17.11.20

Το νόημα του Πολυτεχνείου, του Γιώργου Καραμπελιά

...από το Άρδην τ. 17 που κυκλοφόρησε τον Ιανουάριο του 1998

Ένα ε­ρώ­τη­μα που μου έ­χουν θέ­σει συ­χνά πολ­λοί ξέ­νοι φί­λοι –ι­διαί­τε­ρα στην πρώ­τη με­τα­πο­λι­τευ­τι­κή πε­ρί­ο­δο– εί­ναι το για­τί οι Έλ­λη­νες... ε­ξα­κο­λου­θούν να α­πο­δί­δουν τό­σο με­γά­λη ση­μα­σί­α στην ε­πέ­τειο του Πο­λυ­τε­χνεί­ου και ε­πι­κε­ντρώ­νουν, ή του­λά­χι­στον ε­πι­κέ­ντρω­ναν μέ­χρι τα μέ­σα της δε­κα­ε­τί­ας του 1980, γύ­ρω α­πό αυ­τή την ε­πέ­τειο τη διά­θε­σή τους για κι­νη­το­ποί­η­ση και α­ντι­πα­ρά­θε­ση με την κυ­βέρ­νη­ση.

Και το ε­ρώ­τη­μά τους έ­μοια­ζε σχε­τι­κά εύ­λο­γο: για­τί δεν συμ­βαί­νει το ί­διο σε άλ­λες χώ­ρες. Για­τί δεν συμ­βαί­νει το ί­διο π.χ. στη Γαλ­λί­α με την 3η του Μά­η, την «ε­πέ­τειο» της έ­ναρ­ξης της φοι­τη­τι­κής ε­ξέ­γερ­σης στη Γαλ­λί­α το 1968; Ή α­κό­μα και με την ε­πέ­τειο της α­πε­λευ­θέ­ρω­σης α­πό τους Γερ­μα­νούς στις πε­ρισ­σό­τε­ρες ευ­ρω­πα­ϊ­κές χώ­ρες;
Ποιο εί­ναι το νό­η­μα και η ι­διαι­τε­ρό­τη­τα αυ­τής της ε­πε­τεί­ου που εί­ναι ταυ­τό­χρο­να μια η­μιε­πί­ση­μη ε­θνι­κή γιορ­τή και έ­να έ­ναυ­σμα κι­νη­το­ποι­ή­σε­ων και διεκ­δι­κή­σε­ων;

Για­τί στο Πο­λυ­τε­χνεί­ο του 1974 και του 1975 έ­γι­νε η ε­πί­θε­ση ε­νά­ντια στην Α­με­ρι­κανι­κή Πρε­σβεί­α; Για­τί στο Πο­λυ­τε­χνεί­ο του 1976 οι α­περ­γοί ερ­γά­τες της ΜΕΛ κα­τέ­βη­καν α­πό τη Θεσ­σα­λο­νί­κη για να με­τα­φέ­ρουν τον α­γώ­να τους στο ε­πί­κε­ντρο του ε­θνι­κού εν­δια­φέ­ρο­ντος; Για­τί, το 1980, η α­ντί­θε­ση του λα­ού με την τό­τε κυ­βέρ­νη­ση της Νέ­ας Δη­μο­κρα­τί­ας θα ε­πι­κε­ντρω­θεί στο Πο­λυ­τε­χνεί­ο και θα κα­τα­λή­ξει στον θά­να­το δύ­ο δια­δη­λω­τών, του Κου­μή και της Κα­νελ­λο­πού­λου; Για­τί, το 1985, γύ­ρω α­πό το Πο­λυ­τε­χνεί­ο θα εκ­φρα­στεί η α­ντί­θε­ση με την πε­ριο­ρι­στι­κή πο­λι­τι­κή λι­τό­τη­τας ε­πί υ­πουρ­γί­ας Ση­μί­τη και θα ε­πι­φέ­ρει τον θά­να­το του νε­α­ρού μα­θη­τή Καλ­τε­ζά;

