Πόσο συχνά λειτουργούμε με ενσυναίσθηση και αφήνουμε τα σημαντικά πρόσωπα της ζωής μας να μπορούν να εκφράσουν ελεύθερα τα συναισθήματα, τις στάσεις και τις απόψεις τους χωρίς να νιώθουν ότι βάλλονται, ότι κατευθύνονται ή ελέγχονται;
Η ενσυναίσθηση δεν είναι μόνο μία πολύ όμορφη δεξιότητα επικοινωνίας, μοιράσματος και επαφής άλλα θα μπορούσε να αποτελεί και μία βαθιά στάση ζωής που έχει να κάνει με το πώς επιλέγω να στέκομαι, να σκέφτομαι, να δρω, να επικοινωνώ και να υπάρχω. Μία δεξιότητα που καλλιεργεί την βαθιά εμπιστοσύνη και αποδοχή μέσα μας, κάτι που βελτιώνει την ποιότητα της επαφής με τους γύρω μας.
Τι σημαίνει αυτή η έννοια;
Ο όρος της ενσυναίσθησης εισήχθη αρχικά από τον εκφραστή της προσωποκεντρικής προσέγγισης τον Carl Roger το 1951 και εφαρμόστηκε κυρίως στο εκπαιδευτικό και ψυχοθεραπευτικό πλαίσιο με πολύ θετικά αποτελέσματα στην ενίσχυση των δυνατοτήτων του ατόμου προς την αυτοπραγμάτωσή του και την θεραπευτική αλλαγή. Το ερώτημα είναι αν μπορεί η ενσυναίσθηση να εφαρμοστεί και στην καθημερινή ζωή με τα ίδια επιτυχή αποτελέσματα.
Η ενσυναίσθηση στην καθημερινή ζωή μεταφράζεται σαν την τέχνη του να μπορείς για λίγο να αφήνεις τον δικό σου κόσμο και να εισέρχεσαι στα θέλω, τις ανάγκες και τα συναισθήματα των άλλων, βλέποντας μέσα από τα δικά τους μάτια. Να κάνεις δηλαδή αληθινό χώρο στον άλλο να ακουστεί, να εκφραστεί και να υπάρχει με τον τρόπο που εκείνος επιθυμεί και αποφασίζει.
Η ενσυναίσθηση αποτελεί ένα δρόμο βαθειάς ενεργητικής ακρόασης, συνδιαλλαγής και αλληλεπίδρασης με τον έξω κόσμο. Εμπεριέχει την βαθιά άνευ όρων αποδοχή της διαφορετικότητας του άλλου, την μη κριτική στάση που απορρέει από την αναγνώριση της αξίας του άλλου ως πρόσωπο και της δυνατότητάς του να δρα, να σκέφτεται και να αποφασίζει με τον τρόπο που εκείνος επιθυμεί. Μπορεί να φαίνεται απλό αλλά δεν είναι και αρκεί μία δοκιμή για να σε πείσει πως αυτή η διαδικασία απαιτεί πολλές φορές μια βαθιά αναμέτρηση με τον ίδιο τον εαυτό.
Εσύ έχεις ενσυναίσθηση;
Αναλογίσου πόσο συχνά στην καθημερινότητα θέλεις να επιβάλλεις τα θέλω σου και να ορίσεις στους άλλους πώς θα πρέπει να δρουν, να σκέφτονται, να ενεργούν και να αισθάνονται. Κάποιες φορές όταν οι άλλοι μιλούν μπορεί να σου συμβαίνει να δείχνεις ότι ακούς αλλά στην πραγματικότητα απλά να σκέφτεσαι τι θα απαντήσεις, όχι με την διάθεση πραγματικά να τους κατανοήσεις και να τους αφουγκραστείς αλλά με την διάθεση να τους διορθώσεις, να τους ελέγξεις, να τους δείξεις πως κάνουν λάθος ή να τους επιλύσεις εσύ το πρόβλημα.
Κάποιες μάλιστα φορές εξαιτίας αυτού μπορεί να σου συμβαίνει να τους διακόπτεις βίαια γιατί δεν αντέχεις να ακούς κάτι που δεν συνάδει με τις δικές σου θέσεις, να γίνεσαι επικριτικός μαζί τους, να υψώνεις τον τόνο της φωνής σου, να νιώθεις αρνητικά συναισθήματα που μπορεί στην χειρότερη μορφή τους να καταλήξουν σε ακραίες συναισθηματικές εκδηλώσεις και ενέργειες.
Αν θυμηθείς τις σημαντικές σχέσεις στην ζωή σου, στην οικογένεια, στο σχολείο, στην εργασία θα δεις πως κάποιες φορές φαντάζει δύσκολο να παραμερίσεις την δική σου θέση, την υπεράσπιση της δικής σου γνώμης, την έντονη ανάγκη να ακουστείς, την ανάγκη να κατευθύνεις, να διορθώσεις, να ελέγξεις, να νιώσεις ότι υπερτερείς έναντι των άλλων.
