*«Η μουσική του Χατζιδάκι με συνόδευε συνεχώς τα πρώτα χρόνια της πορείας μου»
*«Έχω πουλήσει το 90% των έργων μου»
*«Ένας σπουδαίος καλλιτέχνης, άνθρωπος, δημιουργεί πάντα κι έναν μύθο»
*«Πάνω απ’ όλα, η γυναικεία φιγούρα»
*«Σήμερα έχει χαθεί η επαφή με τον συνάνθρωπο»
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ: Αλέξανδρος Στεργιόπουλος
Τι σημαίνει να είσαι άξιος άνθρωπος σε αυτή τη ζωή; Να χαμογελάς, να κλαις, να αντέχεις, να ερωτεύεσαι, να κάνεις λάθη και να φτιάχνεις το σωστό μέσα απ’ αυτά, να βρίσκεις μια Τζοκόντα και να μην την προδίδεις, έναν ποιητή και να μην τον εγκαταλείπεις, έναν πίνακα και τα χρώματά σου να του δίνεις. Ο Γιώργος Τζιόκας είναι άξιος ζωγράφος, άνθρωπος και μετρά, βιώνει, καλά τις πράξεις και τα γεγονότα που έζησε και ζει. Τον χαρακτήρισαν ζωγράφο της ζωής, ζωγράφο της ποίησης. Αποτύπωσε «Το χαμόγελο της Τζοκόντας» του Χατζιδάκι, το «Άξιον Εστί» του Ελύτη… Γνώρισε αυτούς, και άλλους σπουδαίους, τους ανθρώπους και πήρε μαθήματα ζωής. Διαχειρίστηκε τη μνήμη του και καλοδέχτηκε την τύχη του. Γι’ αυτόν η γυναίκα είναι πάνω απ’ όλα και ποτέ δεν επανάλαβε τον καλλιτεχνικό του εαυτό. Έχει πουλήσει το 90% των έργων του και πάντα λυπάται βαθιά με τον πόνο των άλλων ανθρώπων. Αυτός ο σημαντικός ζωγράφος, στις 7 Δεκεμβρίου, στο «Μουσείο Γουλανδρή», θα παρουσιάσει την αυτοβιογραφία του «Η σιωπή των σταθμών» (Εκδόσεις Δίφωνο). Τον ευχαριστούμε που μας μίλησε.
Τι σημαίνει για σας ζωγραφίζω;
Η ζωγραφική για μένα ήταν ανέκαθεν υπαρξιακό στοιχείο ταυτισμένο με την πορεία μου, με τη ζωή μου. Από μικρός ονειρευόμουν πράγματα τα οποία πιθανώς και να μην υπήρχαν… Ξέρετε, στην καλλιτεχνική και προσωπική μου πορεία σημαντικό ρόλο έπαιξε το γεγονός ότι διάβαζα πολλά φιλολογικά βιβλία. Αρκετή ποίηση… Δεν μπορώ να πω, βέβαια, ότι ήμουν ιδιαίτερα επιμελής ως μαθητής.
Σημαντική η ποίηση στη ζωή σας, έτσι;
Ναι και τότε είχαμε ανακαλύψει και τη ρωσική λογοτεχνία, ήταν πολύ διαδεδομένη. Ντοστογιέφσκι, Τολστόι… Εγώ είχα πάντα έφεση στον πόνο των άλλων, λυπόμουν βαθιά, ουσιαστικά, με τον πόνο των άλλων ανθρώπων. Το ωραίο είναι ότι σε αυτό άφηνα τον εαυτό μου απ’ έξω!
Βλέπατε τον πόνο των άλλων και όχι τον δικό σας.
