3.7.21

Ομιλία του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ, Αλέξη Τσίπρα, στη συνεδρίαση της Προγραμματικής Συνδιάσκεψης του ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία

Συντρόφισσες και σύντροφοι,
Καλώς σας βρήκαμε και καλώς μας βρήκατε! Καλώς ανταμώσαμε ξανά από κοντά, μετά από τόσον καιρό. Και είναι μεγάλη η χαρά μου γι’ αυτό. Είναι μεγάλη η χαρά μου που έχουμε τη δυνατότητα, τηρώντας βέβαια τα απαραίτητα μέτρα σ’ έναν ανοιχτό χώρο, έστω και σε συνθήκες καύσωνα όπως η σημερινή δύσκολη μέρα, να βρισκόμαστε δια ζώσης.

Γιατί μας έλειψε, είναι η αλήθεια, αυτή η επαφή, η δια ζώσης επαφή και η επικοινωνία. Και σήμερα που ξανανταμώνουμε, που αντικρίζουμε ξανά ο ένας τον άλλον, που μπορούμε να ξεκινήσουμε σήμερα να ανοίξουμε τις εργασίες της Προγραμματικής Συνδιάσκεψης δια ζώσης, με τη ζωντανή παρουσία των 2.000 συνέδρων μας, έχω την αίσθηση ότι είναι σαν να κάνουμε μια νέα αρχή.

Άλλωστε, έτσι κι αλλιώς η Προγραμματική μας Συνδιάσκεψη είναι, και πρέπει να είναι, μια νέα αρχή για το κόμμα μας. Η απαρχή μιας νέας πορείας προς στον λαό. Η απαρχή μιας νέας, δύσκολης αλλά και ωραίας ταυτόχρονα μάχης, με έναν και μοναδικό στόχο, που σας καλώ σήμερα, ευθύς εξαρχής, να συνομολογήσουμε: τον στόχο να νικήσουμε την κυβέρνηση της Δεξιάς του κ. Μητσοτάκη στους δρόμους, στις γειτονιές, στους χώρους δουλειάς, παντού μέσα στη κοινωνία.

Να νικήσουμε την πιο ακραία αντιλαϊκή και σκληρά συντηρητική κυβερνητική πολιτική. Να τη νικήσουμε παντού εκεί όπου υπάρχει δράση του λαϊκού κινήματος και, προφανώς, να τη νικήσουμε και στην κάλπη των επόμενων εκλογών, όποτε κι αν αυτές στηθούν. Και δεν θα αργήσει η ώρα.

Συντρόφισσες και σύντροφοι, έχουμε τα εφόδια, έχουμε τα όπλα για να το κάνουμε, για να το πετύχουμε. Να νικήσουμε και να φέρουμε ξανά την ελπίδα στην κοινωνική πλειοψηφία. Να επιστρέψουμε την πατρίδα μας στον δρόμο της δικαιοσύνης. Και έχουμε τα εφόδια, τα όπλα, που είναι το πρόγραμμά μας. Έχουμε την πείρα και τη θέληση. Μπορούμε με σημαία τη δικαιοσύνη και στήριγμα την κοινωνική πλειοψηφία να το καταφέρουμε.

Όλους αυτούς του μήνες περάσαμε δύσκολα, πολύ δύσκολες μέρες. Που μπορεί να γίνουν ακόμη δυσκολότερες αν η κυβέρνηση της Δεξιάς του κ. Μητσοτάκη, σαν να μη κατάλαβε τίποτα από όλα όσα πέρασε ο ελληνικός λαός, συνεχίσει απρόσκοπτα την εφαρμογή ενός σκληρά αντιλαϊκού προγράμματος, που βάλλει ευθέως εναντίον της εργασίας, εναντίον της μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας, εναντίον του δημόσιου συμφέροντος, εναντίον της κοινωνίας.

Όλο αυτό το διάστημα της πανδημίας, ζήσαμε και ζούμε αυτό το πρόσωπο του Ιανού, το διπλό πρόσωπο μιας κυβέρνησης που απέτυχε σε όλα τα κρίσιμα μέτωπα που κλήθηκε να διαχειριστεί. Σε όλα όσα είχαν να κάνουν με τον απλό άνθρωπο και τις ανάγκες του.

Ο σχεδιασμός τους, άλλωστε, ήταν ένας σχεδιασμός που άλλαζε από εβδομάδα σ’ εβδομάδα. Με τον έναν υπουργό να αναιρεί τον άλλο, την Επιτροπή των ειδικών να απαξιώνεται, δυστυχώς, στη συνείδηση των πολιτών, τα επιστημονικά δεδομένα να κόβονται και να ράβονται κατά το δοκούν.

Την επιτυχία της χώρας και του λαού μας στο πρώτο κύμα της πανδημίας, επιτυχία που βασίστηκε και στη στήριξη που ορθώς παρείχαμε στην πρώτη φάση απλόχερα όλα τα κόμματα της αντιπολίτευσης, βάζοντας σε πρώτη μοίρα την ανθρώπινη ζωή, την επιτυχία της πρώτης φάσης, τη διαδέχθηκε μια καταστροφική διαχείριση, από έναν πρωθυπουργό που αντί να αξιοποιήσει τη στήριξη της αντιπολίτευσης και των πολιτών προκειμένου να προετοιμάσει τη χώρα για τη μάχη της πανδημίας που ήταν μπροστά, την αξιοποίησε για εδραιώσει με δόλια μέσα τα πολιτικά του συμφέροντα.

Και έτσι οι απώλειες σε ανθρώπινες ζωές από τον περασμένο Οκτώβρη-Νοέμβρη, εκτοξεύτηκαν δίνοντας δυστυχώς στη χώρα μια αρνητική θλιβερή πρωτιά στη 2η και 3ηφάση της πανδημίας.

Η επανάπαυση, η ανεμελιά, οι τσαμπούνες της Ικαρίας και οι ποδηλατάδες της Πάρνηθας, ενώ οι πολίτες τηρούσαν σκληρά και κατά γράμμα τα περιοριστικά μέτρα, οι παλινωδίες και τα ψέματα, ανάμεσα στο πρώτο και το δεύτερο κύμα, πληρώθηκαν με την απώλεια χιλιάδων συνανθρώπων μας.

Τα νοσοκομεία μας κατέρρευσαν αλλά το ΕΣΥ δεν ενισχύθηκε ούτε με έναν μόνιμο γιατρό. Και αν η χώρα απέφυγε τα χειρότερα αυτό το οφείλει αποκλειστικά σ’ αυτούς τους ανθρώπους, στην ηρωική προσπάθεια γιατρών και νοσηλευτών, μόνιμων αλλά και συμβασιούχων, που έδωσαν την ψυχή τους για να κρατήσουν όρθιο το ΕΣΥ και ν’ ανταποκριθεί στις δύσκολες απαιτήσεις.