Η Ολοκλήρωση του Δημοκρατικού Κινήματος

Ας ε­πι­χει­ρή­σου­με να διευ­κρι­νί­σου­με αυ­τό το “αί­νιγ­μα”. Το Πο­λυ­τε­χνεί­ο του 1973 α­πο­τε­λού­σε στην κύ­ρια έκ­φρα­σή του την α­νώ­τε­ρη α­ντι­δι­κτα­το­ρι­κή εκ­δή­λω­ση του ελ­λη­νι­κού λα­ού. Αυ­τή η πλευ­ρά του, η α­ντι­δι­κτα­το­ρι­κή, με τον έ­να ή άλ­λο τρό­πο, «δι­καιώ­θη­κε». Η Ελ­λά­δα, για πρώ­τη φο­ρά στη νε­ώ­τε­ρη ι­στο­ρί­α της, με­τα­βλή­θη­κε σε μια κοι­νο­βου­λευ­τι­κή δη­μο­κρα­τί­α. Ό­μως αυ­τή η «δι­καί­ω­ση» δεν ο­λο­κλη­ρώ­θη­κε α­πλώς με την πτώ­ση της δι­κτα­το­ρί­ας. Το κί­νη­μα του Νο­έμ­βρη του 1973 πνί­γη­κε στο αί­μα α­πό τη στρα­τιω­τι­κή δι­κτα­το­ρί­α και η πτώ­ση της, τον Ιού­λιο του 1974, υ­πήρ­ξε συ­νέ­πεια της τουρ­κι­κής ει­σβο­λής και της ήτ­τας του ελ­λη­νι­σμού στην Κύ­προ. Παρ’ ό­λο λοι­πόν που η στρα­τιω­τι­κή δι­κτα­το­ρί­α κα­τέρ­ρευ­σε, το κί­νη­μα του Πο­λυ­τε­χνεί­ου συ­νε­χί­στη­κε για μια δε­κα­ε­τί­α του­λά­χι­στον, έ­ως ό­του πα­γιώ­σει τις δη­μο­κρα­τι­κές κα­τα­κτή­σεις.
Αυ­τό το κί­νη­μα εκ­φρά­στη­κε τα ε­πό­με­να χρό­νια με ό­λες τις νε­ο­λαι­ί­στι­κες και ερ­γα­τι­κές κι­νη­το­ποι­ή­σεις που εί­χαν την 17η Νο­έμ­βρη ως το σύμ­βο­λό τους.

Γι’ αυ­τό και αυ­τή η ι­διαι­τε­ρό­τη­τα του ε­ορ­τα­σμού του Πο­λυ­τε­χνεί­ου, του­λά­χι­στον για την πρώ­τη με­τα­πο­λι­τευ­τι­κή δε­κα­ε­τί­α. Α­πο­τε­λού­σε ταυ­τό­χρο­να μια η­μιε­πι­τρε­πό­με­νη, μέ­χρι το 1981, και κα­θιε­ρω­μέ­νη στη συ­νέ­χεια, ε­ορ­τή της σπου­δά­ζου­σας νε­ο­λαί­ας και μια κι­νη­το­ποί­η­ση για τη διεύ­ρυν­ση των δη­μο­κρα­τι­κών δι­καιω­μά­των και ε­λευ­θε­ριών, που ο ελ­λη­νι­κός λα­ός κα­τέ­κτη­σε στα­δια­κά με­τά την πτώ­ση της δι­κτα­το­ρί­ας. Έ­τσι το Πο­λυ­τε­χνεί­ο, ό­λα τα με­τα­πο­λι­τευ­τι­κά χρό­νια, α­πο­τέ­λε­σε κυ­ριο­λε­κτι­κά «συ­νέ­χεια» του Πο­λυ­τε­χνεί­ου του 1973. Και γι’ αυ­τό στις συ­γκε­ντρώ­σεις της 17ης Νο­έμ­βρί­ου σε ό­λη την Ελ­λά­δα συ­γκε­ντρώ­νο­νταν ε­κα­το­ντά­δες χι­λιά­δες αν­θρώ­πων και ό­χι μό­νον νέ­οι.
Δεν πρέ­πει σή­με­ρα να ξε­χνά­με οι πα­λαιό­τε­ροι και να α­γνο­ούν οι νε­ώ­τε­ροι, πως το 1974 η α­σφα­λι­στι­κή κά­λυ­ψη των ερ­γα­τών πε­ριο­ρι­ζό­ταν στις με­γά­λες πό­λεις, ε­νώ των α­γρο­τών ή­ταν α­νύ­παρ­κτη· δεν υ­πήρ­χαν σω­μα­τεί­α στους χώ­ρους ερ­γα­σί­ας· η α­στυ­νο­μί­α και τα πι­στο­ποι­η­τι­κά νο­μι­μο­φρο­σύ­νης έ­κα­ναν θραύ­ση· πως ο δά­σκα­λος και ο κα­θη­γη­τής α­πο­τε­λού­σαν δι­κτά­το­ρες στα σχο­λειά, για να μη μι­λή­σου­με για τα Πα­νε­πι­στή­μια. Δεν πρέ­πει να ξε­χνά­με πως οι γυ­ναί­κες ή­ταν θε­σμι­κά «κα­τώ­τε­ρες» α­πό τους άν­δρες και οι νέ­οι έ­ως 21 χρο­νών δεν εί­χαν το δι­καί­ω­μα του ε­κλέ­γειν· ε­νώ ο στρα­τός λει­τουρ­γού­σε σαν κά­τερ­γο για τη νε­ο­λαί­α. Ό­λες οι αλ­λα­γές που α­κο­λού­θη­σαν πραγ­μα­το­ποι­ή­θη­καν με ε­πί­πο­νους α­γώ­νες και κι­νη­το­ποι­ή­σεις και το Πο­λυ­τε­χνεί­ο υ­πήρ­ξε για πολ­λά χρό­νια το σύμ­βο­λό τους.

