Ένα σπάνιο και μοναδικής αξίας χάλκινο άγαλμα του Μεγάλου Αλεξάνδρου, ύψους 60 εκατοστών, βρίσκεται στις αποθήκες του Αρχαιολογικού Μουσείου Θεσσαλονίκης. Χρονολογείται στο β΄ μισό του 2ου π.Χ. αιώνα και προς το παρόν δεν μπορεί να εκτεθεί, μια που αποτελεί προϊόν κατάσχεσης και η υπόθεση δεν έχει τελεσιδικήσει.
Πριν από λίγες μέρες παρουσιάστηκε η ιστορία και τα αποτελέσματα της μελέτης του από τη Γενική Διευθύντρια Αρχαιοτήτων του υπουργείου Πολιτισμού και πρώην διευθύντρια του Μουσείου, Πολυξένη Αδάμ-Βελένη, και τη συντηρήτρια Αρχαιοτήτων και Έργων Τέχνης του ΑΜΘ, Βασιλική Μιχαλοπούλου, στο επιστημονικό συμπόσιο «Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης 60 χρόνια».
Όπως είπε η κ. Βελένη, τον Φεβρουάριο του 2010 παραδόθηκε στο Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης ένα χάλκινο άγαλμα νεαρού άντρα, προϊόν κατάσχεσης, μαζί με άλλα αντικείμενα, από το Τμήμα Αρχαιοκαπηλίας της Διεύθυνσης Ασφάλειας Θεσσαλονίκης.
«Το άγαλμα αναπαριστά έναν όρθιο άνδρα, με χαρακτηριστικά που αποδίδονται στον Μέγα Αλέξανδρο. Το έργο ανήκει στην κατηγορία των μικρών αγαλμάτων με ύψος 60 εκατοστά. Η μορφή στέκεται με το αριστερό σκέλος στάσιμο και άνετο το δεξί, με τα χέρια λυγισμένα στο ύψος του αγκώνα και το δεξί ανασηκωμένο, ενώ λείπουν οι παλάμες και τα αντικείμενα που πιθανότατα κρατούσε», ανέφερε η κ. Βελένη.
Η μελέτη του απέδειξε αρχικά ότι το άγαλμα είναι γνήσιο και στη συνέχεια ότι πρόκειται για έργο ανυπολόγιστης αρχαιολογικής και καλλιτεχνικής αξίας. Κάτι που πιθανόν να γνώριζαν οι αρχαιοκάπηλοι, στην κατοχή των οποίων βρέθηκε, γι΄αυτό και διαπραγματεύονταν την πώλησή του αντί του ποσού των 7.000.000 ευρώ.
Η περιπέτεια του χάλκινου Μεγαλέξανδρου
Ήταν 28 Φεβρουαρίου του 2010, όταν σε μπλόκο της αστυνομίας Καβάλας, σε συνεργασία με την Ασφάλεια Θεσσαλονίκης, εντοπίστηκε και ακινητοποιήθηκε στην Εγνατία Οδό, στο ύψος της Καβάλας, ένα αυτοκίνητο με δύο επιβάτες.
Μέσα στο όχημα βρέθηκαν και κατασχέθηκαν το χάλκινο άγαλμα του Μεγάλου Αλεξάνδρου, ενώ σε έρευνες που έγιναν στα σπίτια τους κατασχέθηκαν μια χάλκινη κεφαλή ρωμαϊκής εποχής που αναπαριστά ένα δίχρονο αγόρι και χρονολογείται στον 1ο αιώνα μ.Χ., μια ανάγλυφη πέτρα με παράσταση γυναίκας, 14 νομίσματα χρυσά, ασημένια και χάλκινα, καθώς και 3 σφραγίδες, 2 παλιά βιβλία και 7 CD με φωτογραφίες αρχαίων αντικειμένων.
Οι δύο επιβάτες, ένας 48χρονος (τότε) επιχειρηματίας εταιρείας με συμπληρώματα διατροφής στη Θεσσαλονίκη -που είχε καταγωγή από τη Δράμα- και ένας 51χρονος κτηνοτρόφος από τη Δράμα, συνελήφθησαν.
Αστυνομικοί του Τμήματος Αρχαιοκαπηλίας της Διεύθυνσης Ασφάλειας Θεσσαλονίκης είχαν πληροφορίες ήδη από το 2009 πως το συγκεκριμένο χάλκινο άγαλμα του Μεγαλέξανδρου κυκλοφορούσε σε φωτογραφία, μεταξύ αρχαιοκαπήλων διεθνώς, και οι δύο άντρες φέρεται να διαπραγματεύονταν την πώλησή του για 7.000.000 ευρώ.
