.jpg)
Το σύνθετο μεταδραματικό έργο «Project Utopias | Ουτοπίες» παρουσίασε τη Δευτέρα 1 και την Τετάρτη 3 Σεπτεμβρίου 2025 στο πλαίσιο του 54ου Φεστιβάλ Ολύμπου το «Εργαστήριο Πολυτροπικών Δραστηριοτήτων “Deep Eyes”» (Ε.Π.Δ.) του Οργανισμού Φεστιβάλ Ολύμπου στους χώρους του Κέντρου Μεσογειακών Ψηφιδωτών του Δίου. Ήταν η πρώτη φορά στην ιστορία του Φεστιβάλ Ολύμπου, αλλά και ευρύτερα στο καλλιτεχνικό γίγνεσθαι της Πιερίας, που παρουσιάστηκε ένα έργο αυτής της μεταδραματικής μορφής που βασίζεται στην πραγματική διάδραση με το κοινό και στην ευέλικτη λειτουργία του σκηνικού χώρου. Όλα αυτά, δηλαδή, που χαρακτηρίζουν τις νεότερες παραστασιακές μορφές θεάτρου, οι οποίες έχουν αναπτυχθεί παγκοσμίως ήδη από τη δεκαετία του ’70 κι έχουν πολύ ενδιαφέρουσα διαδρομή και στην Ελλάδα· αναφέρουμε ενδεικτικά τον «Εθνικό Ύμνο» του Μιχαήλ Μαρμαρινού (ΚΘΕΒΕ, δεκ. 2000), την πεντάωρη σκηνοθετημένη performance «Σαν πας στην Κατερίνη» της ομάδας του Γιώργου Βαλαή, Αγγελικής Παπούλια και Χρήστου Πασσαλή (Φεστιβάλ Αθηνών, 2009) κ.ά. Είναι χαρακτηριστικό ότι σε όλη τη διάρκεια της παράστασης «Utopias | Ουτοπίες» οι θεατές μετακινούνταν συνεχώς στους χώρους του Κέντρου Ψηφιδωτών, χωρίς τη συμβατική καθήλωση σε θέσεις και είχαν τη δυνατότητα να «συνομιλήσουν», ακόμα και να αγγίξουν τους ηθοποιούς/περφόρμερ.
Η ίδια η δραματουργική πλοκή ήταν ρευστή και υπαινικτική. Αρχικά οι «Φύλακες» της «Ουτοπίας» υποδέχονταν τους θεατές και τους πληροφορούσαν για τα επιτεύγματα της χώρας τους. Όλοι είναι «ευτυχισμένοι» στην Ουτοπία. Οι ανάγκες και οι επιθυμίες τους ικανοποιούνται αυτόματα, ωστόσο, για να πετύχουν οι άνθρωποι αυτή την «ευτυχία» έπρεπε να συμμαχήσουν με τις μηχανές δημιουργώντας τον νέο υβριδικό άνθρωπο της «Μεγαμηχανής», οργανώνοντας το σύστημα της τεχνικής εξουσίας απρόσβλητο από κάθε αμφισβήτηση. Οι άνθρωποι μπορούσαν να καταναλώνουν και να απολαμβάνουν τα πάντα με την προϋπόθεση της απόλυτης πίστης στη συνέχεια του συστήματος. Είχαν την ελευθερία της απόλαυσης, όχι όμως της «μη-απόλαυσης», γιατί αυτό θα καταργούσε το σύστημα της ανακυκλωμένης κατανάλωσης. Ανήθικη θεωρούταν οποιαδήποτε συζήτηση για την αλλαγή του συστήματος. Οι ελάχιστοι που είχαν το θάρρος να αμφισβητήσουν το σύστημα κλείσθηκαν στη φυλακή της Ουτοπίας, στο «Πανοπτικόν». Αυτούς τους έγκλειστους κρατούμενους γνωρίζουν οι θεατές στη διάρκεια της παράστασης.
