
Πορφυρός ορίζοντας
πρελούδιο της αστερόφωτης νύχτας.
Ο ανδρώνας του αρχοντικού ευπρεπής,
οι τοίχοι στολισμένοι με μαυροπράσινες πικροδάφνες
οι πυρσοί φωτοβολούν,
τα ανάκλιντρα αναπαυτικά,η ατμόσφαιρα περίλαμπρη όπως προστάζει το επικείμενο συμπόσιο.
Χάρμα ειδέσθαι!
Φρόντισε για όλα ο Αμφιτρύων!
Τέρψη να προσφέρει σώματος και ανάταση ψυχής στους συνδαιτυμόνες.
Μια εγρήγορση ετοιμότητας σε εξέλιξη,
αγωνία,
υποδείξεις της τελευταίας στιγμής,
αθόρυβη κινητικότητα σχεδόν ευλαβική.
«Όλα να είναι στην εντέλεια» προστάζει ο Αμφιτρύων,
επιβλέποντας σχολαστικά τις ετοιμασίες
καθώς ο χρόνος αργοσβήνει στην κλεψύδρα.
Στο βάθος του ανδρώνα
αυλητρίδες με αραχνοΰφαντους χιτώνες,
διάφανους,
αποκαλυπτικούς του κάλλους των ωραίων κοριτσιών,
γελαστές και εύθυμες, μακρομαλλούσσες
χτενίζονται και σπαταλούν τα αρώματα από τις ληκύθους
πάνω στα καλλίγραμμα κορμιά τους,
πλέκουν λουλούδια στις πλεξούδες ,
σιγοτραγουδούν χαρούμενες
και καθρεφτίζονται ναρκισσιστικά την ομορφιά τους.
Ο αυλητής.
Ο Σειληνός.
Θαυματοποιοί.
Γελωτοποιοί.
Ακροβάτες.
Έτοιμοι όλοι. Σε αναμονή για την ωραία νύχτα.
Υπηρέτες.
Πολλοί υπηρέτες,
γεμίζουν τους κρατήρες και τους αμφορείς κρασί
και δροσερό νερό απ΄ τις υδρίες.
Μυρωδιές εισβάλλουν παντού από την γυναικονίτιδα.
Τα φαγητά ψήνονται στον πέτρινο φούρνο,
πάνω στα κάρβουνα από τις κληματσίδες.
Η οικοδέσποινα ετοιμάζει το δείπνο για τους συνδαιτυμόνες στον ανδρώνα!
Στα πυρωμένα κάρβουνα, ροδίζουν οι οβελίες.
Το πέπλο της νύχτας σκεπάζει απαλά τα χρώματα της δύσης.
Όλα έτοιμα στον ανδρώνα.
Περιχαρείς οι καλεσμένοι, ένας- ένας προβάλουν στο κατώφλι.
Ασπασμοί, καλωσορίσματα και εναγκαλισμοί!
Στα ανάκλιντρα τους συνοδεύει ο Αμφιτρύων.
-Η προνομία, αδειανή, περιμένει το τιμώμενο πρόσωπο.
Ο ανδρώνας ευπρεπής
οι συνδαιτυμόνες γεμίζουν το χώρο λάμψη και ζωή.
Συστάσεις και φιλοφρονήσεις και γέλια!
Υπηρέτες πηγαινοέρχονται σερβίροντας
ψητά και φρούτα και υδρίες προσφέρουν γεμάτες με κρασί.
Ευωδιαστές μυρωδιές πλημμυρίζουν τη σάλα.
Οι αυλητρίδες σα νεράιδες ξεγλιστρούν ανάμεσα από τους κίονες,
με τα καλλίγραμμα πόδια δρασκελούν
χορεύοντας με χάρη στις άκρες των δαχτύλων,
τις Μούσες υμνούν των Πιερίων.
Η χαρά διάχυτη παντού..
-Η προνομία ορφανή. Περιμένει το τιμώμενο πρόσωπο.
Πάντα γεμάτα τα πινάκια, πάντα γεμάτοι οι κύλικες για τους ομοτράπεζους.
Φροντίζουν γι αυτό οι υπηρέτες.
Φροντίζει γι αυτό ο οινοχόος.
Πλούσια τα ελέη ω Ολύμπιοι θεοί!
Η εκλογή του συμποσιάρχου, παμψηφεί.
Γέλωτες κι ενθουσιασμός!
Σμίγουν τα τραγούδια με τον αυλό.
Οινοποσία μεθυστική.
Ζάλη ευδαιμονίας μαρτυρούν τα χαμόγελα.