Το “Δεύτερο” Πολυτεχνείο

Ό­μως το Πο­λυ­τε­χνεί­ο εί­χε και μια δεύ­τε­ρη ό­ψη. Α­πο­τε­λού­σε μια ε­ξέ­γερ­ση της ελ­λη­νι­κής νε­ο­λαί­ας, ε­νταγ­μέ­νη σε μια πα­γκό­σμια δυ­να­μι­κή, σε έ­να πα­γκό­σμιο κί­νη­μα, που, α­πό το Βιετ­νάμ και την Πο­λι­τι­στι­κή Ε­πα­νά­στα­ση στην Κί­να έ­ως το Πα­ρί­σι και το Μπέρ­κλε­ϋ, ξε­σή­κω­σε ό­λο τον κό­σμο ή του­λά­χι­στον τη νε­ο­λαί­α του. Έ­να πα­γκό­σμιο κί­νη­μα που είχε θέσει ως στό­χο την α­να­τρο­πή του πα­γκό­σμιου ι­μπε­ρια­λι­στι­κού κα­πι­τα­λι­στι­κού συ­στή­μα­τος της ταυ­τό­χρο­νης υ­περ­κα­τα­νά­λω­σης και της φτώ­χειας, της οι­κο­λο­γι­κής κα­τα­στρο­φής, της α­νι­σό­τη­τας α­νά­με­σα σε τρί­το κό­σμο και μη­τρο­πό­λεις, της πο­λι­τι­σμι­κής και ε­θνι­κής ι­σο­πέ­δω­σης, της μο­να­ξιάς και της αλ­λο­τρί­ω­σης των αν­θρώ­πων. Έ­να κί­νη­μα που γέν­νη­σε μια δια­φο­ρε­τι­κή κουλ­τού­ρα, α­πό τη μου­σι­κή μέ­χρι την εν­δυ­μα­σί­α, α­πό τον τρό­πο δια­σκέ­δα­σης μέ­χρι τα κοι­νό­βια δια­βί­ω­σης.
Έ­στω και ε­άν αυ­τή η πλευ­ρά του κι­νή­μα­τος του Πο­λυ­τε­χνεί­ου δεν μπό­ρε­σε να α­να­πτυ­χθεί ό­πως έ­γι­νε στον υ­πό­λοι­πο κό­σμο, υ­πήρ­χε πραγ­μα­τι­κά και εκ­δη­λώ­θη­κε τα ε­πό­με­να χρό­νια με την α­νά­πτυ­ξη των νε­ο­λαι­ί­στι­κων ε­πα­να­στα­τι­κών ορ­γα­νώ­σε­ων. Αυ­τές ή­ταν ε­κεί­νες που έ­δι­ναν κά­θε φο­ρά τη δια­φο­ρε­τι­κή –α­γω­νι­στι­κή και ε­πα­να­στα­τι­κή– διά­στα­ση και στις ε­πε­τεί­ους του Πο­λυ­τε­χνεί­ου. Το νό­η­μα αυ­τής της δεύ­τε­ρης ό­ψης της ε­ξέ­γερ­σης του Πο­λυ­τε­χνεί­ου πα­ρέ­με­νε και πα­ρα­μέ­νει α­νεκ­πλή­ρω­το.
Η ενσωμάτωση και ο αποπροσανατολισμός του κινήματος.

