11.10.22

Λογοτεχνικές μνήμες από τις χαμένες πατρίδες.Συνέντευξη της Βάιας Λαμπροπούλου με την Σοφία Ιακωβίδου για τη δημιουργική γραφή του Ελληνισμού του Πόντου.

Σε μια εποχή που η Ελλάδα δοκιμάζεται με αλλεπάλληλες κρίσεις και δοκιμασίες το επετειακό αυτό έτος για τα εκατό χρόνια της γενοκτονίας του ελληνισμού του Πόντου έχει μια δυναμική ιδιαίτερη και στην διατήρηση της ποντιακής διαλέκτου , στη γλώσσα που έγραψαν οι πρώτης γενιάς πρόσφυγές για να λυτρώσουν τον καημό τους και ν’ αποχαιρετίσουν για πάντα μια πατρίδα. Η Σοφία Ιακωβίδου* μας μιλάει για την λογοτεχνία του Πόντου προκειμένου να αποφευχθεί και μια «πολιτισμική γενοκτονία» του Ποντιακού ελληνισμού. Όπως μας λέει και η ίδια : “Μπορεί η ποντιακή διάλεκτος να λιπόψυχη, έχει όμως ακόμη την δύναμη να δημιουργεί «γραφή»!”

- Τη φετινή χρονιά κλείνουν εκατό χρόνια από την γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου. Τι μας έμαθε αυτή η επέτειος ως Έλληνες και ως Ανθρώπους;

Εκατό χρόνια από την Μικρασιατική καταστροφή κι επίσημα εκατών τρία χρόνια από την γενοκτονία του Ποντιακού ελληνισμού, μετά και από την επίσημη αναγνώριση της ελληνικής πολιτείας το 1994 και την ανακήρυξη της 19ης Μαΐου, ως Ημέρας Μνήμης της Γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου. Η γενοκτονία παραμένει για πάντα χαραγμένη στο θυμικό κάθε γενοκτονιμένου λαού. Τι μας έμαθε αυτή η επέτειος; Ως Έλληνες θα έλεγα πως μας ένωσε κάτω από την ίδια στέγη, μέσα στην αγκαλιά της μιας μάνας της Ελλάδας, αφήνοντας πια στο παρελθόν τις όποιες διαφορές που θα εντόπιζε κανείς τα πρώτα χρόνια μετά τον ξεριζωμό και την εγκατάσταση των παππούδων μας στην Ελλάδα. Ως ανθρώπους μας δίδαξε σίγουρα την δύναμη της επιβίωσης κάτω κι από τις πιο αντίξοες συνθήκες και το κυριότερο μας έκανε πιο αλληλέγγυους απέναντι σε κάθε είδους «προσφυγιά».
Της Βάιας Λαμπροπούλου

-Ποιο είναι το στοιχείο του ελληνισμού του πόντου που έκανε τους ανθρώπους να διατηρήσουν τις ρίζες τους παρά τα τόσα χρόνια που πέρασαν;

Οι Έλληνες του Πόντου, πιστοί σε παραδόσεις, θρησκεία, οικογένεια, αξίες της ζωής, ερχόμενοι στην νέα πατρίδα πορεύτηκαν πάντα με ενωτικό πνεύμα που η νοσταλγία το ενίσχυε. Μπορεί να μην καταφέρανε να κουβαλήσουνε μαζί τους τις περιουσίες τους, έφεραν όμως κάτι πιο πολύτιμο, κουβαλήσανε την πατρίδα στις ψυχές τους. Την αγάπη τους αυτή για την χαμένη πατρίδα, τον Πόντο καθώς και την νοσταλγία μιας μη εφικτής επί της ουσίας επιστροφή, την φυτέψανε γερά στις καρδιές των απογόνων τους. Μέσα από το τραγούδι, το χορό, της διηγήσεις, την γλώσσα «τα ρωμαίικα» καταφέρανε να διατηρήσουν άσβεστη την μνήμη και είναι σίγουροι πως το καντήλι του Πόντου θα παραμείνει ζωντανό για αιώνες.

