συγγραφέας Βασίλης Τζανακάρης επιστρέφει εκεί όπου στις 2 Μαΐου 1919 γράφτηκε η ματωμένη αρχή του τέλους της Μεγάλης Ιδέας. Εκείνης που μας οδήγησε από τα χρόνια της δόξας σ' εκείνα της καταισχύνης. Ένα βιβλίο που καταγράφει με κάθε λεπτομέρεια την άγρια σύγκρουση ανάμεσα στον Ύπατο Αρμοστή της Σμύρνης Αριστείδη Στεργιάδη και την κορυφή της ορθοδοξίας στη Σμύρνη, τον μητροπολίτη Χρυσόστομο. Μια σύγκρουση που κόστισε ποτάμια από αίμα και δάκρυα. Με μοναδικό γέρας για τους πρωταγωνιστές της δύο στεφάνια από αγκάθια: για τον Χρυσόστομο του εθνομάρτυρα και για τον Αριστείδη Στεργιάδη του εθνικού ολετήρα. Με τον πρώτο πιστό "άχρι θανάτου" στα νάματα της ορθοδοξίας και της Μεγάλης Ελλάδας, και τον εντολοδόχο της Ελληνικής Πολιτείας, τον Αριστείδη Στεργιάδη, οπαδό του δόγματος της ελληνοτουρκικής συνύπαρξης και φιλίας. Με τον Χρυσόστομο να λατρεύεται από τις εκατοντάδες χιλιάδες των Μικρασιατών, και τον Στεργιάδη να φορτώνεται, ως άλλος Εφιάλτης, το μίσος και τις κατάρες ενός ολόκληρου λαού.
Και μαζί τους η Σμύρνη και η Μικρασία. Τα αιματηρά γεγονότα της προκυμαίας, που έκαναν έξαλλο τον Βενιζέλο, η καθημερινότητα των ανθρώπων, οι διπλωματικές ίντριγκες και συνωμοσίες, τα πάθη και οι επικές πολεμικές επιχειρήσεις και τέλος ο εξολοθρεμός και η καταστροφή.
Ο Βασίλης Ι. Τζανακάρης σπούδασε πολιτικές και οικονομικές επιστήμες στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και από τα γυμνασιακά του χρόνια ασχολήθηκε µε τη δημοσιογραφία. Έχει εκδώσει τρεις εφημερίδες, έχει γράψει είκοσι πέντε βιβλία και έχει διοργανώσει πολλές εκθέσεις αρχειακού υλικού. Από το 1975, και για 34 χρόνια, εξέδιδε το μηνιαίο σερραϊκό περιοδικόΓιατί. Υπήρξε από τους πρωτοπόρους στο ραδιόφωνο και την τηλεόραση, µε τα οποία ασχολήθηκε επί σειρά ετών. Είναι µέλος της Εταιρείας Ελλήνων Συγγραφέων, του Συνδέσμου Εκδοτών Βορείου Ελλάδος και αντεπιστέλλον µέλος της ΕΣΗΕΜΘ. Το βιβλίο τουΔακρυσμένη Μικρασία(Εκδόσεις Μεταίχμιο) τιμήθηκε το 2008 µε το Κρατικό Βραβείο Χρονικού-Μαρτυρίας. Κείμενα, μελέτες, ποιήματα και συνεντεύξεις του υπάρχουν δημοσιευμένα σε πολλές εφημερίδες της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης. Το νέο του βιβλίο,Σμύρνη 1919-1922: Αριστείδης Στεργιάδης εναντίον Χρυσόστομου, που κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Μεταίχμιο, είναι η αφορμή για τη συζήτησή μας.
-Μετά την κλασική «Δακρυσμένη Μικρασία» στη «Σμύρνη 1919-1922». Από την πανηγυρική αποβίβαση ίσαμε την τραγική φυγή;
Η «Δακρυσμένη Μικρασία» είναι κάπως σαν μια επιτομή του όλου Μικρασιατικού θέματος που καλύπτει τις περισσότερες από τις εκφάνσεις του κυρίως από την άποψη της ζωής και της καθημερινότητας των ανθρώπων της χωρίς όμως να παραβλέπει το ιστορικό γίγνεσθαι. Αντίθετα καταφέρνει να την ενσωματώσει μέσα σ΄ αυτό κι εκεί νομίζω ότι βρίσκεται το… μυστικό της επιτυχίας και της μεγάλης αποδοχής της από μέρους του αναγνωστικού κοινού. Στην περίπτωση της «Σμύρνης 1919-1922» έχουμε να κάνουμε όχι μόνο με την καταγραφή και το τέλος μιας τραγωδίας η πορεία της οποίας διαχέεται σε όλο το μάκρος του βιβλίου, αλλά και την καταγραφή μιας δεύτερης τραγωδίας, εξίσου σημαντικής, για το ιστορικό γίγνεσθαι. Κι αυτή είναι η αέναη σύγκρουση του Ύπατου Αρμοστή της Σμύρνης Αριστείδη Στεργιάδη, που άρχισε σχεδόν από την αποβίβαση του ελληνικού στρατού στην προκυμαία της Σμύρνης μέχρι τη φυγή του πρώτου και τον αφανισμό του δεύτερου.