Ναι. Να σας πω όμως κι άλλα γεγονότα, στιγμές, που συνέβαλλαν στη διαμόρφωση μου ως ανθρώπου και ως καλλιτέχνη. Ένα απ’ αυτά ήταν η πλούσια βιβλιοθήκη που είχα στη διάθεσή μου. Αυτό το οφείλω κυρίως στα δύο μεγαλύτερα αδέλφια μου που σπούδασαν και έτσι είχαμε πάντα βιβλία στο σπίτι. Ένα άλλο που πρέπει να πω είναι ότι διάβασα τη «Δίκη» του Κάφκα στα 14! Μάλιστα είδα τότε και την ταινία, με τον Άντονι Πέρκινς. Αυτό έγινε, για πολλά χρόνια, εφιάλτης μου. Να σε συλλαμβάνει η αστυνομία χωρίς να μάθεις ποτέ τον λόγο! Όταν, λοιπόν, χτυπούσε το κουδούνι ένιωθα ένα σκίρτημα.

«Η μουσική του Χατζιδάκι με συνόδευε συνεχώς τα πρώτα χρόνια της πορείας μου»
Ποια στιγμή της καριέρας σας θεωρείτε καθοριστική; Ποια ήταν αυτή που όρισε την καλλιτεχνική σας ταυτότητα;
Τη στάση μου απέναντι στην τέχνη την καθόρισε η γνωριμία μου με τον Μάνο Χατζιδάκι και το «Χαμόγελο της Τζοκόντας». Είχα ταυτίσει την μοναχική γυναίκα που γνώρισε ο Χατζιδάκις στη Νέα Υόρκη, και τον ενέπνευσε στο συγκεκριμένο έργο, με τη μητέρα μου!
Πριν δεν τον γνωρίζατε.
Ναι.
Και τον γνωρίσατε στην Πλάκα.
Ναι. Ένιωθα μια ερωτική σχέση με τη μουσική του. Η μουσική του με συνόδευε συνεχώς τα πρώτα χρόνια της πορείας μου. Όταν τον γνώρισα ήταν κάτι μαγικό! Με ενέπνευσε στη δεύτερη μου έκθεση που είχε το όνομα «Το χαμόγελο της Τζοκόντας». Από κει και πέρα, όταν έκλεισε ο κύκλος με τον Χατζιδάκι δεν θέλησα να τον επαναλάβω, ήθελα να μείνει μοναδικός και αυτούσιος. Το ίδιο ισχύει και στην περίπτωση του «Άξιον Εστί» του Ελύτη. Μετά απ’ αυτές τις δουλειές μου ζητούσαν να κάνω παρόμοια έργα και εγώ δεν το ήθελα αυτό.
Θα ήταν κάτι τυποποιημένο.
Ακριβώς! Μάλιστα έχει επισημανθεί από την Ντόρα Ηλιοπούλου Ρογκάν (σ.σ ιστορικός τέχνης) ότι είμαι από τους λίγους ζωγράφους που δεν έμειναν σε αυτά που κατέκτησαν, δεν τα επανέλαβαν.
Και αυτοί που επαναλαμβάνουν δεν επαναλαμβάνουν στην ουσία. «Σκάβουν» στο ίδιο σημείο για να αλλάξουν κάτι.
Να σου πω πάνω σε αυτό Αλέξανδρε… Παράδειγμα ο Φασιανός. Τον λατρεύω, μου αρέσει πολύ. Παρ’ όλα αυτά, απορούσα και έλεγα μα καλά, 15 χρόνια δεν συνέβη τίποτα στη ζωή του που να τον κάνει να αλλάξει οπτική; Εδώ, όμως, μπαίνουν οι γκαλερί και η επίδρασή τους στον καλλιτέχνη. Όταν βρουν μια σπουδαία φλέβα θέλουν να δεσμεύσουν τον δημιουργό. Σου λένε, ας πούμε, κάνε μας δέκα ανθρωπάκια και μετά άλλα δέκα… Αυτό εγκλωβίζει τον καλλιτέχνη και ίσως γι’ αυτό ο Φασιανός επαναλάμβανε τον εαυτό του.

«Έχω πουλήσει το 90% των έργων μου»
Συνεπώς, οι νόμοι της αγοράς εγκλωβίζουν ή απελευθερώνουν την τέχνη;
Και τα δύο! Εξαρτάται από ποια πλευρά, εσύ ο δημιουργός, βλέπεις το έργο σου.
