Το 1958 έγραψα:
«Δεν υπάρχουν καθαρές διαχωριστικές γραμμές μεταξύ αυτού που είναι πραγματικό και αυτού που δεν είναι, και κατά τον ίδιο τρόπο δεν υπάρχουν καθαρές διαχωριστικές γραμμές μεταξύ αυτού που είναι αληθινό και αυτού που δεν είναι. Δεν πρέπει κάτι να είναι οπωσδήποτε αληθινό ή μη αληθινό, μπορεί να είναι και τα δυο, και αληθινό και μη αληθινό».
Πιστεύω ότι αυτοί οι ισχυρισμοί ισχύουν ακόμα και σήμερα σε γενικές γραμμές σε ότι αφορά στην διερεύνηση της πραγματικότητας και της τέχνης. Ως συγγραφέας ακολουθώ αυτό το πιστεύω, ως πολίτης δεν μπορώ να το κάνω. Ως πολίτης πρέπει να αναρωτιέμαι: Τι είναι αληθινό; Τι είναι μη αληθινό;
Η αλήθεια σε ένα θεατρικό έργο είναι πάντα δύσκολα προσεγγίσιμη. Ποτέ δεν μπορείς να την απαντήσεις εξ ολοκλήρου, παρόλο που αναγκαστικά την αναζητείς. Η αναζήτηση είναι ξεκάθαρα η ώθηση της προσπάθειάς μας. Η αναζήτηση είναι ο σκοπός μας. Τις περισσότερες φορές σκοντάφτει κανείς μέσα στο σκοτάδι πάνω στην αλήθεια, συγκρούεται μαζί της, καταφέρνει μόνο να της ρίξει μια κλεφτή ματιά ή αντικρίζει μόνο ένα περίγραμμα που δείχνει να μοιάζει με την αλήθεια, χωρίς τις περισσότερες φορές καν να συνειδητοποιήσει ότι συνέβησαν όλα αυτά. Η αλήθεια, η πραγματική όμως, συμπυκνώνεται στο γεγονός ότι στο δραματικό θεατρικό έργο δεν μπορεί κανείς να βρει την ολική αλήθεια. Υπάρχουν πολλές αλήθειες. Αυτές οι αλήθειες αντικρούονται, και αντικατοπτρίζουν, αγνοούν και κοροϊδεύουν η μια την άλλη, διαφοροποιούνται, είναι τυφλές η μια για την άλλη. Μερικές φορές αισθάνεται κανείς ότι κρατάει στο χέρι του για μια στιγμή την αλήθεια, μετά όμως η αλήθεια αυτή ξεγλιστράει μέσα από τα δάχτυλά του και χάνεται.
Πολλές φορές με έχουν ρωτήσει πως δημιουργούνται τα έργα μου. Δεν είμαι σε θέση να το πω. Μου είναι εντελώς αδύνατον να περιγράψω τα έργα μου, μπορώ μόνο να πω ότι στα έργα μου συνέβη αυτό, ο τάδε είπε εκείνο, οι δείνα έπραξαν το άλλο.
Τα περισσότερα έργα μου δημιουργούνται από μια πρόταση, από μια λέξη ή από μια εικόνα. Την μια λέξη ακολουθεί λίγο αργότερα μια εικόνα. Δίνω δυο παραδείγματα από δυο σειρές, τις οποίες ξαφνικά εμπνεύστηκα, και τις οποίες ακολούθησε στη συνέχεια η εικόνα.
Τα θεατρικά έργα στα οποία αναφέρομαι εδώ είναι το «The Homecoming» και το «Old Times». Η πρώτη φράση από το «The Homecoming» είναι η εξής: «Τι έκανες με το ψαλίδι;». Η πρώτη λέξη από το «Old Times» είναι: «Σκοτάδι».
Αυτά ήταν όλα και όλα εκείνα από τα οποία ξεκίνησα.
Στην πρώτη περίπτωση ψάχνει κάποιος προφανώς ένα ψαλίδι και ήθελε να μάθει από κάποιον άλλο, τον οποίο και υποπτευότανε ότι ίσως να το είχε κλέψει, τι απέγινε. Αλλά κατά κάποιον τρόπο γνώριζα ότι ο ερωτηθής ενδιαφερόταν ουσιαστικά τόσο λίγο για το ψαλίδι, όσο και εκείνος που ρώτησε.
Το «σκοτάδι» το αντιλήφτηκα ως περιγραφή των μαλλιών ενός ατόμου, των μαλλιών μιας γυναίκας, όπως και ως απάντηση σε μια ερώτηση. Και σε αυτές τις δυο περιπτώσεις έπρεπε να αναζητήσω την υπόθεση. Αυτό έγινε οπτικά, ήταν μια πολύ αργή εναλλαγή σκιών και φωτός.
Οταν ξεκινάω να γράφω ένα έργο ονομάζω τα πρόσωπα πάντα Α, Β και Γ.
Στο έργο, από το οποίο εξελίχτηκε το «The Homecoming», είδα έναν άντρα να εισέρχεται σε ένα γυμνό δωμάτιο και να απευθύνει την ερώτησή του σε ένα νεαρότερο άντρα που καθόταν σε έναν απαίσιο καναπέ και διάβαζε. Κατά κάποιον τρόπο αισθανόμουνα ότι ο Α ήταν ο πατέρας του Β, αλλά δεν μπορούσα να το αποδείξω. Η αίσθησή μου πάντως επιβεβαιώθηκε λίγο αργότερα, όταν ο Β (ο μετέπειτα Lenny) είπε στον A (τον μετέπειτα Max): «Θα ήθελαν τώρα να αλλάξω το θέμα της συζήτησης, εντάξει μπαμπά; Θέλω να σε ρωτήσω κάτι. Πως θα χαρακτήριζες το φαγητό μας που φάγαμε νωρίτερα; Πως ονομάζεται κάτι τέτοιο; Γιατί δεν αγοράζεις κάνα σκυλί; Αυτό θα έτρωγε κάτι τέτοιο. Πράγματι. Αλλά εσύ εδώ δεν μαγειρεύεις για μια αγέλη σκυλιών». Από την στιγμή λοιπόν που ο Β ονόμασε τον Α «μπαμπά» μου φάνηκε πια λογικό να υποθέσω ότι πρόκειται για τον πατέρα και το παιδί του. Ο Α φαινόταν ότι ήταν ο μάγειρας, η τέχνη του οποίου δεν τύχαινε και μεγάλης αναγνώρισης. Σήμαινε αυτό ότι δεν υπήρχε μητέρα; Δεν το ήξερα ακόμα. Αλλά, έτσι είπα στον εαυτό μου, αρχικά ποτέ δεν ξέρουμε ποια θα είναι η εξέλιξη.