-Στο νέο σας βιβλίο θα παρακολουθήσουμε το χρονικό της Μικρασίας μέσα από τη διαμάχη Στεργιάδη-Χρυσοστόμου;
Είναι πολύ σωστή η ερώτησή σας. Πράγματι μέσα από τις σελίδες του βιβλίου παρακολουθούμε από πολύ κοντά τη διαμάχη των Στεργιάδη-Χρυσόστομου, που πολλές φορές κατέληγε σε μια πραγματική σύγκρουση, που επηρέαζε όχι λιγότερο την πορεία των γεγονότων απ’ ό,τι το στρατιωτικό τους σκέλος. Κι όταν αυτή η διαμάχη δεν εξωτερικεύεται, ο αναγνώστης τη διαισθάνεται να υφέρπει κάτω από τα γεγονότα και τις διάφορες αποφάσεις. Με άλλα λόγια ήταν μια μικρότερη τραγωδία μέσα στη μεγαλύτερη, όπως εξελισσόταν το Μικρασιατικό ζήτημα.
-Ο Στεργιάδης, αυτός ο ψυχρός σκεπτικιστής, ήταν συνάμα έντιμος τεχνοκράτης και δογματικός;Διοικούσε με βουκέντρα;
–Νομίζω ότι η «βουκέντρα» που αναφέρετε είναι κάτι σαν καταλύτης για το πού ήταν αποφασισμένος να φτάσει προκειμένου να πετύχει ή να αποτρέψει ορισμένα πράγματα. Ο Στεργιάδης δεν είχε προλάβει να ζήσει τα δραματικά γεγονότα της προκυμαίας. Καταλάβαινε όμως τον τρόμο του Βενιζέλου μήπως γκρεμιστεί από τη μια στιγμή στην άλλη όλο εκείνο το οικοδόμημα που με τόσο κόπο και αγώνα είχε καταφέρει να χτίσει ο Έλληνας πρωθυπουργός στην Ευρώπη. Γι’ αυτό και επέσειε τον φόβο της «βουκέντρας». Πάντα όμως έχοντας ως γνώμονα τη δικαιοσύνη και την εντιμότητά του ως προς το συμφέρον (σύμφωνα πάντα με τις εντολές και του Βενιζέλου) της «Μικρασιατικής υπόθεσης», όπως αναφερόταν το Μικρασιατικό ζήτημα. Ναι, ο Στεργιάδης ήταν πράγματι ένας ψυχρός σκεπτικιστής που δεν παρασυρόταν εύκολα από συναισθηματισμούς και δόγματα και συνάμα ένας έντιμος τεχνοκράτης. Και ίσως γι’ αυτά τα προσόντα του τον είχε επιλέξει ο Βενιζέλος.
-Η συμπεριφορά του έθιγε το κατεστημένο της Σμύρνης;
–Πολύ! Κυρίως έθιγε τα οικονομικά του συμφέροντα και το εθνικιστικό φρόνημα ορισμένων, ιδίως του ελληνικού κατεστημένου. Με άλλα λόγια ο Στεργιάδης βρισκόταν στην αντίπερα όχθη από όσα ευαγγελιζόταν η Σμυρναίικη ελίτ, που πίστευε ότι πολύ γρήγορα θα κατάφερνε να τον κάνει «του χεριού της». Γι’ αυτό και απέφευγε όπως ο διάολος το λιβάνι τις σχεδόν καθημερινές τους βεγγέρες, τις κοσμικές εκδηλώσεις, τα γλεντοκοπήματα και κάθε άλλου είδους συναναστροφές με τους ανθρώπους της.
