ΟΤΑΝ μιά χώρα αὐξάνει τήν στρατιωτική ἰσχύ της, ἀπειλεῖ καί εἰσβάλλει σέ γειτονικές χῶρες, ἐκβιάζει.... τούς συμμάχους μέ κινήσεις γεωστρατηγικοῦ προσανατολισμοῦ της, παραβιάζει τό διεθνές δίκαιο, ἐπενδύει στόν θρησκευτικό φανατισμό καί ἔχει ἔλλειμμα δημοκρατικῶν ἐλευθεριῶν στό ἐσωτερικό της, τότε γίνεται ἐπικίνδυνη γιά τήν σταθερότητα καί ἀσφάλεια. Αὐτή εἶναι ἡ σημερινή Τουρκία.
Διεκδικεῖ ὅ,τι αὐτή θεωρεῖ νόμιμο μέ ἀπειλή χρήσης βίας ἤ καί χρήση αὐτῆς. Προκειμένου νά ἀλλάξει τήν ἰσορροπία ὅπως αὐτή καθιερώθηκε μέ τή Συνθήκη τῆς Λωζάννης τοῦ 1923. Ἀπό τίς ἀρχές τῆς δεκαετίας τοῦ 1980 προσανατολίζει τήν στρατηγική της πρός τήν θάλασσα, ἀντιλαμβάνεται τήν ἀνάγκη ναυτικῆς ἰσχύος προκειμένου νά ἱκανοποιήσει τόν στόχο ἀναδείξεώς της ὡς Περιφερειακῆς Δυνάμεως.
Στό τέλος τοῦ ψυχροῦ πολέμου, ἀφοῦ ἤδη εἶχε καρπωθεῖ πολιτική καί οἰκονομική ὑποστήριξη ἀπό τό ΝΑΤΟ καί συμμαχικές χῶρες, ἔχει ἕτοιμο, μεγαλόπνοο ναυτικό πρόγραμμα (ναυτικές βάσεις στήν Ἀν. Μεσόγειο, πολεμική βιομηχανία, συστήματα C4I, ναυπήγηση πλοίων). Ἡ ἀποστολή τοῦ Τουρκικοῦ Π.Ν ἔχει προσανατολισθεῖ στήν ἀπόκτηση θαλασσίου ἐλέγχου στό Αἰγαῖο καί τήν Ἀνατολική Μεσόγειο.
Ὁ ἑλληνικός στόλος ἀξιοποιῶν εἰς τό μέγιστον τά μέσα πού τοῦ διαθέτει ἡ πατρίς καί στηριζόμενος στήν ὑψηλή ἐπαγγελματικότητα καί τό ἠθικό τοῦ προσωπικοῦ, σήμερα ἀρνεῖται μέ ἐπιτυχία τήν ἀπόκτηση τοῦ θαλασσίου ἐλέγχου στό Αἰγαῖο καί στήν Ἀνατολική Μεσόγειο ἀπό τό Τουρκικό ναυτικό. Στήν ἀποστολή του αὐτή συνεπικουρεῖται, ὑποστηρίζεται ἀπό τήν Π. Ἀεροπορία.
Στήν παροῦσα συγκυρία εἶναι παροῦσα ἡ ἀεροναυτική ἰσχύς τῆς χώρας στήν ἀνατολική Μεσόγειο, κάτι πού ἡ πολιτική ἡγεσία δέν προέκρινε ὡς στόχο ἐθνικῆς στρατηγικῆς ἀσφάλειας στό παρελθόν παρά τίς εἰσηγήσεις/προειδοποιήσεις τῆς στρατιωτικῆς ἡγεσίας. Συγκεκριμένα: Ἀρχές Ἰανουαρίου 1988 ἔγραφα πρός τόν Πρωθυπουργό ὡς Ἀρχηγός Στόλου: «…Ἡ Τουρκία δείχνει ἔντονο ἐνδιαφέρον γιά ἰσχυρή ναυτική παρουσία στήν Ἀνατολική Μεσόγειο. Μέχρις σήμερα ἐμεῖς ἀπουσιάζουμε ἀπό τήν περιοχή. Εἴμεθα ἀναγκασμένοι νά ἀναπνέουμε ἀπό τό Αἰγαῖο καί τήν Ἀν. Μεσόγειο».
