15.8.25

ΕΡΑΝΙΖΟΝΤΑΣ ΜΕΡΙΚΑ ΑΝΘΗ ΕΥΛΑΒΕΙΑΣ ΤΗΣ ΠΟΙΗΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΝΑΓΙΑ.Γράφει ο Σταμάτης Παγανόπουλος

A piece of my art : "Σπουδή του προσώπου της Παναγίας από το το έργο του Λεονάρδο Ντα βίντσι "Παναγία των Βράχων"(Mixed media,30x40)
Η αγιότητα της Παναγίας στοιχειοθετεί τον πιό υψηλό βαθμό τελειότητας γιά τον άνθρωπο. Το μέγεθος της αγιότητας της Παρθένου αποτυπώνεται καί εκφράζεται με αισθητική λεπτότητα στην υμνολογία καί την αγιογραφία της Εκκλησίας , πού κράτησε ξεχωριστή θέση γιά τήν Θεομήτορα. Τά θεοτόκια, oι Χαιρετισμοί, τα εγκώμια, αλλά καί οι εόρτιες ακολουθίες, όπως καί οι εγκωμιαστικές ομιλίες των αγίων Πατέρων καί των εκκλησιαστικών συγγραφέων μαρτυρούν τη θέση της στην εκκλησιαστική παράδοση. Το ίδιο επιβεβαιώνει θριαμβικά καί η βυζαντινή αγιογραφία πού απέδωσε με εκπληκτική ευαισθησία στις απεικονίσεις της την αγιότητα, τη στοργή καί τήν αγάπη της γιά τον πιστό, πού την αποδέχεται ως Μητέρα όλων των ανθρώπων ως Μεσίτρια, ως Παραμυθία, ως Αγία Σκέπη . 
Η ιδιότυπη αυτή έκφραση τιμής προς το πρόσωπο της Παρθένου, αλλά καί η άλλη, η πιό γνωστή ως δοξολογική καί εγκωμιαστική, εκπροσωπούν πτυχές της ορθόδοξης ευλάβειας, πού είτε ταπεινά καί αθόρυβα είτε θριαμβικά εξύμνησαν καί εξυμνούν το μεγαλείο της, αποδίδοντας τήν πρέπουσα τιμή στό αγιασμένο της πρόσωπο. Η Παναγία ύπήρξε πάντα άντικείμενο άγάπης καί τιμής άπό τούς Έλληνες που της έδωσαν πλήθος προσωνυμιών έκτισαν και αφιέρωσαν πάμπολλους ναούς , μεγάλο πλήθος ξωκκλησιών, της αφιέρωσαν το όρος Αθως ,το Αγιου Όρος, να τόχει σαν «περιβόλι της» .
Η Παναγία στέκεται πηγή έμπνευσης γιά πολλούς σημαντικούς ποιητές μας, πού τής άφιερώνουν βιβλία ολόκληρα, αύτοτελείς συνθέσεις και συχνές άναφορές. Η Θεοτόκος γενικά είναι ένα μοτίβο, πού έπανέρχεται συχνά στή νεοελληνική ποίηση.
Η Παρθένος Παναγία, η Αμίαντος, η Νύμφη η Ανύμφευτος, η Παντάνασσα Θεοτόκος, η Πανάγαθος και Ελεήμων, το Ρόδον το Αμάραντον με τα χιλιάδες άλλα προσωνύμια και επιθετικούς χαρακτηρισμούς που σχετίζονται με παραδόσεις και θρύλους, ακόμα ζωντανούς στην ψυχή του ελληνικού λαού, αποτελεί πάντα την ανθρώπινη καταφυγή. Δεν αντιμετωπίζεται μόνον ως μία πανίερη λατρευτική μορφή, αλλά αποτελεί το δοχείο των ανομολόγητων, κρυφών και φανερών εξομολογήσεων του κάθε Χριστιανού. Στην Παναγία, ως αρχέτυπη μορφή, αποδίδονται χαρακτηριστικά που προκύπτουν ως βίωση της μητρότητας, της χαράς, της λύπης, του καθημερινού αγώνα, της στέρησης, της λύτρωσης, του αποχωρισμού και της ελπίδας. Είναι η ταύτιση του ανθρώπου με το θεϊκό ιδανικό του. Ετσι, η Παρθένος Μαρία εμπνέει την ποιητική φαντασία. Γίνεται λόγος και προσευχή, αίνος και εγκώμιο, συντροφεύει σε θάλασσες και σε στεριές, σε ανθισμένους κάμπους και σε ερημικές βραχοσπηλιές τους ταξιδευτές της ζωής .