Η οικονομία εξακολουθεί να βουλιάζει μέσα στο ψέμα και τη δημιουργική λογιστική. Η Ελλάδα κατέγραψε τη χρονιά που μας πέρασε ρεκόρ ύφεσης και χιλιάδες εργαζόμενοι έμειναν επί ξύλου κρεμάμενοι την ώρα που η κυβέρνηση προσπαθούσε να διασώσει τις ιδεολογικές της εμμονές και την ιδεολογική της καθαρότητα, στερώντας κρίσιμους κρατικούς πόρους από την οικονομία.

Και τέλος, η συκοφάντηση της επιστήμης. Τα πρωτόκολλα που έγιναν κουρέλι, οι υπουργοί που επέβαλαν τις αποφάσεις, η πρωτοφανής προσπάθεια συγκάλυψης για την εξασφάλιση της σιωπής, μην τυχόν και ανοίξουν στόματα που θα αποκαλύψουν τον κυβερνητικό ερασιτεχνισμό και την ανικανότητα των “αρίστων”.

Κι αν το ένα πρόσωπο της κυβέρνησης Ιανού, όπως είπα, παρίστανε την απόλυτη επιτυχία, το success story, τον πρωθυπουργό – Μωυσή με την ευγενική χορηγία των καλοπληρωμένων από κρατικό χρήμα μέσων ενημέρωσης, το άλλο τους πρόσωπο, με απόλυτο κυνισμό υλοποιούσε ένα άλλο σχέδιο. Όχι σχέδιο για την αντιμετώπιση της κρίσης. Αλλά τη μετατροπή της κρίσης σε ευκαιρία.

Και είναι πολλά τα παραδείγματα. Είναι ο πρωτοφανής αυταρχισμός. Με το lockdown στη Δημοκρατία και το Κοινοβούλιο. Με τα διατάγματα της απαγόρευσης συναθροίσεων, με την ωμή βία ενάντια στις νέες και στους νέους στις γειτονιές.

Είναι η αντίληψη για το κράτος-τσιφλίκι. Με την αναξιοκρατία, την πρωτοφανή αναξιοκρατία, με τις απευθείας αναθέσεις, με τα ρουσφέτια, με τον πλουτισμό «ημετέρων» και κολλητών και τις κρυφές συμβάσεις με πολυεθνικές εταιρείες.

Είναι η αποκρουστική στάση απέναντι στον πολιτισμό. Με την εγκατάλειψη του καλλιτεχνικού κόσμου, με την κακοποίηση των μνημείων μας. Με την απόπειρα συγκάλυψης ενός φριχτού σκανδάλου παιδεραστίας, που ανέδειξε όχι μόνο τις αποτρόπαιες πράξεις ενός εκλεκτού του Μαξίμου που μπήκε σε μια καίρια πολιτιστική θέση, αλλά ανέδειξε κι ένα ολόκληρο σύστημα σήψης και παρακμής.

Είναι επίσης το μίσος για τη νέα γενιά, με τον αποκλεισμό 25.000 νέων από τα ΑΕΙ προκειμένου να γίνουν η πελατεία των κολεγίων. Με την κατάργηση του 8ωρου. Με τη διαρκή στοχοποίηση των νέων ως δήθεν υπεύθυνων για την εξάπλωση της πανδημίας. Και πλέον με την ταπεινωτική απόπειρα εξαγοράς, απόπειρα εξαργύρωσης, λες και η στάση ευθύνης και αλληλεγγύης του εμβολιασμού που στηρίξαμε από την πρώτη στιγμή και συνεχίζουμε να στηρίζουμε, εξαργυρώνεται. Όχι, η στάση ευθύνης είναι ζήτημα αξίας. Η αλληλεγγύη είναι αξία. Και δεν είναι όλες οι αξίες εξαγοράσιμες.

Η επόμενη μέρα, φοβάμαι, συντρόφισσες και σύντροφοι, ότι έχει ακόμα χειρότερα. Έχει το νέο εργασιακό τοπίο χωρίς δικαιώματα, με απλήρωτες υπερωρίες και σπαστά ωράρια. Έχει τη μεγάλη ληστεία των επικουρικών συντάξεων. Και φυσικά το μεγάλο φαγοπότι με τα λεφτά του Ταμείου Ανάκαμψης για μια γνωστή κάστα φίλων και «ημετέρων», εκλεκτών της κυβέρνησης.

Συντρόφισσες και σύντροφοι, δυο χρόνια πριν, η κυβέρνηση του κ. Μητσοτάκη, παρέλαβε μια χώρα και μια οικονομία που πατούσε ξανά γερά στα πόδια της και μέσα σε 726 μέρες, κατάφεραν να τη γυρίσουν δέκα χρόνια πίσω.

Γι’ αυτό και ξέρουν πολύ καλά ότι ο μόνος τρόπος για να επιβιώσουν είναι ένας: να επικρατήσει παντού η απογοήτευση και ο διχασμός. Να πάψουν οι Ελληνίδες και οι Έλληνες να έχουν προσδοκίες και να στρέφονται ο ένας εναντίον του άλλου. Οι μεγαλύτεροι εναντίον των νεότερων, οι ιδιωτικοί υπάλληλοι εναντίον των εργαζόμενων στο Δημόσιο, οι άνεργοι εναντίον των μισθωτών των 700 ευρώ.

Αυτή η καθεστωτική δυστοπία, όμως, δεν μπορεί και δεν αξίζει να είναι η Ελλάδα της 3ης δεκαετίας του 21ου αιώνα. Η πολιτική Μητσοτάκη, η ακραία νεοφιλελεύθερη πολιτική της κυβέρνησης του κ. Μητσοτάκη πρέπει να ηττηθεί. Και η κυβέρνηση αυτή, είναι καθήκον μας, πρέπει να φύγει το συντομότερο δυνατό. Όσο πιο γρήγορα, τόσο το καλύτερο για τη μεγάλη πλειοψηφία του ελληνικού λαού.

Κι αν αυτή τη διαπίστωση τη χειροκροτείτε, κι αν αυτή είναι η κοινή μας διαπίστωση εδώ, τότε αυτό μας αναγκάζει σήμερα να αναμετρηθούμε με θάρρος απέναντι στις ευθύνες που μας αναλογούν.

Γιατί, κακά τα ψέματα, η πανδημία δεν πλήγωσε μόνο το σώμα της ελληνικής κοινωνίας, πλήγωσε κι εμάς, τις διαδικασίες μας. Η παράταξή μας είναι ένας ζωντανός πολιτικός οργανισμός, που η καρδιά του χτυπάει εκεί που βρίσκονται οι απλοί άνθρωποι.