Είναι χαρακτηριστικό ότι η γνωριμία αυτή είναι άμεση και διαδραστική. Παρόλο που υπάρχουν διαδοχικά δραματοποιημένα επεισόδια, που εξελίσσονται σε διαφορετικά σημεία του ευέλικτου σκηνικού χώρου, που έχει διαμορφωθεί ως πολυμεσική installation στην αίθουσα «Κλειώ» του Κέντρου Ψηφιδωτών από τα μέλη του «Εργαστηρίου», ωστόσο, η δραματουργία είναι ελλειπτική και το κείμενο αμφίσημο και ποιητικό. Οι ηθοποιοί/περφόρμερ δεν επεξηγούν ούτε διδάσκουν, αλλά θέτουν ερωτήματα με τις πράξεις τους, και οι θεατές καλούνται να ανασυνθέσουν μόνοι τους τα νοήματα, μέσα από τα ποιητικά σπαράγματα, τις αμφισημίες και κυρίως μέσα από τη διάδραση με τις κρατούμενες. Η ενσώματη αυτή επικοινωνία του κοινού με τα νοήματα της παράστασης και η δυνατότητα συνδιαμόρφωσής τους μέσα από τη συνέργεια με τους ηθοποιούς είναι και το πλέον καινοτόμο στοιχείο της παράστασης.
Τα ερωτήματα που θέτουν τα επεισόδια δεν είναι λεκτικά, αλλά έμμεσα και κυρίως πραξιακά. Για παράδειγμα στο επεισόδιο με την polaroid το έμμεσο ερώτημα που τίθεται είναι το κατά πόσο στο πολυμεσικό σύστημα είμαστε ιδιοκτήτες των δικών μας εικόνων ή απλώς «ευτυχισμένα» εξαρτήματα ενός συστήματος κατανάλωσης που επενδύει στον ναρκισσισμό μας. Η «παρανομία» της κρατούμενης είναι ότι φωτογραφίζει το κοινό με την αυθορμησία και την αμεσότητα της polaroid, παραδίδοντας μετά την εικόνα στον φυσικό ιδιοκτήτη της. Η πράξη της άμεσης οικειοποίησης, της ανεπιτήδευτης εικόνας μας, με βάση ένα «αρχαίο τεχνολογικό μέσο» όπως η polaroid, ξαφνιάζει τον θεατή και τον οδηγεί σε έμπρακτο αναστοχασμό για τη χρήση των δικών του εικόνων που αναρτά στο social.
Στο επόμενο επεισόδιο η νεαρή κρατούμενη χρησιμοποιεί το μακιγιάζ αντισυμβατικά, για να κάνει τον εαυτό της άσχημο κι όχι όμορφο, όπως υποχρεωτικά μια γυναίκα πρέπει να κάνει στην Ουτοπία (κι όχι μόνο!), επαναλαμβάνοντας τη φράση: «Η γυναίκα πρέπει να είναι όμορφη» (άμεση είναι η παραπομπή στην ιστορική performance της Abramovich «Art Must Be Beautiful, Artist Must Be Beautiful» [1975]). Οι θεατές καλούνται να συμμετάσχουν σε αυτή την «επιτέλεση ασχήμιας», επεμβαίνοντας με όποιον τρόπο θέλουν στο πρόσωπο της κρατούμενης, βάφοντας και ξεβάφοντας, χτενίζοντας και ξεχτενίζοντας. Με τον τρόπο αυτό οι ζωντανές αντιδράσεις των θεατών αναδημιουργούν το ίδιο το δραματουργικό περιεχόμενο.
Στο επεισόδιο το κοριτσιού που μοιράζει φρέσκο και φυσικό ψωμί στο κοινό, τα ερωτήματα που τίθενται μοιάζουν περισσότερο εφιαλτικά. Ποια θα είναι η σχέση μας με τη φυσική ύλη στο μέλλον; Ποιες δυνατότητες θα έχουμε στο να ορίζουμε το ίδιο μας το σώμα σ΄ ένα μελλοντικό κόσμο, στον οποίο η σάρκα θα αποτελεί δυστοπική εικονιστική κατασκευή προς συνεκμετάλλευση; Η γεύση και η όσφρηση της φυσικής ύλης, εν προκειμένω του φυσικού ψωμιού, προκαλεί το κοινό να ανασυντάξει τις αισθήσεις του και να συναισθανθεί ενσώματα και πραγματιστικά το ίδιο του το σώμα.