Η ελληνική ποιητική παραγωγή, τόσο σε επίπεδο βυζαντινής υμνογραφίας, λαϊκής μούσας και δόκιμης, ατομικής παραγωγής όσο και στις καλλιτεχνικές αναζητήσεις και διαδρομές της, συμπεριέλαβε διαχρονικά, το ιερό πρόσωπο της Παναγίας , σαν σύμβολο καταφυγής σε στιγμές προσωπικού ή εθνικού πόνου, σαν σύμβολο του κάλλους και της μητρότητας. Σ ' αυτή την ανάρτηση ,ως α π λ ό ς ε ρ α ν ι σ τ ή ς, αναζητώ μέσα στο απέραντο κήπο της νεοελληνικής κυρίως ποίησης -μη τολμώντας ούτε κατά διάνοια να προσεγγίσω στον μεγάλο κήπο της Εδέμ της υμνογραφίας της Θεοτόκου-μ ε ρ ι κ ά α π ό τ α ά ν θ η ευλαβείας πρός την Παναγία ,που δώρισαν με την πρέπουσα ευλάβεια και αγάπη σπουδαίοι Ελληνες ποιητές στη χάρη της .
Ξεκινάμε από το εξαιρετικό μελέτημα « Η Παναγία εις τήν Νεοελληνικήν Ποίησιν», ενός εκ των σημαντικότερων Ελλήνων φιλολόγων ,του καθηγητή της μεσαιωνικής και νεότερης ελληνικής λογοτεχνίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, Γεωργίου Θ. Ζώρα ,που παραμένει πάντοτε ένας πολύτιμος οδηγός στη μελέτη του θέματος που μας ενδιαφέρει ,αν και περιορίζεται σε παλαιούς σχετικά ποιητές , όπως :Βαλαωρίτη ,Σούτσο,Σικελιανό,Παπαδιαμάντη, Προβελέγγιο, Δροσίνη, Πορφύρα, Πολέμη, Βάρναλη,Αργυρόπουλο,Μαμμέλη, Κουκούλα,Βερίτη κ.α.,με αρχική αναφορά στη μικρή ποιητική συλλογή των μαθητών του Φλαγγινιανού Ελληνομουσείου, με τίτλο «Άνθη ευλαβείας" , που εκδόθηκε το 1708 στη Βενετία , με κύριο θέμα την Κοίμηση της Θεοτόκου , γραμμένα στην αρχαία ελληνική, τη λατινική, την ιταλική και τη νέα ελληνική γλώσσα).Για μια χρήσιμη ανάγνωση παραπέμπω :
(http://www.myriobiblos.gr/.../theotokos_2002_zoras.html).
Ο αναμφισβήτητος πατέρας της νεοελληνικής ποίησης ,ο Διονύσιος Σολωμός,από το δεκαπεντασύλλαβο του δημοτικού τραγουδιού στην διασταύρωσή του με την λόγια παράδοση, στο χωνευτήρι μιας ιδιοφυούς ποιητικής ιδιοσυγκρασίας, ανθίζει η γλώσσα του εθνικού μας ποιητή. Με βαθύτατη χριστιανική πίστη, παρά το ότι στην ποίησή του ελάχιστα είναι τα ποιήματα με καθαρώς θρησκευτικά θέματα, όντας νέος παλεύει για τον απεγκλωβισμό του από την ιταλική γλώσσα και την διαμόρφωση της δικής του ελληνικής ποιητικής. Ωστόσο στις περίφημες Rime improvvisate, στα νεανικά του δηλαδή σονέτα γραμμένα στην ιταλική κατ΄απομίμηση των προτύπων του Μοnti, του Mantzoni και άλλων, τα περισσότερα ποιήματα έχουν ως θέμα τους την Θεοτόκο Μαρία, σε όλες τις φάσεις της ζωής της. Το σονέτο La Castita (η αγνότητα) αναφέρεται στην μετάσταση της Θεοτόκου:
“Ανοίγει μές στο μυστικό περβόλι ένα ρόδο λαμπρό την κονταυγή βεργολυγώντας πάνω στο στελέχι του, ολότελα κρυμμένο μές στα φύλλα του, που γίνονται παρθενική σκέπη της ντροπαλοσύνης του. Μέσ΄από κείνα μόλις που σταλάζει και κάθεται απάνω του άχραντη δρόσο τ΄ουρανού, και μόλις που τολμά τα φύλλα αυτά να τα φιλήση ο ζέφυρος ο πιο αγνός με την ερωτική πνοή του. Όποιος μ΄αυτό την άσπιλή του κόμη ανθοστολίση, θα σκεπαστή όλη η όψη του με την παρθενικότητα, που τόσο χαίρεται σ΄αυτήν η πρώτη αγάπη. Με το ρόδο αυτό πλέξανε στεφάνι οι Άγγελοι, όταν έφτασε στον Παράδεισο η Δέσποινα, που για κείνην, ύστερ΄από το Θεό, αγάλλονται οι ουρανοί.”