-Ασχοληθήκατε με την Λογοτεχνία του Ποντιακού Ελληνισμού. Τι ευρήματα βρήκατε σχετικά και που έγκειται το μεγαλύτερο ενδιαφέρον;

Πεζογραφία, με τη μορφή διηγήματος, νουβέλας ή μυθιστορήματος, δεν αναπτύχθηκε στον ιστορικό Πόντο πριν από το 1923. Στα μεγάλα ιστορικά μοναστήρια του Πόντου διασώζονται ανεκτίμητης αξίας χειρόγραφα με θρησκευτικό, φιλοσοφικό, λαογραφικό, οικονομικό ενημερωτικό περιεχόμενο. Στη βιβλιοθήκη της Παναγίας Σουμελά βρέθηκε το 1871 το Α΄ ακριτικό έπος του Διγενή Ακρίτα. Γλωσσικά κείμενα που βρέθηκαν από εκείνη την εποχή ήταν κάποια διηγήματα, σποραδικά ποιήματα, γνωμικά στην ποντιακή, που δημοσιεύτηκαν σε εφημερίδες και περιοδικά. Τα θεατρικά κείμενα παρουσιάζανε ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Το πρώτο θεατρικό έργο στην ποντιακή διάλεκτο εκδόθηκε το 1876 σε τυπογραφείο της Αθήνας με τον τίτλο: «Οι Ερωτόληπτοι», κωμωδία μονόπρακτος «εν διαλέκτω ποντική» Ο πεζός λόγος όμως είχε δημιουργική πορεία στην πρώην Σοβιετική Ένωση από το 1917 έως το 1938. Στη προαναφερθείσα μπολσεβικική περίοδο μόνο ο κομμουνιστικός εκδοτικός οίκος του Ροστόβ τύπωσε μέσα σε εννέα χρόνια 546 ελληνικά βιβλία από τα οποία τα 248 στην ποντιακή γλώσσα, ενώ αριστουργήματα της ρωσικής λογοτεχνίας μεταφράστηκαν στο ποντιακά. Η πεζογραφία των Ποντίων αναπτύχθηκε στην Ελλάδα και ελάχιστα στις χώρες της διασποράς μετά το 1923. Αναφορά όμως θα πρέπει να γίνει και στη λαϊκή προφορική παράδοση, την οποία βρίσκουμε αποτυπωμένη στα δημοτικά τραγούδια, παραμύθια, διηγήσεις.



-Ποια είναι η καταγωγή και η εξέλιξη της Ποντιακής διαλέκτου και ποια είναι η πορεία της στην εποχή αυτή.

Η «Ποντιακή» ή αλλιώς «ποντική», κατά τον Άνθιμο Παπαδόπουλο, ομιλείται εδώ και τρεις χιλιάδες χρόνια. Βασική ρίζα της είναι η ιωνική διάλεκτος, γιατί η πλειονότητα των Ελλήνων που εγκαταστάθηκαν στον ιστορικό Πόντο ήταν ιωνικής καταγωγής. Η ελληνιστική κοινή γλώσσα, καρπός του ίδιου δένδρου, λειτούργησε όλους τους αιώνες ως γέφυρα επικοινωνίας, διατηρώντας ωστόσο τις τοπικές ιδιαιτερότητες, γιατί οι Έλληνες του Πόντου εξ αιτίας της γεωγραφικής απομόνωσης ανέπτυξαν μία ιδιόμορφη συνοριακή ζωή. Η πορεία της στη σημερινή εποχή, θα χαρακτηρίζονταν φθίνουσα όσον αφορά την προφορική της διάσταση μιας και μιλιέται πλέον σε ορισμένες γεωγραφικές περιοχές της Ρωσίας, του Πόντου και της Ελλάδος. Παρουσιάζει όμως ιδιαίτερο ενδιαφέρον αφού καλλιεργείται με απρόσμενα εντυπωσιακό τρόπο στη γραπτή της αποτύπωση.

