4.10.25

Η ασπίδα του Αχιλλέα για την οποία ο Όμηρος έγραψε 134 στίχους και η έννοια του Κόσμου

Η θρυλική ασπίδα του Αχιλλέα – Αρχαία Ελλάδα: Για την κατασκευή της ασπίδας του Αχιλλέα βοήθησαν ο Ήφαιστος, καθώς και ο Όμηρος. Πρόκειται για μία ασπίδα – έργο τέχνης. Γι’ αυτήν, ο Όμηρος έχει γράψει εκατόν τριάντα τέσσερις στίχους στην Ιλιάδα. Το συγκεκριμένο απόσπασμα έχει ονομαστεί από τους αρχαίους Έλληνες ως «οπλοποιία».

Έργο τέχνης

Στο έπος, ο Αχιλλέας έχει χάσει την πανοπλία του. Αυτό το γεγονός έλαβε χώρα, μετά το δανεισμό της στον Πάτροκλο. Ο Πάτροκλος σκοτώθηκε στη μάχη από τον Έκτορα. Εκείνος με τη σειρά του πήρε τα όπλα του ως λάφυρα. Η μητέρα του Αχιλλέα, η Θέτιδα ζήτησε από το θεό Ήφαιστο να σφυρηλατήσει μια καινούργια πανοπλία για το γιο της.
Όσον αφορά, το απόσπασμα που περιγράφεται η ασπίδα του Αχιλλέα, εκείνο αποτελεί ένα παράδειγμα «έκφρασης». Μάλιστα, επηρέασε πολλά μεταγενέστερα ποιήματα. Σε αυτά συμπεριλήφθηκε και η Ασπίδα του Ηρακλή. Μάλιστα, εκείνη αποδόθηκε στον Ησίοδο. Η περιγραφή του Βιργίλιου της ασπίδας του Αινεία είναι βέβαιο πως εμπνέεται από τον Όμηρο. Το ποίημα (σ.σ. Η ασπίδα του Αχιλλέα, 1952) από τον W. Η. Auden απεικονίζει την περιγραφή του Ομήρου σε όρους του 20ου αιώνα.
θρυλική ασπίδα του Αχιλλέα – Αρχαία Ελλάδα: Ακολουθούν φωτογραφίες από την ασπίδα του Αχιλλέα (σ.σ. η πρώτη) και εκείνη του Ηρακλή (σ.σ. η δεύτερη)






Από την ασπίδα του Αχιλλέα στην έννοια του Κόσμου

Η έννοια του Θανάτου στα Ομηρικά Επη εκφράζεται μέσα από πολλές και διαφορετικές εκδοχές. Πολύπλευρη είναι η προσέγγιση στο τέλος του ανθρώπου και στην εκτίμηση της μεταφυσικής διάστασής του στην Ιλιάδα και στην Οδύσσεια, είτε ως ωμά πραγματιστική με τους σκληρούς θανάτους των Αχαιών στο πεδίο της μάχης, κάτω από το άπλετο φως του ήλιου στην πεδιάδα της Τροίας, είτε ως μεταφυσική με την επικοινωνία που έχει ο Οδυσσέας με τους νεκρούς, στο βάθος της νύχτας και στα έσχατα του Κόσμου.