Ο Παλαμάς στα τρία περίφημα κείμενά του για τον λυρισμό του “εμείς”, του “εγώ”, και των “όλων”, εξηγεί ότι το λυρικό αίτημα είναι αίτημα υπέρβασης και συνομιλίας με τις πνευματικές παρακαταθήκες. Μέσα στο μείζον λυρικό του αρχιτεκτόνημα υπάρχουν αρκετά ποιήματα δεητικά προς την Παναγία. Το χαρακτηριστικότερο ίσως είναι από την "Ασάλευτη ζωή" (1920), "Η Παναγιά στην Κόλαση ":"Το άρμα ξεκινάει, το σέρνουν/ πνεύματα χερουβικά, /λάμπει η Παναγιά στην Κόλαση./ “ Έλεος, Λιόκαλη Κυρά!” /Ω οι δαρμοί των κολασμένων/ μες στην αβυσσόθρεφτη φωτιά…/Κι έξαφνα γρικιέτ’ ένα παράπονο/ και περήφανα ξεσπά:/“Ειμ’ εγώ που λάτρεψα τον ήλιο,/ γι’ αυτό μ’ άρπαξε και η Νύχτα;Πες μου Λιόκαλη Κυρά!/ Της ζωής το φως που βύζαξα μου ’γινε αγκαλιά της Κόλασης/ και φιλί του Σατανά;”.   
Ο όγδοος λόγος από το μακροσκελές επικό ποίημά του Παλαμά , το περίφημο "Η Φλογέρα του Βασιλιά ", είναι αφιερωμένος “στην ζήση και την κοίμηση της Αγίας Κόρης”, όπως την ονομάζει :
"Η γνώμη του υποταχτικιά, ρέμπελος πάντα ο νους του και μάθημα/μονάκριβο, και θησαυρό σοφίας,/κράτησε ο νους του ανάξιου και μουρμουρίζοντάς το τα χείλια/τρεμοσάλευε πάσα ώρα, στιγμή πάσα,/ξυπνώντας με το σήμαντρο, πλαγιάζοντας με του ήλιου στο γέρμα, στον/εσπερινό, /στην αγρυπνιά, στον όρθρο, στο αρχονταρίκι, στο ναό, στην/κέλλα, στο τραπέζι,/μόνο ένα /μάθημα ακριβό, παρμένο σε δυο λόγια :του αγγέλου το χαιρετισμό στην Κεχαριτωμένη ".
Ο Αγγελος Σικελιανός, κληροδότησε στις επόμενες γενεές ένα τεράστιο και ανεκτίμητο ελληνοκεντρικό και θεοκεντρικό πνευματικό έργο. Στο ποιητικό του έργο "Λυρικός Βίος" (Ικαρος,2008) ανιχνεύουμε διάσπαρτα στοιχεία χριστιανικής λατρείας και δύο καθαρά θρησκευτικής πνοής ποιήματα : το "Πάσχα των Ελλήνων" και το περίφημο "Μήτηρ Θεού", αφιερωμένο στην Θεοτόκο.Μικρότερης έκτασης ποιήματα για την Παναγία είναι : "Παρηγορίτισσα","Η Παναγιά της Σπάρτης" ,"Δεκαπενταύγουστο του 1940" και ο "Υμνος στην Παναγιά".Ιδού μία στροφή από το τελευταίο :"..Στεριά, νησιά και πέλαγα, μια Κόρη και μια Μάννα,/η Ελλάδα, στην αθάνατη, γονατιστή, πλαγιά/που τρέμει μπρος της η άβυσσο, ακούοντας την καμπάνα,/τα θεόρατα τα μάτια Σου στυλώνει, Παναγιά!".
Ο Κωνσταντίνος Καβάφης στο ποίημά του «Δέησις» κατορθώνει να παρουσιάσει τη λύπη που αισθάνεται η εικόνα της Παναγίας, για τη μεγάλη απώλεια της μητέρας και με οκτώ μόλις στίχους κατορθώνει να αναδείξει τη διάσταση που υπάρχει ανάμεσα στην επιθυμία των ανθρώπων να βρίσκονται υπό τη συνεχή προστασία του Θεού και στη σκληρή, μα αναπόφευκτη, πραγματικότητα του θανάτου: " ...Η θάλασσα στα βάθη της πήρ’ έναν ναύτη.—/Η μάνα του, ανήξερη, πηγαίνει κι ανάφτει/στην Παναγία μπροστά ένα υψηλό κερί/για να επιστρέψει γρήγορα και να ’ν’ καλοί καιροί /και όλο προς τον άνεμο στήνει τ’ αφτί.--Αλλά ενώ προσεύχεται και δέεται αυτή,/η εικών ακούει, σοβαρή και λυπημένη,/ξεύροντας πως δεν θά ’λθει πια ο υιός που περιμένει ".