Βέ­βαια τα τε­λευ­ταί­α χρό­νια, ι­διαί­τε­ρα στη δε­κα­ε­τί­α του 1990, θα πα­ρα­τη­ρη­θεί μια υ­πο­χώ­ρη­ση των ε­πα­να­στα­τι­κών κι­νη­μά­των σε ό­λο τον κό­σμο με την κυ­ριαρ­χί­α της “πα­γκο­σμιο­ποί­η­σης” και την ε­πι­βο­λή της “Νέ­ας Τά­ξης” που έ­χει ε­πι­βάλ­ει η μο­να­δι­κή πα­γκό­σμια υ­περ­δύ­να­μη. Η α­πώ­λεια ο­ρα­μά­των, η κα­τάρ­ρευ­ση του πα­λιού ε­πα­να­στα­τι­κού κι­νή­μα­τος, θα συμ­βα­δί­σουν με την εν­σω­μά­τω­ση των πα­λιών ε­πα­να­στα­τών: το σύμ­βο­λο της ε­πα­νά­στα­σης στην Α­με­ρι­κή, ο Έλ­ντρι­τζ Κλή­βερ των Μαύ­ρων Παν­θή­ρων, θα γί­νει υ­πο­στη­ρι­κτής του Ρή­γκαν, ο Κον Μπε­ντίτ θα υ­πο­στη­ρί­ζει την ει­σβο­λή των Α­με­ρι­κανών στο Ι­ράκ και οι Πρά­σι­νοι θα γί­νουν ε­ταί­ροι του κυ­βερ­νη­τι­κού συ­να­σπι­σμού σε πολ­λές χώρες της Ευρώπης.
Στην ί­δια την Ελ­λά­δα, η «γε­νιά του Πο­λυ­τε­χνεί­ου» θα βρε­θεί στην ε­ξου­σί­α σε ό­λους τους το­μείς της ζω­ής της χώ­ρας. Υ­πουρ­γοί και με­γα­λο­δη­μο­σιο­γρά­φοι, ε­πι­χει­ρη­μα­τί­ες και δια­νο­ού­με­νοι θα ε­ξαρ­γυ­ρώ­σουν α­κρι­βά (ή πο­λύ φτη­νά ί­σως;) τα ο­ρά­μα­τα της ε­πα­να­στα­τι­κής με­τα­τρο­πής.

Η αλ­λα­γή της πα­γκό­σμιας συ­γκυ­ρί­ας θα ο­δη­γή­σει σε α­πο­προ­σα­να­το­λι­σμό τα ε­πα­να­στα­τι­κά κι­νή­μα­τα. Την ε­πο­χή της πα­γκο­σμιο­ποί­η­σης και της εν­σω­μά­τω­σης των πα­λιών διεκ­δι­κή­σε­ων στο πα­γκό­σμιο κα­τε­στη­μέ­νο, η διεκ­δί­κη­ση π.χ. των δι­καιω­μά­των των μειο­νο­τή­των, στα χέ­ρια του Κλί­ντον και της Γερ­μα­νί­ας, γί­νε­ται ό­πλο για την α­πο­σύν­θε­ση της Γιου­γκο­σλα­βί­ας, η υ­πε­ρά­σπι­ση των αν­θρω­πί­νων δι­καιω­μά­των στο Ι­ράκ, πρό­σχη­μα για ε­πέμ­βα­ση ώ­στε να ρέ­ει φτη­νό το πε­τρέ­λαιο που αρ­δεύ­ει τις οι­κο­νο­μί­ες της Δύ­σης και διο­γκώ­νει το φαι­νό­με­νο του θερ­μο­κη­πί­ου. Σή­με­ρα ο κα­πι­τα­λι­σμός διοι­κεί­ται α­πό την κε­ντρο­α­ρι­στε­ρά”, α­πό τους πα­λιούς “ε­ξη­ντα­ο­κτά­ρη­δες”, που με­τέ­βαλ­αν τα πα­λιά αι­τή­μα­τα των ε­πα­να­στα­τι­κών κι­νη­μά­των σε προ­σχή­μα­τα για τη συ­νέ­χι­ση της ι­μπε­ρια­λι­στι­κής πο­λι­τι­κής! Και το ί­διο συμ­βαί­νει και στη χώ­ρα μας.

