Το κλάδεμα της ελιάς είναι μια σημαντική εργασία που αποσκοπεί στην προσαρμογή της ανάπτυξης και καρποφορίας των δέντρων στις εδαφοκλιματικές συνθήκες της περιοχής και στις καλλιεργητικές επιδιώξεις, ιδιαίτερα στην προστασία από εντομολογικές παθήσεις και στη διευκόλυνση της συγκομιδής των ελιών, που είναι το κύριο οικονομικό κόστος της ελαιοκαλλιέργειας.
Από το σωστό κλάδεμα εξαρτάται η καρποφορία και η μακροζωία των δέντρων. Ο κλαδευτής θα πρέπει να αφαιρεί τα κλαδιά που πρέπει και όχι αυτά που τον βολεύουν.
Οι στόχοι του κλαδέματος είναι:
Διαμόρφωση σκελετού.
Το ισοζύγιο μεταξύ βλάστησης, ζώνης καρποφορίας και ριζικού συστήματος.
Αφαίρεση προσβεβλημένων βλαστών και καρπών.
Αύξηση άμεσου φωτισμού και αερισμού (προσοχή στα εγκαύματα).
Η ελαχιστοποίηση της μη παραγωγικής περιόδου.
Η παράταση της περιόδου σταθερής απόδοσης του φυτού.
Η αύξηση της παραγωγής και της διευκόλυνσης της συλλογής.
Η εξοικονόμηση υγρασίας, που είναι περιοριστικός παράγοντας σε ξερικούς ελαιώνες.
Στα ελαιόδεντρα βιολογικής παραγωγής γίνονται δύο τύποι κλαδέματος: Το κλάδεμα διαμόρφωσης και το κλάδεμα ανάπτυξης και καρποφορίας.
Κλάδεμα διαμόρφωσης γίνεται συνήθως στα νεαρά δέντρα, με στόχο τη δημιουργία ενός ανθεκτικού σκελετού και ενός σχήματος που θα ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις της μηχανικής ελαιοσυλλογής.
Κλάδεμα καρποφορίας γίνεται στα παραγωγικά δέντρα, για εξασφάλιση αερισμού και φωτισμού, σταθερής καρποφορίας και καλής ποιότητας καρπού.
Κλάδεμα καρποφορίας
Μετά το πέρασμα από την νεαρή ηλικία στην ενήλικη ζωή, το ελαιόδενδρο απαιτεί εφαρμογή κλαδέματος καρποφορίας. Με το κλάδεμα θέλουμε να μεταφερθούν τα φωτοσυνθετικά προϊόντα στους καρπούς. Πριν την όποια επέμβαση, είναι απαραίτητη η γνώση του τρόπου που καρποφορεί.
Η ελιά καρποφορεί σε βλαστούς του προηγούμενου έτους. Η καρποφόρα επιφάνεια βρίσκεται σε μία ημισφαιρική ζώνη, που περιβάλει την περιφέρεια του δένδρου σε βάθος 60-90εκ. Πολύ ζωηροί βλαστοί δεν είναι καρποφόροι (έχουν μόνο βλαστοφόρους οφθαλμούς), ενώ οι αδύνατοι βλαστοί δίνουν ελάχιστους καρπούς.
Για το λόγο αυτό, σκοπός του κλαδέματος καρποφορίας είναι η δημιουργία βλαστών μέτριου μήκους και η διατήρηση της καρποφόρας ζώνης σε καλή ζωηρότητα και με καλό φωτισμό. Αυτό επιτυγχάνεται απομακρύνοντας βλαστούς που επικαλύπτονται και που βαίνουν προς το εσωτερικό καθώς και λαίμαργους (αφήνουμε μόνο αντικαταστάτες).
Γενικά προσπαθούμε να κάνουμε παραγωγικούς βλαστούς μέτριας ζωηρότητας 20-50 εκκαρατομώντας τα ψηλά σημεία αλλά κρατώντας το κεντρικό ξύλο προστατευμένο από το έντονο φως του ήλιου που μπορεί να δημιουργήσει εγκαύματα και φανερώνουμε όσο το δυνατόν περισσότερα φύλλα.
Οι παραπάνω στόχοι είναι δύσκολο να επιτευχθούν σε πυκνά φυτεμένα δένδρα που σκιάζονται το ένα από το άλλο. Στην περίπτωση αυτή, η καρποφόρα ζώνη περιορίζεται στις κορυφές των δένδρων και σε κάποια σημεία προς τη νότια πλευρά τους που τα βλέπει ο ήλιος. Στα δένδρα αυτά, όταν κόβονται οι κορυφές για χαμήλωμα των δένδρων, μειώνεται πολύ η απόδοσή τους γιατί αφαιρείται σημαντικό μέρος της καρποφόρας επιφάνειας.
Στα παραγωγικά δένδρα που είναι καλοκλαδεμένα και χαμηλά, συνιστάται να γίνεται κάθε χρόνο ένα μέτριο (όχι αυστηρό) κλάδεμα καρποφορίας, με αφαίρεση των πυκνών και νεκρών κλαδίσκων από την καρποφόρο ζώνη, επειδή με την πάροδο του χρόνου η ζώνη αυτή έχει την τάση να πυκνώνει και να γεμίζει με μικρούς βλαστούς.
