και επίτευξη υψηλού επιπέδου ήθους»*
Χρήστος Μαλεβίτσης
Τα ιστορικά γεγονότα χρειάζεται οπωσδήποτε να μνημονεύονται γιατί έτσι λειτουργούν και ως εφαλτήριο για στοχασμό σε ό, τι αφορά στο παρόν και το μέλλον. Αυτό το αξίωμα που είναι τόσο σημαντικό για τα έθνη τα οποία κατατρύχονται «από της ιστορίας τα δύσκολα γυρίσματα» είναι εντελώς αυτονόητο για τα καθ΄ ημάς· και μάλιστα τώρα, στην κρίσιμη ιστορική περίοδο που διανύουμε, το εν λόγω αξίωμα προβάλλει ως «χρέος».
Διακόσια χρόνια μετά απ’ την έναρξη της εθνικοαπελευθερωτικής εξέγερσης του 1821, καλούμαστε εμείς - οι απόγονοι των εξεγερθέντων προγόνων μας για ελευθερία - να συμμετάσχουμε στη βαρύτιμη τούτη επέτειο. Και να τιμήσουμε, δίκην χρέους: «ἐκεῖνη τήν εὐαγγελισμένη στιγμή τοῦ παρελθόντος ἐπειδή θέλουμε νά ζήσουμε τό μέλλον μας ὡς πρόσωπα μέ ταυτότητα· ἐπειδή θέλουμε να εἴμαστε οἱ ἑαυτοί μας.»1
Έχει εύστοχα σημειωθεί ότι: «Ἡ ἀκριβής ἐξιστόρησις τῶν γεγονότων τῆς Ἐπαναστάσεως του 1821 δέν μᾶς λείπει. Δέν μᾶς λείπουν ἀκόμη οὔτε μονογραφίαι ἤ ἱστορικά δοκίμια, οὔτε καί ἀπόπειρα πρός «ἐπιστημονικήν» ἐξακρίβωσιν καί παράθεσιν τῶν πολεμικῶν καί διπλωματικῶν πράξεων. Μᾶς λείπει ὅμως ἡ ἀντίληψις τῆς ψυχῆς, τοῦ πνεύματος τῆς Ἑλληνικῆς Ἐπαναστάσεως, ἡ ἐκ μέρους, ἑνός ἑκάστου ἐξ’ ἡμῶν, κατανόησις τῆς μεταμορφώσεως ἡ ὁποία συνετελέσθη εἰς τάς ψυχάς τῶν πατέρων μας κατά τά ἔτη ἐκεῖνα, ἡ γνωριμία μας μέ τά πνεύματα καί μέ τάς ψυχάς πού ἠδυνήθησαν νά αἰσθανθοῦν τήν ἐλευθερίαν ὡς πραγματικότητα τῆς ζωῆς των.»2
*Μαλεβίτσης Χρήστος, Η εσωτερική διάσταση. Η τραγωδία της ιστορίας, ΑΠΑΝΤΑ ΧΡΗΣΤΟΥ ΜΑΛΕΒΙΤΣΗ 2, ΑΡΜΟΣ, 2010, σ. 366
Έχοντας λοιπόν ως γνώμονα τούτη την καίρια επισήμανση θα επιχειρήσουμε - με το παρόν δοκίμιο - να συμβάλλουμε στη γνωριμία με «τάς ψυχάς τῶν πατέρων μας πού ἠδυνήθησαν νά αἰσθανθοῦν τήν ἐλευθερίαν ὡς πραγματικότητα τῆς ζωῆς των».