Ναι, αλλά όταν ο γκαλερίστας σου λέει, παράδειγμα, «θα σου δώσω ένα τεράστιο πόσο και κάνε ό,τι θες», εκεί…
Α! Άλλο αυτό! Αυτό, πάντως, σπάνια θα συμβεί. Ίσως να ίσχυε για τον Πικάσο. Να είχε φτάσε σε σημείο να μην δέχεται υποδείξεις… Με τις γκαλερί, ωστόσο, αυτό δεν συμβαίνει. Ο γκαλερίστας θέλει να βγάλει άμεσα λεφτά, κέρδος. Τον νοιάζει και η τέχνη, σαφώς, αλλά… Ας πούμε ο Φραντζεσκάκης, με τον «Ζυγό».
Σας έδωσε ελευθερία. Σας είπε «όταν είσαι έτοιμος».
Ναι, μπράβο! Αυτό ήταν που έκανε να συμφωνήσω μαζί του. Δεν θα μπορούσα να πάω στην γκαλερί του αν μου έλεγε 28 του μηνός θέλω τα έργα! Για να γίνει κάτι τέτοιο θα πρέπει να παραβώ τους προσωπικούς μου κανόνες λειτουργίας. Εγώ ήθελα να ζωγραφίζω νύχτα, ό,τι ώρα ήθελα και όπως ήθελα. Ήθελα να ευχαριστηθώ τη διαδικασία. Εγώ τη βίωσα τη ζωγραφική μου! Θυμάμαι ακόμη τις στιγμές που ζωγράφιζα. Αυτό για μένα είναι μεγαλείο και η ηθική και πραγματική μου ικανοποίηση.
Πώς σας κάνει, λοιπόν, να αισθάνεστε το γεγονός ότι πρέπει να μπείτε σε μια συναλλαγή; Νιώθετε αμηχανία, είναι κάτι φθηνό για σας, αναγκαίο;
Ακόμη νιώθω αμήχανα με αυτό. Και το λέω παρά το γεγονός ότι έχω πουλήσει το 90% των έργων μου! Δεν χάρισα ούτε έναν πίνακα! Αυτό το οφείλω σε έναν γιατρό. Μόλις είχα ξεκινήσει την πορεία μου και είχα φτιάξει τον πίνακα «Φτωχό Αγόρι». Το βλέπει και μου λέει πόσο το πουλάς; Του λέω είναι το πρώτο μου. Τι να πουλήσω; Πρωτόλειο είναι. Σας το χαρίζω. Μου λέει όχι, θέλω να το αγοράσω. Αυτό που κάνεις έχει αξία. Μου άφησε, τότε, 150 δραχμές, πολλά χρήματα για την εποχή εκείνη. Μου είπε στο τέλος ποτέ να μην χαρίζεις τα έργα σου. Η τέχνη για να εκτιμηθεί, πρέπει να πληρωθεί! Και Αλέξανδρε, δεν ξέρεις πόσο μεγάλη αλήθεια είναι αυτό!
Στο βιβλίο σας αναφέρετε ότι σε μια έκθεσή σας είχε έρθει κόσμος, αλλά δεν είχε πουληθεί ούτε ένας πίνακας!
Ναι, τίποτα! Δεν στεναχωρήθηκα καθόλου όμως. Μου έφτανε που ήρθαν.
Είχατε, όμως, να πληρώσετε τον χώρο της έκθεσης.
Ναι, αυτό ήταν το οικονομικό ζόρι. Είχαν έρθει 500 άτομα και δεν είχα πουλήσει τίποτα! Αν και λίγο πριν μαζέψω τα έργα μου έγινε κάτι μαγικό και έτσι μπόρεσα να πληρώσω το ξενοδοχείο.
Σας έτυχε ξανά κάτι τέτοιο;
Όχι, όχι ευτυχώς.
Πώς το εξηγείτε αυτό; Δηλαδή, «έρχομαι, μου αρέσει αυτό που βλέπω, αλλά δεν αγοράζω!».