Ο χρόνος ξεθωριάζει στης νύχτας τα σπλάχνα.
Όλοι μαζί οι συνδαιτυμόνες επιδίδονται με όρεξη στο σύνδειπνο.
Σήμανε η ώρα: με τρεις σπονδές τον παιάνα τραγουδούν.
Τι ωραίο συμπόσιο!
Τι ωραία νύχτα!
Τι γλυκιά η ζωή!
Οι αυλητρίδες νωχελικά σκορπίζουν ροδοπέταλα,
στεφανώνουν τους συνδαιτυμόνες,
με λουλούδια μυροβόλα.
Λικνίζονται προκλητικά ανάμεσα σε βλέμματα και χέρια τολμηρά.
Με νάζι ξεγλιστρούν. Τον πόθο σκόπιμα ανάβουν.
Γέλια, φωνές,
πειράγματα,
αστεϊσμοί,
κομπλιμέντα και υπονοούμενα,
εξυπνάδες, επαμφοτερίσματα και φαλλικά τραγούδια.
Τι ωραίο συμπόσιο!
Ευφορία και πότος ιδανικός.
Ίσα που ακούστηκε μες την οχλοβοή
του πετεινού η λαλιά σε φτωχική αυλή.
Σήμανε πάλι η ώρα.
Ξαπλωμένα κορμιά στα ανάκλιντρα βυθίζονται.
Ο λόγος φουντώνει,
φιλόσοφοι μονομαχούν με ιδέες
και δάσκαλοι με λέξεις.
Το πνεύμα αθάνατο αναδύεται, γλώσσες φωτός διασκορπίζονται εις τους αιώνες…
Οι αυλητρίδες διακριτικά,
κουρνιάζουν στην άκρη των ανάκλιντρων,
γυμνές και ιδρωμένες, ιδανικές ακροάτριες της νύχτας,
με υπομονή αδιάφορες χαμογελούν,
ακούν τους σοφούς να ρητορεύουν και νανουρίζονται.
Οι ορχηστρίδες «ηβυλλιώσαι γ' άρτι παρατετιλμέναι»*…
Η Διοτίμα στο επίκεντρο, των γυναικών φωνή αιώνια.
«Εν εορτή η πραότης»…!
Ο Αμφιτρύων χαμογελά,
μα το βλέμμα του λοξοκοιτά στην πύλη.
Καρτερικά.
Σιωπηλή αναμονή.
Ανεκπλήρωτη η χαρά.
Αδειάζει η νύχτα στην κλεψύδρα,
σα νερό που χάνεται ανάμεσα από τα δάχτυλα ο χρόνος
και η προνομία αδειανή.
Περιμένει ακόμη το τιμώμενο πρόσωπο.
Η προνομία ακόμη αδειανή…
Εκδόσεις «ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ» 40 χρόνια
ΣΥΛΛΟΓΙΚΌ ΈΡΓΟ
*[ Αριστοφάνη που αναφέρει στους «Βατράχους», ότι οι ορχηστρίδες παρουσιάζοντο άμα χόρευαν «ηβυλλιώσαι γ’ άρτι παρατετιλμέναι». «Στο άνθος της ηλικίας των και με φρεσκομαδημένο το αιδοίον των», όπως λέει η Θεράπαινα.]
****
Τα συμπόσια κατά την αρχαιότητα ήταν ένας οργανωμένος κοινωνικός θεσμός με καθορισμένη εθιμοτυπία. Ήταν η κατ’ εξοχήν μορφή κοινωνικής συγκεντρώσεως και μαζί με τα γυμνάσια και τις σοφιστικές επιδείξεις, οι οποίες ξεκίνησαν να γίνονται σε σπίτια πλουσίων από τον 5ο αι. π.Χ., ήταν τα κέντρα ανταλλαγής ιδεών και πνευματικών ζυμώσεων.
Ήδη στον Όμηρο ο θεσμός αυτός είναι ανεπτυγμένος. Ο Νέστωρ στην Ιλιάδα (Ι, στ.68 κ.ε.) λέει:
μα εσύ ξεκίνα πρώτος,
υγιέ του Ατρέα, τι εσύ κι απ' όλους μας πιο βασιλιάς λογιέσαι·
και στρώσε τάβλες για τους γέροντες· περίσσια αυτό πρεπό σου·
κρασί γιομάτα είν' τα καλύβια σου, που Αργίτικα καράβια
ολημερίς περνούν το πέλαγο και φέρνουν απ' τη Θράκη·
κι είναι δικό σου κάθε φίλεμα, τι σε πολλούς ορίζεις.
