16.11.24

Friedrich von Schiller, «Ελπίδα»

«Μιλούνε κι ονειρεύονται οι άνθρωποι πολύ
Για ημέρες πιο καλές που μέλλουνε να ‘ρθουνε.
Προς τέρμα αίσιο, που ολόχρυστο ακτινοβολεί,
Να τρέχουνε τους βλέπεις να το κυνηγούνε.
Ο κόσμος θα γίνει παλιός και πάλι νέος θα γίνει
Μα ελπίδα πάντα ο άνθρωπος στο πιο καλό θα δίνει!
Η ελπίδα είναι αυτή που μέσα στην ζωή τον μπάζει,
Γύρω απ’ το αγόρι το εύθυμο αυτή φτεροκοπάει,
Η λάμψη της η μαγική το νέο δελεάζει,
Στο μνήμα με τον γέροντα μαζί αυτή δεν πάει.
Σαν μια ζωή όλο κόπους μες στον τάφο τερματίζει,
Θαμμένος τότε μένει αυτός• μα η ελπίδα συνεχίζει.»