Θα δοκιμάσουμε να αναδείξουμε το βαρυσήμαντο μήνυμα της 11ης Απριλίου 1826, ανήμερα της Κυριακής των Βαΐων - ημέρας ορόσημου για τον Ελληνισμό - σκιαγραφώντας το μεγαλειώδες ιστορικό γεγονός της άλωσης και της εξόδου του Μεσολογγίου και προσεγγίζοντας τις συγκλονιστικές σημάνσεις του. Βασικοί οδοδείκτες, στην εν λόγω δοκιμή μας, θα είναι επιλεγμένα αποσπάσματα αφενός από το φιλοσοφικό κείμενο του αείμνηστου Χρήστου Μαλεβίτση με τίτλο Το υπαρξιακό αίτημα της ελευθερίας στο πολιορκημένο Μεσολόγγι και αφετέρου από τον Πανηγυρικό λόγο του στην εορτή της Εξόδου στις 11 Απριλίου 1995 με τίτλο Το Μεσολόγγι, τόπος αποκαλύψεως της ελευθερίας.
*
Στον μακρύ κατάλογο των πολεμικών συγκρούσεων καθ’ όλη τη διάρκεια της Επανάστασης: «Εμβληματική θέση κατέχουν οι πολιορκίες και τελικά η άλωση του Μεσολογγίου. Η σπουδαιότητα της πόλης ήταν μεγάλη. Ήταν πόλος έλξης πολλών φιλελλήνων που εμπνέονταν από τις ίδιες αξίες. Υπήρξε επίσης σημαντικό εμπορικό λιμάνι και μάλιστα κερδοφόρο, συνεισφέροντας χρήματα στο κρατικό ταμείο. Αποτελούσε, τέλος, τη μεγαλύτερη πόλη στη δυτική Στερεά Ελλάδα και ενδιάμεσο σταθμό για τα στρατεύματα που κινούνταν προς τον Νότο από την περιοχή της Ηπείρου.
Η πρώτη πολιορκία ξεκίνησε τον Οκτώβριο του 1822 και ολοκληρώθηκε τον Δεκέμβριο του ίδιου έτους. Τον Απρίλιο του 1825 ξεκίνησε η δεύτερη πολιορκία του από τους Οθωμανούς με επικεφαλής τον Κιουταχή. Ωστόσο, η αποτυχία του προκάλεσε εντύπωση, αύξησε τη δυσαρέσκεια εναντίον του και οδήγησε στην άφιξη του Ιμπραήμ. Η εξέλιξη αυτή ανέτρεψε τα πολεμικά δεδομένα. Στις 12 Δεκεμβρίου 1825 κατέφθασε στο Μεσολόγγι ο Ιμπραήμ μαζί με 6.000 στρατιώτες περίπου. Ο ερχομός του είχε ως αποτέλεσμα την ενίσχυση της πολιορκίας και τη σταδιακή αποκοπή κάθε είδους διόδου, έστω και θαλάσσιας, με τον έξω κόσμο. Η σχεδόν ταυτόχρονη αποχώρηση από την περιοχή των υδραίικων πλοίων, επέτεινε το πρόβλημα. Ο αποκλεισμός της πόλης πολύ σύντομα έγινε αισθητός, αφού οξύνθηκε το ζήτημα της τροφοδοσίας σε φαγητό, όπλα και πυρομαχικά. Στις 4 Απριλίου του 1826 απεσταλμένοι των Οθωμανών διεμήνυσαν στους πολιορκημένους να παραδοθούν, για να λάβουν όμως την παρακάτω απάντηση: “Η φρουρά του Μεσολλογίου απέδειξεν εναργέστατα εν ήδη έτος τίνι τρόπω παραδίδει τα όπλα ες τους εχθρούς της. Επολέμησε και θέλει πολεμήσει και έως την υστερινήν ημέραν με όλην την γενναιότητα και αν μέχρι τέλους δεν ιδή καμμίαν βοήθειαν, τότε πάλιν θέλει ορμήσει καθ’ υμών και ή θέλει αποθάνει ενδόξως εντός των οχυρωμάτων σας και των στρατοπέδων σας, ή θέλει εξέλθει με το ξίφος εις τας χείρας, αφού πρώτον διασπείρει εις όλους υμάς τον όλεθρον.”