Κι ως συναχτούμε τόσοι γέροντες, θ' ακούσεις όποιον δώκει
την πιο καλή βουλή·
(μετ. Καζαντζάκη – Κακριδή)
Αυτόν το κοινωνικό και πνευματικό χαρακτήρα είχαν τα συμπόσια στην Αθήνα και την Ιωνία, ενώ στις καθαρά δωρικές πόλεις είχαν αναπτυχθεί τα συσσίτια που είχαν μάλλον στρατιωτικό χαρακτήρα, πειθαρχημένο και λιτό.
Το αρχαίο συμπόσιο άρχιζε συνήθως νωρίς το βράδυ και συνεχιζόταν ως το πρωί. Οι καλεσμένοι έπαιρναν τη θέση τους σε κλίνες, τοποθετημένες σε σχήμα Π. Η εκλογή των θέσεων είχε ιδιαίτερη σημασία και ο οικοδεσπότης έπρεπε να φροντίσει ώστε να μην υπάρξουν παράπονα από τους καλεσμένους του.
Το αρχαίο συμπόσιο περιελάμβανε δύο μέρη: το δείπνον ή σύνδειπνον και τον πότον. Το δείπνον ήταν δευτερεύον και μικρής διάρκειας, ενώ η μετάβαση στον πότον γινόταν με ορισμένη εθιμοτυπία.
Οι συμπότες έπιναν λίγο άκρατον οίνον προς τιμήν του «αγαθού δαίμονος», μοιράζονταν στεφάνια, ενίοτε και μύρα, γίνονταν σπονδές σε διάφορους θεούς και όλοι με συνοδεία συνήθως αυλών έψαλλαν έναν ύμνο προς τον θεό. Στην συνέχεια μπορούσαν να αρχίσουν την οινοποσία.
Έπιναν πάντοτε κρασί νερωμένο (κεκραμένον οίνον) από έναν μεγάλο κρατήρα που βρισκόταν στη μέση, μέσα στον οποίον γινόταν η κράσις. ενώ το «ακρατοποτείν» ήταν δείγμα αξιοκατάκριτης καταχρήσεως. Ο τρόπος της πόσεως κανονιζόταν είτε με κοινή συμφωνία είτε με τρόπο απολυταρχικό από τον συμποσιάρχη, τον οποίον εξέλεγαν από την αρχή. Αυτός όριζε πότε και πόσο θα έπινε ο καθένας και όλοι ήταν υποχρεωμένοι να συμμορφωθούν.
Ο κάθε συμπότης έπρεπε να έχει προσωπική συμβολή στην συντροφιά είτε με διάφορα «παιχνίδια συναναστροφών» (αινίγματα, γρίφους κλπ), είτε με κάποιο ποίημα ή τραγούδι, κατά προτίμηση αυτοσχέδιο και επίκαιρο, ενώ άλλες φορές οριζόταν ένα θέμα για συζήτηση, του οποίου η διαπραγμάτευση θα γινόταν πολιτισμένα και χωρίς εριστικότητα. Έτσι τα συμπόσια, πέρα από μια ευχάριστη και εγκάρδια συζήτηση που ήταν, είχαν και βαθιά παιδαγωγική σημασία.
Μισθωμένοι από τον οικοδεσπότη ή κάποτε και εξ ιδίας πρωτοβουλίας με τη βεβαιότητα ότι θα πληρωθούν, εμφανίζονταν διάφοροι καλλιτέχνες, γελωτοποιοί, ταχυδακτυλουργοί, ιδιαιτέρως όμως γυναίκες, αυλητρίδες, ψάλτριες (ψάλτρια: η κιθαρῳδός) και ορχηστρίδες (χορεύτριες).
Το σύνηθες τέλος των συμποσίων αυτών ήταν να μεθύσουν ή ν’ αποκοιμηθούν όλοι οι συμμετέχοντες. Κάποιες φορές μάλιστα έτσι μεθυσμένοι έβγαιναν τα ξημερώματα στους δρόμους και πήγαιναν και σε άλλα σπίτια, όπου γίνονταν συμπόσια. Βεβαίως εξαιτίας του νερωμένου κρασιού η μέθη καθυστερούσε.
Ο θεσμός των συμποσίων έσβησε μαζί με την κοινωνία μέσα στην οποία αναπτύχθηκε. Τα συμπόσια της ελληνιστικής και την ρωμαϊκής εποχής ήταν μάλλον φαγοπότια πολυτελείας με κατώτερης ποιότητας μουσικές ή άλλες απολαύσεις.
___
εικόνα: Συμπόσιο, αττικός ερυθρόμορφος κρατήρας, 420 π.Χ. Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο Μαδρίτης