-Σε ποιο είδος λογοτεχνίας έχουμε τις περισσότερες αναφορές από τους λογοτέχνες της εποχής εκείνης;

Δεν αναπτύχθηκε ιδιαίτερα κάποιο λογοτεχνικό είδος στην ποντιακή διάλεκτο πριν από το 1923 στο Πόντο. Συναντούμε σποραδικά σε εφημερίδες και περιοδικά, ποιήματα, γνωμικά και σύντομα ευφυολογήματα στην ποντιακή. Μεγάλο όμως ενδιαφέρον παρουσιάζει ο θεατρικός λόγος. Παρά ταύτα οφείλει να συνυπολογιστεί η λαϊκή λογοτεχνική παράδοση , αποτυπωμένη στα δημοτικά τραγούδια, τα παραμύθια και της διηγήσεις.

-Αναλύσατε το ποίημα «Η Καμπάνα του Πόντου» του Φίλωνα Κτενίδη, και το διήγημα «το Ροδάφ’νον» του Κώστα Διαμαντίδη. Τι έχουν να αναδείξουν για την εποχή της γενοκτονίας και για τη εξέλιξη της δημιουργικής γραφής.

Τα δύο κείμενα ανήκουν σε δυο διαφορετικά λογοτεχνικά είδη. Δεν είναι όμως η μοναδική τους διαφορά. Το πρώτο, η «Καμπάνα του Πόντου» γράφτηκε από ένα άνθρωπο πρώτης προσφυγικής γενιάς, ο οποίος γεννήθηκε, μεγάλωσε, σπούδασε, έζησε στην Πόντο. Ζυμώθηκε με την εκεί ζωή και τα ρωμαίικα υπήρξαν για την ίδιο καθημερινός τρόπος έκφρασης. Σ΄ αυτή τη γλώσσα, ερχόμενος μετά τον ξεριζωμό στην Ελλάδα, απέδωσε με λυρικότητα τα όσα τα μάτια του είδαν. Στο έργο του Φίλωνα Κτενίδη δεν βλέπουμε μοναχά μπροστά μας να εκτυλίσσονται βήμα βήμα τα γεγονότα του βίαιου εκπατρισμού, αλλά μέσα από τους στίχους του κειμένου αναδεικνύεται και η λαμπρότητα της Τραπεζούντας και το μεγαλείο της Δυναστείας των Κομνηνών. Ασχοληθήκαμε όμως και με το διήγημα «το Ροδάφ’νον». Ο Κώστας Διαμαντίδης ανήκει στην τρίτη προσφυγική γενιά, έχει το χάρισμα της αφήγησης, μιλάει και γράφει στην γλώσσα των παππούδων του, στα ρωμαίικα σε μια διάλεκτο που στις μέρες μας μιλιέται από ελάχιστους, βαθαίνοντας τα ίχνη των μεντόρων του Φίλωνα Κτενίδη και Στάθη Χριστοφορίδη. Ουσιαστικά φιλοσοφεί, για την έννοια του θανάτου, της ζωής την έννοια της ειρήνης, της φιλίας, της συναδέλφωσης και της συνύπαρξης των λαών, αλλά και του βιοπορισμού. Η ποντιακή διάλεκτος στο πέρασμα των χρόνων όχι απλά δεν ξεχάστηκε , αλλά παρέμεινε ως τρόπος έκφρασης. μέσα από ποιήματα, διηγήματα, θεατρικά έργα, δίστιχα, παραμένει ζωντανή και συνεχίζει την πορεία της στο χωροχρόνο.