* Απέναντι στην ολοένα επιδεινούμενη κατάσταση, άκαμπτο εξακολουθούσε να παραμένει το φρόνημα των ηρωικών υπερασπιστών της πόλης. “Δέκα ολόκληροι μήνες επέρασαν αφ’ ου ο Ρούμελ Βαλεσής Μεχμέτ Πασάς επλησίασε εις τα τείχη μας… έφοδοι συνεχείς και μάχαι από ξηράς και θαλάσσης αλλεπάλληλοι δεν μας άφησαν να λάβωμεν καθόλου την αναπνοήν μας, εν ω αφ’ ετέρου 1.500 αδελφοί μας κατέβηκαν εις τους τάφους… Αλλοίμονον όμως! Κατέστησαν σιδηρούς τους βραχίονάς μας και έδωκαν νέαν καρτερίαν εις τας ψυχάς μας, όχι η απελπισία αλλ’ η υπέρ Πατρίδος μας αγάπη, ο υπέρ Χριστού έρως και η σταθερά μας τελευταία απόφασις του να ζήσωμεν Χριστιανοί ελεύθεροι, ει δε μη να χαθώμεν. Το οχύρωμά μας κατεστράφη, αι οικίαι μας εκρημνίσθησαν, τα υποστατικά μας κατεδαφίσθησαν, οι αδελφοί μας ετάφησαν, αλλ’ η ένδοξος σημαία του Σταυρού μένει και κυματεί επάνω εις τα ερείπια και εις τους τάφους. Τα στήθη μας είναι οι νέοι προμαχώνες και η σταθερά απόφασις του ν’ αποθάνωμεν υπέρ Πατρίδος”, έγραφε, τον Φεβρουάριο του 1826, ο Μάγερ στα Ελληνικά Χρονικά **.
*Αρτέμιος Ν. Μίχος, Απομνημονεύματα της δευτέρας πολιορκίας του Μεσολογγίου (1825-1826), Αθήνα 1883, σ. 73
**Ελληνικά Χρονικά, 3 Φεβρουαρίου 1826. [Οι Ελεύθεροι Πολιορκημένοι είχαν και την ελεύθερη εφημερίδα τους. Από την 1/1/1824 ως τις 20/2/1826 ο Ελβετός φιλέλληνας Ιωάννης Ιάκωβος Μάγερ εξέδιδε τα Ελληνικά Χρονικά δύο φορές την εβδομάδα. Η εφημερίδα τόνωνε το ηθικό των πολιορκημένων και δημοσίευε πολιτικά άρθρα. Το τυπογραφείο υπέστη σοβαρές ζημιές από τις οβίδες των Τουρκοαιγυπτίων. Ο Μάγερ εφονεύθη κατά την Έξοδο του Μεσολογγίου. [Χολέβας Κων/νος, Ελευθερία του Τύπου επί Τουρκοκρατίας, Κυριακάτικη Δημοκρατία, 1/12/2019]
Τον Απρίλιο του 1826 οι ασφυκτικά πολιορκημένοι Μεσολογγίτες από στεριά και θάλασσα είχαν πλέον εξαντληθεί. Ο Ιμπραήμ είχε αποκόψει όλες τις διεξόδους ανεφοδιασμού, στερώντας από τους Έλληνες κάθε ελπίδα σωτηρίας. Τότε οι κεφαλές της πόλης αποφάσισαν να προχωρήσουν σε απελπισμένη έξοδο, αν και γνώριζαν πως είχαν ελάχιστες πιθανότητες επιβίωσης.
Ως ημερομηνία της εξόδου ορίστηκε η Κυριακή των Βαΐων, ημέρα με έντονο συμβολισμό. Πράγματι, την προκαθορισμένη ημέρα ο πληθυσμός της πόλης κινήθηκε σύμφωνα με το σχέδιο.