Κάνοντας το παραπάνω κλάδεμα, βελτιώνεται το μήκος των βλαστών και εξασφαλίζεται καλός φωτισμός στην καρποφόρα ζώνη. Το κλάδεμα αυτό πρέπει να είναι αυστηρότερο σε δένδρα που αναπτύσσονται σε άγονα και ξηρά εδάφη, ώστε να περιορίζεται η φυλλική επιφάνεια και να εξοικονομούνται θρεπτικά στοιχεία και νερό για τη νέα καρποφόρα βλάστηση. Αντίθετα, σε δένδρα που αναπτύσσονται σε γόνιμα εδάφη, ή που λιπαίνονται και αρδεύονται, το κλάδεμα δεν πρέπει να είναι αυστηρό, επειδή υπάρχει επάρκεια θρεπτικών στοιχείων και νερού τόσο για την υπάρχουσα καρποφορία, όσο και για τη δημιουργία της νέας καρποφόρας βλάστησης.
Στην τελευταία αυτή περίπτωση, το αυστηρότερο κλάδεμα δίνει λαίμαργους βλαστούς που αργούν να μπουν σε καρποφορία.
Το κλάδεμα καρποφορίας στις επιτραπέζιες ποικιλίες, αν γίνει σωστά, μπορεί να βελτιώσει το μέγεθος των καρπών. Για το σκοπό αυτό συνιστάται καλύτερα να γίνεται στις χρονιές υπερβολικής καρποφορίας αραίωση καρποφόρων κλαδίσκων λίγο μετά την καρπόδεση.
Συνοψίζοντας αναφέρουμε τα σημεία στα οποία πρέπει να δώσει έμφαση ο κλαδευτής:
Πριν κλαδέψουμε κάνουμε μια νοητή προσέγγιση κλαδέματος. Καλό είναι ο ίδιος κλαδευτής να κάνει το κλάδεμα κάθε χρόνο και να γνωρίζει το ιστορικότων δέντρων και ακόμη καλύτερα να είναι κλαδευτής ο ιδιοκτήτης.
Η ύπαρξη και τα είδη των λαίμαργων είναι ο τρόπος που η Ελιά προσπαθεί να μας μιλήσει και ανάλογα με τον τρόπο καλλιέργειας, τις δυνατότητες του εδάφους και της κατάστασης του φυτού εμείς πρέπει να ανταποκριθούμε.
Λαμβάνουμε υπόψη τον τρόπο καλλιέργειας και κυρίως λίπανση και άρδευση.
Χρυσός κανόνας, τα δέντρα που λιπαίνονται και ποτίζονται δεν τα κλαδεύουμε πολύ κατά τη συλλογή ούτε τους πρώτους μήνες του χειμώνα. Αυτό γίνεται διότι τα θρεπτικά συστατικά κατευθύνονται στα φύλλα και εκεί θα μεταμορφωθούν σε τέτοια μορφή που να μπορούν να χρησιμοποιηθούν από το φυτό.
Εάν η κόμη είναι μικρή και αυστηρά κλαδεμένη τότε δεν μπορεί να γίνει μετατροπή αυτών των συστατικών από το δέντρο, μεγάλο μέρος αυτών πάνε χαμένα και θα οδηγηθούμε σε έντονη βλαστομανία με πολλούς λαίμαργους και ακαρπία.
Εφαρμόζουμε:
Ελαφρύ κλάδεμα: όταν ο μέσος όρος μήκους βλαστών της προηγούμενης χρονιάς είχε μήκος βλαστών μεγαλύτερους από 30 εκ. Στο ελαφρύ κλάδεμα αφαιρούμε το 1/6 του δέντρου.
Μέτριο όταν το μήκος των βλαστών ήταν 15 -30 εκ. Στο μέτριο κλάδεμα αφαιρούμε 1/3 έως ¼ του δέντρου.
Αυστηρό ορίζεται το κλάδεμα που αφαιρούμε πάνω από το 50% του δένδρου και το μήκος των βλαστών είναι κάτω από 15 εκ.
Έντονα αβαθή, πετρώδη και άγονα εδάφη έχουν δέντρα με μικρό ριζικόσύστημα άρα η αναλογία φυλλώματος ρίζας πρέπει να διατηρείται αφαιρώντας φύλλα, αλλιώς έχουμε απορρόφηση των λίγων θρεπτικών απότην κόμη και οδηγούμαστε σε μειωμένη καρποφορία
Ξεκινώντας το κλάδεμα: αρχικώς εντοπίζουμε μπαίνοντας κάτω από το δέντρο και αφαιρούμε τα άρρωστα και προσβεβλημένα τμήματα που προκαλούνται από ασθένειες όπως το κυκλοκόνιο, το λεκάνιο, καρκίνωμα ή και από τροφοπενίες καλίου ή βορίου ιδίως μετά από έντονα παραγωγικές χρονιές, κάνοντάς τα υγιή και μειώνοντας έτσι τον κίνδυνο μολύνσεων.
Τα άρρωστα τμήματα απορροφούν από το δέντρο πιο πολλά θρεπτικά συστατικά και χυμούς στην προσπάθεια τους να επανέλθουν σε φυσιολογική κατάσταση και αυτό στερεί θρεπτικά συστατικά από σημεία που θέλουμε να κατευθυνθούν.
Αφαίρεση όσων βλαστών δεν καρποφόρησαν, ενώ ήταν αναμενόμενο. Ο αριθμός των βλαστών που απομακρύνονται εξαρτάται από το βαθμό καρποφορίας του δέντρου. Εάν αυτό καρποφόρησε επαρκώς, τότε κόβονται όλοι οι διετείς βλαστοί που δεν έδωσαν καρπό και γίνεται απομάκρυνση των βλαστών που καρποφόρησαν κατά 50%. Σε κάθε περίπτωση η εφαρμογή του συνόλου ή μέρους των παραπάνω επεμβάσεων θα εξαρτηθεί από την εικόνα του ελαιώνα, τις ικανότητες των κλαδευτών και την εκτίμηση του κόστους κλαδέματος.
ΠΗΓΗ: ΙΝ