12.1.20

Πώς διαβάζουν Βρυξέλλες και Ουάσινγκτον τη συνάντηση Μητσοτάκη-Τραμπ

Βρυξέλλες, ανταπόκριση
Η στάση του Αμερικανού προέδρου Donald Trump απέναντι στην ελληνική αποστολή δεν άφησε περιθώρια για διπλές ερμηνείες: Η φιλία και η συμμαχία που έχει ο Αμερικανός πρόεδρος με τον πρόεδρο της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν όχι μόνο παραμένει αλλά, λόγω και της κρίσης στις σχέσεις με το Ιράν, αναβαθμίστηκε.

Μιλήσαμε με διπλωματικές πηγές τόσο στις Βρυξέλλες όσο και στην Ουάσιγκτον, με αφορμή τη συνάντηση του Έλληνα πρωθυπουργού με τον Αμερικανό πρόεδρο.

Ήδη, από τον Δεκέμβριο, όταν ορίστηκε το ραντεβού, τόσο σε Ευρώπη όσο και σε Ηνωμένες Πολιτείες έγινε λόγος για ατυχή ημερομηνία καθώς η εξέταση της παραπομπής Trump (impeachment process) θα βρισκόταν στο ζενίθ της. Αυτό από μόνο του δεν άφηνε περιθώρια ούτε για στρατηγικές κινήσεις ούτε για διπλωματικές νίκες έναντι της Τουρκίας.

Σαφώς η θέση της Ελλάδας έγινε ακόμα δυσκολότερη με την κρίση στο Ιράν, την πρώτη μεγάλη σοβαρή στρατιωτική και πολιτική κρίση που καλείται να αντιμετωπίσει ο «άπειρος» Donald Trump.

Μπροστά στις κάμερες μάλιστα και ενώ Έλληνας συνάδελφος επέμεινε να ρωτάει τον Αμερικανό πρόεδρο για τη συμφωνία Λιβύης - Τουρκίας, ο κ. Trump έφερε σε δύσκολη θέση τον κ. Μητσοτάκη λέγοντας ευθαρσώς ότι η σχέση της χώρας του με τον κ. Ερντογάν είναι ξεκάθαρη και τη γνωρίζουν όλες οι χώρες.

Τι έγινε όμως πίσω από τις κλειστές πόρτες;

Διπλωματικές πηγές από την Ουάσιγκτον μάς ανέφεραν τα εξής:


1. Μπορεί μεν ο κ. Μητσοτάκης να περιέγραψε τις ελληνικές θέσεις στα Ελληνοτουρκικά, στο θέμα της Λιβύης και τη στρατηγική θέση της χώρας μας, όμως ο κ. Τραμπ φαίνεται να μην άκουγε. Η απάντηση που έδωσε ήταν γενικόλογη ότι θα μιλήσει με τον κ. Ερντογάν για να βρουν μια ειρηνική λύση. Εξέφρασε μάλιστα την άποψή του ότι δεν θα ήταν καλό να υπάρχει όξυνση των ελληνοτουρκικών σχέσεων αυτή τη στιγμή. Από διάφορες πληροφορίες προκύπτει ότι κάτι ανάλογο διαβιβάστηκε και σε άλλα κλιμάκια της ελληνικής κυβέρνησης.

Όλες οι πηγές, και από τις Βρυξέλλες, συγκλίνουν στο ότι ο κ. Trump δύσκολα θα αλλάξει γνώμη για τον κ. Ερντογάν καθώς αναγνωρίζει ότι η Τουρκία είναι μια χώρα γεμάτη ευκαιρίες για επενδύσεις και επιχειρηματικά σχέδια δισεκατομμυρίων, αφήνοντας να εννοηθεί ότι υπάρχει και προσωπικό ενδιαφέρον. Συνεπώς η χώρα μας πρέπει να πορευθεί με αυτό το μειονέκτημα.

2. Ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Μ. Πομπέο δεν συμμερίζεται την ίδια άποψη με τον πρόεδρο Trump, όμως σε αυτή τη διαμάχη «έχασε», με διαρροές να αναφέρουν ότι ετοιμάζεται να καταλάβει μια θέση στη Γερουσία. Το Κογκρέσο αφουγκράζεται περισσότερο τις ελληνικές θέσεις, όμως, όπως αναφέρουν οι διπλωματικές πηγές, εάν η ΕΕ μαζί με την Ελλάδα περιμένουν σοβαρές κυρώσεις κατά της Τουρκίας, αυτές δεν θα έρθουν, τουλάχιστον στον βαθμό που τις περιμένουμε. Η απαγόρευση για την πώληση των F-35 στην Τουρκία δεν φαίνεται από μόνη της να πτοεί τον κ. Ερντογάν.