Πόλεμος, μάχη και μονομαχίες αναδεικνύουν την ανθρώπινη τρωτότητα στην Ιλιάδα, όπως και η επίμονη προσπάθεια επιβίωσης με αρνητική έκβαση μέσα στους αγριεμένους πόντους και στα επικίνδυνα πελάγη στην Οδύσσεια υπογραμμίζουν την μηδαμινότητα των βροτών, αλλά και το καταλυτικό της μοίρας τους. Μια ασθένεια, ένα ατύχημα ή μια μαχαιριά επιφέρουν τον θάνατο στο στρατόπεδο του συνασπισμού του Αγαμέμνονα και έτσι τελειώνει η ζωή εκείνων των οποίων διακόπτεται το νήμα της ζωής αναπάντεχα. Αυτή η κατάδειξη αιτίας και αποτελέσματος στον Ομηρο αποτυπώνει μια βιολογικού χαρακτήρα αντίληψη για τον Θάνατο. Η μαχαιριά σκοτώνει τον στρατιώτη, ο πνιγμός στη θάλασσα εξαφανίζει τον ναύτη και έτσι τελειώνει η ζωή τους. Συχνά οι θεοί και οι θεές μεριμνούν για τη σωτηρία κάποιων ή εκδικούνται κάποιους άλλους με το να τους αφανίσουν. Το τι επέρχεται μετά τον θάνατο για τον Ομηρο, αποκαλύπτεται σε άλλες περιγραφές που κάνει και εκεί ανοίγονται οι μεταφυσικές διαστάσεις, για τις οποίες απαιτείται, προκειμένου να γίνουν αντιληπτές, κάποιου είδους πίστη ή ένα είδος αρχαϊκής θεολογίας. Ωστόσο, η συνολική άποψη του Ομήρου, ή αν προτιμούμε, των Ομήρων, δηλαδή των ποιητών που συνετέλεσαν στη δημιουργία των λεγόμενων Ομηρικών Επών, για την εννοιολογία του Κόσμου που συμπεριλαμβάνει τον Θάνατο, αποτυπώνεται σε μια από τις ωραιότερες περιγραφές που διαβάζουμε στην Ιλιάδα και ταυτόχρονα στην παγκόσμια λογοτεχνία και δεν είναι άλλη από την περιγραφή της Ασπίδας του Αχιλλέα.

Αρχικά, ο Αχιλλέας δάνεισε όλη του την πανοπλία, μαζί και την ασπίδα του στον φίλο του Πάτροκλο, για να αντιμετωπίσει επάξια τον Εκτορα. Ο Εκτορας σκότωσε τον Πάτροκλο και έτσι πήρε την πανοπλία. Ανάγκη ήταν η Θέτιδα, θεά των πελάγων και μάνα του Αχιλλέα να παραγγείλει νέα όπλα για τον γιό της. Η καινούρια πανοπλία, που ετοιμάστηκε από τον Ηφαιστο στο εργαστήρι του, ήταν ακόμα λαμπρότερη από την πρώτη και ειδικά η στρογγυλή ασπίδα, η οποία κατασκευάστηκε από άργυρο, χρυσό, κασσίτερο και χαλκό σε αλλεπάλληλες στρώσεις και φιλοτεχνήθηκε στην εξωτερική επιφάνειά της με πλήθος εικόνων και παραστάσεων που όμοιές τους δεν είχαν γίνει ποτέ μέχρι τότε. Η προετοιμασία και η απόδοση της νέας αυτής περίτεχνης ασπίδας στον Αχιλλέα προοιώνισε τον θάνατό του και έτσι συνδέεται συμβολικά η δημιουργία της περίφημης ασπίδας με το τραγικό τέλος του ήρωα. Τι όμως το ιδιαίτερο έκανε αυτό το αντικείμενο αντάξιο αντιγραφής της περιγραφής του από αρχαίους και μεταγενέστερους ποιητές;

Ηταν στρογγυλή και τα τέσσερα διαφορετικής πυκνότητας, σύστασης και εμφάνισης μέταλλα που την συνιστούσαν την καθιστούσαν σύμβολο των τεσσάρων διαφορετικών ιδιοτήτων τους. Πέντε ομόκεντροι κύκλοι την όριζαν, από το κέντρο προς την περιφέρεια και σε κάθε κύκλο ο Ηφαιστος είχε αναπαραστήσει πέντε διαφορετικά εξελικτικά στάδια στη ζωή ενός ανθρώπου, σε σχέση με την προέλευση του Σύμπαντος, τη Γέννηση του ανθρώπου και τον Θάνατό του. Ο συμβολισμός του ανθρώπου ως άτομο και ως κοινωνικό σύνολο υποδήλωνε τη μετάβαση από το άτομο στην κοινωνία, αλλά πρώτα από όλα, στον ομφαλό της ασπίδας, περιγράφηκαν οι αστερισμοί και τα ουράνια σημεία που ορίζουν την προέλευση των πάντων και ταυτόχρονα τις αστρονομικές συντεταγμένες κάτω από τις οποίος ο άνθρωπος και η επί γης πλάση διάγουν. Ο ουράνιος θόλος, επομένως, είναι το επίκεντρο εκείνου που παρατηρεί την Ασπίδα του Αχιλλέα. Ο Ουρανός καλύπτει τη Γη σε μια πρωταρχική σύζευξη και την ορίζει ως ορίζοντα και όρια σε ύψος και σε πλάτος. Οι κύριοι πρωταγωνιστές του στερεώματος, ο Ηλιος και η Σελήνη, δίνουν τις εποχές και την αίσθηση του χρόνου, ενώ ανάμεσα στους αστερισμούς οι Πλειάδες εγκαινιάζουν την έναρξη των θαλάσσιων ταξιδιών και γενικότερα όλων των μετακινήσεων και με τη δύση τους σηματοδοτούν τη διακοπή τους λόγω του επερχόμενου χειμώνα. Το καθεστώς της αέναης κίνησης των άστρων και των πλανητών σε συνάρτηση με αυτή των ανθρώπων αποτελεί το σημείο εκκίνησης της Ασπίδας.