Ωστόσο, τη στιγμή της διέλευσης από τις οθωμανικές γραμμές διεξήχθη λουτρό αίματος. Εκατοντάδες Μεσολογγίτες σφαγιάστηκαν, πολλοί συνελήφθησαν και πουλήθηκαν ως σκλάβοι και όσοι γλίτωσαν κατέφυγαν σε γειτονικές πόλεις.»3
*
Τα συνταρακτικά συμβάντα της πολιορκίας και της εξόδου των Ελεύθερων Πολιορκημένων / υπερασπιστών της «Ιερής Πόλης του Μεσολογγίου»* (η οποία ανακαταλήφθηκε στις 2 Μαΐου του 1829) αποτυπώθηκαν στην ιστορική μας μνήμη ως ανεκτίμητο τεκμήριο θυσίας για την πατρίδα.
Το σημασιολογικό όμως φορτίο του σπουδαίου τούτου ιστορικού γεγονότος δεν εξαντλείται στην εν λόγω διαπίστωση διότι αυτό που συνέβη στο Μεσολόγγι είναι από εκείνα τα γεγονότα πού δείχνουν ότι ό άνθρωπος μπορεί να αρθεί σε διαστάσεις κορυφαίου πάθους και υψηλότατης αυταπάρνησης.
*Στην Ιερή Πόλη του Μεσολογγίου: όπως την ονόμασε ο Αθανάσιος Πολυζωίδης και χαρακτηρίστηκε με το Β.Δ. 645/1937 είδαν το φως και ανδρώθηκαν οι πέντε Πρωθυπουργοί της Ελλάδος Σπυρίδων Τρικούπης, Ζηνόβιος Βάλβης, Χαρίλαος Τρικούπης. Επαμεινώνδας και Δημήτριος Βάλβης αλλά και οι κορυφαίοι άνδρες των γραμμάτων Κωστής Παλαμάς, Γεώργιος Δροσίνης, Μιλτιάδης Μαλακάσης και Αντώνης Τραυλαντώνης οι οποίοι ως πολιτικοί άνδρες συνέχισαν την ιστορία των Ελεύθερων Πολιορκημένων και ως λογοτέχνες και ποιητές ύμνησαν το μεγαλείον της «Εξόδου του Μεσολογγίου» [Ρίζος Κων. Δημήτριος, Εορτασμός του χρέους της Ελευθερίας. Απόψεις, ΕΣΤΙΑ, 24 Δεκεμβρίου 2019]
Μας παραδίδει ο αείμνηστος Χρήστος Μαλεβίτσης:
«Στό Μεσολλόγι, ἡ ἰστορία πύκνωσε, ὥσπου ἐξερράγη σέ παμφαές μετέωρο, τό ὁποῖο ἔκτοτε φωτίζει παραδειγματικά τήν ὕπαρξή μας. Διότι κατέστη τρόπος καί τόπος ἀποκαλύψεως τῆς ἐλευθερίας τοῦ ἀνθρώπου.
Δέν ἐπιτρέπεται νά μᾶς διαφεύγει τό ὑπερφυές ἱστορικό - ψυχικό - πνευματικό συμβάν, πού εἶναι ἡ συμπεριφορά τῶν πολιορκημένων τοῦ Μεσολογγίου. Οἱ πολιορκημένοι τοῦ Μεσολογγίου ἐπολέμησαν γιά τήν ἀξιοπρέπεια τοῦ τόπου τους, γιά τήν ἀξιοπρέπεια τοῦ ἔθνους των, ἀλλά καί γιά τήν ἀξιοπρέπεια ὁλόκληρης τῆς ἀνθρωπότητας.
Δέν ἐπιτρέπεται ἐπίσης νά μᾶς διαφεύγει ἡ σημαντικότητά του καθώς αὐτή φωτίζει καί ἀποκαλύπτει τήν ὑπερβατική διάσταση τῆς ἀνθρώπινης ὕπαρξης μέσα ἀπό τήν πράξη. Διότι στό Μεσολόγγι ἀπεκαλύφθη πώς ἡ ἐλευθερία εἶναι ἡ πλέον βαρύτιμη συνθήκη τῆς ἀνθρώπινης ὕπαρξης· εἶναι ἡ ἔσχατη δυνατότητα τῆς ὑπάρξεως.