Ο δικός μας τρόπος για να παρεμβαίνουμε στα πολιτικά δρώμενα δεν έχει διαμεσολαβητές ούτε φερέφωνα, ούτε πληρωμένα πληκτρολόγια, ούτε προπαγανδιστικούς στρατούς. Εμείς, η δική μας αλήθεια, είναι τα πρόσωπα μας. Είναι η καθημερινή μας επαφή με τους πολίτες.

Αυτή την επαφή τη χάσαμε. Και το ξέραμε ότι θα συμβεί αυτό. Αλλά δεν είχαμε άλλη επιλογή. Η προστασία της ανθρώπινης ζωής και ο σεβασμός των υγειονομικών κανόνων είναι πρώτα και πάνω απ’ όλα.

Αναστείλαμε λοιπόν τη δράση μας. Αναστείλαμε το συνέδριο μας. Ελπίζω η εξέλιξη της πανδημίας να μας δώσει τη δυνατότητα μέχρι το τέλος του έτους να το πραγματοποιήσουμε. Και θα είναι ένα συνέδριο νίκης, ένα συνέδριο ενότητας, ένα συνέδριο συσπείρωσης, ένα συνέδριο τομή και συνέχεια στην ιστορία του κόμματός μας.

Σήμερα όμως αποδεικνύουμε με την Προγραμματική μας Συνδιάσκεψη ότι δεν αφήσαμε να πάει χαμένος αυτός ο χρόνος. Και θέλω να ευχαριστήσω εδώ όλους και όλες, συντρόφους και συντρόφισσες, που δούλεψαν σκληρά και σε αντίξοες συνθήκες προκειμένου να πραγματοποιηθούν όλες οι Νομαρχιακές Συνδιασκέψεις σε όλη την Ελλάδα σε δύσκολες συνθήκες. Όλους και όλες που έκαναν αυτό το μεγάλο ψηφιακό άλμα που είναι μια κατάκτηση για το κόμμα μας. Τα χιλιάδες μέλη μας που συνεδρίασαν για να εκλέξουν τους 17.000 αντιπροσώπους και να εκλέξουν με τη σειρά τους τα νέα Νομαρχιακά Συμβούλια, μια συλλογική δουλειά που μας έχει οδηγήσει πιο μπροστά.

Δεν αφήσαμε λοιπόν τον χρόνο να πάει χαμένος. Σταθήκαμε αρωγοί των ανθρώπων, των συμπολιτών, των γιατρών και των νοσηλευτών στο ΕΣΥ, στους πολίτες που έδιναν τη δύσκολη αυτή μάχη, με την οικονομική καχεξία, με τον φόβο της πανδημίας. Τιμήσαμε και τον ρόλο μας μέσα κι έξω απ’ τη Βουλή.

Την ίδια στιγμή όμως, κι αυτό ίσως είναι το πιο σημαντικό, παρά την ασφυκτική κατάσταση της πανδημίας, καταφέραμε, αξιοποιώντας τα μέσα της τεχνολογίας, να οργανώσουμε ένα μακρύ διάλογο με την κοινωνία, τον κόσμο της επιστήμης και του πολιτισμού και να επεξεργαστούμε σε βάθος τις προγραμματικές μας θέσεις.

Και πλέον είμαστε σε θέση να ολοκληρώσουμε την πιο πλούσια και ενδελεχή προγραμματική επεξεργασία, προγραμματική πρόταση που έχει παρουσιάσει ποτέ ένα πολιτικό κόμμα στην χώρα. Διότι περί αυτού πρόκειται.

Οι θέσεις μας για το νέο ΕΣΥ, την εργασία, την ανάκαμψη της οικονομίας, την παιδεία, τον πολιτισμό, το κοινωνικό κράτος, την ενίσχυση των δημοκρατικών θεσμών και την καταπολέμηση της διαφθοράς, είναι σήμερα τα ισχυρά όπλα στα χέρια μας. Είναι τα προγραμματικά μας διαπιστευτήρια προς τους πολίτες, ως η επόμενη κυβέρνηση του τόπου.

Η προοδευτική επόμενη κυβέρνηση που θα αντικαταστήσει τη κυβέρνηση της συντήρησης, την κυβέρνηση των αντιλαϊκών μέτρων, τη συντηρητική κυβέρνηση του κ. Μητσοτάκη. Δεν είμαστε από αυτούς που περιμένουν να ωριμάσουν οι συνθήκες. Γιατί πολλές φορές, ξέρετε, μέχρι να ωριμάσουν οι συνθήκες, μαραζώνουν οι άνθρωποι.

Εμείς, έχοντας τη γνώση, τη θέληση, το θάρρος και την εμπειρία, σήμερα το δηλώνουμε έμπρακτα και αυτό είναι νομίζω το μήνυμα που πρέπει συλλογικά να εκπέμψουμε απ’ αυτή την Προγραμματική τριήμερη Συνδιάσκεψη: ότι είμαστε έτοιμοι να αναλάβουμε την ευθύνη που μας αναλογεί απέναντι στην ελληνική κοινωνία.

Είμαστε πιο ώριμοι από κάθε άλλη φορά, γιατί μάθαμε από τα λάθη μας. Είμαστε πιο ταπεινοί, γιατί ξέρουμε καλά ότι οι καρέκλες της εξουσίας για την Αριστερά και τους αριστερούς δεν είναι καρέκλες πολυτελείας, ανάπαυσης και επίδειξης, αλλά θέσεις μάχης για τα συμφέροντα του λαού.

Και είμαστε πιο έτοιμοι από κάθε άλλη φορά, γιατί γνωρίζουμε και τι ακριβώς θέλουμε να κάνουμε, μέσα από αυτή τη βαθύτατη προγραμματική μας επεξεργασία, αλλά πλέον, και το πώς θα το κάνουμε. Είμαστε λοιπόν έτοιμοι να ξεκινήσουμε αυτή τη μεγάλη προσπάθεια, να ξανακινήσουμε τη χώρα προς τα εμπρός, να δουλέψουμε σκληρά για να επιστρέψει στον τόπο μας η δικαιοσύνη.

Η δικαιοσύνη στην εργασία, στην οικονομία, στην κοινωνία, στη ζωή Δικαιοσύνη στην Εργασία:

· Με την επαναφορά του 8ωρου

· Την επέκταση συλλογικών συμβάσεων εργασίας

· Την αύξηση του κατώτατου μισθού στα 800 ευρώ και την επαναφορά στην εθνική συλλογική σύμβαση με διαπραγμάτευση.

· Την κατάργηση της υπερεργασίας

· Με το 35ωρο χωρίς μείωση μισθού, με πιλοτική εφαρμογή αρχικά, με στόχο αργότερα την επέκταση του.