«Σκοτάδι». Ένα μεγάλο παράθυρο. Νυχτερινός ουρανός. Ενας άντρας, ο Α (ο μετέπειτα Deeley), και η γυναίκα του, η Β (η μετέπειτα Kate) κάθονται και πίνουν. «Χοντρό ή λιγνό;», ρωτάει ο άντρας. Για τι ακριβώς μιλάνε; Αλλά τότε βλέπω στο παραθύρι να στέκεται μια γυναίκα, η Γ (η μετέπειτα Anna ). Το φως που πέφτει πάνω της είναι διαφορετικό, στέκεται με την πλάτη στραμμένη προς τους άλλους, τα μαλλιά της είναι σκούρα.
Είναι μια παράξενη στιγμή, η στιγμή όπου δημιουργείς πρόσωπα που μέχρι τότε δεν υπήρχαν. Αυτό που ακολουθεί συντελείται με άλματα, αόριστα, σαν να πρόκειται για μια παραίσθηση, έστω και αν μερικές φορές μοιάζει με ασυγκράτητη χιονοστιβάδα. Ο συγγραφέας βρίσκεται σε μια παράξενη θέση. Τα πρόσωπα που δημιουργεί δεν τον υποδέχονται με ανοιχτές αγκάλες. Του αρνούνται. Είναι δύσκολο να τα βρει μαζί τους, είναι αδύνατο να τα ορίσει. Δεν δέχονται κανενός είδους υποδείξεις. Κατά κάποιον τρόπο παίζει μαζί τους ένα ατέλειωτο παιχνίδι: της γάτας με το ποντίκι, την τυφλόμυγα, κρυφτό. Αλλά εντέλει συνειδητοποιεί ότι έχει να κάνει με ανθρώπους από σάρκα και οστά, με ανθρώπους που διαθέτουν την δική τους θέληση και την ατομική τους ευαισθησία, και που απαρτίζονται από τμήματα που δεν μπορεί να τα αλλάξει, να τα επηρεάσει, να τα παραμορφώσει.
Η γλώσσα στην τέχνη είναι μια πολυερμηνευόμενη υπόθεση, είναι κινούμενη άμμος ή τραμπολίνο, είναι μια παγωμένη λιμνούλα τον πάγο της οποίας ο συγγραφέας μπορεί να σπάσει ανά πάσα στιγμή όταν βαδίζει πάνω του.
Αλλά όπως είπα, η αναζήτηση της αλήθειας δεν μπορεί να σταματήσει ποτέ. Δεν μπορεί να μετατεθεί, δεν μπορεί να αναβληθεί. Πρέπει να την αντιμετωπίσεις, και μάλιστα εδώ και τώρα.
Το πολιτικό θέατρο
Το πολιτικό θέατρο θέτει τον συγγραφέα ενώπιον εντελώς διαφορετικών προβλημάτων. Αυτό που μετράει είναι να αποφευχθούν τα ηθικά κηρύγματα. Η αντικειμενικότητα είναι επιβεβλημένη. Τα πρόσωπα πρέπει να μπορούν να αναπνέουν ελεύθερα. Ο συγγραφέας δεν μπορεί να τα περιορίσει για να ανταποκρίνονται στις δικές του προτιμήσεις, τις δικές του τάσεις, τις δικές του προκαταλήψεις. Πρέπει να είναι σε θέση να μπορεί να τα προσεγγίσει από τις πιο διαφορετικές πλευρές, από όλες τις δυνατές οπτικές γωνίες, να είναι σε θέση να μερικές φορές ακόμα και να τα εξαπατήσει αλλά ταυτόχρονα να τους δώσει όμως και την δυνατότητα να ακολουθήσουν τον δρόμο που τα ίδια επιθυμούν. Αυτό δεν είναι πάντα εφικτό. Και η πολιτική σάτιρα δεν ακολουθεί βέβαια κανέναν από αυτούς τους κανόνες, κάνει ακριβώς το αντίθετο και εκπληρώνει κατά αυτό τον τρόπο τον σκοπό της.
Στο έργο μου «The Birthday Party» αφήνω –τουλάχιστον αυτό πιστεύω– μέσα σε ένα πυκνό δάσος διαφόρων πιθανοτήτων να αναπτυχθεί μια ολόκληρη σειρά εναλλακτικών λύσεων, πριν μεταφερθεί στο επίκεντρο μια πράξη υποταγής.
Κάτι ανάλογο δεν συμβαίνει στο «Mountain Language». Το έργο παραμένει βίαιο, σύντομο, και άσχημο. Αλλά οι στρατιώτες στο έργο διασκεδάζουν. Μερικές φορές ξεχνάει κανείς ότι οι βασανιστές βαριούνται γρήγορα. Πρέπει να έχουν κάτι να γελάνε για να μην χάσουν την όρεξή τους. Τα περιστατικά στην φυλακή του Αμπού Γκράιμπ του Ιράκ το επιβεβαιώνουν. Το «Mountain Language» διαρκεί μόνο 20 λεπτά, αλλά θα μπορούσε να συνεχίζεται επί ώρες, συνεχώς.
Το «Ashes to Ashes» από την άλλη πλευρά μου φαίνεται σαν να διαδραματίζεται κάτω από το νερό. Μια γυναίκα που πνίγεται ανυψώνει το χέρι της μέσα από τα κύματα, βουλιάζει, αναζητεί άλλους, αλλά δεν βρίσκει κανέναν, ούτε πάνω ούτε κάτω από την επιφάνεια των υδάτων, βρίσκει μόνο σκιές, αντικατοπτρισμούς, είναι ένα πρόσωπο χαμένο σε μια περιοχή που βυθίζεται, είναι μια γυναίκα που δεν μπορεί να ξεφύγει από μια καταστροφή που προοριζόταν για άλλους.
Και έτσι όπως πρέπει οι άλλοι να πεθάνουν, πρέπει να πεθάνει και αυτή.
Ιστός από ψέμματα
Η γλώσσα στην πολιτική, έτσι όπως την χειρίζονται οι πολιτικοί, δεν τολμάει να προσεγγίσει καμία από αυτές τις περιοχές, επειδή η πλειοψηφία των πολιτικών –σύμφωνα με τις αποδείξεις που διαθέτουμε– δεν ενδιαφέρεται για την αλήθεια, παρά μόνο για την ισχύ και για την διατήρηση της ισχύος. Για να διατηρηθεί αυτή η ισχύ είναι αναγκαίο να παραμείνουν οι άνθρωποι βυθισμένοι στην αμάθεια, να μην έχουν γνώση της αλήθειας, ακόμα και της αλήθειας της δικιάς τους ζωής. Για αυτό μας περικλείει ένας σε μεγάλο βαθμό διακλαδωμένος ιστός ψεμάτων, από τον οποίο και τρεφόμαστε.