Ἡ ἀγάπη τῆς ἐλευθερίας εἶναι «κραταιά ὡς θάνατος» και ὁ πιό ἐλεύθερος ἄνθρωπος εἶναι αὐτός πού πεθαίνει ἐλεύθερος - ὅπως ὁ ἄνθρωπος τοῦ Μεσολογγίου.»4
*
Μιλώντας βεβαίως για ελευθερία θα πρέπει να είμαστε σαφείς και γι’ αυτό αξίζει να καθορίσουμε το νόημά της διακρίνοντάς την σε εσωτερική (προσωπική) ελευθερία & σε εξωτερική (διαπροσωπική) ελευθερία. Πιο συγκεκριμένα:
«Ἡ ἐσωτερική (ἤ προσωπική) ἐλευθερία ἀναφέρεται στήν ἴδια τήν ὕπαρξη τοῦ προσώπου, εἶναι ἀτομική καί σχετίζεται ἄμεσα μέ τήν ἀνάπτυξη τῆς προσωπικότητας ἐνῶ ἡ ἐξωτερική (ἤ διαπροσωπική) ἐλευθερία ἀναφέρεται στήν ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου στόν κοινωνικό χῶρο / ἐντός τών διαφόρων κοινωνικῶν ὁμάδων.
Ἡ ἐξωτερική ἐλευθερία, σάν συλλογικό ἀγαθό & προϊόν κοινωνικῆς σύμβασης, ἀνήκει κατά ἕνα μεγάλο μέρος στόν Καίσαρα.
Ἡ ἐσωτερική ἐλευθερία ἔχει δύο ἀλληλένδετα σκέλη· τήν ἐλευθερία ἀπό ἤ ἀπελευθέρωση και τήν ἐλευθερία για ἤ ὑπεύθυνη ἀπόφαση.
Σάν ἀπελευθέρωση ἀποβλέπει νά βοηθήσει τό ἄτομο νά ἀπαλλαγεῖ ἀπό τήν ὑποταγή στήν ὁποιαδήποτε αὐθεντία, ὥστε νά ἀποκτήσει προσωπική ἀνεξαρτησία καί ὑπεύθυνη προσωπική γνώμη.
Σάν ὑπεύθυνη ἀπόφαση προσφέρει στόν ἄνθρωπο τήν εὐκαιρία νά καταλάβει τή θέση του μέσα στό πνευματικό σύμπαν καί νά ἀποφασίσει ἐνσυνείδητα, «ἐνώπιος ἐνωπίῳ», γιά τίς σχέσεις του μέ τό Θεό καί γιά τίς στάσεις του ἀπέναντι στίς αἰώνιες ἀξίες τῆς δικαιοσύνης, τῆς ἀληθείας καί τῆς ἀγάπης.
Ἡ ἐσωτερική ἐλευθερία, σάν ὑπαρξιακό στοιχεῖο, ἀνήκει ἀποκλειστικά στό πρόσωπο· γι’ αὐτό καί κανένας δέν μπορεῖ νά τοῦ τήν ἀφαιρέσει.»5
Σε τούτη την τελευταία φράση - ἡ ἐσωτερική ἐλευθερία ἀνήκει στό πρόσωπο - αξίζει προφανώς να σταθούμε με περίσσεια προσοχή καθώς με αυτή σημαίνεται (όπως γράφει ο Χρήστος Μαλεβίτσης) το ότι ἡ ἐλευθερία, ὅπως καί ὁ θάνατος, συνιστοῦν κρίσιμες συνθῆκες τῆς ὑπάρξεως τοῦ ἀνθρώπου.
Μας παραδίδει επεξηγηματικά, επ’ αυτού, ο Χρήστος Μαλεβίτσης:
«Ἡ ἐλευθερία πρωτευόντως εἶναι πράξη τῆς ὑπάρξεως · εἶναι πηγή τῆς ὑπάρξεως. Ἡ ἀρχεγονική αὐτή πράξη εἶναι «ὑπαρξιακή» ἐπειδή στό ἐπίπεδο τοῦ ἀνθρώπου ἐν ἀρχῆ ἦν ἡ ἐλευθερία. Ἄν δέν δεχθοῦμε αὐτή τήν ἀρχή, τότε ἀπαξιώνουμε ὁλόκληρη τήν ἱστορία τοῦ ἀνθρώπου, συλλήβδην, πνευματική καί πρακτική.
