23.4.21

Θεωρούμε τη Δημοκρατία τόσο δεδομένη, ώστε την υπονομεύουμε. Του Μάνου Οικονομίδη

Twitter@EmOikonomidis

Τέτοιες μέρες, είναι δύσκολο για κάθε ατίθαση σκέψη να φρενάρει το ταξίδι στις μνήμες του παρελθόντος. Να ξαναδιαβάσει όσα προηγήθηκαν, να ανατριχιάσει και να συντριβεί συναισθηματικά, μπροστά στο δέος της απώλειας του κεκτημένου της Δημοκρατίας, με τη χούντα του 1967.
Η 21η Απριλίου παραμένει βαθιά ριζωμένη στις πιο μελαγχολικές ψαλμωδίες της σύγχρονης Ιστορίας μας, ως μια σκοτεινή, ως μια κατάμαυρη στιγμή στην εθνική διαδρομή της χώρας-μαιευτηρίου της Δημοκρατίας.
Επτά χρόνια στον γύψο. Επτά χρόνια σε αναστολή του κεκτημένου του… λιγότερο προβληματικού πολιτεύματος το οποίο γέννησε η ανθρώπινη σκέψη.

Η Δημοκρατία στο απόσπασμα. Εκεί βρέθηκε, προτού επιστρέψει λαχανιασμένη στο εθνικό αφήγημα, μετά από 7 πολύ δύσκολα, δραματικά και εθνικά μοιραία χρόνια.
Στη συνέχεια, Μεταπολίτευση… και τα λοιπά. Τα πιο νηφάλια χρόνια αδιασάλευτης πολιτικής διαδρομής για το έθνος μας, μαθημένο ιστορικά, ίσως και προορισμένο γονιδιακά, να έλκεται από τον διχασμό. Να τσακώνεται με τον εαυτό του.
Σε αυτά τα χρόνια, η Ελλάδα πήγε μπροστά. Ταξίδεψε σε ένα καλύτερο μέλλον. Έχασε ωστόσο και πολλές ευκαιρίες. Σαν… κακομαθημένα κολεγιόπαιδα, δεν φροντίσαμε τη Δημοκρατία μας. Δεν την προστατέψαμε. Δεν την ανανεώσαμε. Δεν την επικαιροποιήσαμε στη βάση των καινούριων εθνικών αναγκών και των νέων κοινωνικών προτεραιοτήτων.

Για να είμαστε ωστόσο σε θέση να κρίνουμε τις ατέλειες της Δημοκρατίας, πρέπει… να την έχουμε. Να ζούμε και να αναπτυσσόμαστε σε συνθήκες Δημοκρατίας. Πλήρους. Όχι ατελούς, υπό αναστολή ή… διαπραγμάτευση.
Και δυστυχώς, στα χρόνια της εθνικής τραγωδίας των Μνημονίων το πολιτικό σύστημα αλλά και οι θεμελιακοί θεσμοί και πυρήνες της Δημοκρατίας μας, δεν τη φρόντισαν. Την παραμέλησαν. Και επί της ουσίας την υπονόμευσαν. Την υπονομεύουν. Την υπονομεύουμε, για να μην προσπερνούμε τον ρόλο και τις ευθύνες μας ως ενεργοί πολίτες.
Το κεκτημένο της Δημοκρατίας δεν μας προσφέρθηκε για να το παραδώσουμε στην επόμενη γενιά τσαλακωμένο. Αλλά για να του δώσουμε περισσότερο φως. Από αυτό που στο τέλος, νικάει πάντα το σκοτάδι.