Αυτό το γεγονός έγινε στη Θεσσαλονίκη. Εκεί γίνονταν, και γίνονται, φεστιβάλ, είναι η Διεθνής Έκθεση… Λέγανε ότι είναι ειδικό το κοινό της πόλης κι αν περάσεις από κει έχεις μόνο οφέλη. Εγώ θα έλεγα ότι στην περίπτωση που αναφέρουμε, το κοινό ήταν κάπως μαζεμένο. Οι άνθρωποι δεν έβαζαν εύκολα το χέρι στην τσέπη για να πάρουν το μη αναγκαίο! Η τέχνη, για μένα, φυσικά και είναι αναγκαία για την ύπαρξή μας συναισθηματικά. Εντούτοις, δεν είναι φέτα, ψωμί… Καταλαβαίνεις τι θέλω να πω. Ε, σε αυτό ο κόσμος είχε ένα περίεργο σφίξιμο.
Και ήρθε ο κόσμος!
Ήρθε πάρα πολύ κόσμος. Λέγανε ωραία τα έργα σας. Αλλά μέχρι εκεί. Θυμάμαι τώρα ένα γεγονός, σχετικό με την εν λόγω έκθεση, με έναν Κύπριο. Είχε δει ένα πίνακα και του άρεσε. Κάτι του θύμιζε. Ερχόταν κάθε μέρα, τον έβλεπε και έφευγε! Την τελευταία μέρα της έκθεσης μου είπε ότι ήθελε τον πίνακα αλλά δεν έφταναν τα χρήματα που διέθετε. Του είπα δώσε μου όσα έχεις. Αυτό δεν το έκανα για να πάρω, ας πούμε, τρία, τέσσερα, χιλιάρικα. Το έκανα γιατί είδα ότι ο άνθρωπος αυτός αγαπάει το έργο μου. Η αξία, Αλέξανδρε, ενός έργου αρχίζει από τη στιγμή που θα πουληθεί!

«Ένας σπουδαίος καλλιτέχνης, άνθρωπος, δημιουργεί πάντα κι έναν μύθο»
Από κει και πέρα είναι η αντοχή στον χρόνο. Αυτό, φυσικά, δεν μπορείτε να το ελέγξετε, έτσι;
Όχι, αλλά έχω παράδειγμα που δείχνει τη σχέση του έργου με την κατάκτηση του χρόνου. Κάποτε ο Ίων Βορρές αγόρασε έναν πίνακά μου 300 χιλιάδες δραχμές και τον πούλησε, μέσα σε ένα μήνα, ένα εκατομμύριο! Το μουσείο Βορρέ, αυτό εκπροσωπούσε, είχε τα φόντα για να πουλήσει τόσο τον πίνακα. Αν έβαζα εγώ εξ αρχής αυτό το ποσό, μάλλον δεν θα πουλούσα το έργο. Εγώ θέλω κάθε φορά που κάνω έκθεση να ανεβαίνει και η τιμή των έργων μου.
Στην πραγματικότητα, κοστολογείται η τέχνη;
Είναι κι αυτό ένα προϊόν.
Ναι, αλλά δεν πουλάτε πουκάμισα!
Ναι, συμφωνώ, όμως υπάρχουν κάποια δεδομένα που δεν μπορείς να αποφύγεις. Είναι η προσφορά και η ζήτηση που υπάρχει, η διάθεση από τον αγοραστή… Από την άλλη υπάρχει και η περιρρέουσα ατμόσφαιρα. Τι εννοώ; Ξέρει κάποιος ότι ο Τζιόκας πουλάει τόσο. Όταν θα έρθει, λοιπόν, να αγοράσει ένα πίνακά μου, γνωρίζει εκ των προτέρων ότι θα δώσει ένα συγκεκριμένο ποσό. Όλα αυτά επηρεάζουν την τιμή.
Γνωρίζετε πολύ κόσμο…
…πάρα πολύ.
Μια από τις επιρροές σας ήταν ο Μοντιλιάνι
Α, μπράβο!