Στο "Νιχώρι" (που ανήκει στα "Κρυμμένα Ποιήματα ,1882–1923" ),το χωριό του Βοσπόρου και γενέτειρα των Κωνσταντινουπολιτών γονιών του- και συνάμα το μέρος όπου οΚαβάφης είχε περάσει μερικά από τα ωραιότερα, νεανικά του χρόνια -δείχνει το στίγμα του με την αναφορά μιας εκκλησίας της Παναγίας :"....Πως αγαπώ υπερβολές, ω ξένε, μη νομίσεις./Υπάρχουν τόποι εύφοροι πολλοί και καρποφόροι./Πλην έχουν κάτι χωριστό, και συ θα ομολογήσεις,-/καρποί και άνθη στο Νιχώρι./Εάν στης Κουμαριώτισσας της Παναγίας θελήσεις/την εκκλησία να μπεις μ’ εμέ, φανατικός συγχώρει/αν είμ’ εκεί. Άλλην, θαρρώ, χάριν οι παρακλήσεις/έχουνε στο πιστό Νιχώρι ".   
Σε κάθε σχεδόν ποιητική συλλογή τού Οδυσσέα Ελύτη, η Παναγιά έρχεται καί ξανάρχεται δεμένη πάντα μέ τό Αιγαίο, τό πέλαγος πού συμβολίζει τη δύναμη καί την καρτερία τής Ρωμιοσύνης . Στούς "Προσανατολισμούς " κιόλας τραγουδούσε:"Με το καΐκι καί μέ τά πανιά της/Παναγίας/Εφυγαν κατευόδιο των άνέμων.../Στα πρώτα σπλάχνα του ο καιρός./Μπορείς να δείς ακόμη/Πριν απ' την αρχική φωτιά την ομορφιά/της άμμου/ Οπου έπαιζες τόν όρκο σου κι όπου/είχες την ευχή/ Εκατόφυλλη, άνοιχτή στόν άνεμο της/Παναγίας".
Στό άριστουργηματικό " Αξιον Εστί" η Παναγία μνημονεύεται καί πάλι μαζί με τό έλληνικό πέλαγος:"Οι σημαντόρες άνεμοι πού ιερουργούν/πού σηκώνουν το πέλαγος σά Θεοτόκο/πού φυσούν καί άνάβουνε τά πορτοκάλια/σφυρίζουν στα όρη κι έρχονται/Ο Μαΐστρος, ο Λεβάντες, ο Γαρμπής, ο Πουνέντες,/ο Γραίγος, ο Σιρόκος, η Τραμουντάνα, η Όστρια..."
Στόν "Ηλιο τον Πρώτο», άλλη σημαντική συλλογή του, η Παναγία δένεται περισσότερο μέ τό πέλαγός μας:" Κι ή Παναγία χαίρεται ή Παναγία/χαμογελά/Τό πέλαγο έτσι πού κυλάει βαθιά πόσο/της μοιάζει..."
Ο Τάκης Παπατσώνης , ο οποίος συγκαταλέγεται στη χορεία των ποιητών που, αν μη τι άλλο, άφησαν ένα διακριτό στίγμα στη νεοελληνική ποίηση , στίς «Λιτανείες τής Παναγίας»((Εκλογή Α' και Β',Ursa minor ,Ικαρος,1988) ,υμνεί την Παναγία :" ...Ω Κιβωτέ σιωπηλή, ω μεγάλη Αδελφοσύνη που μας ενώνει. Η Παναγία όλο Γαλήνη. Διαθήκη καινούργια με μια Παρθένο! Παρθένο ταπεινήν, ως το πρώτο τυχόν δένδρο! Διαθήκη του γλυκού ασπασμού όλων προς όλους, έξω από μάταιες εντρύφησες και δόλους[...]” και στον «Ρεμβασμό Δεκαπενταύγουστου» “[...]τι απέραντη είναι η αγκαλιά της μητέρας, να συναθροίσει πάλι εκ περάτων όλους εκείνους, που με σέβας πολύ θα σταυρώσουν τα χέρια της Κόρης με συνοδεία των αγγέλων, με ηχητικές αρμονίες και θα ενεργήσουν όπως αξίζει την ταφή της, ανοίγοντας το δρόμο για την καθέδρα τ' ουρανού, όπου η αδιάκοπη Παράκληση. Ενώ τα δέντρα τα ευσκιόφυλλα στη λιτάνευση, καθώς το Σώμα περνάει της Βασίλισσας, ριγούντα και φρίττοντα, θα συγκλίνουν για προσκύνηση σκορπώντας τη δροσιά τους με το ανέμισμα[...]”.