Οπως γνωρίζει ο καθένας, η δικαιολογία για την εισβολή στο Ιράκ ανέφερε ότι ο Σαντάμ Χουσείν διέθετε ένα εξαιρετικά επικίνδυνο οπλοστάσιο όπλων μαζικής καταστροφής, μερικά από τα οποία μπορούσαν να πυροδοτηθούν μέσα σε 45 λεπτά. Οι καταστροφές που αυτά θα προκαλούσαν υποτίθεται ότι θα ήταν τεράστιες. Μας διαβεβαίωσαν ότι αυτοί οι ισχυρισμοί ήταν αληθινοί. Δεν ήταν όμως η αλήθεια. Μας είπαν ότι το Ιράκ βρίσκεται σε επαφή με την Αλ Κάιντα και ότι είναι συνυπεύθυνο για την φρίκη της 11ης Σεπτεμβρίου. Μας διαβεβαίωσαν ότι αυτό ήταν η αλήθεια. Αλλά δεν ήταν η αλήθεια. Μας είπαν ότι το Ιράκ αποτελεί κίνδυνο για την ασφάλεια του πλανήτη. Μας διαβεβαίωσαν ότι αυτό ήταν η αλήθεια. Αλλά δεν ήταν η αλήθεια.
Η αλήθεια είναι εντελώς διαφορετική. Η αλήθεια σχετίζεται με την αντίληψη των ΗΠΑ για τον ρόλο που καλούνται να παίξουν στον πλανήτη και με τον τρόπο που θέλουν να παίξουν τον ρόλο αυτό.
Αλλά πρωτού επανέλθω στο παρόν, θέλω να ρίξω μια ματιά στο πρόσφατο παρελθόν. Και αναφέρομαι στην εξωτερική πολιτική των Ηνωμένων Πολιτειών από το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου και μετά. Πιστεύω ότι είμαστε υποχρεωμένοι να εξετάσουμε λίγο το χρονικό αυτό διάστημα, περισσότερο δεν μπορούμε στον χρόνο που διαθέτουμε εδώ.
Ο καθένας γνωρίζει τι συνέβη στην Σοβιετική Ενωση και σε όλη την Ανατολική Ευρώπη στο διάστημα που ακολούθησε τον πόλεμο: συστηματική βία, ευρύτατα εξαπλωμένες φρικαλεότητες, αδίστακτη καταπίεση της ελεύθερης σκέψης. Ολα αυτά είναι αποδεδειγμένα και τεκμηριωμένα.
Αλλά εγώ ισχυρίζομαι εδώ ότι τα εγκλήματα των ΗΠΑ στο ίδιο χρονικό διάστημα έχουν καταγραφεί μόνο επιφανειακά, και πολύ λιγότερο ακόμα τεκμηριωθεί. Και πολύ λιγότερο ακόμα τα έχουν οι ίδιες οι ΗΠΑ παραδεχτεί, και πολύ λιγότερο ακόμα έχουν κατασταλάξει ως εγκλήματα στη συνείδηση της κοινής γνώμης. Πιστεύω ότι πρέπει να κατονομαστούν ως εγκλήματα και ότι η αλήθεια παίζει σημαντικό ρόλο σε ότι αφορά στο σημείο στο οποίο βρίσκεται τώρα η ανθρωπότητα. Παρόλο που υπήρξαν εξαιτίας της ύπαρξης της Σοβιετικής Ενωσης κάποιοι περιορισμοί, η αλήθεια είναι ότι η συμπεριφορά των ΗΠΑ σε παγκόσμιο επίπεδο αναδείκνυε την πεποίθησή τους ότι έχουν την απόλυτη ελευθέρα για τις πράξεις τους.
Κατά βάθος οι Ηνωμένες Πολιτείες ποτέ δεν προτιμούσαν την απευθείας εισβολή σε ένα ανεξάρτητο κράτος. Κατά κανόνα προτιμούσαν αυτό που αποκαλούσαν «Σύρραξη Χαμηλής Εντασης». Η «Σύρραξη Χαμηλής Εντασης» σημαίνει ότι πέθαιναν χιλιάδες άνθρωποι, αλλά πολύ πιο αργά από ότι αν τους έσβηναν σε μια στιγμή με τη ρίψη μιας βόμβας. Σημαίνει ότι μολυνόταν η καρδιά μιας χώρας, ότι ενεργοποιούταν ένα κακόβουλο καρκίνωμα, και ότι ακολούθως παρατηρούσαν πως εξαπλωνόταν η γάγγραινα. Δεν τους ενδιέφερε στις ΗΠΑ αν ο πληθυσμός μιας χώρας καταπιεζόταν ή ξυλοκοπούταν μέχρι θανάτου, αρκεί να είχαν το τιμόνι στα χέρια τους οι φίλοι τους, οι στρατιωτικοί και οι εκπρόσωποι των μεγάλων καπιταλιστικών εταιριών. Σε αυτές τις περιπτώσεις μπορούσαν οι πολιτικοί στις ΗΠΑ να εμφανιστούν χαμογελαστοί μπροστά σε μια κάμερα και να δηλώσουν ότι η δημοκρατία είχε νικήσει και πάλι. Στα χρόνια στα οποία αναφέρομαι ήταν αυτό ένα συνηθισμένο φαινόμενο της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής.
Η τραγωδία της Νικαράγουα ήταν χαρακτηριστική. Την παραθέτω εδώ ως παράδειγμα για τον τρόπο που οι ΗΠΑ αντιλαμβάνονται –τότε και τώρα– τον ρόλο τους στον πλανήτη.
Στα τέλη της δεκαετίας του ’80 συμμετείχα σε μια συνάντηση στην αμερικανική πρεσβεία στο Λονδίνο.
Το Κογκρέσο των Ηνωμένων Πολιτειών ήταν να αποφασίσει αν θα συνέχιζε να χρηματοδοτεί τους Κόντρας (αντιεπαναστάτες, που στη δεκαετία του ’80 πολεμούσαν τους Σαντινίστας, που είχαν καταλύσει την δικτατορία της οικογένειας Σομόζα) στην εκστρατεία τους κατά του κράτους της Νικαράγουα. Συμμετείχα σε μια επιτροπή που τάχτηκε υπέρ της Νικαράγουα, αλλά το σημαντικότερο μέλος της επιτροπής ήταν ο πάτερ Τζον Μέτκαλφ. Αυτός που διεύθυνε την αμερικανική ομάδα ήταν ο Ράιμοντ Σέιτς (τότε το νούμερο 2 στην πρεσβεία, αργότερα πρέσβης και ο ίδιος). Ο πάτερ Μέτκαλφ είπε: «Κύριε, προΐσταμαι μιας κοινότητας στο Βορρά της Νικαράγουα. Τα μέλη της κοινότητάς μου κατασκεύασαν ένα σχολείο, ένα κέντρο ιατρικής βοήθειας, ένα πολιτιστικό κέντρο. Ζούσαμε ειρηνικά. Πριν λίγους μήνες επιτέθηκαν Κόντρας την κοινότητά μου. Κατέστρεψαν τα πάντα: το σχολείο, το κέντρο ιατρικής βοήθειας, το πολιτιστικό κέντρο. Βίασαν τις νοσοκόμες και τις δασκάλες και σκότωσαν τους γιατρούς με τους πιο βάναυσους τρόπους. Συμπεριφέρθηκαν σαν τρελοί. Σας παρακαλώ να ζητήσετε από την κυβέρνηση των ΗΠΑ να μην στηρίζει πια αυτές τις εξωφρενικές τρομοκρατικές πράξεις».