Να φέρουμε τη δικαιοσύνη στην Οικονομία:

· Με τη διαγραφή μέρους του ιδιωτικού χρέους και ευνοϊκή ρύθμιση 120 δόσεων για επιχειρήσεις και νοικοκυριά.

· Με άμεσα μέτρα για τις οφειλές προς τις τράπεζες με αναστολή πληρωμών και περίοδο χάριτος.

· Με ρύθμιση των αγροτικών χρεών που βρίσκονται σε ειδικούς εκκαθαριστές και ειδική προστασία των παραγωγικών περιουσιακών στοιχείων που είναι απαραίτητα για τον βιοπορισμό τους.

· Με επαναφορά της προστασίας της πρώτης κατοικίας.

· Με πρόγραμμα κρατικής δανειοδότησης για την ενίσχυση της ρευστότητας των μικρομεσαίων επιχειρήσεων.

· Με επιδότηση ασφαλιστικών εισφορών για να διατηρηθούν θέσεις εργασίας.

· Με την άσκηση των δικαιωμάτων του Δημόσιου στη διοίκηση των τραπεζικών ιδρυμάτων, γιατί δεν είμαστε πια σε συνθήκες μνημονιακής επιτροπείας, βγήκαμε απ’ τα μνημόνια και αυτή είναι η κατάκτηση της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ. Και μόνο μ’ ένα τραπεζικό σύστημα που θα μπορεί να επιτελεί το ρόλο του, μπορούμε να ενισχύσουμε τη ρευστότητα στην πραγματική οικονομία

Να φέρουμε τη δικαιοσύνη στην Υγεία, με ένα νέο ΕΣΥ:

· Με άμεση πρόσληψη 15.000 μόνιμων υγειονομικών.

· Με μονιμοποίηση στο ΕΣΥ του υγειονομικού προσωπικού που έδωσε τη μάχη της πανδημίας στη πρώτη γραμμή και την ένταξή του στα βαρέα και ανθυγιεινά.

· Με αναδιαμόρφωση του μισθολογίου, με εισαγωγικό μισθό για τον πρωτοδιόριστο γιατρό στα 2.000 ευρώ ώστε να σταματήσει αυτή η διαρροή επιστημονικού δυναμικού, να μπορέσουμε να στελεχώσουμε το νέο ΕΣΥ με νέους επιστήμονες.

· Με τριπλασιασμό των Τοπικών Μονάδων Υγείας, από τις 127 που λειτουργούν σήμερα, στις 380 σε ολόκληρη τη χώρα.

· Με εδραίωση του θεσμού του οικογενειακού γιατρού σε όλη την επικράτεια για όλους τους πολίτες.

· Με πλήρη την κάλυψη των ανασφάλιστων πολιτών σε υγειονομικό υλικό για χρόνιες ασθένειες.

Η Παιδεία δεν είναι εμπόρευμα. Και το μέλλον της νέας γενιάς αυτού του τόπου δεν μπορεί να είναι ένα μάλλον σκοτεινό. Γι’ αυτό κι εμείς θέλουμε να φέρουμε τη δικαιοσύνη στην Παιδεία, για να ανοίξουμε δρόμους για τους νέους ανθρώπους:

Με την κατάργηση του κατάπτυστου νόμου Κεραμέως για την εισαγωγή στα ΑΕΙ των νέων ανθρώπων, που τους βάζει φραγμό προκειμένου να τους δώσει βορά στα ιδιωτικά κολέγια.

Με την επαναφορά της δομής της Γ’ Λυκείου με λίγα μαθήματα και πολλές ώρες διδασκαλίας, μαζί με την αναβάθμιση του απολυτηρίου.

Με την επαναφορά της δυνατότητας ελεύθερης εισαγωγής στο Πανεπιστήμιο για τους απόφοιτους των Εσπερινών Λυκείων.

Με την ενίσχυση των ΑΕΙ για αναβάθμιση σπουδών και επαναφορά ελεύθερης πρόσβασης σε σχολές χαμηλότερης ζήτησης.

Και μιας και είπα για τα Εσπερινά Λύκεια, δείτε πόσο ταξική είναι η πολιτική της κυβέρνησης Μητσοτάκη, που ούτε καν το θυμόταν, ούτε καν το ήξερε, όταν το έθεσα στη Βουλή. Είχαμε προβλέψει ώστε το 1% των εισακτέων να προέρχεται από μαθητές από τα Εσπερινά Λύκεια. Ποιοι είναι αυτοί; Είναι αυτοί που δεν έχουν την οικονομική δυνατότητα να πάνε σ’ ένα σχολείο, διότι εργάζονται για να ζήσουν. Και σ’ αυτά τα παιδιά, αυτή η ανάλγητη κυβέρνηση, δεν θέλει να δώσει μια δεύτερη ευκαιρία.

Θα φέρουμε λοιπόν τη δικαιοσύνη στην Παιδεία, αλλά τη δικαιοσύνη και στην αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης, με μια Πράσινη Επανάσταση που θα στηρίζεται όμως στις αρχές της δίκαιης μετάβασης:

· Με θέσπιση Κυβερνητικού Συμβουλίου για την Πράσινη Μετάβαση, όπου θα συμμετέχουν όλα τα παραγωγικά και κοινωνικά υπουργεία.

· Με ολοκλήρωση του Χωροταξικού και Πολεοδομικού Σχεδιασμού.

· Με εισαγωγή του κλιματικού και περιβαλλοντικού αποτυπώματος σε όλα τα χρηματοδοτικά και αναπτυξιακά εργαλεία.

· Με σχέδιο δίκαιης μετάβασης των λιγνιτικών περιοχών με τη θεσμοθέτηση ρήτρας μηδενικού ελλείμματος για τους ρυθμούς ανάπτυξης και της θέσης εργασίας για τη Δυτική Μακεδονία και τη Μεγαλόπολη.

Δικαιοσύνη, τέλος, στην αξιοποίηση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης:

· Με τη στήριξη και ανανέωση των επιχειρήσεων και ιδίως της μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας.

· Με τη διατήρηση του δημόσιου χαρακτήρα σε δίκτυα, υποδομές και υπηρεσίες βασικών αγαθών.

· Με την ενίσχυση του ενιαίου και καθολικού κοινωνικού κράτους.

· Με την επιτάχυνση του ψηφιακού μετασχηματισμού της οικονομίας.

· Με το 50% των αδειών σε ΑΠΕ, να πηγαίνει αποκλειστικά σε ενεργειακές κοινότητες, νοικοκυριά, μικρομεσαίες επιχειρήσεις και αγρότες και όχι όλες οι νέες άδειες να πηγαίνουν σε μεγάλους επιχειρηματικούς ομίλους όπως σχεδιάζει η κυβέρνηση.