Στον δεύτερο κύκλο παρουσιάζονται οι άνθρωποι με τις δυο εκδοχές της ειρηνικής και της πολεμικής ζωής. Στη μεν πρώτη ξεδιπλώνεται ένας γάμος σε μια πόλη στην οποία βασιλεύει η κοινωνική ηρεμία. Χοροί και γλέντια φαίνονται, με ανθρώπους που χαίρονται και συμποσιάζονται τρώγοντας και πίνοντας, τραγουδώντας και παίζοντας μουσική. Η απόλυτη ζωή με έναν γάμο που πρόκειται να προσφέρει νέους ανθρώπους στην κοινότητα εκφράζει την κορύφωση της ανθρώπινης κυριαρχίας στον θάνατο και στη δυστυχία της έριδας. Μια άλλη επίσης εικόνα φαίνεται με τη διεξαγωγή μια δίκης σε δημόσιο χώρο, με ενάγοντες και εναγόμενους, κριτές και την Εκκλησία του Δήμου.

Εδώ, τονίζεται η αξία των νόμων, της άσκησής τους και της δικαιοσύνης που πρέπει να κυριαρχεί σε μια καλά οργανωμένη πολιτεία στην οποία ο δημόσιος λόγος, η δημόσια συμμετοχή και η επίδοση της δικαιοσύνης κυριαρχούν, με τάξη και λογική τακτοποίηση όσων εκτρέπονται της ομαλότητας. Παραδίπλα, όμως, ο Ηφαιστος φρόντισε να αναπλάσει τον βίο των ανθρώπων κατά την πολεμική σύρραξη και έτσι βλέπουμε την πολιορκία μιας πόλης, με εχθρούς που προσπαθούν να επιβληθούν με την κατάκτησή της και την καταπάτηση των νόμων και του δικαίου. Σφαγές και λεηλασίες, στρατιώτες και γυναικόπαιδα πολεμούν και συμπλέκονται με κυρίαρχα στοιχεία όλα όσα συνθέτουν τον Πόλεμο: μονομαχίες, ανδρείες και ενέδρες, σκοτωμοί κάθε είδους και γυναικόπαιδα που προσπαθούν να σωθούν πολεμώντας. Ενδιαφέρον είναι ότι σε αυτό το στάδιο του δεύτερου κύκλου παρουσιάζονται και οι Θεοί για πρώτη φορά, οι οποίοι θα συντρέξουν ή θα τιμωρήσουν, θα επιδώσουν το δίκαιο ή την καταστροφή σε όσους αδικούν. Η πιο άσχημη εικόνα της κοινωνίας των ανθρώπων εμφανίζεται σε όλο το μεγαλείο της χειρότερης εκδοχής της συμπεριφοράς της: θάνατος, ερήμωση, πείνα, απαγωγή, βιαιοπραγία, φωτιά και καταστροφή της πολιτείας.

Στον τρίτο κύκλο περιγράφεται η καθημερινή ζωή των ανθρώπων έτσι όπως εκείνοι την οργάνωσαν χάρη στην προστασία που προσφέρει η ειρηνική συνύπαρξη. Εδώ, φαίνονται οι εποχιακές γεωργικές παραγωγές κατά τη διάρκεια του έτους: Το όργωμα, η καρποφορία, ο θερισμός, ο τρύγος και οι αγρότες στους κάμπους δουλεύουν τη γη. Μια μορφή που μπορεί να είναι ο ηγεμόνας της κοινότητας, μαζί με τους υπηκόους του και τους δουλευτάδες της γης, χαίρονται με την παραγωγή και την ομαλή διεξαγωγή της κυκλικότητας σε μια πολιτεία ευνομούμενη. Η Φύση συντρέχει τους ανθρώπους στις εναγώνιες προσπάθειές τους όχι μόνο για επιβίωση αλλά και για ευτυχή και ομαλό βίο που φέρνει η σύμπνοια και η αλληλεγγύη μιας δεμένης κοινότητας.