Ο Ράιμοντ Σέιτς έχαιρε καλής φήμης ως σώφρον, υπεύθυνος και μορφωμένος άνθρωπος. Στους διπλωματικούς κύκλους του φέρονταν με σεβασμό. Ακουσε προσεκτικά και μετά μίλησε πολύ σοβαρός. «Πάτερ», είπε, «θέλω να σας πω κάτι. Στον πόλεμο πάντα υποφέρουν αθώοι». Επικράτησε παγερή σιωπή. Τον κοιτούσαμε εμβρόντητοι. Δεν κούνησε ούτε το βλέφαρό του.
Οντως, πάντα υποφέρουν αθώοι.
Εντέλει είπε κάποιος: «Αλλά σε αυτή την περίπτωση ήταν οι αθώοι θύμα μιας από την κυβέρνησή σας χρηματοδοτούμενης φρικαλεότητας, μιας εκ των πολλών. Στην περίπτωση που το Κογκρέσο εγκρίνει περισσότερα χρήματα για τους Κόντρας θα σημειωθούν περισσότερες φρικαλεότητες. Δεν είναι έτσι; δεν θα φταίει σε αυτή την περίπτωση η κυβέρνησή σας για καταστροφές και φόνους των πολιτών ενός ανεξάρτητου κράτους;».
Ο Σέιτς δεν ταράχτηκε από αυτό. «Δεν είμαι της άποψης ότι ο ισχυρισμός σας τεκμαίρεται από τα υπάρχοντα στοιχεία», είπε.
Βγαίνοντας από την πρεσβεία ένας Αμερικανός σύμβουλος μου είπε ότι του αρέσουν τα έργα μου. Εγώ δεν αντέδρασα στα λόγια του.
Ας μου επιτραπεί να σας θυμίσω ότι ο πρόεδρος Ρέιγκαν είχε δηλώσει τότε: «Ηθικά οι Κόντρας βρίσκονται στο ίδιο επίπεδο με τους πατέρες που ίδρυσαν το Εθνος μας».
Οι Ηνωμένες Πολιτείες υποστήριξαν για πάνω από 40 χρόνια την βιαότατη δικτατορία των Σομόζα στη Νικαράγουα. Ο λαός της Νικαράγουα κατέλυσε το 1979 την δικτατορία αυτή με μπροστάρηδες τους Σαντινίστας. Ηταν μια λαϊκή επανάσταση που σου έκοβε την ανάσα.
Οι Σαντινίστας δεν ήταν τέλειοι. Ηταν και αυτοί υπερόπτες, και η πολιτική τους φιλοσοφία εμπεριείχε μια σειρά αντικρουόμενων στοιχείων. Αλλά ήταν έξυπνοι, συγκαταβατικοί και πολιτισμένοι. Προσπάθησαν να ιδρύσουν μια σταθερή, σωστή, πολυμορφική κοινωνία. Κατήργησαν την θανατική ποινή. Επανέφεραν ουσιαστικά στην ζωή εκατοντάδες χιλιάδες εξαθλιωμένους γεωργούς. Δόθηκαν εκτάσεις σε περισσότερες από 100.000 άπορες οικογένειες. Ιδρύθηκαν 2.000 σχολεία. Μια πολύ σημαντική εκστρατεία κατά του αναλφαβητισμού μείωσε τον αριθμό των αναλφάβητων στην χώρα στο ένα έβδομο.
Εισήγαγαν την ελεύθερη παιδεία και την δωρεάν ιατρική περίθαλψη. Η παιδική θνησιμότητα μειώθηκε κατά το ένα τρίτο. Η πολιομυελίτιδα εξαφανίστηκε.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες κατήγγειλαν αυτά τα επιτεύγματα ως μαρξιστικές-λενινιστικές προσπάθειες να υποσκαφτεί η κοινωνία. Για την κυβέρνηση των ΗΠΑ ήταν αυτό ένα επικίνδυνο παράδειγμα. Αν επέτρεπαν στη Νικαράγουα να εδραιώσει βασικούς κανόνες κοινωνικής και οικονομικής δικαιοσύνης, αν επέτρεπαν στη χώρα να ανυψώσει το επίπεδο της ιατρικής περίθαλψης και της παιδείας, και να ανακτήσει την κοινωνική της ενότητα και την εθνική της περηφάνια, τότε θα άρχιζαν και οι γειτονικές χώρες να θέτουν τα ίδια ερωτήματα και να προχωρούν στις ίδιες πράξεις. Τότε υπήρχε σημαντική αντίσταση κατά της καθεστηκυίας τάξης του Ελ Σαλβαδόρ.
Νωρίτερα ανέφερα τον ιστό ψεμάτων που μας περιστοιχίζει. Ο πρόεδρος Ρέιγκαν περιέγραφε τη Νικαράγουα συνήθως ως «απολυταρχικό μπουντρούμι». Τα ΜΜΕ και ειδικά η βρετανική κυβέρνηση αξιολογούσαν τον σχολιασμό αυτό ως σωστό. Αλλά η αλήθεια είναι ότι δεν υπήρχαν αναφορές για τάγματα εξόντωσης της κυβέρνησης των Σαντινίστας. Δεν υπήρχαν αναφορές για βασανιστήρια. Δεν υπήρχαν αναφορές για συστηματική, κρατικής προέλευσης βία. Στη Νικαράγουα δεν δολοφονήθηκε ποτέ από την κυβέρνηση ιερέας. Αντιθέτως, τρεις ιερείς συμμετείχαν στην κυβέρνηση, δυο Ιησουΐτες και ένας ιεραπόστολος του τάγματος Μαρικνόλ. Τα απολυταρχικά μπουντρούμια βρίσκονταν μάλλον στις γειτονικές Ελ Σαλβαδόρ και Γουατεμάλα. Οι Ηνωμένες Πολιτείες είχαν ρίξει το 1964 τη δημοκρατικά εκλεγμένη κυβέρνηση της Γουατεμάλα, και σύμφωνα με εκτιμήσεις ο αριθμός των θυμάτων από τα δικτατορικά καθεστώτα που ακολούθησαν ανήλθε σε 200.000.
