Η παλιά αντίληψη, που επιβίωσε μέχρι τις αρχές του 2000, πίστευε ότι τελειώσαμε με την παράδοση, με την εθνική και πολιτιστική ταυτότητα. Αξία έχει μόνο η ατομική ταυτότητα, αυτό που αποκαλούμε «δικαιωματισμό» –τα δικαιώματα των μειονοτήτων, των μεταναστών–, τον οποίο και ενστερνιζόταν το μεγαλύτερο μέρος της Αριστεράς. Παράλληλα, μας καλούσαν να εγκαταλείψουμε την εθνική ταυτότητα, αλλά και την υπεράσπιση των κοινωνικών συμφερόντων των λαϊκών τάξεων.
Η απομάκρυνση της Αριστεράς από τα παραδοσιακά λαϊκά στρώματα δεν είναι εμφανής μόνο στη Γαλλία, όπου η Λεπέν παίρνει πολύ υψηλά ποσοστά στις λαϊκές γειτονιές των αστικών κέντρων, αλλά διαπιστώνεται και στην Ελλάδα όπου, στις πρόσφατες εκλογές, η ΝΔ κέρδισε από τον ΣΥΡΙΖΑ τις λαϊκές γειτονιές της Αθήνας και του Πειραιά, ενώ ακόμα και το κόμμα του Βελόπουλου πλησίασε το 10% σε αγρότες και εργάτες. Πλέον, οι διαφορές στην Ελλάδα μεταξύ των τριών μεγάλων κομμάτων είναι ελάχιστες και εντοπίζονται κυρίως στο πολιτισμικό πεδίο.
Βλέπουμε πια και στην Ελλάδα τις τάσεις που έχουν επικρατήσει σε όλες τις δυτικές κοινωνίες: Η μαζική μετανάστευση, σε συνδυασμό με την επικράτηση της τεχνολογίας, διαλύει τις παραδοσιακές κοινωνικές σταθερές και έχει σαν αποτέλεσμα να περιθωριοποιούνται τα πιο λαϊκά στρώματα. Είναι αυτό που περιγράφει ο Κριστόφ Γκιλλουί για το σχίσιμο των δυτικών κοινωνιών στα δύο: από τη μια το πλειοψηφικό τμήμα της κοινωνίας που περιθωριοποιείται και από την άλλη το δεύτερο που ζει στα κέντρα των αστικών κέντρων με την τουριστικοποίηση, τις μεγάλες επιχειρήσεις κ.λπ. Πραγματικότητα που τη βλέπουμε στο Παρίσι, τη Βαρκελώνη, αλλά εσχάτως και στην Αθήνα.
Το πρώτο τμήμα, το περιθωριοποιημένο, περνά κάτω από τα ραντάρ των κυρίαρχων ΜΜΕ. Δημιουργεί έναν άλλον τρόπο ζωής· για παράδειγμα, τις τελευταίες δύο δεκαετίες, τα συγκροτήματα παραδοσιακής μουσικής και χορών έχουν τεράστια ανάπτυξη. Μπορεί στις τηλεοράσεις να κυριαρχούν οι αντιφά των μητροπόλεων που φωνάζουν «Να πεθάνει η Ελλάδα, να ζήσουμε εμείς», αλλά είναι ελάχιστοι μπροστά στις εκατοντάδες χιλιάδες νέων που ασχολούνται με τον πολιτισμό, την ιστορία μας, την παραδοσιακή μουσική κ.λπ. Και αυτό εκφράστηκε και στις εκλογές όπου, παρότι υπήρχε η αίσθηση ότι η Αριστερά θα κυριαρχήσει στις νεότερες ηλικίες, τελικά, ακόμα και στους νεότερους, 17 έως 24 ετών, επικράτησε η ΝΔ.
Βρισκόμαστε σε ένα αποφασιστικό σημείο, καθώς οι δυτικές κοινωνίες βιώνουν ως ανυπόφορη την πίεση της μαζικής μετανάστευσης και νιώθουν ότι περιθωριοποιούνται, γιατί πια η Δύση, ιδιαίτερα η Ευρώπη, δεν κατέχει τον ηγεμονικό ρόλο που είχε για πολλούς αιώνες και ο οποίος εξασφάλιζε και στα πληβειακά στρώματα προοπτική καλύτερης ζωής. Η Ευρώπη, αντιλαμβανόμενη ότι συρρικνώνεται, επιστρέφει στις ρίζες της ύπαρξής της, τον αρχαιοελληνικό πολιτισμό και τον χριστιανισμό, για να διατηρήσει τη δική της ταυτότητα και τις δικές της αξίες.
Η ευρωπαϊκή ταυτότητα πλήττεται πια στον ίδιο τον πυρήνα της. Στη Γαλλία, για παράδειγμα, το 30% του πληθυσμού είναι μετανάστες των τριών τελευταίων γενιών, το 10% είναι της τελευταίας γενιάς και δημιουργούνται γκέτο αποκλειστικά για μετανάστες, ανάλογα με τα γκέτο των μαύρων στις ΗΠΑ. Σε αυτό το εκρηκτικό σημείο, ακόμα και οι φιλελεύθερες ηγεσίες των δυτικών κοινωνιών αντιλαμβάνονται πια το μέγεθος του προβλήματος. Η μετανάστευση, από «φάρμακο» για φτηνά εργατικά χέρια, μετατρέπεται στο «δηλητήριο» των κοινωνικών συγκρούσεων.