Η μνήμη και η σχέση με τους προγόνους και την παράδοση είναι τα έμμεσα ερωτήματα που θέτει στο επόμενο επεισόδιο το κορίτσι που νανουρίζει με ποντιακά τραγούδια την νεκροκεφαλή των προγόνων της. Για ποιον λόγο, ήδη στις σύγχρονες κοινωνίες μας, η σχέση με το παρελθόν θεωρείται απαγορευμένη; Γιατί η μνήμη είτε δαιμονοποιείται είτε μετατρέπεται σε ανώδυνο φολκλόρ; Η αμφισημία, η ανάκληση συμβόλων, η ενσώματη σχέση με την παράδοση, δημιουργούν το νοηματικό πλαίσιο μέσα από το οποίο η κρατούμενη διαδρά με το κοινό μοιράζοντας στο τέλος θυμίαμα και ψιθυρίζοντας στο αυτί των θεατών τη φράση: «Θυμήσου τους νεκρούς σου».
Στο επεισόδιο με το ουτοπικό σχολείο συμμετείχαν εκπαιδευτικοί του «Συνεργατικού Εργαστηρίου Τέχνης» του Συλλόγου Εκπαιδευτικών Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης Πιερίας –μία από τις πολλές συνεργασίες που έχει αναπτύξει τα τελευταία χρόνια το Ε.Π.Δ. Το παράπτωμα της εκπαιδευτικού, που δικάζεται και καταδικάζεται επί τόπου από το «Πειθαρχικό Συμβούλιο της Ουτοπίας», ήταν η δημοσίευση του οράματός της για ένα σχολείο το οποίο δεν θα στοχεύει στην παραγωγικότητα, στην «ένταξη στην αγορά εργασίας», στην εξειδίκευση και στην καλλιέργεια αποσπασματικών δεξιοτήτων, αλλά στην αξιακή μόρφωση, στη δημιουργικότητα και στην ενσυναίσθηση. Η εκπαιδευτικός μοιράζει στο κοινό το «μανιφέστο» της, το οποίο έχει τυπώσει παράνομα στην «αρχαία συσκευή του πολυγράφου» και οι θεατές καλούνται να συμμετάσχουν στη «δίκη» της.
Η ποιητική στάση ζωής είναι το ερώτημα του επόμενου επεισοδίου. Η κρατούμενη παρανομεί, γιατί χρησιμοποιεί ποιητικό λόγο, έναν λεκτικό κώδικα απόλυτα απαγορευμένο στη μελλοντική Ουτοπία, αφού δεν μπορεί να ελεγχθεί αλγοριθμικά. Ποια θα είναι η λειτουργία της ποίησης και ευρύτερα της τέχνης στο μέλλον; Ποιες είναι οι σημερινές ενδείξεις για τη μελλοντική λειτουργία της τέχνης, όταν ήδη από σήμερα η Τεχνητή Νοημοσύνη μπορεί να δημιουργεί εξαιρετικά έργα τέχνης ανακυκλώνοντας όμως τα παλαιότερα; Η κρατούμενη μοιράζει στους θεατές ποιητικά αποσπάσματα, τυπωμένα σε χαρτί —υλικό απαγορευμένο στη μελλοντική χώρα της Ουτοπίας, στην οποία η τέχνη θα είναι άυλη 3D κατασκευή— και τους προσκαλεί να τα αφηγηθούν δημόσια.
Στον επίλογο του έργου οι θεατές συμμετέχουν στη «βραχυκύκλωση» της «Μεγαμηχανής» επαναλαμβάνοντας τον άγνωστο κώδικα που αφηγείται περπατώντας αργά και με ρυθμό η τελευταία κρατούμενη. Ο κώδικας, που ξέφυγε από το ελεγχόμενο σύστημα αλγορίθμων του συστήματος, αποτελείται από αριθμούς και συμβολικές έννοιες κλειδιά: «Αντί-εξουσία», «Αιδώς ή ξεδιαντροπιά», «Μνήμη», «Ύλη», «Κάλλος», «Θεότητα», «Έρωτας», «Γενναιότητα» κ.ά. κάθε μία από τις οποίες αποτελεί συγχρόνως ένα ερώτημα και μία διακύβευση για το μέλλον μας.
Το τέλος της παράστασης είναι ανοιχτό. Μπορεί ν΄ αλλάζει κάθε αφορά ανάλογα με τις αντιδράσεις και τη συμμετοχή του κοινού. Γι΄ αυτό και στις δύο ημέρες που παρουσιάστηκε το έργο, το τέλος ήταν κάθε φορά και διαφορετικό.