Ακόμη πιό ζεστή είναι μιά άπό τις ευτυχέστερες εμπνεύσεις τού Δημήτρη Φερούση στή "Μαρία Θαλασσινή" («Ή Τρίτη Ωρα» ,Ζαχαρόπουλος, 1980) .Στο ποίημα αυτό διακρίνεται αδρότητα, συγκινησιακός συνειρμός καί έντονη αίσθηση αίγαιοπελαγίτικου χώρου. Παραθέτω μόνο τήν πρώτη καί τελευταία στροφή του: "Μέ τήν Παναγιά χέρι χέρι/περπάτησα όλο τό Αιγαίο/Βγήκα στις άκτές τού Νοτιά/καί στ' άκρωτήρια τών άνέμων/Πήρα βήμα βήμα/τά μελτέμια τών καρδιών/κι έφαγα μαζί τους νεράτζι θαλασσινό.../Μέ τήν Παναγιά χέρι χέρι/περπάτησα όλο τό Αιγαίο/Στά μάτια της/είναι γραμμένα δρομολόγια καί τόξα/Θαλασσινή γλαυκή Κυρά/εισ ’ ό μαγνήτης κι ή βελόνα τής/πυξίδας/Εσαι ή σάρκα του άγέρα πού φυσά/Χαϊρε τιμόνι τής καρδιάς/καί τής έλπίδας".
'Αληθινή ζωγραφιά είναι τό μικρό ποίημα πού μέ τόν τίτλο «Ή Χαρά τής Παναγιάς», που έγραψε ένας άπό τούς άξιολογότερους σύγχρονους ποιητές μας ό Νικηφόρος Βρεττάκος ( Οδοιπορία, ,Εκδ.Διογένης,1972) μια ομορφιά άνείπωτη δοσμένη οέ στίχους: « Η Παναγία χτενίζει τα χρυσά της/μαλλιά/στο μικρό της παράθυρο/μιά/θαλασσιά πεταλούδα πετά γύρω άπ’ τη/μία της/πλεξούδα πού κρέμεται./Βασιλεύει ο ήλιος./Ο Ιωσήφ ανεβαίνει πιό ψηλά, νά της/κόψει ένα κόκκινο άνθος».
Δε μπορούμε να μη σταθούμε στον μεγάλο μας ποιητή, τον απόλυτο υμνητή της Ρωμιοσύνης, τον Γιάννη Ρίτσο, έναν πνευματικό δημιουργό πολυδιάστατο, με έργο παγκοσμίου βεληνεκούς, ο οποίος έσκυψε να αφουγκραστεί με καημό τις λαχτάρες και τους αγώνες του Γένους. Ας δούμε ένα απόσπασμα από το ποίημα του Ρίτσου " Απο το Ονειρο του Καλοκαιρινού Μεσημεριού : "...Όταν περνούσε η Παναγία σιωπηλή κάτου απ’ τα δέντρα/κανένας δεν την άκουσε/Τα σκυλιά δε γαυγίσαν στις αυλόπορτες./Μονάχα τα τριζόνια τη χαιρέτισαν,/κι ένα μεγάλο αστέρι χτύπησε/σε μια χορδή κάποιο άγνωστο τραγούδι/που τ’ ακούσαν μόνο τα παιδιά στον ύπνο τους/και γύρισαν απ’ τα’ άλλο τους πλευρό χαμογελώντας ".
Σ ' ένα απο τα πιό σημαντικά έργα του ,στην "Κυρά των Αμπελιών" την παρομοιάζει με την Παναγία :"...των Αμπελιών, που σ’ είδαμε πίσω απ’ το δίχτυ του πευκόδασου/να συγυρίζεις με το χάραμα τα σπίτια των αϊτών και των τσοπάνων,/πάνου στη φούστα σου ο αυγερινός διάνευε τους πλατιούς ίσκιους των/κληματόφυλλων, δύο αγουροξυπνημένες μέλισσες κρεμόντανε στ’ αυτιά σου σκουλαρίκια/Και τα πορτοκαλάνθια σου έφεγγαν τη μαύρη, την καμένη στράτα./Κυρά μελαχροινή, που η αντηλιά σου χρύσωσε τα χέρια σαν της Παναγιάς/το κόνισμα...."
Ο Κώστας Βάρναλης , με έντονο το ρεαλιστικό στοιχείο στις αναζητήσειςτου, μολονότι υπήρξε θεωρητικός οπαδός του υλισμού, μας έχει χαρίσει το μεγάλο ποίημα “Οι Πόνοι της Παναγιάς". Ο λόγος του είναι συγκλονιστικός, σπαραχτικός. Η Παναγιά παρουσιάζεται σα μια συνηθισμένη λαϊκή μάνα που θρηνεί για τα βάσανα του γιου της. Είναι ένα ποίημα υψηλής δραματικής αξίας και, έχει αναγνωριστεί ως το ωραιότερο ποίημα που γράφτηκε στην ελληνική γλώσσα για την Παναγιά και το Θείον Πάθος:"Πού να σε κρύψω, γιόκα μου, να μη σε φτάνουν οι κακοί;/Σε ποιο νησί του Ωκεανού, σε ποιάν κορφήν ερημική;/Δεν θα σε μάθω να μιλάς και τα’ αδικο φωνάζεις./Ξέρω, πως θα’ χεις την καρδιά τόσο καλή, τόσο γλυκή,/Που με τα βρόχια της οργής ταχιά θενά σπαράξεις./__Κι αν κάποτε τα φρένα σου το Δίκιο, φως της αστραπής,/κι η σου κτυπήσουνε, παιδάκι μου, να μην το πεις./Θεριά οι ανθρώποι δεν μπορούν να το σηκώσουν./Δεν είναι αλήθεια πιο χρυσή απ’ την αλήθεια της σιωπής./Χίλιες φορές να γεννηθείς, τόσες θα σε τόσες θα σε σταυρώσουν ".