Ἡ συνείδηση τοῦ ἀνθρώπου - δηλαδή ἡ δωρημένη διάνοιξη μέσα στόν κόσμο τῆς ἐμφάνειας - εἶναι ἡ «ὑπαρξιακή ἐλευθερία»· κι ὁ καθένας μας τελεῖ ὑπό τό φῶς της. Ἄν δέν ὑπῆρχε μέσα μας ἡ ἐλευθερία δέν θά μπορούσαμε νά τή σκεφτοῦμε ποτέ.
Ὁ ἄνθρωπος ὑπόκειται σέ ἕνα σωρό δουλεῖες∙ στή δουλεία τοῦ ἐξουσιαστῆ, στή δουλεία τοῦ ἐργοδότη, στή δουλεία τῶν κοινωνικῶν ἀναγκασμῶν, στή δουλεία τῶν φυσικῶν νόμων. Ἀλλά δέν θά μποροῦσε να συνειδητοποιήσει αὐτές τίς δουλεῖες, οὔτε νά ἐπινοήσει τρόπους ἀποτινάξεώς τους, ἄν μέσα του δέν προϋπῆρχε ἡ ἐλευθερία ὡς κατάσταση τῆς ὑπάρξεώς του. Και μάλιστα ὡς ὁριακή κατάσταση ἐπειδή ὁ ἄνθρωπος διαθέτει τήν ἐλευθερία του ὡς ὅριο αφού (καλείται) να τήν ἐπιβεβαιώνει ὁλοένα ἐκ νέου, δημιουργώντας τήν ἱστορία - τήν πνευματική καί τήν πρακτική.»6
Η ελευθερία, συνεπώς, είναι δυνατότητα του ανθρώπου την οποία καλείται να καταστήσει - ὁλοένα ἐκ νέου - απτή πραγματικότητα.
Εδώ βεβαίως αναδύεται (σύμφωνα και με τον Χρήστο Μαλεβίτση) ένα κρίσιμο ερώτημα: «Ἄν ἐλευθερία εἶναι τό αἴτημα τῆς κοινωνικῆς ἤ ἱστορικῆς ἀπελευθερώσεως, ἄν ἐλευθερία εἶναι ἡ λεγόμενη ἐλευθερία τοῦ πνεύματος, τότε ἡ ἐλευθερία τοῦ να πεθαίνεις ἐλεύθερος πῶς μπορεί νά νοηθεῖ;
Ἡ ἐλευθερία λοιπόν αὐτή (μας λέγει ο Χρήστος Μαλεβίτσης απαντώντας στο ερώτημά του) ὀπωσδήποτε δέν εἶναι κατάσταση. Δέν εἶναι κατάσταση, ἀλλά ἀποκάλυψη ὁριακή της δυνατότητος τοῦ ἀνθρώπου, ἡ ὁποία περιγράφει τήν ὀντολογική μοναδικότητα τοῦ ἀνθρώπου στόν κόσμο. Πρόκειται γιά τόν ἐσωτερικό φωτισμό τῆς ὑπάρξεως, ἡ ὁποία μαρτυρεῖ τήν ἀξιοπρέπειά της στόν κόσμο σέ πεῖσμα ὅλων τῶν δεσμεύσεων τοῦ κόσμου· ἀκόμη καί σέ πεῖσμα τῆς συντριπτικότερης δεσμεύσεως, πού εἶναι ὁ θάνατος.
Ἄρα τό ἀγώνισμα γιά τήν ἐλευθερία - ὅταν ἐξικνεῖται στό ὕψος τῆς φανερώσεως τοῦ προσώπου - εἶναι ἀγώνισμα πού δικαιολογεῖται μόνο μεταφυσικῶς. Καί αὐτό τό κατάλαβε ὁ Διονύσιος Σολωμός.