Η υβριδική μορφή της παράστασης, ανάμεσα στο θέατρο, την performance, την ηχοτοπική πολυμεσική και εικαστική installation, αποτέλεσε το μέσο για την άμεση εμπλοκή των θεατών στην παράσταση και στην μετατροπή τους από παθητικούς παρατηρητές σε συμμέτοχους. Το ηχοτοπικό πολυμεσικό περιβάλλον ήταν πολυσυλλεκτικό, με αναφορές στον Steve Jablonsky, στον Jean-Michel Jarre, στην Patti Smith, στο Inre Kretsen Grupp και στον Prins Emanuel, στα υβριδικά ηχοτοπία του Attila Varga και των Framewerk, στο εμβληματικό «Mysterion» του Γιάννη Χρήστου, στην ταινία Matrix των αδελφών Wachowski και στη μουσική του Don Davis, αλλά και στην τρέχουσα popular culture των youtubers. H installation στην Αίθουσα «Κλειώ» ήταν κι αυτή πολυτροπική συνδυάζοντας εικαστικές συνθέσεις, φωτογραφίες, video performance poetry, φυσικά υλικά κ.ά. Η ενδυματολογία συμβολική· μαύρα ρούχα για τους φύλακες και πορτοκαλί για τις κρατούμενες, ενώ ευρηματικό ήταν το φόρεμα της «Αρχιφύλακα» σχεδιασμένο από την Αγλέντα Πετάλλι, που συνδύαζε ευτελή, τεχνολογικά και συμβατικά υφασμάτινα υλικά.
Όπως προαναφέραμε, είναι η πρώτη φορά που παρουσιάζεται στο Φεστιβάλ Ολύμπου και ευρύτερα στην Πιερία, μια αμιγώς μεταδραματική θεατρική παράσταση που βασίζεται στην πραγματική και εκτεταμένη συμμετοχή του κοινού. Το γεγονός προσγράφεται θετικά στη δεκαετή πορεία της νεανικής ομάδας του «Εργαστηρίου Πολυτροπικών Δραστηριοτήτων» του ΟΡ.ΦΕ.Ο. υπό την καλλιτεχνική καθοδήγηση του ιστορικού της τέχνης Νίκου Γραίκου. Η ομάδα έχει πια διαμορφώσει το καλλιτεχνικό της προφίλ με ειδοποιά χαρακτηριστικά τον πειραματισμό σε νέες υβριδικές και συμμετοχικές παραστασιακές μορφές, χωρίς όμως να απαξιώνει τις αντίστοιχες παραδοσιακές, τον δημιουργικό συνδυασμό πολλών τρόπων έκφρασης (κίνηση, πολυμέσα, εικαστικές αναπαραστάσεις, δραματικό λόγο, performance, ποίηση, μουσική κ.ά.), την επεξεργασία πολιτισμικών αξιών αντίθετων στο κυρίαρχο ρεύμα και τη μαθητεία σε ενσώματες αναπαραστατικές αξίες που τις χαρακτηρίζει ο υπαινιγμός, η ανοικείωση, η σωματικότητα, η ποιητικότητα, η μεταδραματική αμφισημία και η επιτελεστική σχέση με το κοινό. Άλλωστε, πολλά από αυτά περιγράφονται και στο περσινό (2024) «μανιφέστο» της ομάδας.