Η Κική Δημουλά στό ποίημα «Παραφασάδα» , εμπνεέται αντικρύζοντας την εκκλησία της Ελευθερώτριας στην Ανω Κηφισιά και γράφει : "... Το τοπίο ομαλά κυλάει απ’ τις γύρω κορφές κι εκβάλλει στο παράθυρό μου. /Οι πιο ψηλές κορφές ων πεύκων εξέχουν /κι είναι σαν τα παιδιά που παίρνουνε στον ώμο στις παρελάσεις για να βλέπουν:/ Η Παναγιά η Ελευθερώτρια τραβάει κουπί μέσα στην πάχνη,/ κι η καμπάνα ξεχνάει να πει άφες αυτοίς. /Τα πουλιά ωραία σκορπίζονται στην απλή των φτερών τους θρησκεία, κι ο Υμηττός στο μισομπλέ μυστικισμό του /απωθεί την χωμένη στα πόδια του Μαγδαληνή ομίχλη.
Ο Νίκος Καββαδίας στον αυτοβιογραφικό «Κοσμά του Ινδικοπλεύστη» απο τη συλλογή "Τραβέρσο" ( Εκδ.Αγρα,1990) γράφει : "...Εκεί, Ταμίλες χαμηλές που εμύριζαν βαριά, /Σιγκαλινές με στήθη ορθά, τριγύρω σου λεφούσια. /Εδώ ζυγίζεις το κορμί με τ’ αχαμνά μεριά/ Και προσκυνάς τη Δέσποινα τη Γαλακτοτροφούσα./ Πήγες εκεί που εδίδασκε το πράσινο πουλί,/ όπου της μάγισσας ο γιος θ’ αντάμωνε το στόλο./ Έλυνε κείνος με σπαθί όσα η γραφή διαλεί. Μα συ ξηγάς τα αινίγματα καινούργιων Αποστόλων ".
Στο εξαιρετικό ποιητικό βιβλίο μέ τόν τίτλο «Ταπεινός αίνος πρός την Παρθένο Μαρία» (Θεσσαλονίκη 1977) γ ρ α μ μ έ ν ο μ έ τ ό χ έ ρ ι κ α ί σ τ ο λ ι σ μ έ ν ο από τόν Άργύρη Κούντουρα έδωσε ό γνωστός ποιητής τής Θεσσαλονίκης Τάκης Βαρβιτσιώτης, άνθίζει ή εύλάβεια τοϋ ποιητή πρός τήν Κεχαριτωμένη:«'Αχτίδα Έσύ τοϋ ρυακιοϋ,/Σύσκιο πασίχαρο κρινάκι/Ζεστό φτερό περιστεριού/Στό πέτρινο μας τό σπιτάκι/"Ω Παναγίτσα ή λιόκαλη δική μας/Παρηγοριά μας καί καταφυγή μας...».
Τμήμα άναπόσπαστο τού Ελληνισμού, η Κύπρος, ζώντας καί άναπνέοντας με τις ίδιες αξίες και τις ίδιες με μας παραδόσεις, εκδηλώνει την ίδια ορθόδοξη αίσθηση. Στο "Χρυσό δισκοπότηρο" του Παύλου Κριναίου βρίσκουμε την "Παναγιά τη Θεοσκέπαστη (της Πάφου)" , πούναι κι αυτή θαλασσινή, απευθύνεται, γιά να της ζητήσει νά λυτρώσει τό πολύπαθο νησί του : "Θαλασσινή Παναγιά Θεοσκέπαστη/ελεήσου την πατρίδα της «Πέτρας τού/Διγενή»/περισκέπασε με ουράνιο δρόσο την/στήλη/τού μαρτυρίου/τού όδοιπόρου Αποστόλου. Κράτησε/κάτω από την σεπτή/προστασία σου την « Αγία Σολωμονή»/την κόχη του ιαματικού αγιάσματος,/την βραχοσπηλιά της Εγκλείστρας...".
