματική ζωή είναι γεμάτη από τέτοιες διαφωνίες και συζητήσεις. Συχνά, οι θέσεις μας για ηθικά ζητήματα, όπως είναι οι αμβλώσεις και η θανατική ποινή, είναι ιδιαίτερα έντονες και, φυσικά, τόσο σε ατομικό επίπεδο όσο και ως κοινωνία, συχνά αλλάζουμε τις απόψεις μας από καιρού εις καιρόν. Ο απόλυτος σχετικιστής θα υποστήριζε ότι όχι μόνο διαφορετικά πράγματα είναι σωστά για διαφορετικούς ανθρώπους, αλλά και ίδια πράγματα μπορεί να είναι σωστά για τους ίδιους ανθρώπους σε διαφορετικές χρονικές περιόδους. Μπορεί όμως ο σχετικιστής να συμβιβαστεί τελικά με το συμπέρασμα ότι διάφορες πρακτικές, όπως η υποδούλωση των ανθρώπων ή το κάψιμο των αιρετικών, είναι λανθασμένες τώρα, αλλά ήταν σωστές στο παρελθόν, επειδή οι προηγούμενες κουλτούρες και πολιτισμοί τα θεωρούσαν σωστά;
Οι υποστηρικτές του σχετικισμού μερικές φορές προσπαθούν να μετατρέψουν την αποτυχία τους να λάβουν σοβαρά υπόψη τις συνήθεις ηθικές πτυχές της ζωής μας προς όφελος τους, υποστηρίζουν ότι δεν πρέπει να είμαστε τόσο επικριτικοί προς τις άλλες κουλτούρες. Ίσως πρέπει να είμαστε πιο ανεκτικοί, πιο ανοιχτόμυαλοι και ευαίσθητοι στα έθιμα και τις πρακτικές των άλλων λαών. Με άλλα λόγια, πρέπει να ζούμε όπως πιστεύουμε και να αφήσουμε τους άλλους να ζήσουν όπως πιστεύουν εκείνοι. Αλλά αυτό δυστυχώς δεν είναι εφικτό. Και αυτό, επειδή μόνο ο δήθεν μη ανεκτικός και ο μη σχετικιστής μπορεί λογικά να αποδεχτεί την ανεκτικότητα και την πολιτισμική ευαισθησία ως αρετές τις οποίες θα έπρεπε να υιοθετούμε όλοι. Από την προοπτική του σχετικιστή, φυσικά, η ανεκτικότητα δεν είναι παρά ακόμη μία αξία για την οποία διαφορετικές κουλτούρες ή κοινωνίες θα έπρεπε να συμφωνούν ή να διαφωνούν.
Αν όλα επιτρέπονται…
Από την κοινή αλλά αβασάνιστη άποψη ότι “όλα είναι σχετικά”, μπορούμε μερικές φορές να συμπεράνουμε ότι “όλα επιτρέπονται”. Στις τελευταίες δεκαετίες, αυτό έχει γίνει το σύνθημα ενός είδους ελευθερισμού ο οποίος έχει ταχθεί ενάντια σε όλα τα είδη παραδοσιακών ή αντιδραστικών δυνάμεων στην κοινωνία, στην κουλτούρα και στη θρησκεία. Εντούτοις, η έλλειψη σαφήνειας η οποία καταθλίβει τους πραγματικά ανεκτικούς από τους σχετικιστές, κατακλύζει γοργά τις πιο ακραίες εκδοχές του σχετικισμού.
