9.5.23

Ελφρίντε Γέλινεκ, Λαγνεία

Αυτό που βλέπει κανείς από το παράθυρο είναι συχνά πολύ καλοαναπτυγμένο, όπως αυτή η θηλυκή φύση. Ο άντρας, που ακόμη και στις επιθυμίες του είναι ανώτερος υπάλληλος, υπακούει σε μια ανθρώπινη ανάγκη, κάτι που δεν πρέπει να συγχέεται με τη δυσάρεστη ανάγκη για έναν άνθρωπο! O διευθυντής είναι ξαπλωμένος σαν ένα τοπίο που το διακατέχει όμως ένα πνεύμα ανησυχίας. Έχει απλώσει ομοιόμορφα το βούτυρό του, αλλά τι βλέπει τώρα στην όψη της γυναίκας; To ανθρώπινο πρόσωπο της δικτατορίας; Σαν να έχει απαλειφθεί αυτή η γυναίκα μέσα από καινούργια σέξυ εσώρουχα. Μοιάζει σαν να της παράγγειλε ο άντρας της να κινείται βάσει ενός νέου κώδικα οδικής κυκλοφορίας. Το χρήμα παίζει με τους ανθρώπους δικά του παιχνίδια. Μερικές φορές ο διευθυντής έχει μια αναλαμπή και δείχνει μεταμέλεια. Κρύβει τότε το πλατύ πρόσωπό του μέσα στην ποδιά της γυναίκας. Δεν αργεί όμως να της ξανασπρώξει το κεφάλι στο βρώμικο χείλος της μπανιέρας. Κοιτάζει τότε αν ο φρεσκοστωμένος δρόμος φθάνει μέχρι τη σκοτεινή πόρτα, πίσω από την οποία κάθεται και λικνίζεται η ίδια, αυτή η καλομαθημένη γυναίκα που μπορεί κανείς άνετα να την ξεφυλλίσει ως το καλό τέλος.Πώς να ζήσουν οι άνεργοι σ’ αυτόν τον κόσμο αν δεν έχουν τέτοια φθηνά μυθιστορήματα ως πρότυπό τους;
Αυτός ο διευθυντής που μιλάει ήρεμα στο προσωπικό του και για αντάλλαγμα το βάζει να του λέει τραγούδια, μέρα μεσημέρι προτιμά να εμβολιάζει τη γυναίκα με το έμβολό του. Του αρέσει να βλέπει την υγεία του να φουντώνει. Η γυναίκα τον παρακαλεί να είναι προσεκτικός τουλάχιστον απέναντι στο παιδί, που θα μπορούσε κάθε στιγμή να ξεπεταχτεί από την παλαίστρα του. Στη σωστή στιγμή εμφανίζεται το παιδί, ο κανακάρης του, παρατηρεί λίγο τους γονείς (που πιασμένοι από τα πιάτα κυλιούνται στο κυλικείο τους) και εξαφανίζεται πάλι. Πηγαίνει να ταλαιπωρήσει με το γλωσσικό και το νέο αθλητικό του όργανο τα παιδιά της γειτονιάς, που μεγαλώνουν χωρίς τεχνητούς και καλλιτεχνικούς παραδείσους. Το παιδί έχει ωριμάσει κάτω από τον ήλιο σαν καρπός. Ο πατέρας του, ακριβώς από τη δική σας σκοπιά, κάνει μια υγιεινή βουτιά με το κεφάλι κι εξαφανίζεται μέσα στη μητέρα. Εδώ δεν αρκούν τα λόγια. Θέλουμε να δούμε πράξεις, έργα, γι’ αυτό πληρώνουμε εισιτήριο για να μπούμε στις τουαλέτες∙ μας πιέζει η ανάγκη του νερού μας.Τα μικρά σπίτια παραδίδονται νωρίς στον ύπνο, αλλά τα μεγάλα σφύζουν από ζωή και ηλεκτρισμό ανάμεσα στα δύο φύλα. Και μιας και μιλούμε για νερό και υγρά, τρέχουν τα σάλια τους σε όλο το σώμα. Είμαστε πια μεταξύ μας, αφού δεν ντρεπόμαστε ούτε το φως της δημοσιότητας. Αφού οι αγαπημένοι βρήκαν ο ένας τον άλλον, μπορούν τώρα να λικνίζονται μακάριοι πάνω στα ποτά τους, που αναβλύζουν από τις φιάλες με τις χρυσές ετικέτες, και να νοιώθουν σαν το σπίτι τους ο ένας μες στον άλλον. Εκεί μέσα βρίσκουν την ησυχία τους, αφού πρώτα αναστάτωσαν τα γεννητικά τους όργανα, και ο ένας είναι για τον άλλον ένας και μοναδικός. Πλασμένοι με χώμα, και ενώ οι φτωχοί γύρω τους επιστρέψουν στο χώμα, αυτοί εδώ που βρίσκονται σε καλύτερη μοίρα δημιουργούν σιωπηρά το δικαίωμα της αμοιβαίας απόλαυσης καθημερινά. Έχουν μαζέψει αρκετή δύναμη στα μπατζάκια τους, στα νεφρά τους και στις καρδιές τους, για να μπορούν να δαγκώνουν το ροδάκινο που μόλις τώρα ξεπρόβαλε από τον ανθό του. Όλα είναι δικά τους.


Ελφρίντε Γέλινεκ, Λαγνεία, σελ. 48-49, μτφρ.: Λευτέρης Αναγνώστου, Εκδόσεις Εκκρεμές, β’ έκδοση, 2000.