3. Ο πρωθυπουργός Κ. Μητσοτάκης εξέφρασε το ενδιαφέρον για αγορά των F-35 από το 2023 και μετά, με χρονοδιάγραμμα αποπληρωμής όμως. Κάπου εκεί «έχασε» το ενδιαφέρον του κ. Trump, ο οποίος θέλει άμεσο κέρδος -και σίγουρα μέσα στη θητεία του. Παρουσιάστηκαν επίσης σημαντικές επενδυτικές ευκαιρίες που προσφέρει η χώρα μας, χωρίς όμως να μπορούμε να «δώσουμε» τα δισεκατομμύρια που επιθυμεί ο κ. Trump.

Είναι πολύ σημαντικό να ακούγονται οι ελληνικές θέσεις παντού. Όμως, εξίσου σημαντικό είναι να ξέρουμε πώς αντιλαμβάνονται οι εταίροι μας τις ελληνικές θέσεις και εάν υπάρχει αποτέλεσμα στις συναντήσεις.


Αυτό μας μετέφερε υψηλά ιστάμενος αξιωματούχος των Βρυξελλών, ο οποίος εξέφρασε την εκτίμηση ότι οι επόμενες δύο εβδομάδες θα είναι δύσκολες για τα γεωπολιτικά δρώμενα. Τόσο η βάση του Ιντσιρλίκ στην Τουρκία όσο και οι βρετανικές βάσεις στην Κύπρο έχουν τεθεί σε επιφυλακή και έχουν κάνει αποδεκτό το έτοιμα των ΗΠΑ για να φιλοξενήσουν αμερικανικές ειδικές στρατιωτικές μονάδες, σε περίπτωση που πρέπει να εκκενωθεί αμερικανικό προσωπικό από τις γύρω χώρες.

Δεύτερος υψηλά ιστάμενος αξιωματούχος ανέφερε μια άλλη οπτική γωνία για τρεις κινδύνους που μπορεί να αντιμετωπίσει η ελληνική κυβέρνηση, εάν δεν ενισχύσει τις διπλωματικές πιέσεις και παραμείνει μόνο στην επικοινωνιακή διαχείριση:

1. Αύξηση των πιέσεων προς το αμερικανικό κογκρέσο και στην αμερικανική κυβερνητική πλευρά που συμμερίζεται την άποψη ότι η ραγδαία ενίσχυση του κ. Ερντογάν (ως προσώπου και όχι ως χώρας) φέρνει αστάθεια στην ευρύτερη περιοχή και στις εξορύξεις φυσικού αερίου γύρω από την Κύπρο και στις σχέσεις με τη Ρωσία. Ήδη οι δυσκολίες έχουν διαφανεί από τη Σύνοδο Κορυφής της ΕΕ τον Δεκέμβριο, όταν έγινε ξεκάθαρο στην ελληνική πλευρά να μην περιμένει κυρώσεις κατά της Τουρκίας. Μπορεί επικοινωνιακά η κυβέρνηση να διέρρευσε ότι η ίδια αποφάσισε να μη θέσει το θέμα σε επίπεδο ηγετών ΕΕ επισήμως, η αλήθεια είναι όμως ότι πολλές χώρες και -κυρίως η Γερμανία- ξεκαθάρισαν ότι δεν διατίθενται να ψηφίσουν κυρώσεις, κυρίως λόγω του προσφυγικού. Μάλιστα τότε διέρρευσε και η είδηση ότι η Γερμανία εξακολουθούσε να πουλάει όπλα στην Τουρκία παρά το εμπάργκο.

