Εντείνονται οι πιέσεις που ασκεί ο διεθνής Τύπος στη Βρετανία για την επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα στην Ελλάδα. Μετά το δημοσίευμα της Washington Post και η βρετανική Sunday Times τάσσεται υπέρ του αιτήματος της χώρας μας. Μάλιστα, η συντάκτρια των Sunday Times, Σάρα Μπάξετερ (Sarah Baxter), καλεί τον Βρετανό πρωθυπουργό, Μπόρις Τζόνσον, «να επιστρέψει τα γλυπτά στην Αθήνα γιατί εκεί ανήκουν», γεγονός που θα αποτελούσε «μια μεγάλη χειρονομία φιλίας και αλληλεγγύης». Χαρακτηρίζει το νέο μουσείο της Ακρόπολης «υπέροχο», και «πολύ πιο όμορφο από το χώρο χωρίς παράθυρα που αφιερώνεται στα γλυπτά στο Βρετανικό Μουσείο».
Επίσης, εκφράζει θαυμασμό για το αποτέλεσμα των εργασιών αποκατάστασης των γλυπτών που το μουσείο της Ακρόπολης έχει στην κατοχή του. Στη συνέχεια αναφέρεται στην ιστορία των γλυπτών ως εξής: «Δεν υπάρχει αμφιβολία, κατά τη γνώμη μου, ότι ήταν βανδαλισμός. Τα γλυπτά κατάφεραν σχεδόν να επιβιώσουν από τις καταστροφές του χρόνου, τους πολέμους και την έκρηξη μιας αποθήκης όπλων, όταν ο Έλγιν εμφανίστηκε στην Αθήνα στις αρχές του 19ου αιώνα ως πρεσβευτής στην Υψηλή Πύλη, στους Οθωμανούς κατακτητές. Μόλις εξασφάλισε την απαραίτητη "άδεια" για να αφαιρέσει αντικείμενα από τα ερείπια γύρω από τον Παρθενώνα (το αρχικό έγγραφο δεν βρέθηκε ποτέ, αν και υπάρχει μια "μετάφραση"), έστειλε εργάτες σε σκάλες να σπάσουν - με αμβλύ εργαλείο- τα μάρμαρα που βρίσκονται τώρα στο Βρετανικό Μουσείο».
«Ακόμη και τότε, η υποτιθέμενη πράξη διάσωσης θεωρήθηκε από κάποιους, όπως ο Λόρδος Βύρων, ως έγκλημα. Ο Έλγιν σχεδόν έχασε τα κιβώτια με τα μάρμαρα, όταν το πλοίο του βυθίστηκε στο ταξίδι προς τη Μάλτα και έπρεπε να διασωθούν από τον πυθμένα της Μεσογείου. Όχι μόνο αυτό, η επιθυμία του ήταν να κοσμήσουν το σπίτι των προγόνων του, το Broomhall House, για τη δική του δόξα, αναγκάστηκε όμως να τα πουλήσει στο κράτος όταν ξέμεινε από χρήματα (το σπίτι εξακολουθεί να έχει κομμάτια που το Βρετανικό Μουσείο δεν θέλησε να πάρει)», σημειώνεται χαρακτηριστικά.
Το άρθρο κλείνει αναφέροντας ότι ο Έλγιν είχε σκεφτεί να αποσπάσει και την Πύλη των Λεόντων των Μυκηνών, αλλά ήταν πολύ βαριά για να τη μεταφέρει. Η συντάκτρια του άρθρου πιστεύει ότι με την επιστροφή των Γλυπτών, η Μεγάλη Βρετανία θα επωφεληθεί με το δανεισμό σημαντικών αρχαιοτήτων από την Ελλάδα για περιοδικές εκθέσεις σε μια σταθερή βάση συνεργασίας και καλεί για άλλη μια φορά τον Βρετανό πρωθυπουργό Μπόρις Τζόνσον να επιδείξει την αγάπη του για τον αρχαίο κόσμο κάνοντας το σωστό.
Γλυπτά του Παρθενώνα: Το άρθρο της Washington Post
Σε άρθρο της με τίτλο «Επιστρέψτε στη θεά Ίριδα το σώμα της», η εφημερίδα Washington Post τάσσεται υπέρ της επιστροφής για τα γλυπτά του Παρθενώνα, στην Αθήνα, στην κοιτίδα του δυτικού πολιτισμού, τώρα που οι συνθήκες έχουν αλλάξει για την πάλαι ποτέ αυτοκρατορία της Αγγλίας. Πρόκειται για ένα άρθρο γνώμης, στο οποίο η υπογράφουσα Molly Roberts τονίζει ότι το αίτημα επιστροφής έχει αποκτήσει μεγαλύτερο βάρος τώρα που το Ηνωμένο Βασίλειο εγκαταλείπει την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Στο άρθρο μεταξύ άλλων αναφέρεται: «Όταν ο Τόμας Μπρους, έβδομος κόμης του Έλγκιν, και 11ος κόμης του Κινκαρντίν, ταξίδεψε στην Ακρόπολη στις αρχές της δεκαετίας του 1800, ως Βρετανός πρέσβης στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, ο Σουλτάνος λέγεται ότι του έδωσε την άδεια να “αφαιρέσει μερικά τμήματα λίθων με παλιές επιγραφές και μορφές”. Ο λόρδος το εξέλαβε ως άδεια να αφαιρέσει, περίπου, 17 αγάλματα από τα αετώματα, 15 μετώπες, και 247 πόδια (περίπου 75 μέτρα) της ζωφόρου από τον Παρθενώνα για να τα φέρει στην καλή μας Αγγλία. Οι καιροί όμως άλλαξαν και αυτό που θεωρούνταν πιο δικαιολογημένο τότε, σήμερα θεωρείται ευρέως ως μια ασυνείδητη πράξη». Σε μία έμμεση αναφορά στο Brexit, και υπεραμυνόμενη της επιστροφής των γλυπτών στην Ελλάδα, η συντάκτρια του άρθρου της Washington Post, διερωτάται: «Γιατί να παραμείνουν τα μάρμαρα στη φύλαξη της χώρας που επιμένει ότι ανήκει μόνο στον εαυτό της;» και σημειώνει: «Η Ελλάδα τιμάται σήμερα ως λίκνο του δυτικού πολιτισμού, και ποιοί παρά οι Έλληνες θα μπορούσαν να στεγάσουν τον πολιτισμό αυτό;».