«Θα είναι δύσκολο για κάποιον να με πείσει πως η ιστορία του Ασώτου δεν είναι ο θρύλος κάποιου που δεν ήθελε να αγαπηθεί.
Όταν ήταν παιδί όλοι τον αγαπούσαν στο σπίτι του.
Μεγάλωσε μη γνωρίζοντας τίποτ’ άλλο, γιατί είχε συνηθίσει την τρυφερότητα της καρδιάς τους.
Όμως το αγόρι ήθελε να απαλλαγεί από τις συνήθειές του.
Δεν μπορούσε να το πει, αλλά, ακόμα και όταν τριγυρνούσε όλη την ημέρα, δεν ήθελε να τον ακολουθούν ούτε τα σκυλιά, επειδή κι αυτά του έδειχναν αγάπη»
* * *
«Πολύ αργότερα θα θυμηθεί πόσο αποφασισμένος ήταν εκείνη την εποχή να μην αγαπήσει ποτέ, για να μην φέρει κανέναν στη φοβερή θέση να αγαπηθεί.»
* * *
«Η εσωτερική του γαλήνη ήταν τόσο μεγάλη που αποφάσισε να ολοκληρώσει αναδρομικά όλα εκείνα που δεν μπόρεσε παλιότερα να πραγματοποιήσει, γι’ αυτό τα είχε αφήσει να περιμένουν.
Αναπόλησε προπάντων τα παιδικά του χρόνια, που όσο πιο πολύ τα έφερνε στο νου του τόσο πιο ημιτελή του φαίνονταν• όλες του οι αναμνήσεις είχαν την ασάφεια των προαισθημάτων και, επειδή ανήκαν στα περασμένα, έμοιαζαν λες και ήταν σχεδόν μελλοντικές.
Για να τα επεξεργαστεί όλα αυτά σε μεγάλο βάθος, πήρε την απόφαση να επιστρέψει ως ξένος στο σπίτι του.
Δεν γνωρίζουμε αν παρέμεινε• ξέρουμε μόνο πως επέστρεψε.»
Ράινερ Μαρία Ρίλκε, «Οι σημειώσεις του Μάλτε Λάουριντς Μπρίγκε»