Μια άλλη σημαντική ποιήτρια επίσης απο την Κύπρο η Γαλάζη Πίτσα στο ποίημά της "Η ρωγμή του αμίλητου" γράφει αυτά τα συγκινητικά λόγια : "Πώς διάλεξες το Μαχαιρά να εκραγείς και τ’ αρπαγμένο της Παναγιάς μαχαίρι γίνηκε φόνος στο ψαχνό χτυπώντας κατά κει που η μνήμη ευδοκιμούσε κι ήλιος, ηλιοτρόπιο άνθισε σ’ όνειρο γυρισμένος; … Τώρα που ο Πενταδάχτυλος καημός περιορίζεται στα πέντε της συναλλαγής δάχτυλα, το μέλι πικραίνοντας ξεχασμένου Ονήσιλου κι η πατρίδα ανήλικη Παναγιά με λέξεις φαλλοφόρες βιάζεται…"
Το μεγάλο , παραδοσιακό ποίημα «Ωδή, στήν Παναγία» του Θεόδωρου Ξύδη ,πού περιλαμβάνεται στό δεύτερο τόμο τών «Ποιημάτων» του («Ίωλκός,1968» ) μας χαρίζει ασύγκριτες πλούσιες εικόνες, βαθειά καί άδολη πίστη στό σεπτό πρόσωπο τής Θεοτόκου: "... Η λατρεία η ακατάλυτη σέ στύλωσε μπροστά μας/Πλατυτέρα, Οδηγήτρια, Γλυκοφιλούσα/Δεομένη./Δίπλα στήν 'Ωραία Πύλη, μένεις στερνή καταφυγή,/παρηγοριά γιά τόν άπελπισμένο".
Ο Νίκος Καρούζος, ποιητής βαθιάς υποστατικής δίψας, ακροβατώντας ανάμεσα σε πίστη και απιστία αντικρούει τον χειμώνα του θανάτου μέσω της προσφυγής στην Θεοτόκο.Στο ποίημα του “Η αντίκρουση του χειμώνα” γράφει : “Κρατώντας την εσθήτα της Παναγίας/ο έσχατος τ’ Ουρανού με χιλιάδες έντομα στην όραση μ’ αξεθύμιαστα/γιασεμιά στο νυμφώνα/μ’ άλλα θεάματα της αγάπης από μέσα/και μ’ άλλα γεγονότα σπιθοβολώντας/αγγίζει τους ραχητικούς και θεραπεύει την αρθρίτιδα μαλάζει τους/πρησμένους αστραγάλους/αφήνει τρυφερά την αλήθεια πάνω σ’ όλες τις αρρώστιες/και κείνες χάνονται καθώς τα ευδιάλυτα νέφη./Σιγά σιγά ρυθμίζεται κι ο θάνατος…”
Στα "Γυάλινα Γιάννενα "(1989) του Μιχάλη Γκανά είναι η Παναγία που παραστέκει στη βαριά άρρωστη μάνα στο ποίημα “Νοσοκομείο Ερυθρού Σταυρού”:“Τα χέρια σου τα κέρινα/η Παναγιά εκράτει./ Χιόνιζε στα σεντόνια σου/και σ’ όλο το κρεβάτι./Η κόκκινη λιανή γραμμή/του πλαστικού σωλήνα,/από τη φανερή πληγή/σαν ποταμάκι εκίνα./Κι έφευγαν απ’ τα μάτια σου/σκιαγμένα τα τρυγόνια/και μ’ έφερναν σ’ άλλους καιρούς/και στα μικρά μου χρόνια./Μικρά πολύ πικρά πολύ/:χτισμένα γύρα γύρα/και μόνο από τη χούφτα σου/ σπυρί χαράς επήρα.”
Γιά τήν «Παναγιά τής "Ανοιξης» καί «τών Λουλουδιών» μιλάει μέ τόν σεμνό, ύποβλητικό καί στοχαστικό ποιητικό του λόγο, πού τόν διαποτίζει πάντοτε εύαισθησία καί χαρακτηρίζει λεπτότητα, ό 'Ακαδημαϊκός καί πρώτος Πρόεδρος της Δημοκρατίας Μιχαήλ Δ. Στασινόπουλος («Ποιήματα - δυό έποχές, 1979 ): "Στην Παναγιά της Ανοιξης είν ’ η ψυχή ταμένη,/στά φρέσκα φύλλα τού κήπου ριγεί η /πνοή σου/κι ό Αρχάγγελος τού μεγάλου κάμπου/πέρασε χτές βράδυ/(φτερουγώντας σάν άσπρο λάβαρο/στόν άγέρα)/να πάει μακριά το μήνυμα της νέας/ζωής,/νά φτάσει μέ τήν άσημένια χαραυγή/στούς κήπους τής Παναγιάς τών Λουλουδιών...".
Ο κορυφαίος ποιητής τής Θεσσαλονίκης Γ.Θ.Βαφόπουλος μιλάει γιά τήν Παναγιά στή «Μικρή Παναγία τών Αγγέλων» : Σε τέτοιους αγγέλους ποια Παναγιά μπορούσε να ταιριάζει;Όχι, βέβαια, εκείνη η σπαραγμένη της Αποκαθηλώσεως :/Η λεπτή καρδιά των μικρών Αγγέλων δεν αντέχει/σε τέτοια θλίψη, που κολώνες μητροπόλεων λυγίζει./Κι ένα δάκρυ από τέτοια μυστική φωτιά μπορεί/όχι μονάχα να την κάψει, να την εξατμίσει./Στους μικρούς αγγέλους μια Παναγία μικρή ταιριάζει.