Η παράσταση «Utopias | Ουτοπίες» είναι το πληρέστερο και πλέον ακτιβιστικό, μέχρι στιγμής, καλλιτεχνικό εγχείρημα της ομάδας “Deep Eyes”. Ένα εγχείρημα που πηγάζει από την ανατομία της σύγχρονης εποχής και από το ερωτήματα που αυτή θέτει (Α. Κάλφας, 8/9/2025) και το οποίο θα μπορούσε κάποιος να το χαρακτηρίσει ως «φιλοσοφικό θέατρο» (Χ. Αμανατίδης, 1/9/2025). Τα ερωτήματα που έθεσε η ομάδα έχουν άμεση ανταπόκριση στη σημερινή δυστοπική ανθρωπολογική κατάσταση: «τι είναι ύλη, τι είναι μνήμη, τι είναι ταυτότητα, ποιο είναι το νόημα του ποιητικού εικονισμού της πραγματικότητας, τι συνιστά τον νοηματικό πυρήνα της ανθρώπινης ελευθερίας;». Και βέβαια το βασικό ερώτημα: «Ουτοπικό ή δυστοπικό θα είναι το μέλλον της ανθρωπινότητάς μας;»
Η παράσταση αφήνει, τελικά, ανοιχτές τις απαντήσεις στα ερωτήματα αυτά. Ωστόσο, εάν υπάρχει κάποιου είδους επιμύθιο στην παράσταση, αυτό δεν είναι λεκτικά διατυπωμένο, αλλά πραξιακό και πηγάζει από τη διαδικασία διάδρασης με τους θεατές. Η παρακίνηση του κοινού να συμμετάσχει στην παράσταση δεν αφορά απλώς στην αλλαγή των συμβατικών, παθητικών σχέσεων ανάμεσα στον θεατή και στο θεατρικό έργο ή και ευρύτερα σε κάθε έργο τέχνης, αλλά συνιστά από μόνη της μιας «πολιτική» δήλωση, με την αρχαιοελληνική έννοια της ανάληψης προσωπικής ευθύνης έναντι της «πόλης». Στη σημερινή παντοδυναμία του «Τεχνικού Συστήματος» σε όλους τους τομείς της ζωής, από την οικονομία, τον πολιτισμό, την εκπαίδευση, τους πολιτικούς σχηματισμούς μέχρι τον πυρήνα της ανθρωπινότητάς μας που είναι η βούληση, οι έξεις και οι επιθυμίες, οι μόνες ρεαλιστικές αντιστάσεις δεν θα προέλθουν από την κατά μέτωπο επίθεση, αλλά από η στρατηγική των ποιητικών ετεροτοπιών, δηλαδή, από την οργάνωση μικρών αλλά αναστοχαστικών ομάδων πολιτισμικής αλλαγής. Ποιος θα είναι ο ρόλος των νέων σ΄ αυτή την κατεύθυνση; Ποιος ο ρόλος των εκπαιδευτικών θεσμών; Και κυρίως, πώς μπορούν οι πολιτισμικοί θεσμοί, και εν προκειμένω το Φεστιβάλ Ολύμπου, να προωθήσουν νέες διαδραστκές μορφές τέχνης που θα κινητοποιούν το κοινό σε συμμετοχή και δράση;
INFO
«Project Utopias | Ουτοπίες» | «Εργαστήριο Πολυτροπικών Δραστηριοτήτων “Deep Eyes”» Οργανισμού Φεστιβάλ Ολύμπου | Κέντρο Μεσογειακών Ψηφιδωτών Δίου | Δευτέρα 1 και Τετάρτη 3 Σεπτεμβρίου 2025.
ΔIANOMH | ΦΥΛΑΚΕΣ 1-3: Αναστασία Παπαναστασίου, Πασχαλίνα Γιαννάκη, Γιώργος Μυτελέτσης | ΚΡΑΤΟΥΜΕΝΕΣ 1-6: Ελένη Τόκα, Σταυρίνα Βάια, Σωτηρία Παπαζήση, Διονυσία Φωτιάδου, Θεοδώρα Λαζάρου, Πάμελα Πετάλλι | ΜΕΛΗ ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ: Δημήτρης Χαριτόπουλος, Φωτεινή Καρασερίδου, Βάσω Μπελέμη, Αθανασία Τσιβγινίδη, Ολυμπία Κουτσιμανή, Μίνα Τσακνάκη, Αθανασία Σινάνογλου. ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΣ: Λένα Αναστασιάδου | ΔΡΑΜΑΤΟΥΡΓΙΚΗ ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑ-ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Νικόλαος Γραίκος | INSTALLATION: Πάμελα Πετάλλι, Γιώργος Μυτελέτσης, Κατερίνα Παπαναστασίου, Αγγελική Καρατζόγλου | ΕΝΔΥΜΑΤΟΛΟΓΙΑ: Αγλέντα Πετάλλι | ΦΩΤΙΣΜΟΙ-ΗΧΟΣ: Γιώργος Ιωάννου. ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ ΚΑΙ VIDEO ΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ: Δημήτρης Γατσιός.
Συμμετέχει το «Συνεργατικό Εργαστήριο Τέχνης» του Συλλόγου Εκπαιδευτικών Π/θμιας Εκπ/σης Πιερίας.