Στον τέταρτο κύκλο έρχεται η σειρά των βοσκών που ποιμένουν τα ζώα τους στους αγρούς και ακολουθεί ένα επεισόδιο με κακή κατάληξη, δηλαδή, την επίθεση λιονταριών στα ζώα, ένα ενδεχόμενο πολύ πιθανό στην ποιμενική ζωή. Ο οργανωμένος κοινοτικός βίος, συχνά δέχεται ατυχίες και συμφορές, από τις οποίες οι άνθρωποι θα συνέλθουν μόνο με την ομαδική προσπάθεια και συμμετοχή στην αντιμετώπισή τους. Ο τέταρτος κύκλος που αφορά στην κτηνοτροφία η οποία συμπληρώνει την γεωργία ολοκληρώνεται με την σκηνή από χαρούμενο συμπόσιο στο κέντρο του οποίου ένας αοιδός τραγουδά τα έπη και τα κατορθώματα των ηρώων και των πολεμιστών που προστατεύουν την πολιτεία. Ετσι, την προκομμένη εργασία θα ακολουθήσει η απολαβή των αγαθών και η απόλαυσή τους κοινοτικά, από όλους όσους εργάστηκαν και μόχθησαν. Η αίθουσα του συμποσίου, με όλη την ευτυχία που προσφέρει μια επιτυχημένη παραγωγή, εκπέμπει το αποτέλεσμα της σύνθεσης νόμων, δικαίου, κοινής εργασίας, ειρήνης, υγιούς συνύπαρξης.

Στον πέμπτο και τελευταίο κύκλο, ο οποίος αποτελεί και την εξωτερική περιφέρεια της Ασπίδας αναπαρίσταται ο Μέγας Ωκεανός. Στον Μέγα Ωκεανό οι αρχαίοι Ελληνες τοποθετούσαν το έσχατο σύνορο του Κόσμου αλλά και το τέλος της επίγειας ζωής του ανθρώπου. Μέσα σε αυτόν τον Ωκεανό βρίσκονταν οι Νήσοι των Μακάρων, τόπο απόλυτης χαρίτωσης των ψυχών όσων είχαν ζήσει με τρόπο καθαρό και τίμιο. Ο πέμπτος κύκλος είναι η ουσία της εννοιολογικής εξήγησης της Ασπίδας του Αχιλλέα. Πρόκειται για το όριο που θέτει τη διέλευση σε κάτι μακρινό και απρόσιτο, σε μια κατάσταση που δεν βρίσκει αντιστοιχία στην παραπάνω ετήσια και ανακυκλούμενη ροή της ζωής του ανθρώπου αλλά αντίθετα την διακόπτει για να αρχίσει, επίσης, κυκλικά στην περιφέρεια του Κόσμου, η ζωή μετά θάνατον. Το κυκλικό σχήμα της ασπίδας συμμετέχει σε αυτή την ροή πράξεων και βιωμάτων που ο κατασκευαστής φρόντισε να εκφράσει, ενώ ο Ωκεανός που περιρρέει το εξωτερικό της και συνάμα την οριοθετεί και προβάλει το μέλλον των γενόμενων και την επιστροφή και πάλι στο κέντρο, στον ομφαλό της, δηλαδή στα ουράνια σχήματα, στους αστερισμούς της Μεγάλης Αρκτου, των Υάδων, των Πλειάδων και του Ωρίωνα που διέπουν και καθορίζουν το σύνολο του Νόμου του Σύμπαντος επί Θεών και ανθρώπων.