Θέλουμε λοιπόν να φέρουμε τη δικαιοσύνη στην εργασία, στην οικονομία, στη ζωή, στην κοινωνία. Τη δικαιοσύνη παντού. Και, βεβαίως, θέλουμε να ενισχύσουμε τους θεσμούς, ώστε να λειτουργούν στη βάση της νομιμότητας για την προάσπιση της λειτουργίας του κράτους χωρίς ευνοιοκρατία, στη βάση της ισότητας όλων απέναντι στον νόμο, στη βάση της εδραίωσης της λαϊκής κυριαρχίας.

Αυτές είναι, συντρόφισσες και σύντροφοι, ορισμένες από τις εμβληματικές θέσεις και προγραμματικές μας επεξεργασίες που συλλογικά εκπονήσαμε όλο αυτό το διάστημα και που θα εμπλουτίσουμε επίσης συλλογικά το τριήμερο αυτό, στην Προγραμματική μας Συνδιάσκεψη.

Επιτρέψτε μου, όμως, σε αυτό το σημείο να σταθώ στο χρέος που έχουμε από εδώ και στο εξής ο καθένας και η καθεμιά από εμάς. Οφείλουμε, πέρα από το να διαδώσουμε, να εξηγήσουμε, να αναλύσουμε τις θέσεις μας, να σταθούμε και απέναντι στην ισοπέδωση της αλήθειας. Να την προστατέψουμε.

Να καταδείξουμε τα αδιέξοδα μιας αναχρονιστικής, αντιδραστικής, και σκληρά ταξικής πολιτικής της Νέας Δημοκρατίας. Αυτό είναι το καθημερινό μας χρέος. Το πιο βαθύ χρέος μας όμως, απέναντι στον τόπο και την κοινωνία, είναι να παλέψουμε για να αλλάξουμε αυτή τη χώρα. Να την κάνουμε καλύτερη, δίκαιη, σύγχρονη. Να δώσουμε τη μάχη στο πεδίο της κοινωνικής αντίστασης, της δημοκρατικής αντίστασης, πολιτιστικής αντίστασης, στο πεδίο της μάχης των ιδεών.

Να δώσουμε μια νέα ανάσα στην Ελλάδα που βαρέθηκε να ζει σκυφτή, περιμένοντας την επόμενη κρίση να της χτυπήσει την πόρτα. Γιατί δεν θέλουμε μια Ελλάδα που η οικονομία θα είναι υπόθεση πέντε μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων και οικογενειών. Θέλουμε μια Ελλάδα που η οικονομία θα είναι προς όφελος των ανθρώπων της.

Δεν θέλουμε μια Ελλάδα που τσιμεντώνει την Ακρόπολη και περιφρονεί τον πολιτισμό της. Θέλουμε μια Ελλάδα γεμάτη ανήσυχα πνεύματα και δημιουργικά μυαλά.

Δεν θέλουμε μια Ελλάδα που οι νέοι της θα παλεύουν με την ανεργία και την απόγνωση. Θέλουμε μια Ελλάδα που θα τη χτίσουν αυτοί, οι νέοι, με τις γνώσεις, τα όνειρα, τα λάθη τους πολλές φορές, κυρίως με το πείσμα τους.

Δεν θέλουμε μια Ελλάδα όπου το κράτος θα συντηρεί γενιές διεφθαρμένων και πορφυρογέννητων. Θέλουμε μια Ελλάδα αξιοκρατική, δίκαιη, με ισονομία και σεβασμό απέναντι σε κάθε πολίτη.

Δεν θέλουμε μια Ελλάδα που θα είναι ο φτωχός συγγενής στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Θέλουμε μια Ελλάδα με ισχυρή φωνή και παρουσία στην Ευρώπη που θα προωθεί τη συνευθύνη και την αλληλεγγύη ανάμεσα στους λαούς.

Γι’ αυτή την Ελλάδα της δικαιοσύνης, λοιπόν, είμαστε εδώ και είμαστε, αν θέλετε, επιτρέψτε μου την έκφραση, καταδικασμένοι να δώσουμε αυτή τη μάχη για καταδικασμένοι να νικήσουμε αυτή τη μάχη. Είμαστε καταδικασμένοι, θέλουμε δεν θέλουμε, να νικήσουμε στην επόμενη κρίσιμη εκλογική αναμέτρηση, όποτε κι αν έρθει αυτή.

Και θέλω να το ακόμα πιο σαφές τι εννοώ: δεν εννοώ να αυξήσουμε τα ποσοστά μας. Εννοώ να νικήσουμε. Γιατί μόνο η νίκη του ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία στις επόμενες εκλογές, έστω και με μια ψήφο, θα ανοίξει τον δρόμο για την προοδευτική κυβέρνηση που θα αποτρέψει τις διπλές κάλπες, που είναι το σχέδιο του κ. Μητσοτάκη.

Λόγια καθαρά και σταράτα. Όχι κόλπα, ούτε σενάρια. Λόγια καθαρά με ανοιχτές προθέσεις και προγραμματικές δεσμεύσεις. Καθαρές προγραμματικές δεσμεύσεις.

Και κάθε πολίτης αυτής της χώρας πρέπει να γνωρίζει ότι εφόσον ο ΣΥΡΙΖΑ- – Προοδευτική Συμμαχία είναι η πρώτη δύναμη στις επόμενες εκλογές, την επόμενη ημέρα η χώρα θα έχει κυβέρνηση. Θα έχει μια νέα ισχυρή προοδευτική κυβέρνηση.

Και ξέρετε, το πιο σημαντικό ερώτημα δεν είναι ποτέ το «με ποιους». Αυτά θα τα λύσει η ζωή, σαν έρθει η ώρα. Το πιο σημαντικό ερώτημα, ξέρετε, είναι το «από ποιους» και «για ποιους».

Εμείς λοιπόν με τις προγραμματικές μας θέσεις απαντάμε στο κρίσιμο ερώτημα με σαφήνεια:

Από τους εργαζόμενους για τους αδύναμους.

Από τους νέους για τους μεγαλύτερους.

Από τον καταστηματάρχη για τον μισθωτό.

Από τη δικηγόρο για τον αγρότη.

Από την καθηγήτρια για τον καλλιτέχνη.

Από τον λαό για τον λαό.

Αυτή είναι η απάντησή μας. Με μια νέα προοδευτική κυβέρνηση που θα κλείσει την παρένθεση της παρακμής. Με μια νέα αρχή, με επίκεντρο τους ανθρώπους και τις ανάγκες τους.

