Παρέμενε σε εφεδρεία ως τις 11 του Οκτώβρη που διατάχθηκε να περάσει τα σύνορα. Από την Λάρισα πέρασε τον Τύρναβο και την Ελασσώνα και προχώρησε βορειανατολικά προς τα Στενά της Πέτρας, ανάμεσα στον Όλυμπο και τα Πιέρια Όρη, βαδίζοντας στον δημόσιο δρόμο προς Κατερίνη.
Στις 13 Οκτωβρίου η Μεραρχία στάθμευσε στη Φουσκίνα. O Λοχαγός Κ. Μαζαράκης, αρχηγός των Σωμάτων των Προσκόπων, κινήθηκε ταχύτατα και κατέλαβε τα Στενά της Πέτρας, ασφαλίζοντάς τα, γιατί είχε την πληροφορία ότι δυνάμεις του Τουρκικού Στρατού θα κινούνταν προς την ίδια κατεύθυνση.
Με διαταγή του Μαζαράκη, ο Αλέξανδρος Δ. Ζάννα, συνάντησε τον Μέραρχο Κλεομένους στο χωριό Άγιος Δημήτριος και του παρουσίασε την τακτική κατάσταση και την ανάγκη άμεσης κίνησης της Μεραρχίας.
Ο Μέραρχος διέταξε αμέσως την αναχώρηση των μονάδων, που κινήθηκαν προς τα Στενά της Πέτρας, όπου έφθασαν το απόγευμα της 14ης Οκτωβρίου και στάθμευσαν στην θέση Καρακόλι.
Η 7η Μεραρχία, συνολικά επτά χιλιάδες στρατός, ενισχυμένη με ένα Τάγμα Κρητών και το 8ο Τάγμα Ευζώνων, είχε απέναντί της μια μικρότερη δύναμη του Τουρκικού Στρατού, περίπου τέσσερεις χιλιάδες, που είχαν την έδρα τους στην περιοχή του Γιδά.
Την Κατερίνη υπεράσπιζε στρατιωτική δύναμη 2.000 περίπου ανδρών, τεσσάρων Ταγμάτων πεζικού, μίας ορειβατικής Πυροβολαρχίας και μιας Ίλης Ιππικού, υπό την διοίκηση του Συνταγματάρχη Σουκρή Μπέη.
Στις 15 Οκτωβρίου, στις 5.30 το πρωί, εκδόθηκε η Διαταγή Επιχειρήσεων, με την οποία η Μεραρχία διαιρέθηκε σε δύο φάλαγγες:
Η μία φάλαγγα, αποτελούμενη από το 8ο Ευζωνικό Τάγμα υπό τον Λοχαγό Μαζαράκη και τέσσερα πολυβόλα, με οδηγό τον εθελοντή Γαλλία Λάππα από το Λιβάδι, διατάχτηκε να βαδίσει προς το Κίτρος περνώντας από το Χάνι της Μηλιάς, κινούμενη παράλληλα της αμαξιτής οδού. Η φάλαγγα αυτή, νωρίς το επόμενο πρωί επιτέθηκε με σφοδρότητα κατά των εχθρικών θέσεων στο χωριό Κρεμμύδι.
H άλλη φάλαγγα αποτελούμενη από το υπόλοιπο της Μεραρχίας διατάχτηκε να βαδίσει από την αμαξιτή οδό προς την Κατερίνη, έχοντας μπροστά το 21ο Σύνταγμα, αριστερά του το 20ό και πίσω το 19ο σαν εφεδρεία.
Η μία φάλαγγα, αποτελούμενη από το 8ο Ευζωνικό Τάγμα υπό τον Λοχαγό Μαζαράκη και τέσσερα πολυβόλα, με οδηγό τον εθελοντή Γαλλία Λάππα από το Λιβάδι, διατάχτηκε να βαδίσει προς το Κίτρος περνώντας από το Χάνι της Μηλιάς, κινούμενη παράλληλα της αμαξιτής οδού. Η φάλαγγα αυτή, νωρίς το επόμενο πρωί επιτέθηκε με σφοδρότητα κατά των εχθρικών θέσεων στο χωριό Κρεμμύδι.
