16.7.22

4η Βιομηχανική Επανάσταση

του Αντώνη Σπυρόπουλου

Πολλοί άνθρωποι αντιμετωπίζουν είτε με δέος είτε με αρνητικότητα και -πολλές φορές- με αδιαφορία τον ρόλο της επιστήμης της πληροφορικής. Μάλιστα, πολλοί ρωτούν σε ποιο θα ωφεληθούν τα παιδιά με τη διδασκαλία της πληροφορικής, έχοντας κατά νου τη χρησιμοθηρική διάσταση της γνώσης· η αντίληψη αυτή μάλλον κυριαρχεί στις μέρες μας. Άλλοι υποβαθμίζουν το ρόλο της επιστήμης των υπολογιστών, παρότι, όλο και πιο συχνά, οι ίδιοι αντιμετωπίζουν ανυπέρβλητα εμπόδια στις ηλεκτρονικές συναλλαγές τους ή στις ψηφιοποιημένες κρατικές υπηρεσίας.

Όσο πιο ευσύνοπτα μπορούμε, θα προσπαθήσουμε να προσεγγίσουμε το τι συμβαίνει αυτές τις μέρες γύρω μας. Θα προσπαθήσουμε να το γνωρίσουμε, να δούμε το μέγεθος και τη κλίμακα αλλαγών που επιφέρει η λεγόμενη 4η βιομηχανική επανάσταση (η επανάσταση δηλαδή της τεράστιας επεξεργαστικής ισχύος και συνεπαγωγικά της ανάλογης διαχείρισης όγκου δεδομένων, η οποία με τη σειρά της οδηγεί στα ευφυή συστήματα τεχνητής νοημοσύνης, ρομποτικής και υπολογιστικής μηχανικής) και, εν τέλει, να προβληματιστούμε στο πώς μπορούμε ή τι οφείλουμε να κάνουμε, ώστε να μπορέσουμε να διατυπώσουμε τη δική μας άποψη σε αλλαγές που φαντάζουν εξωπραγματικές.

Το βέβαιο είναι πως βρισκόμαστε στο χείλος μιας τεχνολογικής επανάστασης που θ’ αλλάξει ριζικά τον τρόπο που ζούμε, που εργαζόμαστε και σχετιζόμαστε μεταξύ μας. Στο εύρος της κλίμακας, το μέγεθος και την πολυπλοκότητά του, ο μετασχηματισμός δεν θα μοιάζει με οτιδήποτε έχει βιώσει η ανθρωπότητα στο παρελθόν. Δεν ξέρουμε ακόμη πώς θα εξελιχθεί, αλλά ένα πράγμα είναι σαφές: η απάντηση σε αυτό πρέπει να είναι ολοκληρωμένη και οικουμενική, με τη συμμετοχή όλων των ενδιαφερομένων του πλανήτη, από τον δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα μέχρι τον ακαδημαϊκό κόσμο και την κοινωνία των πολιτών.

Όπως πολλοί γνωρίζουμε, η 1η Βιομηχανική Επανάσταση χρησιμοποίησε την ισχύ του νερού και του ατμού για να μηχανοποιήσει την παραγωγή. Η 2η χρησιμοποίησε την ηλεκτρική ενέργεια για να δημιουργήσει μαζική παραγωγή. Η 3η χρησιμοποίησε τα ηλεκτρονικά και την τεχνολογία πληροφοριών για ν’ αυτοματοποιήσει την παραγωγή. Τώρα μια 4η Βιομηχανική Επανάσταση οικοδομείται πάνω στην 3η, τη ψηφιακή επανάσταση που έχει συμβεί από τα μέσα του περασμένου αιώνα. Η σημερινή 4η βιομηχανική επανάσταση χαρακτηρίζεται από μια συγχώνευση τεχνολογιών που θολώνει τις γραμμές μεταξύ της φυσικής, της ψηφιακής και της βιολογικής σφαίρας. Ο ερχομός της τείνει να ενοποιήσει τα διαφορετικά επιστημονικά πεδία, εισβάλλοντας σε καθένα από αυτά με αμετάκλητο και καθοριστικό τρόπο.

Υπάρχουν τρεις λόγοι για τους οποίους οι σημερινοί μετασχηματισμοί αντιπροσωπεύουν όχι απλώς μια παράταση της 3ης Βιομηχανικής Επανάστασης αλλά μάλλον την άφιξη μιας 4ης και ξεχωριστής: η ταχύτητα δεδομένων, το εύρος και το μέγεθος τους και οι επιπτώσεις των συστημάτων αυτών στις ζωές μας. Η ταχύτητα των σημερινών ανακαλύψεων δεν έχει προηγούμενο ιστορικό. Σε σύγκριση με τις βιομηχανικές επαναστάσεις που προηγήθηκαν, η 4η εξελίσσεται με εκθετικό και όχι γραμμικό ρυθμό. Επιπλέον, διαταράσσει σχεδόν κάθε κλάδο σε κάθε χώρα. Και το εύρος και το βάθος αυτών των αλλαγών προαναγγέλλουν τη μεταμόρφωση ολόκληρων συστημάτων παραγωγής, ενέργειας, διαχείρισης πόρων και διακυβέρνησης.