Η Ασπίδα του Αχιλλέα είναι μια παρένθεση που ανοίγεται στο έπος της Ιλιάδας για να διδάξει με έναν απτό και απλό τρόπο όσα πολύ αργότερα ο Πλάτωνας διδάσκει αρχικά στην Πολιτεία του και στη συνέχεια στους Νόμους του, ταυτόχρονα σε όλα του τα φιλοσοφικά έργα. Η Ζωή διέπεται από τους νόμους του Σύμπαντος και τη Νομοτέλεια. Η Νομοτέλεια και το Αντιπεπονθός ως μηχανισμοί αιτίας και αποτελέσματος, επικυρώνουν τον βίο των ανθρώπων και τον διέπουν και τον συντηρούν αιωνίως, όπως οι αστερισμοί και τα σημεία του ουράνιου θόλου επίσης εκφράζουν τον ερχομό και την επιστροφή, τη διέλευση και την επάνοδο. Οπως ο ήλιος και η σελήνη έρχονται και επανέρχονται σε συνάρτηση με τους ουράνιους νόμους, έτσι και ο άνθρωπος προέρχεται, έρχεται, διάγει και απέρχεται για να επανέλθει ως τμήμα αυτού του αχανούς και ασύλληπτου κύκλου που τρέφεται με τη ζωή και τον θάνατο για να επανασυσταθεί από τον θάνατο στη ζωή. Η κυκλικότητα στην οποία πίστευαν οι Αρχαίοι Ελληνες τους καθόριζε και τους πρόσφερε τη φιλοσοφία της αθανασίας της ψυχής, την πολιτειακή τους οργάνωση, την Εκκλησία του Δήμου με την κυκλικότητά της ως προς την σύσταση των οργάνων της, τη δημιουργικότητά τους σε κάθε γνωσιολογικό πεδίο, τις κοσμολογικές αντιρρήσεις τους και τις αθεράπευτα πειραματικές τους παρατηρήσεις. Διαχώρισαν τον βίο των κοινωνιών τους σε οργανωμένες πολιτείες, οι οποίες ακόμα και όταν αυτές ήταν βασίλεια και ηγεμονίες, εξακολουθούσαν εντούτοις να εποπτεύονται από γερουσίες, κληρωτά όργανα και τον ίδιο τον λαό. Κυκλικότητα όπως αυτή που περιγράφεται από τον Ομηρο στην Ασπίδα του Αχιλλέα είναι το νόημα ενός ολόκληρου πολιτισμού που έχει αφήσει ακόμα ζωντανά ουσιώδη ίχνη του συνταρακτικού περάσματός της. Η περιφέρεια της Ασπίδας είναι ρευστή και όχι στατική εφόσον αποτελείται από το νερό του Μεγάλου Ωκεανού που ρέει διαρκώς και εκφράζει τα λεγόμενα του Ηράκλειτου: τα πάντα ρει και ουδέν μένει. Η ρευστότητα του περιβλήματος της Ασπίδας του Αχιλλέα παραπέμπει στην αέναη κίνηση του σύμπαντος κόσμου ως ποταμός που κυκλικά ρέει και δημιουργεί μια σπείρα επιστροφής και επαναληπτικότητας σε όλα τα φυσικά φαινόμενα, επομένως αποκλείει τον θάνατο και ανατινάζει τα θεμέλιά του εκ προοιμίου.

Η διάσπαση, η αμφιβολία για το καταλυτικό του φυσικού θανάτου, η πίστη στη συνέχιση της ζωής σε πείσμα των εφήμερων φαινομένων της αποσάρκωσης και της σήψης, είναι πρακτική επιρροή και καθημερινή φιλοσοφία σε εκείνους τους μακρινούς χρόνους, διότι το εγγυάται η ίδια η Φύση, οι Νόμοι του Κόσμου και το συντρέχει το Δίκαιο των ανθρώπων.

Μέγας Ωκεανός: Θάνατος. Η εξόφληση μιας αιώνιας υποχρέωσης που συντρέχει την προϋπόθεση του βίου μας για να μπορούμε να επιστρέψουμε στα της Γης. Καμία υπόνοια φόβου ή αστάθειας. Καμία δόλια και σκοτεινή φοβέρα. Νόμοι επίγειοι και Νόμοι ουράνιοι εξασφαλίζουν τον Μέγα Κύκλο. Οχι ευθείες, όχι πορείες οριζόντιες αλλά σπειροειδείς σχηματισμοί. Οι προϊστορικοί πληθυσμοί στις λείες επιφάνειες των βράχων σκάλιζαν αυτές τις σπείρες και τους ομόκεντρους κύκλους. Χόρευαν σε μεγάλους κύκλους ενωμένοι όλοι μαζί σε συστοιχία ένωσης και συνύπαρξης. Τραγουδούσαν το αιώνιο επικείμενο. Εστηναν ναούς σε κύκλους και σε δαιδάλους που οδηγούσαν στο επίκεντρο και από εκεί διακλαδίζονταν και πάλι πίσω, στην έξοδό τους. Νυχτερινά ορειβάσια στα έρημα βουνά απέδιδαν ευχαριστίες στους αναλλοίωτους κανόνες του Σύμπαντος και συνέπρατταν στην διαιώνιση.