Ο ριζοσπαστικός σχετικισμός είναι η άποψη ότι όλα τα είδη ισχυρισμών-ηθικών ή άλλων- είναι σχετικά. Έτσι, ο ισχυρισμός ότι όλες οι απόψεις είναι σχετικές, είναι στην πραγματικότητα και αυτός σχετικός – άρα και αυτοαναιρούμενος; Ναι, λοιπόν, οφείλει να είναι ώστε να μην υπάρχει αντίφαση με όσα λένε. Αλλά αν όντως έτσι έχουν τα πράγματα, αυτό σημαίνει ότι η άποψή μου ότι όλοι οι ισχυρισμοί είναι απόλυτοι, είναι αλήθεια για εμένα. Άρα, οι σχετικιστές δεν μπορούν να πουν, για παράδειγμα, ότι είναι πάντα άδικο να κριτικάρεις την εθιμοτυπία άλλων κοινωνιών, καθώς εγώ προσωπικά ίσως το βρίσκω σωστό να κριτικάρω. Γενικά, οι σχετικιστές δεν μπορούν να υποστηρίζουν μονίμως την εγκυρότητα των θέσεών τους.
Αποδεκτός με μέτρο
Οι σοφιστές στην αρχαία Ελλάδα ήταν ουσιαστικά οι πρώτοι ηθικοί σχετικιστές. Οι φιλόσοφοι οι οποίοι ταξίδευαν συχνά και οι δάσκαλοι, όπως ο Θρασύμαχος και ο Πρωταγόρας, υποστήριζαν (σύμφωνα με τον Πλάτωνα) ότι τα πράγματα μπορούσαν να θεωρηθούν καλά ή άσχημα, σωστά ή λάθος, δίκαια ή άδικα, λόγω των ανθρώπινων συμβάσεων και όχι εξαιτίας των φυσικών δεδομένων. Οι αντιφάσεις του σχετικισμού του Πρωταγόρα εκτίθενται επιδέξια από τον Σωκράτη στους Πλατωνικούς Διαλόγους, αλλά στην πραγματικότητα ο Πρωταγόρας φαίνεται να έχει υιοθετήσει μια πιο μετριοπαθή θέση, υποστηρίζοντας ότι πρέπει να υπάρχουν κάποιοι κανόνες (βασισμένοι ωστόσο στους συμβατικούς κανόνες της παράδοσης) ώστε να διασφαλίζεται ότι η κοινωνία θα λειτουργεί σε ένα μίνιμουμ ασφαλούς συνύπαρξης.
Η θέση του Πρωταγόρα είναι μια αναγνώριση ότι οι άνθρωποι πρέπει να συμφωνούμε σε κάτι, να έχουμε δηλαδή κάποιο κοινό έδαφος, ώστε να μπορούμε να ζούμε μαζί ως κοινωνικά όντα. Αυτό είναι ακριβώς το κοινό έδαφος το οποίο υπονομεύεται από τον ριζοσπαστικό σχετικισμό. Αλλά στην πραγματικότητα, όπως έχει δείξει η ανθρωπολογία, ενώ υπάρχουν αμέτρητες διαφορές στις λεπτομέρειες, πολλές ουσιώδεις αξίες μπορούν να ανιχνευθούν ουσιαστικά σε όλες τις κουλτούρες, προηγούμενες και τωρινές, όπως για παράδειγμα οι κοινής αποδοχής νόμοι ενάντια στις παράνομες δολοφονίες, ή και ενάντια στην παραβίαση όρκων και συμφωνιών, χωρίς τους οποίους οι κοινωνίες δεν θα μπορούσαν να λειτουργήσουν, ούτε και οι άνθρωποι να συνεργαστούν. Επομένως, μια μικρή δόση σχετικισμού θα μπορούσε να θεωρηθεί μια υγιής διόρθωση στην «πολιτισμική» στενότητα και μισαλλοδοξία. Οι μεγάλες δόσεις σχετικισμού, όμως, είναι σίγουρα τοξικές και μπορούν να φτάσουν στα όρια του ηθικού μηδενισμού.
50 Διλήμματα ηθικής
για τη ζωή και τον κόσμο
Ben Dupre
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΔΙΟΠΤΡΑ
Εικόνα: https://gr.pinterest.com/pin/327707310375055888/