Σέ ἀναφορά μου πρός τόν ὑπουργό ἄμυνας, 5 ΦΕΒ 1988, σημείωνα: «Ἡ Τουρκία ἐξελίσσεται προοδευτικά σέ μεγάλη ναυτική δύναμη τῆς Μεσογείου. Ἡ Ἑλλάδα ἀναγκαστικά μόνο μέσα ἀπό ἀεροναυτική ἰσορροπία ἐξασφαλίζει τά συμφέροντά της.» Τέλος στίς 7.11.1994 μέ γραπτή ἀναφορά μου πρός τήν πολιτική ἡγεσία σημείωνα: «…Ἡ ἐφαρμογή τοῦ Δικαίου θαλάσσης δημιουργεῖ πρόσθετες ἀνάγκες ἐθνικῆς ἀσφαλείας. Τό ΕΜΠΑΕ πρέπει νά βλέπει καί σενάρια μέ κορμό τά ἐνδεχόμενα ἐφαρμογῆς ἀπό πλευρᾶς μας τοῦ Δικαίου Θαλάσσης καθώς καί ἀποτροπῆς Τουρκικῶν αὐθαιρεσιῶν μονομερῶς σέ βάρος μας».
Στό ἐπικίνδυνο διεθνές περιβάλλον πού ζοῦμε ἡ ἀπειλή τοῦ πολέμου δέν ἔχει ἀποκλεισθεῖ. Ὁ θεός Ἄρης ἔχει πετάξει ἀπό τόν Ὄλυμπο στήν Ἀ. Μεσόγειο. Ἀπειλοῦνται ζωτικά συμφέροντα τῆς Ἑλλάδας καί καλούμεθα νά ἐπιδείξουμε σοφία, ἤτοι σύνεση, σωφροσύνη καί τόλμη. Τό πέλαγος τῶν διεθνῶν σχέσεων πού ἔχουμε νά διαπλεύσουμε εἶναι ταραγμένο πλῆρες κινδύνων καί ἀπροόπτων.
Ἡ πρωτοβουλία τῆς Γερμανίας –ἀποκλιμάκωση καί διάλογος μεταξύ Ἑλλάδας καί Τουρκίας καλοδεχούμενη, ἀλλά δέν ἔχει ἐξασφαλίσει ἕνα moratorium αὐτοσυγκράτησης. Ἡ Ἄγκυρα συνεχίζει τήν ἐπιθετική της ρητορική καί τίς προκλητικές ἐνέργειες (σεισμογραφικές ἔρευνες, παραβιάσεις ἐθνικοῦ χώρου, ἀπειλές).
Μέ ἁπλά λόγια ἡ γερμανική πρόταση ὑπολείπεται καί τῆς ἀσπιρίνης.
Οἱ Ἑλληνοτουρκικές σχέσεις νοσοῦν ἀπό ἐπιθετική ἴωση μέ ἀφετηρία τήν Ἄγκυρα καί ἡ οὐσία ἐντοπίζεται στήν θεραπεία τῆς νόσου. Ἐπειδή δέ ἡ ἴωση αὐτή προσβάλλει καί τήν Εὐρώπη, ἡ ὅποια προσπάθεια ἀναχαίτισής της ξεπερνᾶ τήν Ἀθήνα καί ἐμπίπτει στόν χῶρο καί τῆς Εὐρωπαϊκῆς ἀσφαλείας.
Ἡ Δύση μέχρι τώρα ἱκανοποιεῖτο ἀπό τήν πολιτική κατευνασμοῦ τῆς Τουρκίας ἀποσπώντας ἑλληνικές παραχωρήσεις. Ἡ Ἑλλάδα ὑπῆρξε τό θῦμα τῆς ψυχροπολεμικῆς λογικῆς τοῦ ΝΑΤΟ.