Μετά γνωρίσατε τον Ελύτη… Αυτές οι προσωπικότητες ποια θέση είχαν ζωή και στην τέχνη σας;
Ένας σπουδαίος καλλιτέχνης, άνθρωπος, δημιουργεί πάντα κι έναν μύθο. Αυτοί που ανέφερες, όπως και ο Χατζιδάκις, δημιούργησαν τον μύθο, δεν τους έφτιαξε ο μύθος. Όλοι αυτοί ήταν τόσο απλοί στη συμπεριφορά τους και σου δίνανε πράγματα τόσο σε συναισθηματικό όσο και σε πνευματικό επίπεδο. Σου μεταδίδανε γνώση αφιλοκερδώς! Αυτό είναι και η διαφορά ενός πραγματικά σπουδαίου ανθρώπου από έναν δήθεν.
Με τον Ελύτη ήταν να βρεθείτε για μισή ώρα και τα λέγατε τελικά για τρεις ώρες!
Ναι, και μου έφτιαξε και καφέ.
Για κάποιο λόγο σας εμπιστεύτηκε.
Ναι, ακριβώς! Με εμπιστεύτηκε γιατί είδε ότι η άποψη μου για το έργο του είχε σοβαρή προσέγγιση. Δεν πήγα σαν ένας νεαρός φαντασμένος να τον εντυπωσιάσω. Να του δείξω ότι ζωγράφισα κάτι πάνω στο «Άξιον Εστί». Δεν πήγα για να εκμεταλλευτώ τη στιγμή. Και όταν τον συνάντησα δεν είχε πάρει ακόμη το Νόμπελ. Μου είπε, μάλιστα, ότι η άποψη μου ταυτίζεται με αυτή του μεταφραστή των ποιημάτων του στα Σουηδικά.
Απ’ αυτούς τους ανθρώπους, λοιπόν, πήρατε γνώση.
Πήρα γνώση, ήθος, ταπεινοσύνη.
Δεν ήσασταν ταπεινός;
Ήμουν, αλλά όταν την είδα σε αυτούς, κατάλαβα ότι βρισκόμουν στον σωστό δρόμο.
Αυτό που σας είπε ο Χατζιδάκις για τη Μεγάλη Παρασκευή, ότι είναι η πιο ερωτική μέρα του κόσμου, το έχετε αποκωδικοποιήσει;
Ο Χατζιδάκις είχε θέμα τον ερωτισμό, γενικά. Γι’ αυτόν όλα ήταν ερωτικά! Ο έρωτας ήταν η κινητήριος δύναμη σε όλα! Δεν ξέρω πώς του ήρθε αυτό. Η φράση του ήταν Η Μεγάλη Παρασκευή είναι η πιο ερωτική μέρα του χρόνου γιατί συναντιέται ο θάνατος με τη ζωή. Το είπε ίσως γιατί πεθαίνει ο Χριστός και σε τρεις μέρες έρχεται η Ανάστασή Του. Δηλαδή, προϋπόθεση για να αναστηθεί είναι να πεθάνει. Κάπως έτσι το αντιλαμβάνομαι.

«Πάνω απ’ όλα, η γυναικεία φιγούρα»
Η μνήμη και η τύχη τι ρόλο έπαιξαν στην επαγγελματική σας πορεία;
Η μνήμη έπαιξε καθοριστικό ρόλο μια και κουβαλούσα όλα τα βιώματά μου, από τα παιδικά μου χρόνια μέχρι σήμερα. Αυτά ήταν το καταφύγιο μου από το οποίο αντλούσα έμπνευση. Τα παιδικά χρόνια, οι σχέσεις των ανθρώπων, το άκουσμα ιστοριών, ο πόνος του κάθε ανθρώπου… όλα αυτά τα μετουσιώνα σε τέχνη, περνούσα στον καμβά το συναίσθημα. Και πάνω απ’ όλα Αλέξανδρε, η γυναικεία φιγούρα. Η γυναικεία φιγούρα εκφράζει το όλον!
Όχι, η αντρική, η γυναικεία.