Το 1989 θανατώθηκαν στο Πανεπιστήμιο Κεντρικής Αμερικής του Σαν Σαλβαδόρ 6 από τους παγκοσμίως πιο γνωστούς Ιησουΐτες από ένα τάγμα στρατιωτών που ανήκε στο σύνταγμα Αλκάτλ, το οποίο και εκπαιδεύτηκε στο Φορτ Μπένινγκ, στη Τζόρτζια των ΗΠΑ. Ο ασυνήθιστα θαρραλέος αρχιεπίσκοπος Ρομέρο δολοφονήθηκε την ώρα που έψελνε τη λειτουργία. Υπολογίζεται ότι 75.000 άτομα σκοτώθηκαν. Γιατί σκοτώθηκαν; Δολοφονήθηκαν επειδή όχι μόνο πίστευαν ότι ήταν εφικτή μια καλύτερη ζωή, αλλά προσπαθούσαν κιόλας να εκπληρώσουν αυτό τους το όνειρο. Το πιστεύω τους αυτό τους μετέτρεπε σε κομουνιστές. Σκοτώθηκαν επειδή τόλμησαν να αμφισβητήσουν την καθεστηκυία τάξη, την ατέρμονη αλυσίδα φτώχειας, εξαθλίωσης, ασθενειών, καταπιέσεων και εξευτελισμών που τους κληροδοτήθηκε με την γέννησή τους ως κληρονομικό δικαίωμα.
Οι ΗΠΑ κατάφεραν εντέλει να ρίξουν την κυβέρνηση των Σαντινίστας. Χρειάστηκε να περάσουν μερικά χρόνια και να καμφθεί σημαντική θέληση αντίστασης, αλλά τα ανηλεή οικονομικά βασανιστήρια και οι 30.000 νεκροί υπέσκαψαν τελικά την θέληση του λαού της Νικαράγουα. Είχε εξαντληθεί και είχε εξαθλιωθεί. Μετά επέστρεψαν στην χώρα τα καζίνο. Δόθηκε τέλος στη δωρεάν ιατρική περίθαλψη και στην ελεύθερη παιδεία. Οι Μεγάλες Επιχειρήσεις επέστρεψαν με όλη τους την ισχύ. Είχε επικρατήσει η «δημοκρατία».
Αλλά η «πολιτική» αυτού του είδους δεν περιορίστηκε μόνο στην Κεντρική Αμερική. Πραγματοποιούταν σε όλο τον πλανήτη. Δεν τέλειωνε. Και όλα δείχνουν σαν να μην υπήρξε ποτέ.
Μετά το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου στήριξαν οι ΗΠΑ κάθε δεξιά στρατιωτική δικτατορία στον πλανήτη, και σε πολλές περιπτώσεις της άνοιξαν τον δρόμο προς την εξουσία. Αναφέρομαι στην Ινδονησία, στην Ελλάδα, στην Ουρουγουάη, στην Βραζιλία, στην Παραγουάη, στην Αϊτή, στην Τουρκία, στις Φιλιππίνες, στην Γουατεμάλα, στο Ελ Σαλβαδόρ και φυσικά στην Χιλή. Οι φρικαλεότητες που προκάλεσε η Αμερική το 1973 στην Χιλή δεν μπορούν ποτέ να τιμωρηθούν ως πρέπει και δεν μπορούν ποτέ να συγχωρηθούν.
Σε όλες αυτές τις χώρες υπήρξαν εκατοντάδες χιλιάδες νεκροί. Οντως υπήρξαν; και οφείλονται όντως στην εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ; Η απάντηση είναι ότι ναι, όντως υπήρξαν και όντως οφείλονται στην εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ. Αλλά κανείς δεν τα ξέρει αυτά.
Αυτά δεν συνέβησαν ποτέ. Τίποτα ποτέ δεν συνέβη. Ακόμα και όταν συνέβαινε, δεν συνέβη. Δεν παίζουν ρόλο κανένα. Δεν ενδιέφεραν κανέναν. Τα εγκλήματα των Ηνωμένων Πολιτειών ήταν συστηματικά, σταθερά, αποτρόπαια, ανηλεή, αλλά μόνο πολύ λίγοι άνθρωποι έχουν μιλήσει ποτέ για αυτά. Πρέπει να παραδεχτούμε την Αμερική για το εξής: Ψυχρά και αδιάκοπα χειραγωγεί τον πλανήτη για να προωθήσει αποκλειστικά τα δικά της συμφέροντα ισχύς, και όμως πάντα συμπεριφέρεται ως υπέρμαχος του παγκόσμιου καλού. Πρόκειται για μια θαυμαστή, πνευματώδης ακόμα, επιτυχημένη προσπάθεια υπνωτισμού.
Ισχυρίζομαι ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες πραγματοποιούν πέρα από κάθε αμφιβολία το μεγαλύτερο σόου στον πλανήτη. Το πραγματοποιούν με τρόπο βίαιο, αδιάφορο, υπεροπτικό και ανηλεή, αλλά και με ιδιαίτερα έξυπνο τρόπο. Ως έμποροι δεν έχουν αντίπαλο, και η εμπορική τους επιτυχία ονομάζεται αυταρέσκεια. Και έχει πολύ μεγάλη επιτυχία. Πρέπει να ακούσει κανείς τους Αμερικανούς προέδρους να λένε στην τηλεόραση τις λέξεις: «ο αμερικανικός λαός», όπως για παράδειγμα στην πρόταση: «Και λέω στον αμερικανικό λαό ότι ήρθε η ώρα να προσευχηθεί και να υπερασπιστεί τα δικαιώματα του αμερικανικού λαού, και παρακαλώ τον αμερικανικό λαό να έχει εμπιστοσύνη στις πράξεις του προέδρου του που τις πραγματοποιεί εξ ονόματι του αμερικανικού λαού».
Πρόκειται για ένα καταπληκτικό τρικ. Με τη βοήθεια της γλώσσας καταστείλει την σκέψη. Με τις λέξεις «ο αμερικανικός λαός» δημιουργεί ένα πολυτελές μαξιλάρι για να καθησυχάσει τις μάζες. Η σκέψη είναι περιττή. Το μόνο που πρέπει να κάνει κανείς είναι να πέσει στο μαξιλάρι πάνω. Μπορεί το μαξιλάρι αυτό να πνίγει τη νοημοσύνη και την κριτική ικανότητα του ανθρώπου, αλλά δεν παύει να είναι πολύ βολικό. Αυτό δεν ισχύει βέβαια ούτε για τα 40 εκατομμύρια των Αμερικανών που ζουν κάτω από τα όρια της φτώχειας, ούτε και για τους δυο εκατομμύρια άντρες και γυναίκες που είναι έγκλειστοι στο γιγαντιαίο γκουλάγκ φυλακών που εκτείνεται σε όλες τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Οι ΗΠΑ δεν ενδιαφέρονται πλέον για την «Σύρραξη Χαμηλής Εντασης». Δεν το θεωρούν πλέον αναγκαίο να δείχνουν συγκρατημένοι και να προσπαθούν να φτάσουν μέσω παρακάμψεων στον στόχο τους. Ανοίγουν τα χαρτιά τους χωρίς να ντρέπονται. Διόλου δεν ενδιαφέρονται για τα Ηνωμένα Εθνη, που τα θεωρούν ανίσχυρα, για το Διεθνές Δίκαιο και την κριτική που δέχονται. Εχουν μάλιστα και ένα μικρό προβατάκι που το σέρνουν από το λουράκι και τους ακολουθεί βελάζοντας με μικρά πηδηματάκια. Είναι η ελεεινή και αποδυναμωμένη Μεγάλη Βρετανία.