-Θα μπορούσε να ήταν πολιτικά ευέλικτος σε θέματα διπλωματίας; Ήταν οξυδερκής; Διαισθανόταν τα πολιτικά παιχνίδια των Συμμάχων; Γιατί δεν έπραξε τα δέοντα;
–Μα ήταν ευέλικτος! Ιδίως σε ό,τι αφορούσε τη σχέση της ελληνικής διοίκησης με τον ξένο παράγοντα που στη Σμύρνη κυριολεκτικά έδενε κι έλυνε. Ας μην ξεχνάμε ότι η ελληνική διοίκηση και γενικά η ελληνική παρουσία και εκστρατεία γίνονταν κάτω από το άγρυπνο μάτι των συμμάχων, των προξένων, των αρμοστών και των πρεσβευτών τους στην Κωνσταντινούπολη, αλλά και των καταδρομικών τους, που ναυλοχούσαν στο λιμάνι της Σμύρνης. Αλλά ήταν και οξυδερκής. Σ’ αυτό τον βοηθούσε το γεγονός ότι είχε κάνει χρόνια στην Ευρώπη και το ότι είχε άμεση ενημέρωση από τον Βενιζέλο. Ήξερε και καταλάβαινε τα πολιτικά παιχνίδια των Ευρωπαίων, όπως πολύ σωστά λέτε, με αποτέλεσμα να φοβάται τα χειρότερα. Γι’ αυτό και προσπαθούσε με όσο το δυνατόν καλύτερο τρόπο να πράττει τα δέοντα!
-Τον χαρακτηρίζετε θύμα και θύτη… Μπορείτε να μας το αιτιολογήσετε;
Θύτης ήταν (και είναι;) για τους περισσότερους Έλληνες που θεωρούσαν απαράδεκτες τις συμπεριφορές του ιδίως σε προσωπικό επίπεδο, φυλακίζοντας ή ακόμα και προπηλακίζοντας. Θύμα γιατί με τις προσωπικές του συμπεριφορές και τον ιδιόρρυθμο χαρακτήρα τράβηξε επάνω του σαν άλλο αλεξικέραυνο την μήνιν… Θεών και ανθρώπων, με αποτέλεσμα να στερηθεί για πάντα την πατρίδα του αλλά και το «καλό του όνομα».
-Για τον μητροπολίτη Σμύρνης Χρυσόστομο η άποψή σας;
Ο Χρυσόστομος ζούσε συνεχώς μέσα στα σύννεφα της Μεγάλης Ιδέας. Υπήρξε ένας ιδεαλιστής και ταυτόχρονα ένας γενναίος θρησκευτικός ηγέτης που από τα νεανικά του χρόνια είχε προδιαγράψει το τέλος του. Ως προς το ζήτημα της Μικράς Ασίας είχε παρανοήσει τους λόγους για τους οποίους είχαμε σταλεί εκεί, πιστεύοντας τον ελληνικό στρατό ως απελευθερωτικό. Η πραγματικότητα τον διέψευσε. Παρέμεινε πιστός μέχρι το τέλος σε όλα όσα πίστευε, προσφέροντας στην Ελλάδα και στην Ορθοδοξία έναν ακόμα οσιομάρτυρα. Για τον εαυτό του είχε επιλέξει το, δρόμο της θυσίας, γι’ αυτό και αρνήθηκε τις διόδους σωτηρίας που του προσφέρθηκαν. Για τους υπόλοιπους Μικρασιάτες πίστευε ότι δεν θα αφήνονταν ανήμποροι στην τουρκική θύελλα, αλλά ότι θα τους υπεράσπιζαν τα καταδρομικά των Συμμάχων που ναυλοχούσαν στο λιμάνι της Σμύρνης. Πάντως είναι γεγονός ότι έφυγε πικραμένος και με προδομένα όλα του τα όνειρα.
-Η θέση του με τον Στεργιάδη διαχωρίστηκε από νωρίς;
–Θα έλεγα ότι αυτό έγινε σχεδόν από την πρώτη στιγμή και κυρίως ύστερα και από τη συνάντησή του με τον Βενιζέλο τον Δεκέμβριο του 1919 στην Αθήνα.