Ξέρετε, συντρόφισσες και σύντροφοι, τις τελευταίες ημέρες στις περιοδείες όπου πηγαίνω, τώρα που έχει ανοίξει η δυνατότητα ξανά να συναντάμε ανθρώπους και να συνομιλούμε μαζί τους, πολλοί με ρωτούν: “Είναι εύκολη υπόθεση η νίκη στις ερχόμενες εκλογές; Είναι εύκολη υπόθεση η προοδευτική διακυβέρνηση για την οποία μιλάς”;

Τους απαντώ ότι τίποτα δεν είναι εύκολο. Αλλά εμείς δεν ήμασταν ποτέ εδώ για τα εύκολα. Και σίγουρα, η νέα εκλογική νίκη δεν είναι ό,τι πιο δύσκολο έχουμε πετύχει, δεν είναι πιο δύσκολο τουλάχιστον απ’ αυτά που έχουμε πετύχει μέχρι σήμερα. Γιατί η νέα προοδευτική κυβέρνηση είναι σήμερα το τέκνο της ανάγκης, όπως ήταν τέκνο της ανάγκης η «Πρώτη φορά Αριστερά» το 2015.

Μα μου λένε, «πώς θα κερδίσετε με όλα τα ΜΜΕ απέναντι;». Και απαντώ: «Μα καλά, πότε τα είχαμε μαζί μας και δεν το θυμάμαι;» Δε τα λέω αυτά γιατί υποτιμώ το κλίμα που δημιουργεί η κυβέρνηση Μητσοτάκη με τον καλοπληρωμένο προπαγανδιστικό της μηχανισμό.

Με το περίσσιο θράσος και την αλαζονεία με την οποία η έννοια της αλήθειας κακοποιείται καθημερινά στους τηλεοπτικούς μας δέκτες και σε πολλά sites και μέσα ενημέρωσης του διαδικτύου, από τα συστημικά ΜΜΕ, μέχρι τα social media ως ακόμα και τη χειραγώγηση ορισμένων μετρήσεων, καλλιεργούν συστηματικά και μεθοδικά μια εικόνα, θα τολμήσω να το πω, καθεστώτος.

Ως εάν η πολιτική ιστορία του τόπου να τελείωσε στις 7 Ιουλίου του 2019, ως εάν η διακυβέρνηση του τόπου να αποτελεί περιουσιακό στοιχείο της οικογένειάς τους, ως εάν να είναι οι μόνιμοι ιδιοκτήτες αυτού του τύπου, οι μόνιμοι ιδιοκτήτες του Μαξίμου που το ανακαινίζουν όπως γουστάρουν, οι μόνιμοι ιδιοκτήτες αυτής της χώρας κι αυτού του λαού, που συμπεριφέρονται απέναντί του όπως γουστάρουν!

Κάτω όμως από τον αφρό της αμετροέπειας και των ψεμάτων, υπάρχει η πραγματικότητα της ζωής. Και της πολιτικής μιας βαθιά αναχρονιστικής κυβέρνησης. Υπάρχουν κοινωνικές ομάδες γύρω μας που έχουν χάσει απολύτως την εμπιστοσύνη τους προς την κυβέρνηση.

Και ακόμα περισσότερο υπάρχουν αυτές και αυτοί που στοχοποιήθηκαν, συκοφαντήθηκαν και πλέον προσπαθούν να εξαγοράσουν τις συνειδήσεις τους με δωροεπιταγές της ντροπής. Αναφέρομαι στις νέες και τους νέους αυτής της χώρας, που τους έχουν βάλει στο σημάδι. Δεν υπήρξε ποτέ άλλοτε κυβέρνηση στο τόπο που στοχοποίησε τόσο συστηματικά τη νέα γενιά.

Για τη σημερινή κυβέρνηση οι νέοι είναι υπερμεταδότες στην πανδημία, παραβατικοί στις πλατείες, τεμπέληδες στα θρανία, αργόσχολοι στη δουλειά. Στο χέρι μας είναι αυτός ο κόσμος να μη μετατρέψει το θυμό του σε οργή και αποστροφή από την πολιτική και κοινωνική δράση. Στο χέρι μας είναι αυτός ο κόσμος να μη γυρίσει τη πλάτη του στη πολιτική αλλά να γίνει μπροστάρης στη μάχη να αλλάξουμε την κοινωνία, για να αλλάξουμε αυτή τη χώρα.

Και αυτός ο κόσμος δεν καταπίνει αμάσητα όσα του σερβίρουν τα συστημικά ΜΜΕ. Ούτε τσιμπάει σε δολώματα και εξευτελιστικές συμπεριφορές. Γι’ αυτό και είναι ο κόσμος πάνω στον οποίο πρέπει να στηριχτούμε προκειμένου να πετύχουμε το στόχο μας, να πετύχουμε τη μεγάλη πολιτική αλλαγή.

Θέλω όμως σ’ αυτό το σημείο εδώ να θυμηθώ και κάτι άλλο, κάτι που αφορά εμάς. Θα θυμάστε την πιο δύσκολη στιγμή μας όλα αυτά τα χρόνια, το βράδυ των ευρωεκλογών του 2019, που χάσαμε.

Η απόφασή μας ήταν μια έντιμη απόφαση: να αντιμετωπίσουμε με ευθύνη μια πολιτική ήττα, προκηρύσσοντας αμέσως εκλογές. Διότι εμείς δεν μείναμε ούτε μια μέρα παραπάνω σε θέσεις εξουσίας χωρίς τη στήριξη του ελληνικού λαού. Δείχνοντας έτσι στην πράξη ότι δεν είμαστε ερωτευμένοι με τις καρέκλες, ούτε περιφρονούμε τη λαϊκή βούληση.

Οι αυτοανακηρυγμένοι απόλυτοι κυρίαρχοι του πολιτικού σκηνικού, αν θυμάστε, μας είχαν ξεγράψει αμέσως, την επομένη των ευρωεκλογών. Περιχαρείς οι ιεραπόστολοι της δεξιάς παλινόρθωσης κήδευαν τον ΣΥΡΙΖΑ επί έναν μήνα. Άλλοι έλεγαν, 20 μονάδες θα είναι η διαφορά, άλλοι έλεγαν, αφανισμός του ΣΥΡΙΖΑ, άλλοι έλεγαν, κατάρρευση του ΣΥΡΙΖΑ και τα διέδιδαν παντού. Τα θυμόμαστε όλοι. Προφανώς, και αυτοί που τα έλεγαν τα θυμούνται.