Όπως έχουμε γράψει, ο Λευκός Οίκος ζήτησε «ευγενικά» από την Ελλάδα να μην υπάρχει κλιμάκωση της έντασης με την Τουρκία. Ο πρωθυπουργός θα ενημερώσει τους πολιτικούς αρχηγούς και αυτοί θα κληθούν να αποφασίσουν ποιων τα συμφέροντα θα υπερασπιστούν: Της Ελλάδας ή των εταίρων. Και εάν είναι το δεύτερο, με ποιους κινδύνους ή ανταλλάγματα;

2. Ένα βήμα πίσω στο προσφυγικό. Έχοντας το πάνω χέρι, ο κ. Ερντογάν παίζει καλά το παιχνίδι με τους πρόσφυγες, με τις ροές να παρουσιάζουν μεγάλη αύξηση προς την Ελλάδα από το καλοκαίρι, ειδικά λόγω του παρατεταμένου καλού καιρού. Η αποστολή της νέας Κομισιόν στην Τουρκία τον Δεκέμβριο δεν έφερε τα επιθυμητά αποτελέσματα και η Επιτροπή ξέρει καλά ότι μπορεί να επαναληφθεί το φιάσκο του ταξιδιού των Γιούνκερ-Τουσκ στον Ερντογάν (τα πρακτικά της θυελλώδους συζήτησης έφερε στο φως το euro2day.gr προκαλώντας παγκόσμια αίσθηση).

Η ΕΕ φαίνεται πρόθυμη να καταδικάσει, να επικρίνει, να δώσει κονδύλια και ανθρώπινο δυναμικό στο πλαίσιο της Frontex, όμως μέχρι εκεί. Εναπόκειται στην Ελλάδα να ξεκινήσει δυναμικά συμμαχίες με άλλες χώρες, ακόμα και διμερείς συμφωνίες. Όταν μάλιστα τον Σεπτέμβριο πραγματοποιήθηκε πενταμερής συνάντηση στη Μάλτα για τους πρόσφυγες που προέρχονται κυρίως από τη Λιβύη, η Ελλάδα επέλεξε να απέχει. Όπως μας μεταφέρθηκε, ο λόγος ήταν ότι αφορούσε μικρά νούμερα επαναπροώθησης μεταναστών που δεν ενδιέφεραν την κυβέρνηση, η οποία αποσκοπούσε σε κάτι μεγαλύτερο. Τώρα όμως, εκτός του ότι η Λιβύη είναι πάλι στο προσκήνιο, με μετανάστες να «στέλνονται» από την Ιταλία στην Ελλάδα, η χώρα μας καλείται να προλάβει. Η επίσκεψη του κ. Μητσοτάκη στη Ρώμη τον Νοέμβριο, με σκοπό να βρει συμμαχία για το προσφυγικό, έπεσε στο κενό. Κάτι που πέρασε στα ψιλά, επικοινωνιακά, όμως η κυβέρνηση συνειδητοποίησε τι θα βρει μπροστά της. Πανευρωπαϊκή συμφωνία για επαναπροώθηση δύσκολα θα επιτευχθεί.

3. EastMed. H πανηγυρική υπογραφή του ΕastΜed δεν πρέπει να μείνει στα χαρτιά όπως άλλες επίδοξες συμμαχίες των προηγούμενων ετών. Η Τουρκία βρυχάται και σε αυτό το θέμα, γιατί (προς το παρόν τουλάχιστον) ο Ισραηλινός πρωθυπουργός Β. Νετανιάχου έχει τα δικά του εσωτερικά πολιτικά θέματα να κλείσει και απομένει σε Κύπρο και Ελλάδα να βάλουν τις βάσεις. Η ΕΕ σφυρίζει αδιάφορα, γιατί δεν θέλει να εκνευρίσει τον Ερντογάν και μπαίνουμε σε μια προσπάθεια πάλι τετραγωνισμού του κύκλου.

Η ισχυροποίηση λοιπόν πρέπει να γίνει εκ των έσω, να τολμήσει επιτέλους η Ελλάδα να κάνει διμερείς, τριμερείς, πολυμερείς συμφωνίες στα επίπεδα που την αφορούν και κυρίως στο προσφυγικό και να «σπάσει αβγά». Γιατί βρισκόμαστε σε μια περίοδο που η συνοχή της ΕΕ είναι αδύναμη, η νέα ηγεσία επίσης, οι γεωπολιτικές εξελίξεις μάς αφορούν άμεσα και έχουμε δικαίωμα «φωνής» και οι ΗΠΑ έχουν ήδη μπει σε έναν κύκλο εσωστρέφειας που θα διαρκέσει μέχρι τις επόμενες εκλογές.



Αγγελική Παπαμιλτιάδου