2.9.24

Ραντεβού για «δουλειές» και διασκέδαση. Απόσπασμα από το μυθιστόρημα BLACK PEARL

Το βράδυ ο Ντίνος έφυγε από το σπίτι καυγαδίζοντας με την Αρετή, γιατί του ζήτησε επιτακτικά να μείνει μαζί της και με τον Αλέξανδρο, που τον ζητούσε συνεχώς.
«Και τι θες να κάνω να κάθομαι να κάνω τη νταντά; Και βέβαια θέλω να κάθομαι εδώ να παίζω με το μωρό. Αλλά κάποιος πρέπει να δουλέψει σε αυτό το σπίτι, να τρέξει εφορίες, λογιστές, τράπεζες, δε νομίζεις; Δεν καταλαβαίνεις ότι έχουμε πρόβλημα; Θα πεινάσουμε…»
«Βραδιάτικα τι δουλειές είναι αυτές; Ντελίβερι;»
«Βλέπεις να έχω χρόνο;»
«Δε θέλω να έχεις χρόνο. Θέλω να βρίσκεις χρόνο και για μένα και για το παιδί…» Δε μπορούσε να ελέγξει τα νεύρα του. Έχανε με το παραμικρό την ψυχραιμία του. Είχε κουραστεί σωματικά και κυρίως ψυχολογικά. Ένοιωθε χωρίς στήριγμα. Χωρίς αποκούμπι. Η Αρετή που ήταν η μόνη του χαρά, ήταν στο δικό της κόσμο. Ήταν βέβαια επιλογή του να μη γνωρίζει η Αρετή την πραγματική κατάστασή τους, προσπαθώντας να την αλλάξει και να μη χρειασθεί να ξέρει τίποτα. Δε γινόταν διαφορετικά. Για έναν επιπρόσθετο λόγο όμως, ήταν νευρικός. Θα πήγαινε πρώτη φορά σε ένα ραντεβού για «δουλειές» και διασκέδαση.

Απόσπασμα από το μυθιστόρημα BLACK PEARL του Θεοχάρη Μπικηρόπουλου, εκδόσεις ΜΑΤΙ.