Να ταξιδεύεις μια ολόκληρη ζωή με το μυαλό ως καλύτερο και αυθόρμητο σύμμαχο. Μέχρι εκείνη τη στιγμή, που το περίσσευμα σκέψης και συλλογισμού, η δυστοκία να προσπεράσεις χωρίς να αισθανθείς, μετατρέπουν τον σύμμαχο σε αντίπαλο. Αν όχι, σε πεισματάρη εχθρό.
Η γοητεία της ζωής απαντάται μεταξύ άλλων στην εναλλαγή αβεβαιοτήτων. Που κάθε φορά αφήνουν μικρά, συρρικνωμένα περιθώρια, για να συγκρατήσεις τις δυσεύρετες ευχάριστες στιγμές, και να τις αξιοποιήσεις ως κάδρο συναισθηματικού ισοδύναμου. Να καταφέρεις να ξαναβρείς τη γαλήνη, παραμερίζοντας και αγνοώντας την οργή.
Εκείνο το ξεθωριασμένο σημείο ανάμεσα στην οργή και τη γαλήνη, που προσφέρει στον καθένα την εξατομικεύμενη πολυτέλεια της εσωτερικής ηρεμίας, χωρίς την οποία ο τροχός της ζωής κινείται περισσότερο από συνήθεια και μηχανικά, και πολύ λιγότερο ως φυσική αντίδραση της εσωτερικής ανάγκης να αναζητήσεις ένα περισσότερο φωτεινό και αυθόρμητο χαμόγελο στη μέρα που ξημερώνει. Ακόμη κι αν δεν υπάρχει. Φτάνει να έχεις το κίνητρο να το αναζητήσεις.
Ένας διαρκής διάλογος του μυαλού με την καρδιά. Με επιχειρήματα και πλέόνασμα από πείσμα για το ποιός θα πρέπει να υποχωρήσει, ώστε να βρεθεί η χρυσή τομή της επιβίωσης. Η αφετηρία ενός νέου ξεκινήματος, που θα δώσει τη σκυτάλη στο επόμενο. Και κάπως έτσι, ο τροχός θα ανακτήσει τη φυσική του ροή προς το μέλλον.
Η διδακτική της απώλειας. Το ταξίδι που συνειδητοποιείς ότι δεν έχει Ιθάκη. Και καθώς, όπως θα έλεγε και ο Κωνσταντίνος Καβάφης, η Ιθάκη σου έδωσε το ταξίδι, δοκιμάζεις να αναζητήσεις το κουράγιο για να το χρωματίσεις με αισιόδοξες πινελιές.
Μια λέξη, ως προνόμιο και υποχρέωση την ίδια στιγμή. Ζωή. Και για εκείνους που δεν είναι πια εδώ. Και ζουν πλέον μέσα από εμάς. Κάπως έτσι, συνεχίζεις. Έστω και “λιγότερος”…