H άλλη φάλαγγα αποτελούμενη από το υπόλοιπο της Μεραρχίας διατάχτηκε να βαδίσει από την αμαξιτή οδό προς την Κατερίνη, έχοντας μπροστά το 21ο Σύνταγμα, αριστερά του το 20ό και πίσω το 19ο σαν εφεδρεία.
Η φάλαγγα ξεκίνησε κατά τις 8.45 και γύρω στις δύο το μεσημέρι, κοντά στο Κολοκούρι, το 20ό Σύνταγμα δέχθηκε πυρά από τα βορειοδυτικά του χωριού.
Τούρκοι στρατιώτες είχαν κρυφτεί στο πυκνό δάσος της περιοχής και έβαλαν αιφνιδιαστικά, με αποτέλεσμα να πανικοβληθούν οι Έλληνες στρατιώτες και μάλιστα ένας Λόχος άρχισε να υποχωρεί.
Την κατάσταση έσωσε ο Διοικητής του Συντάγματος, ο Αντισυνταγματάρχης Δημήτριος Σβορώνος, που κάλπασε μπροστά εμψυχώνοντας τους Στρατιώτες του. Βλέποντάς τον έφιππο και με τα γαλόνια του, οι Τούρκοι έστρεψαν τα πυρά τους εναντίον του και ο γενναίος Σβορώνος τραυματίστηκε βαριά.
Συνέχισε όμως έφιππος να επιτίθεται, μέχρις ότου, βαλλόμενος διαρκώς, έπεσε.
Το γεγονός προκάλεσε απερίγραπτη συγκίνηση και πείσμωσε τους Έλληνες Στρατιώτες, Κερκυραίους και Ζακυνθινούς ως επί το πλείστον, οι οποίοι με αλαλαγμούς επιτέθηκαν ακάθεκτοι κατά των Τούρκων.
Η μάχη κράτησε πάνω από τρεις ώρες και τελικά οι Τούρκοι υποχώρησαν πέρα από τον ποταμό Πέλεκα προς την Κατερίνη, απ’ όπου συνέχισαν να βάλλουν κατά του Ελληνικού Στρατού ως την ώρα που σκοτείνιασε.
Στη μάχη αυτή, εκτός από τον ήρωα Σβορώνο, σκοτώθηκαν ο Υπασπιστής του 21ου Συντάγματος Υπολοχαγός Πεζικού Δημήτριος Νίκας, ο Λοχίας Βίγκος Θωμάς, οι Στρατιώτες Βασίλλας Γεώργιος, Σαράντης Αντώνιος και Ανευλαβής Βασίλειος και ο δεκαεπτάχρονος εθελοντής από την Κρήτη Κονταξάκης, ο οποίος μάλιστα είχε καταταγεί με ψευδή στοιχεία ονοματεπωνύμου και ηλικίας, ενώ τραυματίστηκαν οι Αξιωματικοί Κ. Καΐρης και Ιωάννης Καλατζής, ο Λοχίας Μανιάς και δεκαέξι Στρατιώτες.
Σαν νύχτωσε, η Μεραρχία διανυκτέρευσε δίπλα στο Κολοκούρι.
Στις τρεις τα ξημερώματα της 16ης Οκτωβρίου έφτασε Διαταγή του Γενικού Στρατηγείου να επιταχυνθεί η προέλαση και η 7η Μεραρχία να καταλάβει τις διαβάσεις του Αλιάκμονα προς το Νησέλι και προς το Γιδά, όπου και έπρεπε να αποκτήσει επαφή με την υπόλοιπη δύναμη του Στρατού της Θεσσαλίας.
Στις 5.30 το πρωί ο Μέραρχος εξέδωσε την Διαταγή Επιχειρήσεων, σύμφωνα με την οποία το 21ο Σύνταγμα στις 6 το πρωί πορεύτηκε προς την Κατερίνη με ένα Τάγμα, και το δεύτερο Τάγμα του πιο πίσω και δεξιά.