-Ποιο είναι το αγαπημένο σας Ποντιακό ποίημα και τι σημαίνει για εσάς;

Η αλήθεια είναι πως δεν υπάρχει κάποιο συγκεκριμένο ποίημα που να είναι το “αγαπημένο “ μου.
Αυτά που πάντα με γοήτευαν και με ταξίδευαν στην μακρινή πατρίδα, είναι τα παραδοσιακά δίστιχα που έχουν γραφτεί από απλούς καθημερινούς ανθρώπους και περιγράφουν με γλαφυρό τρόπο την ζωή εκεί. Πάντα όμως στην καρδιά μου θα έχει ξεχωριστή θέση η «Καμπάνα του Πόντου» του Φίλωνα Κτενίδη, γιατί μέσα της περικλείεται όχι μόνο ο ξεριζωμός των προγόνων μου αλλά και το μεγαλείο του Πόντου.

-Οι δράσεις και τα συνέδρια που πραγματοποιούνται τη φετινή χρονιά τι αποτύπωμα έχουν στη σημερινή ελληνική κοινωνία και ποια είναι η αξία της για την εξέλιξη της μνήμης.

Για να υπάρξει αύριο οφείλουμε να κρατήσουμε ζωντανή τη μνήμη του χθες. Τα συνέδρια και οι δράσεις που πραγματοποιούνται εντός και εκτός Ελλάδος με αφορμή τα εκατό χρόνια προσφυγιάς, είναι ένα μεγάλο σχολείο για όλους μας . Τα χρόνια που ζει άλλωστε η σύγχρονή ελληνική κοινωνία έχουν πολλούς κοινούς τόπους με το παρελθόν. Αναγνωρίζοντας τα λάθη του χθες και πατώντας στα όσα έχουμε να μας διδάξουν, η πορεία προς το αύριο μπορεί να γίνει με πιο σταθερά βήματα. Οι πόντιοι συνηθίζουν να λένε πως η μνήμη πονάει, η «αξία» της όμως παραμένει, γιατί ουσιαστικά είναι ο μοναδικός τρόπος για να γεφυρώσουμε ο χθες με το αύριο.


Ευχαριστούμε θερμά κ. Σοφία Ιακωβίδου που μας δώσατε τόσες νέες πληροφορίες για τη λογοτεχνία των ελλήνων Ποντίων. Εξάλλου όλοι μας σιγοτραγουδήσαμε τα ποντιακά τραγούδια σε γλέντια και γάμους, σε λαϊκά έθιμα και στο θέατρο. Αυτή η γλωσσική διάλεκτο βρήκε τρόπο να ζει.





*Η Σοφία Ιακωβίδου γεννήθηκε και ζει στη Θεσσαλονίκη, με καταγωγή από τα Κοτυώρα και το Καρς του Πόντου. Σπούδασε στην Πολυτεχνική Σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης στο τμήμα των Αγρονόμων και Τοπογράφων Μηχανικών κι έχει μεταπτυχιακό σε συναφές αντικείμενο με τις σπουδές της. Είναι Μεταπτυχιακή φοιτήτρια του τμήματος «Δημιουργικής γραφής» του Πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας. Εργάζεται στο Δημόσιο ως Τοπογράφος Μηχανικός κι είναι μητέρα τριών αγοριών.

Τα τελευταία χρόνια δραστηριοποιείται ενεργά στον Ποντιακό χώρο και γράφει ποιήματα και στίχους στην ποντιακή. Ποιήματα της έχουν δημοσιευτεί στην εφημερίδα «Εύξεινος Πόντος» καθώς επίσης στίχοι της έχουν μελοποιηθεί. Είναι μέλος της επιτροπής Ποντιακής Διαλέκτου της Παμποντιακής Ομοσπονδίας Ελλάδος και έχει συντονιστικό ρόλο στο 1ο Διεθνές Συνέδριο Ποντιακής Διαλέκτου που θα λάβει χώρα στις αρχές Οκτώβρη, στη Φλώρινα. Πρόσφατα δημοσιεύτηκε ένα διήγημα της με τίτλο «ντο ‘κ’ έμευα καμίαν» στο ηλεκτρονικό περιοδικό culture Book. Με ιδιαίτερη αγάπη ετοιμάζει την πρώτη της ποιητική συλλογή γραμμένη στη γλώσσα των προγόνων της.


Της Βάιας Λαμπροπούλου