Κα­τά συ­νέ­πεια το πα­λιό κί­νη­μα βρί­σκε­ται πα­γι­δευ­μέ­νο α­νά­με­σα στη Σκύλ­λα της εν­σω­μά­τω­σης και την Χά­ρυ­βδη της πε­ρι­θω­ριο­ποί­η­σης.

Και ερ­χό­μα­στε στα “γε­γο­νό­τα” που ση­μα­δεύ­ουν τα τε­λευ­ταί­α χρό­νια τον ε­ορ­τα­σμό της ε­πε­τεί­ου του Πο­λυ­τε­χνεί­ου, που πε­ρι­θω­ριο­ποιούν και α­πο­νευ­ρώ­νουν τη σύγ­χρο­νη αμ­φι­σβή­τη­ση. Η ε­πι­μο­νή σε ξε­πε­ρα­σμέ­να α­πό την ά­πο­ψη της συ­γκυ­ρί­ας συν­θή­μα­τα ο­δη­γεί στην πε­ρι­θω­ριο­ποί­η­ση, στο ε­πα­να­λαμ­βα­νό­με­νο κά­ψι­μο του Πο­λυ­τε­χνεί­ου, στο κά­ψι­μο της ελ­λη­νι­κής ση­μαί­ας, σε ε­πι­θέ­σεις ε­νά­ντια σε ά­ψυ­χα α­ντι­κεί­με­να. Ό­λα αυ­τά για­τί, πλέ­ον, αυ­τό το “κί­νη­μα” δεν δια­θέ­τει στό­χους, ή μάλ­λον ε­πει­δή εί­ναι ι­στο­ρι­κά ξε­πε­ρα­σμέ­νο και δεν μπο­ρεί να α­να­προ­σαρ­μο­στεί με βά­ση τη ση­με­ρι­νή συ­γκυ­ρί­α.

Σή­με­ρα, ό­ταν το κε­φά­λαιο εί­ναι κο­σμο­πο­λι­τι­κό και ο κύ­ριος στό­χος του εί­ναι η ι­σο­πέ­δω­ση των ε­θνι­κών ι­διαι­τε­ρο­τή­των, το κά­ψι­μο της ελ­λη­νι­κής ση­μαί­ας α­πο­τε­λεί ε­νέρ­γεια που συμ­βα­δί­ζει με τα σχέ­δια και τις ε­πι­διώ­ξεις του κε­φα­λαί­ου! Ό­ταν δί­πλα μας στο Κουρ­δι­στάν α­να­πτύσ­σε­ται η η­ρω­ι­κή πά­λη ε­νός λα­ού για την α­πε­λευ­θέ­ρω­σή του, η άρ­νη­ση υ­πο­στή­ρι­ξης αυ­τού του α­γώ­να, με το πρό­σχη­μα του α­ντιε­θνι­κι­σμού, α­πο­τε­λεί υ­πο­στή­ρι­ξη της Α­με­ρι­κής, του Ισ­ρα­ήλ και του τουρ­κι­κού φα­σι­σμού. Ό­ταν δο­λο­φο­νεί­ται ο Ι­σα­άκ και ο Σο­λω­μός στην Κύ­προ και δεν με­τα­βάλ­λε­ται σε κε­ντρι­κό σύν­θη­μα της ε­πε­τεί­ου του Πο­λυ­τε­χνεί­ου, τό­τε ση­μαί­νει πως κά­τι σά­πιο και α­να­χρο­νι­στι­κό υ­πάρ­χει στη ση­με­ρι­νή “αμ­φι­σβή­τη­ση”. Γι’ αυ­τό και πε­ρι­θω­ριο­ποιεί­ται, για­τί εί­ναι έ­ξω α­πό πραγ­μα­τι­κά κι­νή­μα­τα και διεκ­δι­κή­σεις, εί­ναι αιχ­μά­λω­τη των συν­θη­μά­των του πα­ρελ­θό­ντος, που σή­με­ρα ό­χι μό­νο έ­χουν α­πο­νευ­ρω­θεί αλ­λά έ­χουν γί­νει ό­πλο στα χέ­ρια των α­ντι­πά­λων του κι­νή­μα­τος. Και αρ­κεί να ρί­ξου­με μια μα­τιά στα ση­με­ρι­νά κι­νή­μα­τα για να δού­με ποια εί­ναι η πραγ­μα­τι­κό­τη­τα. Οι Πα­λαι­στί­νιοι, οι Κούρ­δοι, οι Ζα­πα­τί­στας, οι Ιρ­λαν­δοί, οι Βά­σκοι, τα υ­παρ­κτά κι­νή­μα­τα της ε­πο­χής μας, τι άλ­λο διεκ­δι­κούν αν ό­χι την αυ­το­διά­θε­ση και την ε­λευ­θε­ρί­α. Και ό­μως η “ελ­λη­νι­κή αμ­φι­σβή­τη­ση” δεν α­γω­νί­ζε­ται για “την Κύ­προ που οι ε­μπό­ροι την μι­σού­νε” (Διο­νύ­σης Σαβ­βό­που­λος), και ε­πει­δή δεν δια­θέ­τει στό­χο, τα βά­ζει με τα ντου­βά­ρια.