Η Ασπίδα του Αχιλλέα είναι απεικόνιση μιας πανάρχαιας φιλοσοφίας αυτής της διαιώνισης που πηγαία και φυσικά καταδείκνυε την ανυπαρξία του Θανάτου και έδινε νόημα στην ύπαρξη του Κόσμου.

* Δρ Σταύρος Οικονομίδης Adjunct Professor of Greek Archaeology Arcadia University, Glenside, USA – Διευθυντής της Ελληνοαλβανικής Αρχαιολογικής Αποστολής στο Τριεθνές των Πρεσπών //ekedimos@yahoo.gr




Ἰλιὰς Σ 

478-508, 541-549, 561-572, 590-608


Επήρε πρώτα πρώτα κι έφτιαξε ασπίδα στέρεη, γιγάντια,

δουλεύοντάς τη ολόκληρη με τέχνη·

την έδεσε ολόγυρα με λαμπερό τριπλό στεφάνι που άστραφτε

και απ᾽ αυτό εκρέμασε λουρί ασημένιο.480

Το σώμα της ασπίδας το έστρωσε πέντε φορές

και πάνω του χάραξε πολλά στολίδια με το σοφό μυαλό του.

 

Έβαλε μέσα τη γης, έβαλε τον ουρανό, έβαλε τη θάλασσα,

έβαλε τον ήλιο τον ακάμαντο και το φεγγάρι ολόγιομο,

κι όλα τα αστέρια που στεφανώνουν τον ουρανό,

τις Πλειάδες,1 τις Υάδες, τον στιβαρό Ωρίωνα,485

την Άρκτο, που τήνε λεν και Αμάξι,

που μένει εκεί γυρνώντας γύρω γύρω και παραφυλάει τον Ωρίωνα,

αυτή που μόνη δεν μοιράζεται τα λουτρά του Ωκεανού.1

Έφτιαξε και δυο θεσπέσιες πολιτείες ανθρώπων490

που τους δαμάζει ο θάνατος.

Στη μια γίνονταν γάμοι και ξεφάντωναν·

με λαμπάδες που φεγγοβολούσαν

έπαιρναν από τα δώματα τις νύφες

και τις οδηγούσαν μέσα από την πόλη,

ενώ ξεχυνόταν πλούσιο το τραγούδι του υμεναίου· 2

νεαροί χορευτές στροβιλίζονταν,495

και ανάμεσά τους ηχούσαν αυλοί και φόρμιγγες.

Οι γυναίκες στέκονταν στις πόρτες και θαύμαζαν.

Οι άντρες ήσαν συναθροισμένοι στον τόπο που συνάζονται·

εκεί είχε ξεσπάσει μια φιλονικία·

φιλονικούσαν δύο για το τίμημα κάποιου που σκοτώθηκε·

ο ένας προσφερόταν να το πληρώσει στο ακέραιο

και αυτό το έλεγε ανοιχτά στον κόσμο,500

όμως ο άλλος δεν δεχόταν τίποτα,3

και οι δύο ήθελαν να πάνε σε κριτή να κρίνει.

Το πλήθος μοιρασμένο εκραύγαζε

βοηθώντας και τον ένα και τον άλλο.

Και οι κήρυκες εκεί επάλευαν να κρατήσουν τον κόσμο·

οι γέροντες εκάθονταν πάνω σε λαξεμένες πέτρες

μέσα στον ιερό κύκλο4

και από τους κήρυκες με τις φωνές που γεμίζουν τον αέρα505

έπαιρναν και κρατούσαν στα χέρια τους σκήπτρα.