Ἡ πολιτική κατευνασμοῦ δέν συγκράτησε τήν Τουρκική ἐπιθετικότητα, τήν ἐνεθάρρυνε. Ὁ Τουρκικός ἰμπεριαλισμός ἔχει ἀνάψει πολλές φωτιές/ἑστίες στήν περιοχή μας, ὅπως Αἰγαῖο-Κύπρος, Συρία, Ἰράκ, Λιβύη, καί πολύ φοβᾶμαι καί στόν Λίβανο.
Ἡ ἡγεσία τῆς Ε.Ε. κατανοώντας τίς διαστάσεις τοῦ προβλήματος (γεωπολιτική, γεωοικονομική, γεωπολιτισμική) καί τό βάθος αὐτῶν, καλεῖται νά διαμορφώσει τήν ἀρχιτεκτονική ἀσφαλείας γιά τήν Μεσόγειο, συμπεριλαμβανομένης τῆς Μέσης Ἀνατολῆς καί Βόρειας Ἀφρικῆς. Ἡ Ἑλλάδα στόν σχεδιασμό αὐτό θά πρέπει νά εἶναι παροῦσα καί νά διεκδικήσει τήν κεντρικότητα τοῦ ρόλου της.
Ἐκτιμᾶται ὅτι ἡ Γερμανία μπορεῖ νά προσφέρει σημαντικά στήν Ἑλληνοτουρκική προσέγγιση σκεπτόμενη μέ τήν ἰδιότητα τῆς Προεδρίας τῆς ΕΕ καί ὄχι ὡς Βερολῖνο.
Ἡ γερμανική πρόταση θά πρέπει νά ἀποτυπώνει τό εὐρωπαϊκό πρότυπο στήν ἐπίλυση ζητημάτων ὁριοθέτησης θαλάσσιων ζωνῶν, διότι ἡ Ἑλλάδα εἶναι κράτος μέλος τῆς ΕΕ, ὄχι μία ἐξωευρωπαϊκή χώρα, ἡ δέ Τουρκία ἐπιδιώκει ἀνάπτυξη εὐρωτουρκικῶν σχέσεων.
Μέ προβληματίζει ἡ στάση τοῦ ΓΓ/ΝΑΤΟ, περιορισμένη ἡ συμμετοχή του στήν διαχείριση τοῦ προβλήματος.
Γιατί; Ἡ στάση του εἶναι περίεργη σέ μιά συγκυρία ὅπου στόν χῶρο εὐθύνης τοῦ ΝΑΤΟ ὑπάρχουν σημαντικές ἐξελίξεις καί ἐνδημεῖ ὁ κίνδυνος στρατιωτικῆς ἐμπλοκῆς δύο συμμάχων. Μήπως ἔφτασε τό τέλος τοῦ παρόντος σχήματος δόμησης, λειτουργίας καί ἀποστολῆς του; Νομίζω ὅτι αὐτό εἶναι ἕνα μεγάλο θέμα γιά περαιτέρω βάσανο.
Διάλογος
Ὁ διάλογος ἐφ’ ὅσον ἀρχίσει, θά γίνει σέ ἕνα βεβαρημένο περιβάλλον μέ προκαταλήψεις καί καχυποψίες. Θά λειτουργήσει θετικά νά προηγηθεῖ moratorium τό ὁποῖο θά ἐπιτρέψει καλύτερη προετοιμασία καί θά δοθεῖ εὐκαιρία γιά αὐτοπεριορισμό καί τῶν δύο πλευρῶν. Ἰδιαίτερη προσοχή πρέπει νά δοθεῖ στά ΜΜΕ.
Εἶναι ἀναγκαῖο νά ἔχουν συμφωνηθεῖ πρίν τήν ἔναρξη τοῦ διαλόγου ἡ διάρκειά του καί τί κάθε πλευρά θεωρεῖ αἰτία διακοπῆς του.
Τίς τέσσερεις κρίσεις στό Αἰγαῖο, 1976-1996, ἀκολούθησαν πολιτικοί διάλογοι καί Συμφωνίες. Μελέτη ὅλων αὐτῶν τῶν διαλόγων θά φώτιζε τά ἰδιαίτερα σημεῖα ἑστίασης τῆς προσοχῆς μας.