Σή­με­ρα, η πραγ­μα­τι­κή αμ­φι­σβή­τη­ση εί­ναι η αμ­φι­σβή­τη­ση της Νέ­ας Τά­ξης. Εί­ναι η αμ­φι­σβή­τη­ση του κό­σμου των δια­συν­δε­δε­μέ­νων χρη­μα­τι­στη­ρί­ων, των γιά­πη­δων που δεν έ­χουν γλώσ­σα, τό­πο, λα­ό. Εί­ναι η αμ­φι­σβή­τη­ση ε­κεί­νων που με­τέ­βα­λαν τα πα­λιά συν­θή­μα­τα του Πο­λυ­τε­χνεί­ου σε ό­χη­μα α­νά­δει­ξης και κυ­ριαρ­χί­ας.
Και κά­τι τέ­τοιο ση­μαί­νει, αν θέ­λου­με να ξα­να­πο­κτή­σει νό­η­μα και πε­ριε­χό­με­νο το Πο­λυ­τε­χνεί­ο, πως, με­θαύ­ριο, κε­ντρι­κό σύν­θη­μα ε­νός νέ­ου κι­νή­μα­τος θα έ­πρε­πε να εί­ναι και πά­λι το “Κύ­προς, Κουρ­δι­στάν Αι­γαί­ο, Μέ­τω­πο ε­νιαί­ο” “Λευ­τε­ριά στον Α­μπτου­λάχ Ο­τσα­λάν”.

Μό­νο αν οι νέ­οι του σή­με­ρα, που α­σφυ­κτιούν μέσα σε έ­ναν κό­σμο α­νερ­γί­ας, κε­νού και ι­σο­πέ­δω­σης, που δεν δέ­χο­νται το κα­τε­στη­μέ­νο της “γε­νιάς του Πο­λυ­τε­χνεί­ου”, που θέ­λουν να αρ­νη­θούν τον ση­με­ρι­νό ά­θλιο κό­σμο της τη­λε­ό­ρα­σης και των α­νι­σο­τή­των, α­νοί­ξουν τα μά­τια στη ση­με­ρι­νή πραγ­μα­τι­κό­τη­τα, τό­τε ί­σως μπο­ρεί να ξα­να­πο­κτή­σει έ­να σύγ­χρο­νο νό­η­μα η ε­ξέ­γερ­ση του Πο­λυ­τε­χνεί­ου και να συν­δε­θεί με νέ­ες διεκ­δι­κή­σεις και α­γώ­νες. Τό­τε μό­νο θα αλ­λά­ξει η ση­με­ρι­νή κα­τά­στα­ση ό­που, το Πο­λυ­τε­χνεί­ο, το “ε­ορ­τά­ζουν” κυ­ρί­ως οι α­στυ­νο­μι­κοί που α­πο­κλεί­ουν τους δρό­μους της Α­θή­νας,

Το “68” στη Γαλ­λί­α φώ­να­ζαν έ­να σύν­θη­μα που τό­τε -σε ε­μάς τους Έλ­λη­νες- φαι­νό­ταν λί­γο εξ­τρε­μι­στι­κό: “Α­νοίξ­τε τα μά­τια και σπά­στε την τη­λε­ό­ρα­ση”. Πό­σο α­λη­θι­νό φα­ντά­ζει σή­με­ρα!

15 Νο­εμ­βρί­ου 1997

https://ardin-rixi.gr/archives/10101