Το 20ό Σύνταγμα προχώρησε ΒΑ της Κατερίνης, ενώ το 19ο παρέμεινε πίσω στη διάθεση του Μεράρχου.
Το Πυροβολικό πήρε κατάλληλη θέση στα υψώματα στο Κολοκούρι για να υποστηρίζει τις κινήσεις του Πεζικού.
Η Μεραρχία πορεύτηκε χωρίς επεισόδια, αφού ο Τουρκικός στρατός και πολλοί από τους Τούρκους της Κατερίνης είχαν εγκαταλείψει τη νύχτα την πόλη.
Στις 7.30 το πρωί της Τρίτης 16 Οκτωβρίου 1912, τα Ελληνικά Στρατεύματα μπήκαν στην πανηγυρίζουσα Κατερίνη.
Στις 7.30 το πρωί της Τρίτης 16 Οκτωβρίου 1912, τα Ελληνικά Στρατεύματα μπήκαν στην πανηγυρίζουσα Κατερίνη.
Οι κάτοικοι από τα μπαλκόνια των σπιτιών και τις άκρες των δρόμων ζητωκραύγαζαν τον Στρατό που περνούσε από τις κεντρικές οδούς, τις σημερινές «7ης Μεραρχίας» και «Μεγάλου Αλεξάνδρου».
Έξω από τους Τούρκικους Στρατώνες περίμενε αντιπροσωπεία κατοίκων με επί κεφαλής τον Επίσκοπο Παρθένιο Βαρδάκα. Ένας Λόχος, με τη σημαία και τις σάλπιγγες, διέσχισε την ελεύθερη πόλη παιανίζοντας εμβατήρια και προκαλώντας ακράτητο ενθουσιασμό. Ταυτόχρονα, μπήκε στην Κατερίνη και ένα μικρό τμήμα Προσκόπων του Μαζαράκη.
Ο Τούρκικος πληθυσμός που παρέμεινε στην πόλη είχε τρομοκρατηθεί, φοβούμενος βιαιοπραγίες εκ μέρους του Στρατού, αλλά προστατεύθηκε απόλυτα.
Ο Τούρκικος πληθυσμός που παρέμεινε στην πόλη είχε τρομοκρατηθεί, φοβούμενος βιαιοπραγίες εκ μέρους του Στρατού, αλλά προστατεύθηκε απόλυτα.
Λαός και Στρατός, ανάμεσά τους και ο Τούρκος Δήμαρχος της Κατερίνης Μουχαρέμ Ρουστέμ, πήγαν στην εκκλησία της Θείας Ανάληψης, όπου τελέστηκε Δοξολογία για την απελευθέρωση της πόλης από τον Επίσκοπο.
Με ανάμικτα συναισθήματα κηδεύτηκαν οι ήρωες νεκροί της μάχης, καθώς και έξι άνδρες και τρεις γυναίκες που σκότωσαν φεύγοντας οι Τούρκοι.
Στη συνέχεια, ο Στρατός παρέδωσε τη διοίκηση της πόλης στον Λιβαδιώτη Γεώργιο Λαναρίδη και συνέχισε την καταδίωξη του εχθρού προς το Κίτρος.
Η εφημερίδα «Εμπρός» της 19ης Οκτωβρίου αναφέρει το τηλεγράφημα του Παναγιώτη Δαγκλή, Αρχηγού του Γενικού Επιτελείου Στρατού:
«Κοζάνη, 17 ώρα 6 μ.μ.
Η εφημερίδα «Εμπρός» της 19ης Οκτωβρίου αναφέρει το τηλεγράφημα του Παναγιώτη Δαγκλή, Αρχηγού του Γενικού Επιτελείου Στρατού:
«Κοζάνη, 17 ώρα 6 μ.μ.
Κατελήφθη την 16ην μετά τρίωρον μάχην η Αικατερίνη. Στρατός εξακολουθεί προελαύνων προς βορράν».
![]() |
Ο Τούρκος δήμαρχος της Κατερίνης |
Απόσπασμα από το βιβλίο του Fotis Sarantopoulos "Εμπρός δια της λόγχης - Η μεγάλη εξόρμηση 1912-1913", σ. 161-163