Ἡ προϊστορία τῶν πολιτικῶν διαλόγων πού ἀκολούθησαν τίς κρίσεις στό Αἰγαῖο ἀποκαλύπτει: ἐνεργό συμμετοχή τοῦ τρίτου παράγοντα, ὁ ὁποῖος ἐξάσκησε πιέσεις πρός τήν Ἀθήνα γιά ὑποχωρήσεις/συμβιβασμούς. Ὑποβαθμίστηκε ἀπό τόν ἐξωτερικό παράγοντα τό νομικό κριτήριο καί προβλήθηκε ἔντονα τό ἐπιχείρημα τῆς πολιτικῆς πραγματικότητας. Ἡ στάση αὐτή ἐζημίωσε τήν Ἑλλάδα. Ἡ Ἑλλάδα ὑπέκυψε στήν πολιτική κατευνασμοῦ ἔναντι προσδοκιῶν ἀνταπόδοσης ἀπό τήν Τουρκία, οἱ ὁποῖες οὐδέποτε πραγματοποιήθηκαν.
Αὐτό πού τό ἐβίωσα τόσο τόν Νοέμβριο 1994 ὅσο καί τόν Ἰανουάριο 1996 ἦταν ἡ φορτική πίεση ἐκ μέρους τῶν ΗΠΑ γιά μή ἄσκηση τοῦ δικαιώματος ἐπέκτασης τῆς αἰγειαλίτιδας ζώνης. Ἔτσι ἡ Ἀθήνα παραιτεῖτο τῆς χρήσης ἑνός στρατηγικοῦ ὅπλου, τόσο στήν ἐνεργό φάση τῆς κρίσης κατά τή διαμεσολάβηση ὅσο καί στόν πολιτικό διάλογο πού ἀκολούθησε τήν ἀποκλιμάκωση.
Στόν ἐπικείμενο διάλογο, ἀπό τίς δηλώσεις τῆς Ἀθήνας, καθίσταται σαφές ὅτι τέρμα ὁ κατευνασμός, ἡ ἐπέκταση τῆς χωρικῆς θάλασσας δέν εἶναι διαπραγμάτευση, καθώς καί διάλογος ὑπό ἀπειλή πολέμου δέν γίνεται.
Ἡ ἐπιχειρησιακή εἰκόνα τοῦ στόλου μας καί τῆς Πολεμικῆς ἀεροπορίας στήν Ἀνατολική Μεσόγειο, ὅπως καί τοῦ στρατοῦ στόν Ἕβρο, σέ συνδυασμό καί μέ τή συνέγερση τῆς ΕΕ καί διπλωματικές πρωτοβουλίες γιά στρατηγική ἑταιρικότητα, ἐνισχύουν τήν διαπραγματευτική θέση μας. Ἡ διπλωματία καί ἡ ἰσχύς στή συνολική διαχείριση τῆς κρίσης δέν εἶναι ἀνεξάρτητες ἐπιλογές, ἀλλά συμπορεύονται.
Ἑλληνοτουρκική προσέγγιση
Οἱ ἀπόπειρες προσέγγισης τῶν δύο χωρῶν μετά τό 1974 ἀπέβησαν ἄγονες. Εἶναι χαρακτηριστική ἡ διολίσθηση τοῦ ἐθνικοῦ συμφέροντος. Οἱ προσπάθειες τῶν ΗΠΑ, ΝΑΤΟ καί ΕΕ δέν μᾶς βοήθησαν, ἀντίθετα δημιούργησαν ρήγματα στό καθεστώς τοῦ Αἰγαίου (ἴδε Συμφωνία Davos καί Πρωτόκολλο Μαδρίτης).
Ἡ ἐξωτερική πολιτική μας χειραγωγήθηκε ἀπό ἐξωελληνικά κέντρα.
Προϋποθέσεις πού μποροῦν νά στηρίξουν μία τέτοια προσπάθεια εἶναι:
• Σεβασμός τοῦ εὐρωπαϊκοῦ προτύπου στήν ἐπίλυση διαφορῶν γιά τήν ὁριοθέτηση τῆς ὑφαλοκρηπίδας/ΑΟΖ.