Η Μεγάλη Βρεταννία
Τι απέγινε το ηθικό μας αίσθημα; Είχαμε ποτέ κάτι τέτοιο; Τι σημαίνουν οι λέξεις αυτές; Εκπροσωπούν μια έννοια που στις μέρες μας χρησιμοποιείται ιδιαίτερα σπάνια – συνείδηση; Μια συνείδηση που δεν αφορά μόνο στις δικές μας πράξεις, αλλά και στην συνολική μας υπευθυνότητα απέναντι στις πράξεις άλλων; Ολα αυτά έχουν πεθάνει; Ας πάρουμε για παράδειγμα το Γκουαντάναμο. Εκατοντάδες άνθρωποι βρίσκονται εκεί φυλακισμένοι εδώ και πάνω από τρία χρόνια, χωρίς να τους έχουν απαγγελθεί καταγγελίες, χωρίς να εκπροσωπούνται νομικά, χωρίς να έχουν περάσει από δίκη, ουσιαστικά βρίσκονται φυλακισμένοι για πάντα. Αυτή η εντελώς άνομη κατάσταση συνεχίζεται παρά τη Συνθήκη της Γενεύης. Η λεγόμενη «διεθνής κοινότητα» όχι μόνο την ανέχεται, αλλά σχεδόν δεν ασχολείται με αυτή. Αυτό το εγκληματικό τερατούργημα διαπράττεται από μια χώρα που αυτοανακηρύσσεται σε «ηγέτη του ελεύθερου κόσμου». Σκεφτόμαστε τους ανθρώπους στο Γκουαντάναμο; Τι αναφέρουν για αυτούς τα ΜΜΕ; Κάποια στιγμή εμφανίζονται οι άνθρωποι αυτοί ως ένα μικρό σημείωμα στην έκτη σελίδα μιας εφημερίδας. Εχουν σταλεί σε ένα ουδέτερο πεδίο από το οποίο ίσως και να μην επιστρέψουν ποτέ. Την παρούσα στιγμή έχουν προχωρήσει πολλοί σε απεργία πείνας, τρέφονται αναγκαστικά. Μεταξύ τους υπάρχουν και Βρετανοί πολίτες. Δεν είναι ωραίο πράγμα να τρέφεσαι αναγκαστικά. Δεν σου δίνονται ούτε ηρεμιστικά ούτε αναισθητικά. Σου χώνουν από την μύτη ένα λάστιχο ως τον λαιμό. Αρχίζεις να φτύνεις αίμα. Τι είπε επ΄ αυτού ο Βρετανός υπουργός Εξωτερικών; Τίποτα. Γιατί; Επειδή οι ΗΠΑ είπαν: Οποιαδήποτε κριτική σε όσα πράττουμε στο Γκουαντάναμο συνιστά εχθροπραξία. Ή είσαστε με το μέρος μας ή εναντίον μας. Και για αυτό το βουλώνει ο Μπλερ.
Η εισβολή στο Ιράκ ήταν μια ληστρική πράξη, μια πράξη κρατικής τρομοκρατίας που αποδεικνύει απόλυτη περιφρόνηση απέναντι στις αρχές του διεθνούς δικαίου. Η εισβολή ήταν μια θελητή χρήση στρατιωτικής βίας που προκλήθηκε από ένα βουνό ψεμάτων και από την εξαπάτηση των ΜΜΕ και κατ επέκταση της κοινής γνώμης. Ηταν μια πράξη για την εδραίωση του στρατιωτικού και οικονομικού ελέγχου της Μέσης Ανατολής από τις ΗΠΑ που πραγματοποιήθηκε κάτω από τη μάσκα της απελευθέρωσης. Ηταν το τελευταίο μέσο που διέθεταν οι ΗΠΑ εφόσον όλες οι προηγούμενες δικαιολογίες που έδωσαν αποδείχτηκαν αστήριχτες. Ηταν μια επιβλητική επίδειξη μιας στρατιωτικής δύναμης που ευθύνεται για τον θάνατο και για τον ακρωτηριασμό αμέτρητων χιλιάδων αθώων ανθρώπων.
Χαρίσαμε στον ιρακινό λαό βασανιστήρια, βόμβες διασποράς, απεμπλουτισμένο ουράνιο, αμέτρητες δολοφονίες, εξαθλίωση, εξευτελισμό και θάνατο και το ονομάζουμε: «φέρνουμε την ελευθερία και την δημοκρατία στη Μέση Ανατολή».
Πόσους ανθρώπους πρέπει κανείς να σκοτώσει για να χαρακτηριστεί μαζικός δολοφόνος και εγκληματίας πολέμου; Εκατό χιλιάδες; Είναι ένας αρκετά μεγάλος αριθμός, θα μπορούσε να πει κανείς. Για αυτό θα ήταν δίκαιο να συρόταν ο Μπους και ο Μπλερ ενώπιον του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου. Αλλά ο Μπους είναι έξυπνος. Δεν έχει καν αναγνωρίσει το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο. Ο Μπους έχει απειλήσει ότι θα στείλει τους πεζοναύτες αν βρεθεί ένας Αμερικανός στρατιώτης ή ένας Αμερικανός πολιτικός στο εδώλιο του κατηγορούμενου. Αλλά ο Τόνι Μπλερ έχει αναγνωρίσει το δικαστήριο και θα μπορούσε να περάσει από δίκη. Μπορούμε να δώσουμε στο Δικαστήριο την διεύθυνσή του, για την περίπτωση που ενδιαφερθεί να τον βρει. Η διεύθυνσή του είναι: Ντάουνινγκ Στριτ, 10, Λονδίνο.
Ο θάνατος δεν παίζει κανένα ρόλο σε αυτό το πλαίσιο. Για τον Μπους και τον Μπλερ είναι ο θάνατος ένα ασήμαντο γεγονός. Τουλάχιστον 100.000 Ιρακινοί σκοτώθηκαν από αμερικανικές βόμβες και αμερικανικούς πυραύλους πριν ξεκινήσει η ιρακινή επανάσταση. Οι άνθρωποι τους είναι αδιάφοροι. Ο θάνατός τους δεν υφίσταται. Είναι ένα κενό. Ούτε καν αναφέρονται ως νεκροί. «Δεν μετράμε πτώματα», είπε ο Αμερικανός στρατηγός Τόμι Φρανκς.