Ὁ Δ. Σολωμός ἀντελήφθη πώς στό Μεσολόγγι τῆς πολιορκίας φανερώθηκε κάτι πού οὐσιώνει τήν ὕπαρξη ἐσχάτως· πώς ἐκεῖ ἐκλήθη ὁ ἄνθρωπος νά σταθεῖ σέ ἕνα ὑψηλό πεπρωμένο. Καί τό Μεσολόγγι τῆς πολιορκίας ἔγινε ὁ τόπος φανερώσεως τῆς ἐσχατολογικῆς ἐλευθερίας, πού συνιστᾶ τήν ὀντολογία τοῦ ἀνθρώπου.
Ἡ ὁριακή πράξη τῆς ἐλευθερίας, σάν αὐτή τῶν πολιορκημένων, εἶναι ἡ κατεξοχήν πράξη δημιουργίας τοῦ ἀνθρώπου διότι τότε ὁ ἄνθρωπος ὑπερβαίνει τίς ἐγκόσμιες συνθῆκες, πράγμα πού βεβαιώνει πώς δέν εἶναι ἐκ τοῦ κόσμου τούτου. Ἀπό ἐδῶ προκύπτει (καί) ἡ μεταφυσικότητα τοῦ ἐνεργήματος, ἄρα ἡ θρησκευτικότητά του και ἡ ἱερότητά του. Ἄν λοιπόν τό ἱστορικό σύνθημα εἶναι ἐλευθερία ἤ θάνατος τό ὑπαρξιακό σύνθημα εἶναι ἐλευθερία καί θάνατος».7
*
Γράφει ο Διονύσιος Σολωμός στους προοιμιακούς στοχασμούς των Ελεύθερων Πολιορκημένων:
«…“σε βυθό πέφτει από βυθό - ως που δεν ήταν άλλος. Εκείθ’ εβγήκε ανίκητος”. Οι διαδοχικοί βυθοί είναι οι διαδοχικοί αναβαθμοί προς την απελευθέρωση - και ο αποφασισμένος είναι ο αληθινά ελεύθερος, ο αληθινά ανίκητος. Και τούτο σημαίνει ότι μονάχα οι άνθρωποι της εξόδου είναι άξιοι του νοήματος του ανθρώπου.»8
Επειδή τό ἀγώνισμα γιά τήν ἐλευθερία, εἶναι ἀγώνισμα πού οὐσιώνει τήν ἀνθρώπινη ὕπαρξη ἐσχάτως.
Αυτό είναι (και) το ύψιστο μήνυμα του μεγαλειώδους ιστορικού γεγονότος που τιμούμε. Γι’ αυτό και η Φρουρά τοῦ Μεσολογγίου, όπως και: «ὅλες οἱ τιμημένες Φρουρές τῆς μεγάλης Ἑλληνικῆς Ἐπανάστασης καθώς μᾶς ἀτενίζουν ἀπό τήν ἑλληνική ἀθανασία συνέχεια θα μας υπενθυμίζουν, δίκην α-λήθειας, τό ύψιστο χρέος που έχουμε· το χρέος να μην ἀρνηθούμε νά ζήσουμε τό μέλλον ὡς πρόσωπα μέ ταυτότητα· νά μήν ἀρνηθούμε τό ἀγώνισμα γιά τήν ἐλευθερία, πού οὐσιώνει τήν ἀνθρώπινη ὕπαρξη. (Εν τέλει) Να μην ἀρνηθούμε να ‘μαστε οἱ ἑαυτοί μας. Καί οἱ ἐαυτοί μας δεν μπορεί παρά να ἔχουν ὡς βάθος τό ἱστορικό βάθος τοῦ ἔθνους μας.»9
ΣΠΥΡΟΣ Α. ΓΕΩΡΓΙΟΥ
Εκπαιδευτικός -Συγγραφέας
Τρίτη, 24 Νοεμβρίου 2020