Η μεγαλόπνοη λυρική και θρησκευτική ποίηση της σημαντικής Θεσσαλονικιάς ποιήτριας Ζωής Καρέλλη τίμησε την μορφή και τις χάρες της Παναγίας με σποραδικές μικρές ή μεγάλες αναφορές. Στό ποίημά της "Μετά τον Εσπερινό " γράφει : "Περίσκεπτη η Θεοτόκος/Στη σκοτεινή, Βυζαντινή εικόνα,/αυτή η μεσιτεύουσα γλυκεία ελπίς,/Έμεινε σοβαρή και μ' αυστηρή θωριά./__Στο βλέμμα του επισκέπτη που Την κοίταζε μελαγχολία γεμάτος για την/απιστία του,/γνωρίζοντας συνάμα την μύχιαν έπαρση,/ίσως και τον κρυμμένο φόβο,/μέσα στην άδειαν εκκλησία,/αφού τελείωσε ο σύντομος Εσπερινός ".
«Θαλασσινή, Αίγαιοπελαγίτισσα είναι καί η Παναγία τού Αγγελου Παρθένη, πού της αφιερώνει ένα από τα ωραιότερα ποιήματα της συλλογής του "Τα Σήμαντρα τοϋ Αιγαίου", τόν "Εύαγγελισμό": " Να η Μεγάλη Παναγιά πού ξεδιπλώνει τις φτερούγες Της,/χρυσές, γαλάζιες καί λευκές, να μας περισκεπάσει.­­­-Ανθίζουν τα χαμόγελα στης προσδοκίας το φράχτη /καί ραίνουνε λεμονασθούς οι αύρες τα/μαλλιά μου, πού άπλώνουν ίσκιους ως/τό βαθύ πέλαγος!/Καλή Κυρά, Καλή Κυρά, μιάν άσπρη δος/μου φορεσιά...».
Περνάμε σ' έναν άλλο σημαντικό ποιητή και στιχουργό, ο οποίος έχει γράψει μερικά από τα λατρεμένα τραγούδια του στενού συνεργάτη του Μάνου Χατζιδάκι, αλλά και του Μίκη Θεοδωράκη, του Σταύρου Ξαρχάκου, και άλλων συνθετών . Είναι ο μέγας λυρικός και υπερρεαλιστής Ν.Γκάτσος, ο οποίος με την ποίησή του δένει τον παραδοσιακό με τον μοντέρνο λόγο. Τρία ποιήματά του που έγιναν γνωστά τραγούδια αναφέρονται στη μορφή της Παναγίας : "Γρηγορούσα","Ασπρη Μέρα και για Μας"και το πολύ γνωστό που έγινε τραγούδι " Μια Παναγιά":Μια Παναγιά/μιαν αγάπη μου έχω κλείσει/σε ερημοκλήσι αλαργινό./Κάθε βραδιά/Της καρδιάς την πόρτα ανοίγω/κοιτάζω λίγο/και προσκυνώ./__Μια Παναγιά/μιαν αγάπη μου έχω κλείσει/σε ερημοκλήσι αλαργινό./Κάθε βραδιά/Της καρδιάς την πόρτα ανοίγω/δακρύζω λίγο/και προσκυνώ.
Θα τελειώσω με μια αναφορά στο τρομερό και αδικοχαμένο παιδί της μετά το ΄80 ποίησής μας τον Ηλία Λάγιο, μ ' ένα απόσπασμα απο το ποίημα του "Stabat Mater :“Ίστατο η μήτηρ, κλαίουσα και ριγούσα/να επισκοπή του Υιού της το μαρτύριο·/τω όντι, φριχτό εμπροστά της το μυστήριο/πλέχουνταν του θανάτου·κι΄ως απούσα/η μάννα ησθάνετο· κι αδύναμη ούσα/το τέκνον να στηρίξη, ένα κριτήριο/αγάπης βάνει: δέεται στον Κύριο ν΄αποθάνη αντ΄αυτού την επιούσα./Της γέννεται το θέλημα· πεθνήσκει/κι ά συνοδεύουν την ψυχή της ίσκιοι/φωτός· φευγίτσα η μάννα για τον γιό της. /Μ΄αυτός δεν είναι θάνατος· μεγάλη/εορτή μου μοιάζει· ακούστε ηδέως που ψάλλει/ως προσφέρνεται η ρίζα στον βλαστό της.”
Ειναι πάμπολλοι οι ποιητές που με το έργο τους τιμούν την Παναγία που δεν ανάφερα.Κάθε ποιητής ξεπληρώνει το τάμα του, με τον τρόπο του ο καθένας. Μια μακρά σειρά αναμμένων κεριών.Στήν έμπνευση καί στήν καρδιά τών ποιητών μας κολυμπάει πάντα ή Παναγιά. Μιά έλπίδα.
Χρόνια πολλά σ' όλες της Μαρίες του Κόσμου.