Όμως, ο ΣΥΡΙΖΑ μέσα σ’ ένα μήνα, μέσα σε συνθήκες πρωτοφανούς πολιτικής επίθεσης και δύσκολης στιγμής, υποχώρησης, θα έλεγα, πήγε από το 23% στο 32%. Πώς συνέβη αυτό; Η απάντηση είναι απλή. Για τον ίδιο λόγο που ο ΣΥΡΙΖΑ έγινε αξιωματική αντιπολίτευση το 2012. Για τον ίδιο λόγο που ο ΣΥΡΙΖΑ έγινε κυβέρνηση τον Γενάρη 2015. Για τον ίδιο ότι ξανακέρδισε δυο εκλογικές αναμετρήσεις μετά.

Γιατί; Γιατί τον ΣΥΡΙΖΑ δεν τον ανέδειξε κάποιο κέντρο διαπλοκής ή εξουσίας αλλά τον ανέδειξε η ανάγκη του λαού μας να ζήσει με αξιοπρέπεια. Και αυτή η ανάγκη δεν σβήνει. Αυτή η ανάγκη είναι εδώ. Αυτή η ανάγκη θα φουντώνει όσο η κυβέρνηση Μητσοτάκη θα εφαρμόζει την πολιτική της.

Να θυμηθώ έναν στίχο πολυτραγουδισμένο, έναν στίχο του Άλκη Αλκαίου, τον μελοποίησε ο Μικρούτσικος, τον τραγούδησε ο φοβερός Μητροπάνος: «Πώς η ανάγκη γίνεται ιστορία». Ας μην το ξεχνάμε. Η ανάγκη έγινε ιστορία. Και θα ξαναγίνει. Αυτή είναι που θα γράψει την ιστορία και όχι η καλοπληρωμένη προπαγάνδα της διαπλοκής.

Σας καλώ, λοιπόν, όλους να σκεφτούμε και να πράξουμε έξω από τον μικρόκοσμο της οθόνης, του πληκτρολογίου και της τεχνητής εσωστρέφειας. Να αφήσουμε στην άκρη την απαισιοδοξία της δήθεν ρεαλιστικής σκέψης και να προτάξουμε την αισιοδοξία της βούλησης.

Ο ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία, ακόμα και αν δεν υπήρχε, συντρόφισσες και σύντροφοι, θα έπρεπε σήμερα να τον δημιουργήσουμε για έναν και μόνο λόγο: γιατί είναι η ψυχή της παράταξης που ποτέ δεν φοβήθηκε την ευθύνη. Είναι η Αριστερά που κυβέρνησε, είναι η παράταξη που νίκησε την αυταρχική Δεξιά και που σήμερα μπορεί και πάλι να κερδίσει την πιο ακραία νεοφιλελεύθερη και αλαζονική Δεξιά που έχει γνωρίσει ο τόπος. Τη Δεξιά του κ. Μητσοτάκη.

Χρειάζεται όμως να δουλέψουμε. Να δουλέψουμε με όραμα και με αυταπάρνηση. Χρειάζεται να δείξουμε εμπιστοσύνη στους απλούς ανθρώπους, στις νέες και τους νέους, στον κόσμο της επιστήμης, του πολιτισμού, χρειάζεται να δείξουμε εμπιστοσύνη σ’ εμάς τους ίδιους.

Να δώσουμε χώρο στην κοινή βούληση της νίκης, στην κοινή δράση της νίκης, στην κοινή απόφαση της νίκης. Να χτίσουμε από τα κάτω και με γοργούς ρυθμούς τη μεγάλη προοδευτική συμμαχία που θα φέρει τις μεγάλες αλλαγές στον τόπο.

Και θέλω εδώ να είμαι καθαρός απέναντί σας. Η εξαγγελία το βράδυ των εκλογών του Ιούλη του ‘19 για τη διεύρυνση και τον ποιοτικό μετασχηματισμό του κόμματος με στόχο να αντιστοιχηθεί με την εκλογική του βάση, δεν ήταν μια εκφώνηση ευκαιρίας. Ούτε η συγκρότηση της Προοδευτικής Συμμαχίας ήταν μια ευκαιριακή κίνηση προς άγρα ψήφων.

Ήταν και είναι ένα όραμα. Μια στρατηγική απόφαση. Είναι η στρατηγική συμπόρευση με όσες και όσους νιώθουν ηθικό, κοινωνικό και πατριωτικό χρέος να γίνει η Ελλάδα μια σύγχρονη, προοδευτική, ευρωπαϊκή Δημοκρατία.

Είναι μια επιλογή ζωτικής σημασίας για να κερδίσουμε τη μάχη των εκλογών και να κάνουμε πράξη την προγραμματική μας πρόταση. Εμείς άλλωστε δεν αισθανόμασταν ποτέ στην ιστορική μας διαδρομή ως πολιτικός χώρος -που υπάρχει αρκετά χρόνια πριν αποκτήσει αυτή τη δυναμική-, δεν αισθανόμασταν ποτέ αυτάρκεις. Δεν ήμασταν ποτέ ερωτευμένοι με την αλήθεια μας. Ήμασταν πάντα ένας πολιτικός χώρος που οι αρχές του επέβαλλαν τον διάλογο, τη συνεργασία, τη συμπόρευση.

Έτσι και σήμερα, αναγνωρίζουμε ότι ο μόνος τρόπος να ανταποκριθεί ο ΣΥΡΙΖΑ στις απαιτήσεις των καιρών είναι να ανοίξει τις πόρτες του, να διευρύνει τις γραμμές του με τα πιο ζωντανά και δημιουργικά κομμάτια της κοινωνίας μας.

Να γίνει το κόμμα που μπορεί να εκφράσει τους χιλιάδες πολίτες που ψάχνουν πειστικές απαντήσεις στα αδιέξοδα που δημιούργησε η κυβερνητική πολιτική αυτών των δυο χρόνων. Το κόμμα κάθε προοδευτικού πολίτη αυτής της χώρας, που έχει και όραμα και πρόγραμμα.

Που έχει και αρχές και ξέρει να κυβερνά έντιμα και αποτελεσματικά. Που έχει έμπειρα στελέχη, που έδωσαν αγώνες σε όλη τους της διαδρομή και είναι πολύ χρήσιμα δίπλα μας, αλλά έχει και πολλά νέα στελέχη με σημαντικές ικανότητες, όρεξη και διάθεση για προσφορά. Το κόμμα που η αλήθεια του είναι οι πράξεις του. Οι δικές σας, οι δικές μου, των οργάνων του και των τοπικών μας Οργανώσεων.

Η προϋπόθεση, λοιπόν, της νίκης μας στις εκλογές, είναι να είναι γερό και ευρύχωρο το σπίτι μας, το κόμμα μας να είναι γερό και ευρύχωρο. Να χωρά πολλούς και πολλές, τα θέλω, τις ιδέες, τις ικανότητες και την όρεξη τους για δουλειά.