Στην αρχή της εισβολής δημοσίευσαν βρετανικές εφημερίδες στην πρώτη σελίδα τους μια φωτογραφία του Τόνι Μπλερ, που φιλούσε στο μάγουλο ένα μικρό αγόρι από το Ιράκ. «Ενα παιδί όλο ευγνωμοσύνη», έλεγε ο τίτλος. Μερικές μέρες αργότερα υπήρχε σε μια από τις εσωτερικές σελίδες των εφημερίδων ένα ρεπορτάζ και μια φωτογραφία ενός άλλου τετράχρονου αγοριού χωρίς χέρια. Ενας πύραυλος είχε ανατινάξει την οικογένειά του. Ηταν ο μόνος που επέζησε. «Πότε θα έχω τα χέρια μου ξανά;», αναρωτιότανε το παιδί. Δεν υπήρχαν περαιτέρω αναφορές. Λοιπόν, το αγόρι αυτό δεν το κράτησε στην αγκαλιά του ο Τόνι Μπλερ, ούτε κάποιο άλλο ακρωτηριασμένο παιδί ή κάποιο ματωμένο πτώμα. Το αίμα είναι βρώμικο. Λερώνει το πουκάμισο και την γραβάτα σου ενώ θέλεις να σταθείς μπροστά στις κάμερες και να προχωρήσεις σε δηλώσεις.
Οι 2.000 νεκροί Αμερικανοί είναι ένα πρόβλημα. Νύχτα τους μεταφέρουν στα μνήματά τους. Η κηδεία γίνεται διακριτικά, σε κάποιο ασφαλές μέρος. Οι ακρωτηριασμένοι σαπίζουν στα κρεβάτια τους, μερικοί από αυτούς για όλη την υπόλοιπη ζωή τους. Και οι νεκροί και οι ακρωτηριασμένοι σαπίζουν, σε διαφορετικά μνήματα οι μεν από τους δε.
"Μπροστά σας είδα το αίμα"
Αυτό είναι ένα απόσπασμα από ένα ποίημα του Πάμπλο Νερούδα: «Εξηγώ ορισμένα πράγματα» Από: Πάμπλο Νερούδα, «Tercera Residencia», 1947
Και μια μέρα τυλίχτηκαν όλα στις φλόγες
και ένα πρωινό οι πυρές
από τη γη ξεπετάχτηκαν
καταβροχθίζοντας υπάρξεις,
και από τότε φωτιά
μπαρούτι από τότε
και από τότε αίμα υπάρχει.
Συμμορίτες με αεροπλάνα και με μαυριτανούς
συμμορίτες με δαχτυλίδια και με δούκισσες
συμμορίτες με μαύρους μοναχούς που ευλογούσαν
ήρθαν από τον ουρανό παιδιά για να σκοτώσουν
και στους δρόμους των παιδιών το αίμα
απλά κυλούσε όπως κυλάει των παιδιών το αίμα.
Τσακάλια που ένα τσακάλι απαρνιόταν
πέτρες που το ξηρό πουρνάρι φτύνοντας δάγκανε
οχιές που οι οχιές περιφρονούσαν!
Μπροστά σας είδα το αίμα
της Ισπανίας να εξεγείρετε
για να σας πνίξει με ένα του κύμα μόνο
με ένα κύμα περηφάνιας και μαχαιριών!
Στρατηγοί
προδότες:
το σπίτι το νεκρό μου κοιτάξτε
κοιτάξτε την διαλυμένη Ισπανία μου:
μα μέταλλο φλεγόμενο από κάθε σπίτι νεκρό αναδύεται
αντί για άνθη,
μα από κάθε της Ισπανίας κενό
η Ισπανία αναδύεται,
μα από κάθε παιδί νεκρό μια καραμπίνα με μάτια ξεπηδάει,
μα κάθε έγκλημα σφαίρες γεννάει
που μια μέρα την θέση θα βρουν
της καρδιάς σας.
Ρωτάτε γιατί ποτέ η ποίηση η δική του
δεν μας μιλά για όνειρα, για φύλλα,
για τα μεγάλα ηφαίστεια της πατρικής του γης;
Ελάτε το αίμα στους δρόμους να αντικρίσετε,
ελάτε να δείτε
το αίμα στους δρόμους,
ελάτε λοιπόν να δείτε το αίμα
που κυλάει στους δρόμους!
Θέλω αν πω, για να μην δημιουργηθεί κάποια παρεξήγηση, ότι αναφέροντας το ποίημα του Νερούδα σε καμία περίπτωση δεν συγκρίνω την δημοκρατική Ισπανία με το Ιράκ του Σαντάμ Χουσείν. Αναφέρομαι στο Νερούδα επειδή πουθενά αλλού στην σύγχρονη λυρική ποίηση δεν διάβασα ποτέ μια τόσο συγκλονιστική και αληθινή περιγραφή του βομβαρδισμού αμάχων.
Είπα νωρίτερα ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες ανοίγουν τα χαρτιά τους χωρίς να ντρέπονται. Ετσι είναι. Η επίσημη πολιτική τους αυτοπροσδιορίζεται ως «κυριαρχία σε όλο το φάσμα». Η έννοια αυτή δεν είναι δική μου, αλλά δική τους. «Κυριαρχία σε όλο το φάσμα» σημαίνει έλεγχος της ξηράς, της θάλασσας, του αέρα, του σύμπαντος και όλων των πηγών πρώτων υλών.
Οι ΗΠΑ διαθέτουν σε 132 χώρες του πλανήτη συνολικά 702 στρατιωτικές βάσεις. Να τονίσουμε ότι βάσεις τέτοιες δεν υπάρχουν στην Σουηδία. Δεν ξέρουμε πως ακριβώς έφτασαν στο σημείο να τις ιδρύσουνε, αλλά πάντως βρίσκονται εκεί που είναι.
Οι ΗΠΑ διαθέτουν 8.000 ενεργείς πυρηνικές κεφαλές έτοιμες να χρησιμοποιηθούν. Οι 2.000 από αυτές είναι έτοιμες ανά πάσα στιγμή και μπορούν να πυροδοτηθούν μέσα σε 15 λεπτά. Τώρα κατασκευάζονται νέα συστήματα πυρηνικών όπλων που ονομάζονται «θραύστες καταφυγίων». Οι πάντα πρόθυμοι για συνεργασία Βρετανοί σχεδιάζουν να αντικαταστήσουν τον δικό τους πυρηνικό πύραυλο «τρίαινα». Αναρωτιέμαι ποιον έχουν βάλει στο στόχαστρο. Τον Οσάμα Μπιν Λάντεν; Εσάς; Εμένα; Τον Τζόε Ντόουκς; Την Κίνα; Το Παρίσι; Ποιος μπορεί αυτά να τα ξέρει; Ενα πράγμα γνωρίζουμε πάντως, ότι αυτή η παιδική τρέλα –η κατοχή και η χρήση πυρηνικών όπλων– αποτελεί τον πυρήνα της σημερινής πολιτικής φιλοσοφίας της Αμερικής. Πρέπει να θυμόμαστε ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες βρίσκονται διαρκώς σε πόλεμο και ότι δεν έχουν δώσει καμία ένδειξη ότι είναι πρόθυμες να αλλάξουν την στάση τους αυτή.