Οι δυνατότητες δισεκατομμυρίων ανθρώπων να συνδέονται με φορητές συσκευές, με μια άνευ προηγουμένου επεξεργαστική ισχύ, χωρητικότητα αποθήκευσης και πρόσβαση στη γνώση, είναι απεριόριστες. Και αυτές οι δυνατότητες θα πολλαπλασιαστούν με τις αναδυόμενες τεχνολογικές ανακαλύψεις σε τομείς όπως η τεχνητή νοημοσύνη, η ρομποτική, το Διαδίκτυο, τα αυτόνομα οχήματα, την τρισδιάστατη εκτύπωση, τη νανοτεχνολογία, τη βιοτεχνολογία, την επιστήμη των υλικών, την αποθήκευση ενέργειας και το κβαντικό υπολογιστή.

Ήδη, η τεχνητή νοημοσύνη είναι παντού γύρω μας, από αυτοοδηγούμενα αυτοκίνητα και drones μέχρι εικονικούς βοηθούς και λογισμικό που μεταφράζει σε οποιαδήποτε γλώσσα επιθυμούμε ή δίνει τη δυνατότητα επιλεγμένων και στοχευμένων επενδύσεων χωρίς την απαραίτητη γνώση οικονομικών του χρήστη-επενδυτή. Τα τελευταία χρόνια έχει σημειωθεί εντυπωσιακή πρόοδος στην τεχνητή νοημοσύνη, λόγω της εκθετικής αύξησης της υπολογιστικής ισχύος και της διαθεσιμότητας τεράστιων ποσοτήτων δεδομένων, με αποτέλεσμα λογισμικά που χρησιμοποιούνται για την ανακάλυψη νέων φαρμάκων έως αλγόριθμους κατασκευασμένους για την πρόβλεψη των πολιτιστικών μας ενδιαφερόντων. Εν τω μεταξύ, οι τεχνολογίες ψηφιακής κατασκευής αλληλοεπιδρούν με τον βιολογικό κόσμο σε καθημερινή βάση. Μηχανικοί, σχεδιαστές και αρχιτέκτονες συνδυάζουν τον υπολογιστικό σχεδιασμό, την κατασκευή προσθέτων, τη μηχανική υλικών και τη συνθετική βιολογία, για να πρωτοστατήσουν σε μια συμβίωση μεταξύ των μικροοργανισμών, του σώματός μας, των προϊόντων που καταναλώνουμε, ακόμη και των κτιρίων που κατοικούμε.

Ένα παράδειγμα αυτών των κατακλυσμιαίων αλλαγών θα είναι η περίπτωση της διακυβέρνησης. Καθώς ο φυσικός, ο ψηφιακός και ο βιολογικός κόσμος συνεχίζουν να συγκλίνουν, οι νέες τεχνολογίες και πλατφόρμες θα δίνουν τη δυνατότητα στους πολίτες να επικοινωνούν με τις κυβερνήσεις σε άμεσο χρόνο, να εκφράζουν τις απόψεις τους, να συντονίζουν τις προσπάθειές τους και ακόμη και να παρακάμπτουν την εποπτεία των δημόσιων αρχών. Ταυτόχρονα, οι κυβερνήσεις θ’ αποκτήσουν νέες τεχνολογικές εξουσίες για να αυξήσουν τον έλεγχό τους στους πληθυσμούς, με βάση τα διάχυτα συστήματα επιτήρησης και την ικανότητα ελέγχου της ψηφιακής υποδομής. Συνολικά, ωστόσο, οι κυβερνήσεις θα αντιμετωπίζουν ολοένα και μεγαλύτερη πίεση για ν’ αλλάξουν την τρέχουσα προσέγγισή τους στη δημόσια δέσμευση και τη χάραξη πολιτικής, καθώς ο κεντρικός τους ρόλος στη χάραξη πολιτικής θα μειώνεται, εξαιτίας των νέων περιφερειοποιημένων πηγών ανταγωνισμού και της ανακατανομής και αποκέντρωσης της εξουσίας που καθιστούν δυνατές οι νέες τεχνολογίες.

Τελικά, η ικανότητα προσαρμογής των κυβερνητικών συστημάτων και των δημόσιων αρχών θα καθορίσει την επιβίωσή τους. Εάν αποδειχθούν ικανά ν’ αγκαλιάσουν έναν κόσμο ανατρεπτικών αλλαγών, υποβάλλοντας τις δομές τους σε επίπεδα διαφάνειας, εκδημοκρατισμού των μέσων και αποτελεσματικότητας που θα τους επιτρέψουν να διατηρήσουν το ενοποιητικό τους πλεονέκτημα, θ’ αντέξουν. Εάν δεν μπορούν να εξελιχθούν, θ’ αντιμετωπίσουν αυξανόμενα προβλήματα.