Πόσο συχνά αφήνουμε τα σημαντικά πρόσωπα της ζωής μας να μπορούν να εκφράσουν ελεύθερα τα συναισθήματα, τις στάσεις και τις απόψεις τους χωρίς να νιώθουν ότι βάλλονται, ότι κατευθύνονται ή ελέγχονται; Πόσο συχνά μας το επέτρεψαν οι σημαντικοί άλλοι σε μάς να το κάνουμε; Πόσο συχνά τους δίνουμε και μας δίνουν το δικαίωμα να αποφασίσουμε οι ίδιοι τον τρόπο που επιθυμούμε να ζούμε, να αποφασίζουμε, να δρούμε και να υπάρχουμε;
Τι μας εμποδίζει να δρούμε στις σχέσεις μας με ενσυναίσθηση;
Συχνά οι άνθρωποι που αλληλοεπιδρούμε τείνουν να έχουν πολλές αντιθέσεις με εμάς στον τρόπο που σκέφτονται, αισθάνονται, συμπεριφέρονται, καθώς και στον τρόπο που εκλαμβάνουν και νοηματοδοτούν την πραγματικότητά τους. Οι άνθρωποι τείνουν επίσης πολλές φορές να βλέπουν ανεπάρκειες στους άλλους και να μην αντιλαμβάνονται ή να αγνοούν πλήρως τις δικές τους.
Οι ανεπάρκειες των άλλων συχνά καταπιέζουν τις δικές μας ανάγκες για αγάπη, αποδοχή, ασφάλεια κ.α. Η καταπίεση των βαθύτερων αναγκών μας, επιθυμιών και προσδοκιών μας από τους άλλους μπορεί να επιφέρει βαθιά ρήξη στις σχέσεις μας μαζί τους. Αυτό συμβαίνει γιατί η καταπίεση των αναγκών δημιουργεί μέσα μας συχνά αρνητικά συναισθήματα και σκέψεις που είναι δύσκολο να διαχειριστούμε με αποτέλεσμα να τα εκφράζουμε πολλές φορές με έναν εκρηκτικό και μη αποτελεσματικό τρόπο.
Έτσι η αλληλεπίδραση πολλές φορές μπορεί να γίνεται δύσκολη και η μη υγιής σύγκρουση και επικοινωνία πολλές φορές να εμφανίζεται. Αν το δεις πιο προσεκτικά θα αντιληφθείς πως αυτή η συνεχής στάση σταδιακά ολοένα και δυσχεραίνει τις σχέσεις και την αληθινή ανθρώπινη επικοινωνία και επαφή με αποτέλεσμα να απομακρύνει αντί να ενώνει. Μέσα σε ένα τέτοιο πλαίσιο πως να χωρέσει μια ενσυναισθαντική στάση ζωής;
Η ενσυναίσθηση περνά μέσα από τον δρόμο της αυτογνωσίας
Η αληθινή ενσυναίσθηση στην καθημερινή ζωή είναι ένας δρόμος δύσκολος, συνεχής και με σκαμπανεβάσματα, είναι προορισμός και όχι δεδομένη κατάσταση. Είναι ένας δρόμος που επιτυγχάνεται σταδιακά μέσα από την διαρκή αναμέτρηση και κατανόηση του ίδιου του εαυτού. Η ενσυναίσθηση προς τους άλλους πηγάζει πρώτα από την καλλιέργεια της ικανότητας να ακούμε, να αφουγκραζόμαστε και να αποδεχόμαστε τον ίδιο μας τον εαυτό, όχι ως τελειότητα αλλά ως όντα με ανεπάρκειες και προτερήματα.
Ενσυναίσθηση στις καθημερινές μας επαφές σημαίνει όχι μόνο την δυνατότητα να ακούμε, αλλά την ικανότητα να αφουγκραζόμαστε πότε πρέπει να μιλήσουμε, πότε να σιωπήσουμε και τον τρόπο επικοινωνίας που πρέπει να υιοθετήσουμε προκειμένου να γίνουμε πιο πλούσιοι μέσα από την διαφορετικότητα των άλλων, να βιώσουμε την σχέση και επαφή μας με τους άλλους, να μάθουμε και όχι να διδάξουμε, να ανοίξουμε μέσα από την επικοινωνία και όχι να κλείσουμε στον άκαμπτο κόσμο μας.
Τότε μόνο ίσως μπορούμε καλύτερα να χωρέσουμε και να αποδεχτούμε με ενσυναίσθηση τους άλλους ως ολότητα στην ζωή μας, τότε μόνο μπορούμε να παραμερίσουμε το εγώ στο εσύ και οι σχέσεις μας να γίνουν πιο ουσιαστικές, βαθιές και με νόημα.
Δέδε Μαίρη, Ψυχολόγος, ψυχοθεραπεύτρια
Πηγή:https://www.psychologynow.gr