Οι δυο που μάλωναν έτρεχαν τότε μπροστά τους,

και αυτοί εκρίναν ένας ένας.

Στη μέση εκεί ακουμπισμένα στο χώμα

περίμεναν δυο τάλαντα χρυσάφι,

για να δοθούν σ᾽ εκείνον από τους κριτές

που θα ᾽βγαζε την πιο δίκαιη κρίση.

..............................................................................

Έβαλε και ένα νέο χωράφι ήμερο,541

γη καρπερή, απλόχωρη, οργωμένη τρεις φορές.

Πολλοί ζευγάδες εκεί μέσα πήγαιναν κι έρχονταν,

οδηγώντας τα ζευγάρια τους πέρα δώθε.

Και όταν γυρίζοντας έφταναν στην άκρη του χωραφιού,

ερχόταν τότες ένας άντρας και τους έδινε κρασί γλυκό σα μέλι·545

εκείνοι εγύριζαν στον όργο πάλι και πάλι,

γυρεύοντας να φτάσουν ως την άκρη του νέου χωραφιού

με το βαθύ χώμα.

Και το χωράφι πίσω τους εμαύριζε κι έμοιαζε οργωμένο,

ας ήτανε από χρυσάφι· ήτανε ένα θαύμα αυτό που έφτιαξε.

..............................................................................

Έβαλε αμπέλι όμορφο, χρυσό,

με κλήματα που ελύγιζαν από το βάρος του καρπού·

ήτανε μαύρα τα σταφύλια του και τα κλήματα πέρα ώς την άκρη

έγερναν πάνω σε ασημένιες βέργες.

Από τη μια κι από την άλλη έβαλε αυλάκι εβένινο

και γύρω το έκλεισε με φράχτη από κασσίτερο.

Εκεί οδηγούσε μονάχα ένα μονοπάτι,565

απ᾽ όπου περνούσαν εκείνοι που μετέφεραν τον καρπό,

όταν τρυγούσαν το αμπέλι.

Παρθενικά κορίτσια και νέοι ανύμφευτοι και ανέμελοι

σήκωναν σε πλεχτά καλάθια τον καρπό γλυκό σα μέλι.

Εκεί στη μέση κάποιο αγόρι έπαιζε με τη λιγυρή φόρμιγγα

μελωδίες που ξυπνούν τον πόθο και με την ηδυπάθεια της φωνής του570

τραγουδούσε θεσπέσια το τραγούδι του Λίνου.5

Εκείνοι ακολουθούσαν χτυπώντας όλοι με τα πόδια τους το χώμα

και λικνίζονταν τραγουδώντας και αλαλάζοντας.

..............................................................................

Εσκάλισε κι ένα χορό ο φημισμένος τεχνίτης με τα κυρτά πόδια590

όμοιο μ᾽ εκείνον που έφτιαξε κάποτε στην απλόχωρη Κνωσσό

ο Δαίδαλος για την καλλίκομη Αριάδνη.

Εκεί εχορεύαν νέοι ανύπαντροι και παρθένες βαρύτιμες,

κρατώντας ο ένας το χέρι του άλλου στον καρπό.

Οι γυναίκες φορούσαν αραχνοΰφαντα φορέματα,595

οι άντρες χιτώνες με τέλεια ύφανση, που αχνοφέγγιζαν από το λάδι.6

Εκείνες έφεραν ωραία στεφάνια, εκείνοι είχανε χρυσά μαχαίρια

που κρέμονταν από αλυσίδες ασημένιες·

με ασκημένα πόδια άλλοτες έτρεχαν αβίαστα,

όπως όταν ένας κεραμέας καθιστός600

δοκιμάζει ανάμεσα στις παλάμες του

το ζυγισμένο τροχό

να δει αν γυρίζει·

άλλοτε πάλι έτρεχαν σε δυο σειρές αντικρυστά.

Μέγα πλήθος όρθιο γύρω τους χαίρονταν τον χορό

που ξυπνάει τον πόθο· και δίπλα τους δυο ακροβάτες605

άρχιζαν το τραγούδι και στροβιλίζονταν εκεί στη μέση.

 

Έβαλε τέλος και το ακατάλυτο ποτάμι του Ωκεανού

πλάι στο ακρότατο στεφάνι της στερεής ασπίδας.

 

(μετάφραση Θ. Κ. Στεφανόπουλος)