Εν τέλει, αυτό που θα συμβεί στο άμεσο μέλλον θα χαρακτηρίζεται από δυο προκλήσεις: α) Την μεταλλαγή του ενεργειακού προτύπου όπως το γνωρίζουμε έως τώρα, λόγω των ανεπίστρεπτων αλλαγών της κλιματικής κρίσης που προκάλεσε το υφιστάμενο παραγωγικό μας μοντέλο. β) Τις πλανητικές αλλαγές που θα επιφέρει η 4η βιομηχανική επανάσταση σε κάθε τομέα του δημόσιου και ιδιωτικού μας βίου.

Το στοίχημα για την ανθρωπότητα και οι προκλήσεις είναι «εδώ και τώρα». Οι πιθανές αντιδράσεις των κοινωνιών χωρίζονται σε τρεις υποκατηγορίες.

α) Σε αυτούς που δαιμονοποιούν οποιαδήποτε τεχνολογική εξέλιξη.

β) Σε αυτούς που θεοποιούν την τεχνολογία, ως το εργαλείο που αφ’ εαυτής θα λύσει τις ανθρώπινες αδυναμίες και σφάλματα.

γ) Και στους σκεπτικιστές που επιλέγουν μια «μέση οδό».

Το μόνο σίγουρα που θα αφορά και τις τρεις αυτές κοινωνικές υποομάδες, είναι πως οι νέες αλλαγές της 4ης βιομηχανικής επανάστασης, επειδή πραγματοποιούνται με ραγδαίους ρυθμούς, «αχρηστεύουν» παλιά ερμηνευτικά σχήματα είτε ιδεολογικά, είτε πολιτικά, είτε θεσμικά και κοινωνικά. Ένας άνθρωπος λοιπόν του σήμερα δεν θα μπορεί να ερμηνεύσει και να εμπεδώσει το νέο κόσμο που θα προβάλλει πολύ σύντομα, χρησιμοποιώντας παρωχημένα ερμηνευτικά εργαλεία.

Οι αλλαγές λοιπόν στη τεχνολογία της 4ης βιομηχανικής επανάστασης είναι ένα γεγονός που κανείς δεν μπορεί να παρακάμψει ή να παραβλέψει. Η κατεύθυνση που θα πάρει η 4η βιομηχανική επανάσταση θα καθοριστεί από τον δημόσιο κοινωνικό διάλογο.

Ωστόσο, για να μπορέσει ο άνθρωπος του σήμερα να συμμετάσχει σε αυτό τον διάλογο, δυστυχώς ή ευτυχώς, θα πρέπει να γνωρίζει τις βασικές -τουλάχιστον- αρχές του τεχνολογικού κόσμου που αναδύεται. Αυτό σημαίνει πως η αλγοριθμική σκέψη, ο προγραμματισμός και η υπολογιστική σκέψη θα πρέπει να είναι γνωσιακό κτήμα όλων των ανθρώπων –όσο κι αν αυτό φαίνεται τρομακτικό. Στο άμεσο μέλλον, η υπολογιστική σκέψη θα πρέπει ν’ αποτελεί μια απαραίτητη γνώση για όλη την κοινωνία, όπως είναι οι φυσικές μας γλώσσες αλλά και τα κλασικά μαθήματα της ιστορίας και της φιλολογίας.

Αν μέχρι σήμερα, προκειμένου μπορέσουμε να συμμετάσχουμε τις κοινωνικές αλλαγές προϋπόθεση ήταν η καλή γνώση της φυσικής μας γλώσσας, μιας δεύτερης ξένης γλώσσας και τουλάχιστον ενός απολυτηρίου Λυκείου, τότε, χθες κιόλας, όλ’ αυτά θα έπρεπε να συνοδεύονται και με τη γνώση της υπολογιστικής σκέψης (γνώση αλγορίθμων, προγραμματισμού και βασικών εννοιών μηχανικής).

Δίχως αυτή τη νέα προϋπόθεση, κοινωνίες που δε θα μπορέσουν να κατανοήσουν τη ζωτικότητα αυτής της αλλαγής, θα βρεθούν εκτός του δημόσιου διαλόγου για τον δρόμο που θα πάρουν οι τεχνολογικές αυτές αλλαγές. Θ’ αποτελούν το τεχνολογικό περιθώριο (ψηφιακά αναλφάβητοι), τους παρίες, τους αποκλεισμένους του κόσμου μας.

Επομένως, βασική αρχή, ώστε καθένας και καθεμιά να διαμορφώσει άποψη και να συμβάλλει θετικά στον τρόπο που ο κόσμος θα εξελιχθεί, είναι να έχει ως εφόδιό του αυτή την επιπλέον γνώση, ως κομμάτι της ζωής του. Κι αυτό θα γίνει μόνο αν οι κοινωνίες απαιτήσουν τα μαθήματα υπολογιστικής σκέψης και προγραμματισμού να εισαχθούν από την πρωτοβάθμια εκπαίδευση -ως βασικά μαθήματα- δίπλα στα μαθηματικά, τη γλώσσα και την ιστορία.




Πηγή : ΑΡΔΗΝ