Η γυναίκα είναι πηγή ζωής. Είναι κόρη, μάνα, αδελφή, ερωμένη… τα πάντα! Η γυναίκα δημιουργεί ζωή, κυοφορεί τη ζωή. Αυτό δεν σημαίνει, βέβαια, ότι η αξία του άνδρα είναι λιγότερη. Παρ’ όλα αυτά, μέσα από τη γυναίκα βγήκαν όλα τα συναισθήματά μου. Όσον αφορά την τύχη, έπαιξε και αυτή τον ρόλο της. Έτυχε να βρίσκομαι στο σωστό μέρος τη σωστή στιγμή. Παράδειγμα. Όταν η Μελίνα Μερκούρη έγινε υπουργός Πολιτισμού, ο ιδιαίτερός της, ο Γιώργος Θωμάς, ήταν κολλητός μου! Βρέθηκα, λοιπόν, να έχω πρόσβαση στη Μελίνα χωρίς να κάνω κάτι ιδιαίτερο.
Λέτε να σας είπαν «πρασινοφρουρό»; (γέλια)
Ναι, ναι (γέλια). Στο βιβλίο μου αναφέρω τη φράση και μετά ήρθε το ΠΑΣΟΚ. Αυτό ήταν ένα σλόγκαν και έδινε το στίγμα της εποχής. Οι περισσότεροι απ’ αυτούς νόμιζαν ότι αλλάζοντας τον τρόπο εκφοράς του λόγου θα άλλαζαν και τον κόσμο. Υπήρχαν, φυσικά, και αξιόλογοι άνθρωποι πιο προσγειωμένοι, όπως ο Νικος ο Λαγκαδινός, ο Νίκος ο Νικολούλης και αρκετοί άλλοι.
Δέχεστε ότι είστε «ο ζωγράφος της ζωής»; Σας το είχε πει ο Πεντζίκης.
Ναι, αυτός το είπε. Όταν μου το είπε δεν το είχα σκεφτεί καθόλου.
Αυτός, εν τω μεταξύ, είχε βασική θεματική του τον θάνατο.
Ναι, είχε μεγάλο κόλλημα με το θάνατο. Από τη στιγμή που μου το είπε άρχισα να το σκέφτομαι. Αγαπούσα, και αγαπώ, πάρα πολύ τη ζωή, τη βιώνω. Η ζωή μας είναι πράξεις Αλέξανδρε, πράξεις και γεγονότα. Αν δεν υπάρχουν αυτά, δεν υπάρχουμε εμείς! Γι’ αυτό και προσπαθώ να τα βιώνω όλα, ακόμα και τα άσχημα. Εξάλλου, δεν γίνεται να είναι μόνο καλά η ζωή… Φυσικά, πρέπει να διαθέτεις θάρρος και ψυχραιμία για τα δύσκολα… Όπως και να χει, από ένα σημείο και μετά, αποδέχτηκα αυτό που μου είπε. Άλλοι με χαρακτήρισαν «ο ζωγράφος της ποίησης». Όχι μόνο επειδή ζωγράφισα το «Άξιον Εστί» του Ελύτη και το «Χαμόγελο της Τζοκόντας» του Χατζιδάκι, αλλά γενικά επειδή το έργο μου βγάζει μια ποιητική διάθεση. Υπάρχει κι ένα ντοκιμαντέρ για τη ζωή μου που τιτλοφορείται «Γιώργος Τζιόκας, ο ζωγράφος της ποίησης», του Νίκου Παπακώστα. Για μένα η ποίηση ήταν πάντα καταφύγιο. Διάβασα Μαγιακόφσκι στα 15!
Ρίτσο.
Α! Ναι, Ρίτσο.
Καββαδία.
