11.10.20

Φερνάντο Πεσσόα - Tο βιβλίο της ανησυχίας- Σύννεφα

Σύννεφα... Έχω συνείδηση του ουρανού σήμερα, γιατί υπάρχουν μέρες που δεν τον κοιτώ μα πιο πολύ τον νιώθω, ζώντας μέσα στην πόλη κι όχι στη φύση της οποίας αποτελεί μέρος.
Σύννεφα... Σήμερα είναι τα σύννεφα η πρωταρχική πραγματικότητα και με απασχολούν λες και το πέπλο τούτο που φόρεσε ο ουρανός, είναι ένας από τους μεγάλους κινδύνους που απειλούν το πεπρωμένο μου.
Σύννεφα... Έρχονται από τα ανοικτά προς το Κάστρο, από τη Δύση στην Ανατολή, μέσα σε μια σκόρπια, άτακτη και γυμνή προέλαση — άλλοτε λευκά ξεφτίζουν προς κάποια άγνωστη εμπροσθοφυλακή, άλλοτε σκοτεινά που, πιο βαριά καθώς είναι, αργούν να σκορπιστούν από τον άνεμο που σφυρίζει, κι άλλα, τέλος, μαύρα με μια μαυρίλα βρώμικη, που σαν να θέλουν να μείνουν εκεί, μαυρίζουν, με το πέρασμα τους περισσότερο παρά με τη σκιά τους, τον ελάχιστο απατηλό χώρο που ανοίγουν οι δρόμοι, φυλακισμένοι ανάμεσα στις πυκνές σειρές των σπιτιών.

Σύννεφα... Υπάρχω χωρίς να το ξέρω και θα πεθάνω χωρίς να το θέλω. Είμαι το μεσοδιάστημα ανάμεσα σ’ αυτό που είμαι κι αυτό που δεν είμαι, ανάμεσα σ’ αυτό που ονειρεύομαι κι αυτό που η ζωή με κάνει να ’μαι, ο αφηρημένος και σαρκικός μέσος όρος των πραγμάτων που δεν είναι τίποτα, γιατί κι εγώ επίσης δεν είμαι τίποτα.

Σύννεφα... Τι ανησυχία όταν νιώθω, τι αγωνία όταν σκέφτομαι, τι έλλειψη χρησιμότητας όταν επιθυμώ!

Σύννεφα... Περνούν ακόμη, μερικά πελώρια, και μοιάζουν, καθώς τα σπίτια δεν αφήνουν να δεις αν είναι πράγματι όσο μεγάλα δείχνουν, πως θα καταλάβουν τον ουρανό ολόκληρο- αλλά έχουν ένα μέγεθος αμφίβολο, γιατί μπορεί να είναι δύο μαζί, ή ένα που χωρίζεται σε δύο — στερημένα από κάθε νόημα εκεί ψηλά στον κουρασμένο ουρανό- υπάρχουν και κάποια άλλα, μικρά, σαν τα παιχνίδια κάποιων πραγμάτων ισχυρών, μπάλες ακανόνιστες κάποιου μυστήριου παιχνιδιού, μαζεμένα όλα σε μια μεριά, απομονωμένα, κρύα.

Σύννεφα... Ανακρίνω τον εαυτό μου και τον αγνοώ. Τίποτα χρήσιμο δεν έχω κάνει ούτε ποτέ θα κάνω τίποτα που να μπορώ να δικαιολογήσω. Τη ζωή που κατάφερα να μη σπαταλήσω σε συγκεχυμένες ερμηνείες πραγμάτων ανύπαρκτων, την ξόδεψα σκαρώνοντας στίχους πεζούς αφιερωμένους στις αμεταβίβαστες αισθήσεις που ορίζουν το κρυφό μου σόμπαν. Είμαι κορεσμένος απο τον εαυτό μου, αντικειμενικά και υποκειμενικά. Είμαι κορεσμένος από τα πάντα και από το όλον των πάντων.


Σύννεφα... Είναι σύννεφα το παν, ύψη ξεχειλωμένα, σήμερα τα μόνα πράγματα της πραγματικότητας ανάμεσα στην τιποτένια γη και τον ανύπαρκτο ουρανό, κουρέλια απερίγραπτα της πλήξης που τους επιβάλλω, ομίχλη συμπυκνωμένη σε απειλές απόντος χρώματος, βρώμικες μπάλες από βαμβάκι ενός νοσοκομείου χωρίς τοίχους.

Σύννεφα... Είναι σαν κι εμένα, ένα πέρασμα ερειπωμένο ανάμεσα σε γη και ουρανό, με τη γεύση μιας παρόρμησης αδιόρατης, βροντερά ή όχι, δίνοντας χαρά στον κόσμο τα λευκά, μαυρίζοντας τον τα σκούρα, φαντάσματα της παραδρομής και του ανύπαρκτου χρόνου, μακριά από το θόρυβο της γης μα χωρίς τη σιωπή του ουρανού.

Σύννεφα... Περνούν ακόμη, περνούνε πάντα, θα περνούν για πάντα συνεχίζοντας το δρόμο τους, τυλίγοντας και ξετυλίγοντας τα χλομά τους κουβάρια, προεκτείνοντας τον σκόρπιο, ψεύτικο ουρανό τους.

Φερνάντο Πεσσόα - Tο βιβλίο της ανησυχίας