Η προέλευση του αγάλματος δεν είναι γνωστή. Μια υπόθεση που έγινε τότε δεν απέκλειε να έφτασε μέσω Τουρκία, καθώς στην κατοχή των δύο αντρών βρέθηκαν και δύο τουρκικά βιβλία των αρχών του 19ου αιώνα, στην αραβική γραφή. Επιπλέον, κάποιες πλαστές σφραγίδες προξενικών αρχών της Βραζιλίας στην Ελλάδα έστρεψαν τις έρευνες των αρχών και προς τη Νότια Αμερική.
Το άγαλμα παραδόθηκε στο Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης για να μελετηθεί. Η ανάλυση που έγινε και από τα εργαστήρια του Δημόκριτου έδειξε ότι είναι γνήσιο και σύμφωνα με τους αρχαιολόγους ανήκει στον τύπο του Λύσιππου.
Ο Λύσιππος, προσωπικός γλύπτης του Μεγάλου Αλεξάνδρου, γεννήθηκε στη Σικυώνα της αρχαίας Κορινθίας στις αρχές του 4ου π.Χ. αιώνα. Είναι ο γλύπτης που κατέκτησε την τρίτη διάσταση του χώρου και κατατάσσεται στους σημαντικότερους της αρχαιότητας, δίπλα στον Φειδία, τον Μύρωνα, τον Πολύκλειτο, τον Πραξιτέλη. Φιλοτεχνούσε μπρούντζινα αγάλματα και θεωρείται ο σημαντικότερος εκπρόσωπος της σχολής της Σικυώνας, του μεγαλύτερου καλλιτεχνικού κέντρου, μετά την Αθήνα. Ήταν στην αυλή του Μεγάλου Αλεξάνδρου και διατηρούσε πολυμελές εργαστήριο, για το οποίο ο Ρωμαίος συγγραφέας Πλίνιος αναφέρει ότι είχε κατασκευάσει 1500 έργα, με τα 600 από αυτά να είναι δικά του. Τα έργα του, φτιαγμένα από χαλκό, χάθηκαν σε εποχές πολέμων και λεηλασιών -πολλά μεταφέρθηκαν από Ρωμαίους στη Ρώμη. Διασώθηκαν μόνο μερικά αντίγραφα, κυρίως ρωμαϊκής εποχής. Το σπουδαιότερο από τα έργα που αποδίδονται στον Σικυώνιο γλύπτη είναι ο «Αποξυόμενος», χάλκινο άγαλμα που φιλοτεχνήθηκε γύρω στο 320 π.Χ. με τη μορφή ενός αθλητή, ο οποίος καθαρίζει από το λάδι και την άμμο το τεντωμένο δεξί του χέρι. Αντίγραφο του αγάλματος αυτού, από πεντελικό μάρμαρο, εκτίθεται στο μουσείο Πίο Κλεμεντίνο του Βατικανού.
Η ανάλυση του χάλκινου Μεγαλέξανδρου
Σύμφωνα με την ανάλυση και την ανακοίνωση της κ. Μιχαλοπούλου, η χύτευση του έργου που έγινε σε τμήματα, η ταύτιση του εσωτερικού και του εξωτερικού περιγράμματος, τα σχετικά λεπτά τοιχώματα του χυτού, τα οζίδια στην εσωτερική επιφάνεια, είναι τυπικά χαρακτηριστικά της έμμεσης τεχνικής, η οποία θεωρείται εφεύρεση της πρώιμης ελληνιστικής εποχής.
Οι αρχαιολόγοι χρονολογούν τον χάλκινο Μεγαλέξανδρο στο β΄ μισό του 2ου π.Χ. αιώνα και εκτιμούν ότι είναι πολύ σημαντικό και σπάνιο εύρημα.
Το σημαντικό επίσης στοιχείο στην ιστορία είναι πως το χάλκινο άγαλμα βρίσκεται στις αποθήκες του Αρχαιολογικού Μουσείου Θεσσαλονίκης, όπου και το μελέτησαν οι ειδικοί. Ωστόσο δεν μπορεί να κοσμήσει τις προθήκες του Μουσείου και να εκτεθεί, καθώς δεν έχει ακόμη τελεσιδικήσει η υπόθεση της αρχαιοκαπηλίας, με τη σύλληψη των δύο αντρών.
Όπως ο νόμος ορίζει, προκειμένου να εκτεθεί, πρέπει να εκδοθεί αμετάκλητη δικαστική απόφαση και το εύρημα να αποδοθεί οριστικά στο δημόσιο.
*Οι φωτογραφίες του αγάλματος είναι του Ορέστη Κουράκη
ΠΗΓΗ https://www.voria.gr