Στην άλλη πλευρά, έχουμε την ατομικοποίηση που έφεραν οι τελευταίες δεκαετίες του 20ού αιώνα, του μοναχικού πλήθους που ζει στα αστικά κέντρα: στη Νέα Υόρκη, το 50% των κατοίκων ζουν μόνοι τους. Εκλείπει πια και το τελευταίο υπόλειμμα συλλογικής ζωής, η πυρηνική οικογένεια. Αδυνατίζει πια εντελώς η μία πλευρά της ανθρώπινης φύσης. Επειδή η ανθρώπινη φύση περικλείει και την κοινωνικότητα και την ατομικότητα, ο συνδυασμός των δύο δημιούργησε την έννοια της δημοκρατίας, αλλά και του σεβασμού των συλλογικών και των ατομικών δικαιωμάτων. Ρίχνοντας βάρος αποκλειστικά στα ατομικά δικαιώματα, προκαλούνται τριγμοί στις δυτικές κοινωνίες οι οποίες φαίνεται ότι πια το αντιλαμβάνονται και μπαίνουν μπροστά διαδικασίες αναστροφής.
Στην Ελλάδα, τα τελευταία 25 χρόνια, υπήρξε μια μεγάλη διαμάχη γύρω από την ιστορική ταυτότητα του ελληνισμού, δόθηκε σύγκρουση με τον εθνομηδενισμό, ο οποίος, ξεκινώντας αρχικώς από τα πανεπιστήμια, πέρασε στη μέση εκπαίδευση και έφτασε ακόμα και στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση, με το βιβλίο ιστορίας της ΣΤ΄ Δημοτικού της Μ. Ρεπούση. Υπήρχε μια λογική κατεδάφισης της ιστορικής μας ταυτότητας. Σύμφωνα με αυτή την αντίληψη, οι Έλληνες δεν είναι ένα έθνος με διαχρονική υπόσταση, που ξεκινά από την αρχαία Ελλάδα, περνά στο Βυζάντιο, την Τουρκοκρατία κ.λπ., και οι Έλληνες πρέπει να αντλούν από όλη αυτή την ιστορική δεξαμενή, αλλά δεν είμαστε παρά ένα πρόσφατο μικρό κράτος-έθνος. Το ανάλογο μοντέλο επιχειρήθηκε να περάσει και στην Κύπρο, όπου αναπτύχθηκε η άποψη ότι, μετά τη δημιουργία του κυπριακού κράτους, έχουμε τη δημιουργία του κυπριακού έθνους, του νεοκυπριακού. Ο εθνομηδενισμός προωθούσε το αφήγημα ότι 200 χρόνια ιστορίας έχουμε όλα και όλα, και ότι τα προηγούμενα χρόνια ήμασταν «κάτι άλλο». Ο εθνομηδενισμός μάς μετέτρεπε σε ένα μικρό βαλκανικό εθνίδιο που πολύ εύκολα θα μπορούσε να αποσυντεθεί. Χρειάστηκε η προσπάθεια πολλών ανθρώπων στον χώρο της ιστορίας, για πολλά χρόνια, αλλά και του λαϊκού σώματος, για να σπάσει η μονοκρατορία του εθνομηδενισμού στην ιστορία.
Παράλληλα, σημαντικός παράγοντας στη διάλυση των συλλογικών ταυτοτήτων είναι η διάλυση της ταυτότητας του φύλου, δηλαδή η λογική ότι δεν υπάρχουν βιολογικά φύλα. Σήμερα, ξεκινώντας από τις ΗΠΑ και περνώντας εν συνεχεία και στην Ευρώπη, αμφισβητείται η βιολογική υπόσταση των φύλων και υποστηρίζεται ότι το φύλο είναι κοινωνική κατασκευή.
Το woke («αφύπνιση») ρεύμα και η cancel culture (κουλτούρα της ακύρωσης) συνδέουν την αμφισβήτηση της βιολογικής ταυτότητας με την αποδόμηση της ιστορίας. Κατ’ αυτούς, επειδή στην αρχαία Ελλάδα υπήρχε δουλοκτησία, πρέπει να ακυρωθεί ο αρχαιοελληνικός πολιτισμός και να εξοβελιστεί από τα πανεπιστήμια. Με τον ίδιο τρόπο ακυρώνεται ο Σαίξπηρ, οι πατέρες του αμερικανικού έθνους, ο Κολοκοτρώνης και οι υπόλοιποι αγωνιστές του ’21 στην Ελλάδα κ.ο.κ.
Αυτή η υστερία που αντιμετωπίζουν, ως νέα πρόκληση, οι δυτικές κοινωνίες, τις κάνει να συνειδητοποιήσουν ότι ο δρόμος που είχαν πάρει τις προηγούμενες δεκαετίες ήταν αυτοκτονικός. Να αντιληφθούν ότι, προκειμένου να διατηρήσουν τον πολιτισμό τους, σε ισότιμη πια βάση με τους υπόλοιπους και όχι με αποικιοκρατικές προεκτάσεις, οφείλουν να αντιμετωπίσουν το θέμα της μαζικής μετανάστευσης (γι’ αυτό ακόμα και ο Μακρόν ετοιμάζει μεταναστευτικό νόμο πολύ πιο σκληρό από τον υπάρχοντα) και τα φαινόμενα εθνικής, φυλετικής, πολιτισμικής, κοινωνικής κ.λπ. αποδόμησης.