Και οφείλουμε βεβαίως όλοι μας σε αυτή την πορεία να μην ξεχνάμε και να φυλάμε σαν κόρη οφθαλμού την εσωκομματική δημοκρατία αλλά και την ενότητα στη βούληση και τη δράση. Γι’ αυτό και έχουμε ανάγκη ένα κόμμα που αντιλαμβάνεται πέρα για πέρα την ευθύνη απέναντι στον λαό. Όχι ένα κόμμα που νομίζει ότι η ιστορία το περιμένει για να το δικαιώσει.

Ένα κόμμα λοιπόν στραμμένο στον αντίπαλο. Όχι ένα κόμμα στραμμένο στον εαυτό του. Ένα κόμμα των μελών και όσων ελπίζουν σε αυτό. Όχι ένα κόμμα βαστάζο προσωπικών στρατηγικών. Ένα κόμμα σύγχρονο, ανοιχτό, νεανικό. Όχι ένα κόμμα φοβικό και αγκυλωμένο. Ένα κόμμα που παίρνει δύναμη από τη δυναμική των κινημάτων και των προοδευτικών ιδεών της εποχής. Όχι ένα κόμμα που μεμψιμοιρεί και μηρυκάζει τις ήττες του.

Αυτό είναι κατά τη γνώμη μου, συντρόφισσες και σύντροφοι, το κόμμα που χρειαζόμαστε. Και είναι αυτό το κόμμα που μπορεί να βγει νικητής και θα βγει νικητής, των επόμενων εθνικών εκλογών.

Ας μην έχουμε αυταπάτες. Θα ξαφνιαστήκατε πολλοί από σας, γιατί με ακούσατε σήμερα να μιλώ αρκετές φορές κατά τη διάρκεια της ομιλίας μου για τον στόχο της νίκης στις εκλογές. Ας μην έχουμε αυταπάτες, η κλεψύδρα έχει ήδη γυρίσει και αρχίζει να αδειάζει.

Η συμπλήρωση δύο ετών θητείας για την κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας είναι η αρχή της προεκλογικής περιόδου. Οι εκλογές, άλλωστε, είναι το μόνο πράγμα στο οποίο επικεντρώνεται εδώ και καιρό η επικοινωνιακή μηχανή της Νέας Δημοκρατίας.

Δεν τους αφορούν ούτε τα προβλήματα της κοινωνίας, ούτε το πώς θα αντιμετωπίσουν την πανδημία, ούτε το πώς θα συγκρατήσουν την οικονομία, ούτε ο εμβολιασμός του πληθυσμού. Το μόνο που τους νοιάζει είναι πώς θα εξοντώσουν τον ΣΥΡΙΖΑ. Το μόνο που τους νοιάζει πώς θα αντιμετωπίσουν τον ΣΥΡΙΖΑ. Αυτό μόνο τους νοιάζει.

Η προσπάθεια εξαγοράς ομάδων ψηφοφόρων, ο διαρκής πόλεμος χωρίς αρχές απέναντι στην αντιπολίτευση, η δολοφονία χαρακτήρων, η ασφυξία στην ενημέρωση, η απόπειρα φίμωσης ακόμα και στα social media απέναντι σε κάθε διαφορετική φωνή, εκεί κατατείνουν.

Επομένως, τώρα είναι η στιγμή να ριχτούμε στη μάχη με όλες μας τις δυνάμεις. Με αποφασιστικότητα και αισιοδοξία. Χωρίς αστερίσκους και δεύτερες σκέψεις. Δεν μας δίνει η πραγματικότητα χρόνο. Ούτε χώρο μας δίνει για αναβολές, δισταγμούς, για εσωστρέφεια και προσωπικές στρατηγικές.

Ξεκινάμε σήμερα από εδώ. Με τα πραγματικά μας εφόδια, που είναι οι αρχές και οι επεξεργασίες μας. Που πρέπει την επομένη της συνδιάσκεψης να γίνουν κτήμα των μελών μας, να συζητηθούν και να ψηφιστούν από τη βάση του κόμματος μας ανοιχτά και δημοκρατικά. Γιατί είμαστε όλες και όλοι το ίδιο σημαντικοί και χρήσιμοι στη μεγάλη μάχη που έρχεται.

Η σκληρή αναμέτρηση που έχουμε μπροστά μας θα κριθεί από την οργανωτική μας ετοιμότητα αλλά και από την πολιτική σοβαρότητα, την αυτοσυγκράτηση και το πνεύμα αλληλεγγύης και συλλογικότητας καθενός από μας, αλλά και όλων μαζί.

Συντρόφισσες και σύντροφοι, η ευθύνη είναι βαριά. Αλλά δεν τη φοβόμαστε. Έχουμε μάθει, όπως έλεγε ο Καζαντζάκης, να αγαπάμε την ευθύνη.

Την ευθύνη να επιστρέψει στον τόπο η δικαιοσύνη.

Την ευθύνη που έχουμε απέναντι στον λαό.

Απέναντι στις νέες και τους νέους.

Τους εργαζόμενους.

Τη μεσαία τάξη.

Τους ανθρώπους της επιστήμης και του πολιτισμού.

Γι’ αυτούς που έχασαν τους ανθρώπους μέσα στην πανδημία. Γι’ αυτούς που έσωζαν ζωές και κράτησαν το ΕΣΥ στα πόδια του μέσα στην πανδημία. Γι’ αυτούς που σήμερα σκέφτονται να φύγουν στο εξωτερικό ξανά. Γι’ αυτούς που θέλουν να ζήσουν μαζί και να κάνουν οικογένεια, αλλά φοβούνται για το μέλλον. Γι’ αυτούς, για όλους αυτούς και με αυτούς θα δώσουμε τη μεγάλη μάχη.

Οι επόμενες εκλογές, που θα διεξαχθούν με απλή αναλογική, αποτελούν τη μεγάλη ευκαιρία για τον ελληνικό λαό να αλλάξει τα δεδομένα της ζωής του.

Σας καλώ λοιπόν να εργαστούμε ώστε τη Δευτέρα, από την Προγραμματική μας Συνδιάσκεψη αυτή, να βγούμε πιο ενωμένοι, να βγούμε πιο αποφασισμένοι, να βγούμε πιο αισιόδοξοι.

Να βγούμε έτοιμοι να δώσουμε τη μάχη εκεί έξω, όχι εδώ μέσα, για τη μεγάλη νίκη.

Να βγούμε έτοιμοι για την προοδευτική διακυβέρνηση. Έτοιμοι να αναλάβουμε την ευθύνη μας απέναντι στις Ελληνίδες και τους Έλληνες. Έτοιμοι να φτιάξουμε μια καλύτερη χώρα, για μια καλύτερη ζωή, για όλους και για όλες. Σας ευχαριστώ θερμά!


https://ysterografa.gr