• Ἀκύρωση τοῦ casus belli.
• Ἐπίλυση τοῦ Κυπριακοῦ. Ἑνιαία Κύπρος, ἀπομάκρυνση ξένων στρατευμάτων, δίκαιη κατανομή τοῦ ὑποθαλάσσιου πλούτου.
• Ἐπιστημονική, οἰκονομική, τουριστική συνεργασία.
• Τερματισμός τῆς διακίνησης παράνομων μεταναστῶν ἀπό τήν Τουρκική ἐπικράτεια πρός τήν Ἑλλάδα μέ ἀνοχή/ἐνθάρρυνση τοῦ τουρκικοῦ κράτους.
• Ἀπενεργοποίηση-ἀκύρωση τῶν MOUs καί MOEs, πού ἔχουν συμφωνηθεῖ.
• Μή παραβιάσεις τοῦ ἑλληνικοῦ ἐθνικοῦ χώρου στήν θάλασσα καί τόν ἀέρα.
• Ἀπομάκρυνση τουρκικῶν στρατιωτικῶν βάσεων στήν περιφέρεια τῆς Ἑλλάδας.
Θεωρῶ ὅτι τά βασικά ἐμπόδια στήν ἑλληνοτουρκική προσέγγιση εἶναι: Ὁ στρατηγικός στόχος τῆς Ἄγκυρας γιά ἐπέκταση σέ βάρος τῆς Ἑλλάδας καί τοῦ Ἑλληνισμοῦ, ἡ ἀπουσία κοινῶν συμφερόντων καί σκοπῶν καθώς καί ἡ ἄρνηση τῆς Τουρκίας νά ἀποδεχθεῖ καί σεβαστεῖ τό Δίκαιο θαλάσσης τό ὁποῖο εἶναι ἐπικυρωμένο ἀπό ὅλες τίς χῶρες τῆς ΕΕ.
Μία πρωτοβουλία τῆς Ἄγκυρας γιά ἀσφαλῆ ἐπιστροφή στήν Κωνσταντινούπολη, Ἴμβρο, Τένεδο τοῦ βιαίως ἐκδιωχθέντος Ἑλληνισμοῦ θά εἶχε προφανῶς θετική συμβολή στήν Ἑλληνοτουρκική προσέγγιση.
Πρακτέον
• Ἐνεργός, καί μέ ἐθνικό σχέδιο, συμμετοχή στήν διαμόρφωση ἀρχιτεκτονικῆς ἀσφαλείας στήν Μεσόγειο καί τίς προεκτάσεις αὐτῆς στήν Βόρεια Ἀφρική καί τήν Μέση Ἀνατολή.
• Ἔνταξη ἐθνικῶν στόχων στήν Εὐρωπαϊκή πολιτική ἀσφαλείας, ροῆς μεταναστῶν.
• Ἐμβάθυνση τῆς στρατηγικῆς ἑταιρικότητας μέ Γαλλία, ΗΠΑ, καί χῶρες τῆς περιοχῆς.
• Προώθηση τῆς ἀντίληψης γιά διαρκῆ ἤ ON CALL συγκρότηση ναυτικῆς μοίρας τῆς ΕΕ καί ἀνάπτυξή της στήν Ἀ. Μεσόγειο μέ βάση της τήν Κρήτη.
• Συνεχής ἀεροναυτική παρουσία τῆς Ἑλλάδας στήν Ἀνατολική Μεσόγειο. Περαιτέρω ἀνάπτυξη τῆς ναυτικῆς καί ἀεροπορικῆς βάσης τῆς Σούδας.
• Ἐνίσχυση τοῦ στόλου μέ σύγχρονες μονάδες.
• Διεκδίκηση ἀμυντικῆς βοήθειας ἀπό ΗΠΑ καί ΕΕ σέ σχῆμα δωρεάν δανεισμοῦ μονάδων καί συστημάτων ἤ καί χρηματοδότησης νέων ἀγορῶν.
https://www.estianews.gr/kentriko-thema/viosa-tis-pieseis-ton-ipa-to-1996-gia-mi-epektasi-ton-chorikon-mas-udaton/