-Γιατί ο Χρυσόστομος αρνήθηκε την οδό της διαφυγής και της σωτηρίας;
Ο Χρυσόστομος παρέμεινε εκεί όπου τον είχε τάξει το καθήκον του. Ήταν Έλληνας Μικρασιάτης και ως εκ τούτου η πατρίδα του ήταν εκεί. Εξάλλου δεν ήταν από τους ανθρώπους που το έβαζαν εύκολα στα πόδια. Απέναντι στον Ελληνισμό της Μικράς Ασίας υπήρξε κάτι σαν πατέρας που πίστευε ότι κάτω από τη σκέπη του μπορούσαν να βρουν καταφύγιο οι πάντες. Πίστευε ότι η παρουσία του στη Σμύρνη, με όποιο προσωπικό κόστος, ήταν απαραίτητη. Γνώριζε το μένος του Νουρεντίν εναντίον του και ότι θα το πλήρωνε ακόμα και με τη ζωή του. Για τους Τούρκους ήταν προδότης. Για τους Έλληνες ένας μάρτυρας που μαρτύρησε για την Ελλάδα και την πίστη του στον Χριστό.
-Το δόγμα «η φυγή ανεπίτρεπτη, ο πανικός αδικαιολόγητος, θα παραμείνουμε στη Μικρασία» ήταν κοινό και για τους δύο;
Ο Στεργιάδης συνήθιζε να λέει ότι αν έπρεπε να αποχωρήσουμε αυτό θα έπρεπε να γίνει «ευτάκτως». Ο Χρυσόστομος δεν πίστευε σχεδόν μέχρι το τέλος ότι θα αποχωρούσαμε από τη Μικρά Ασία.
-Ο ένας αναχωρεί με βρετανικό θωρηκτό για Νίκαια και ο άλλος κατακρεουργείται από τον αφιονισμένο τουρκικό όχλο.Aποδιοπομπαίος τράγος ο ένας, εθνομάρτυρας ο άλλος;
–Συνηθίζουμε ως λαός αλλά και ως άτομα να ρίχνουμε το βάρος στους άλλους και να βγάζουμε έξω τον εαυτό μας. Στην προκειμένη περίπτωση ψάχναμε για κάτι σαν τον «αποδιοπομπαίο τράγο» που αναφέραμε και ως τέτοιος θεωρήθηκε ο Στεργιάδης. Όπως αργότερα οι έξι που εκτελέστηκαν. Χωρίς ούτε καν μια μικρή αναφορά για τις μεγάλες ευθύνες του λαού που τον Δεκέμβριο του 1920 επανέφερε τον Βασιλιά. Όσο για τον Χρυσόστομο, πολύ σωστά ανακηρύχτηκε εθνομάρτυρας, εξαγνίζοντας με τον θάνατό του ακόμα και τις ιδιαίτερα υπερβολικές του εξάρσεις (ας πούμε το ότι την παραμονή της απόβασης κήρυξε την… ένωση της Σμύρνης με την Ελλάδα).
-Τον Στεργιάδη γιατί δεν τον επανέφερε να δικαστεί με τους έξι «πρωταίτιους» η Επανάσταση του ’22;
Γιατί φοβόταν ότι κάτι τέτοιο θα ξεσήκωνε την μήνιν των Συμμάχων, ιδίως της Μ. Βρετανίας, αλλά και γιατί κατά γενική παραδοχή ο Στεργιάδης όχι μόνο δεν είχε καμιά επέμβαση στο στρατιωτικό γίγνεσθαι, αλλά υπήρξε ο εκπρόσωπος και των δύο κυβερνήσεων, τις εντολές των οποίων εφάρμοζε κατά γράμμα.
-Αληθεύει πως ο Στεργιάδης από την εξορία του δήλωσε κάποτε πως η εθνική μας συμφορά οφειλόταν στο γεγονός πως η Ελλάδα εφάρμοσε εκεί την πολιτική της Αγγλίας και όχι την ελληνική;
-Ο Στεργιάδης μπορούσε κι «έβλεπε» πολύ πιο μακριά απ’ ό,τι πολλές φορές οι Έλληνες κυβερνώντες. Και είχε διαπιστώσει ότι η εξωτερική μας πολιτική είχε πορευτεί με προεξάρχοντα τον βρετανικό παράγοντα και τα γεωπολιτικά του συμφέροντα. Όσο για την ελληνική πολιτική, πολύ γρήγορα αυτή είχε καταλήξει στο «βλέποντας και φτιάχνοντας». Εξάλλου δεν ήταν τυχαίο εκείνο που ισχυριζόταν ο Ι. Μεταξάς: «υπό τον μανδύα των βυζαντινών ηρώων κρύπτομεν μπράβους της Αγγλίας».
Συνέντευξη του Βασίλη Τζανακάρη στον flash.gr και τον δημοσιογράφο Γιώργο Κιούση