Αμέτρητες χιλιάδες, ίσως και εκατομμύρια άνθρωποι στις ΗΠΑ είναι αποδεδειγμένα αηδιασμένοι, ντροπιασμένοι και οργισμένοι από τις πράξεις της κυβέρνησής τους, αλλά έτσι όπως έχουν τα πράγματα δεν αποτελούν μια ενιαία πολιτική δύναμη – όχι ακόμα. Αλλά η ανησυχία, η ανασφάλεια και ο φόβος που βλέπουμε καθημερινά να αυξάνονται στις Ηνωμένες Πολιτείες, δεν πρόκειται κατά πάσα πιθανότητα να μειωθούν.
Γνωρίζω ότι ο πρόεδρος Μπους διαθέτει αμέτρητους πολύ ικανούς ανθρώπους που γράφουν τους λόγους του, αλλά επιθυμώ να προσφερθώ εθελοντικά για αυτή την δουλειά. Προτείνω την εξής σύντομη ομιλία που μπορεί να παρουσιάσει στην τηλεόραση προς το έθνος. Τον βλέπω μπροστά μου: επίσημο, χτενισμένο στην τρίχα, σοβαρό, έτοιμο να σε κερδίσει, σωστό, πολλές φορές αποπλανητικό, συχνά με ένα πικρό χαμόγελο στα χείλη, παραδόξως ελκυστικό. Να ένας πραγματικός άντρας.
«Ο Θεός είναι καλός. Ο Θεός είναι μεγάλος. Ο Θεός μου είναι καλός. Ο Θεός του Μπιν Λάντεν είναι κακός. Είναι ένας κακός Θεός. Ο Θεός του Σαντάμ θα ήταν κακός, αν είχε Θεό. Ηταν ένας βάρβαρος. Εμείς δεν είμαστε βάρβαροι. Εμείς δεν κόβουμε των ανθρώπων τα κεφάλια. Πιστεύουμε στην ελευθερία. Οπως πιστεύει και ο Θεός. Εγώ δεν είμαι βάρβαρος. Είμαι ο δημοκρατικά εκλεγμένος ηγέτης ενός δημοκρατικού κράτους που αγαπάει την ελευθερία. Είμαστε μια φιλεύσπλαχνη κοινωνία. Εμείς θανατώνουμε φιλεύσπλαχνα στην ηλεκτρική καρέκλα ή με φιλεύσπλαχνες ενέσεις. Είμαστε ένα μεγάλο έθνος. Δεν είμαι δικτάτορας. Αυτός είναι. Δεν είμαι βάρβαρος. Αυτός είναι. Και εκείνος είναι. Ολοι αυτοί εκεί είναι. Διαθέτω ηθικό κύρος. Βλέπετε την γροθιά μου; Αυτή είναι το ηθικό μου κύρος. Και μην τολμήσετε να το ξεχάσετε».
Ο συγγραφέας
Η ζωή ενός συγγραφέα είναι μια σχεδόν απροστάτευτη ύπαρξη. Δεν χρειάζεται να χύσουμε δάκρυα για αυτό. Ο συγγραφέας κάνει την επιλογή του και δεν παραιτείται από αυτήν. Είναι αλήθεια ότι είναι εκτεθειμένος σε όλους τους ανέμους, και μερικοί από αυτούς είναι πράγματι παγεροί. Είναι εκτεθειμένος και βασίζεται μόνο στον εαυτό του. Δεν βρίσκει καταφύγιο, δεν βρίσκει κάλυψη –εκτός και αν λέει ψέματα–, και σε αυτή την περίπτωση έχει καλύψει ο ίδιος τον εαυτό του και τον μετέτρεψε, θα μπορούσε να πει κανείς, σε πολιτικό.
Σήμερα μίλησα πολλές φορές για τον θάνατο. Θα απαγγείλω τώρα ένα δικό μου ποίημα. Ονομάζεται «Θάνατος» Από: Χάρολντ Πίντερ, «Selected Poems», 1970.
Που βρέθηκε το σώμα το νεκρό;
Ποιος βρήκε το νεκρό σώμα;
Ηταν νεκρό το σώμα το νεκρό όταν βρέθηκε;
Πως βρέθηκε το νεκρό σώμα;
Ποιος ήταν ο νεκρός;
Ποιος ήταν ο πατέρας, η κόρη ή ο αδερφός
Ή ο θείος ή η αδερφή ή η μάνα ή ο γιος
Του νεκρού και εγκαταλελειμμένου σώματος;
Ηταν νεκρό το σώμα όταν εγκαταλείφτηκε;
Ηταν εγκαταλελειμμένο;
Ποιος το εγκατέλειψε;
Ηταν γυμνό το σώμα το νεκρό ή ντυμένο για ένα ταξίδι;
Τι σας ώθησε νεκρό να ανακηρύξετε το σώμα το νεκρό;
Ανακηρύξατε μήπως εσείς νεκρό το νεκρό σώμα;
Πόσο καλά γνωρίζατε το σώμα το νεκρό;
Πως γνωρίζατε ότι ήταν νεκρό το νεκρό σώμα;
Πλύνατε μήπως το σώμα το νεκρό
Του κλείσατε τα δυο του τα μάτια
Θάψατε το σώμα
Το εγκαταλείψατε
Φιλήσατε το νεκρό σώμα
Οταν κοιτάμε σε έναν καθρέφτη θεωρούμε ακριβής την εικόνα που μας ανταποδίδει το βλέμμα. Αλλά η εικόνα αλλάζει όταν μετακινηθούμε έστω και κατά ένα χιλιοστό. Στην ουσία βλέπουμε μια ατέρμονη σειρά αντικατοπτρισμών. Αλλά μερικές φορές πρέπει ο συγγραφέας να σπάσει τον καθρέφτη – γιατί αυτό που μας ανταποδίδει το βλέμμα από την άλλη πλευρά του καθρέφτη και μας κοιτάει στα μάτια είναι η αλήθεια.
Πιστεύω ότι η άφοβη, μη λανθάνουσα, έντονη πνευματική αποφασιστικότητα των πολιτών να ορίσουν την πραγματική πραγματικότητα της ζωής και της κοινωνίας μας συνιστά μια υποχρέωση που μας αφορά σε όλους, παρά τις υπάρχουσες κολοσσιαίες αντιξοότητες. Αυτό είναι όντως πολύ αναγκαίο.
Αν αυτή η αποφασιστικότητα δεν αντιπροσωπεύει το πολιτικό μας όραμα θα μείνουμε γυμνοί από κάθε ελπίδα να ανακτήσουμε αυτό που σχεδόν έχουμε πια χάσει – την αξιοπρέπεια του ανθρώπου.
http://openitnow.blogspot.com/2005/12/harold-pinter_11.html