Ναι! Σπουδαίος! Η επιτομή της απόλυτης περιγραφής! Σου δημιουργεί εικόνες τόσο καθαρές, τόσο τελικές που δεν μπορείς να επέμβεις. Και τώρα μου έρχεται κάτι άλλο, ποιητικό κι αυτό. Η σύνδεσή μου με τον Μοντιλιάνι. Όταν είδα τα έργα του ένιωσα ότι αυτό είμαι εγώ! Πέρασε, δηλαδή, μέσα μου σαν ο άλλος μου εαυτός! Κάτι είδα στις φιγούρες του… Γι’ αυτό και οι δικές μου, οι γυναίκες κυρίως, έχουν κάτι από Μοντιλιάνι. Όχι ότι έγινε αντιγραφή, ποτέ! Απλά αυτό το συναίσθημα του γερμένου λαιμού πέρασε και στο δικό μου έργο. Αυτό οφείλεται στην εικόνα που έχω για τη μητέρα μου. Ήταν φιλάσθενη και τη θυμάμαι να κάθεται στο κρεβάτι και να διαβάζει το βιβλίο της με γερμένο το κεφάλι. Αυτή η στάση ήταν που ταυτίστηκε με τον Μοντιλιάνι.

«Σήμερα έχει χαθεί η επαφή με τον συνάνθρωπο»
Σήμερα, σε τι επίπεδο βρίσκεται η ελληνική ζωγραφική;
Να σου κάνω ένα γενικό σχόλιο πρώτα. Κάποιοι μεγάλοι ζωγράφοι, όπως ο Πικάσο, ο Νταλί, ο Μαγκριτ έχουν μείνει αναλλοίωτοι και απογείωσαν τη ζωγραφική.. Όμως μετά ήρθε ο Άντι Γουόρχολ και χάσαμε την μπάλα!
Και στην Ελλάδα;
Η Ελλάδα πάντα έπεται, ακολουθεί και είναι και λογικό μια και είναι μικρή αγορά. Εδώ, από ένα σημείο και μετά χάθηκαν οι δημιουργοί από το προσκήνιο! Χάθηκαν αυτοί που έδιναν το στίγμα. Στη ζωγραφική, στη λογοτεχνία, στο θέατρο…
Ο τελευταίος μεγάλος έλληνας ζωγράφος ποιος ήταν;
Θα έλεγα τον Φασιανό. Πέρασε ένα μήνυμα και είχε μια προσωπική γραφή. Από τα μέσα της δεκαετίας του ’80 και μετά όλα έχασαν την προσωπικότητά τους. Ό,τι έδειχνε καινούργιο, στην ουσία δεν ήταν. Δεν υπήρχε η δύναμη να δημιουργηθούν νέα δεδομένα.
Μέχρι σήμερα;
Όχι, εντάξει. Μεγάλη καμπή για την τέχνη ήταν και η δημιουργία του Διαδικτύου. Χάσαμε την επαφή μεταξύ μας και ασχολούμαστε κυρίως με αυτό, με το Ίντερνετ.
Οι νέες τεχνολογίες, η A.I, έχουν επηρεάσει αρνητικά τη ζωγραφική;
Σίγουρα έχουν επηρεάσει μια και ο δημιουργός αναγκάστηκε να χρησιμοποιήσει κάποια απ’ αυτά τα μέσα. Το κακό είναι ότι σήμερα έχει χαθεί η επαφή με τον συνάνθρωπο. Έτσι, η έμπνευση του καλλιτέχνη στερείται πλέον ερείσματος, στερείται το πρωτότυπο. Των πάντων όλων, για μένα, είναι η επαφή και ο άνθρωπος! Ο καθένας από εμάς κουβαλάει μια ιστορία -ΜΙΚΡΗ Η ΜΕΓΑΛΗ- που μπορεί να τη γράψει…
Και να την αποτυπώσει στον καμβά, σε ένα γλυπτό…
Ναι, οπωσδήποτε.
Υπάρχει κάτι που περιμένουμε άμεσα από εσάς;
Στις 7 Δεκεμβρίου, στο Μουσείο Γουλανδρή, θα παρουσιάσω την αυτοβιογραφία μου που έχει τίτλο «Η σιωπή των σταθμών». Χάρη στον εκδοτικό οίκο «Δίφωνο» κατάφερα να κάνω ένα όνειρο πραγματικότητα. Στο πάνελ, εκτός από τον υπεύθυνο του εκδοτικού οίκου, θα συμμετέχει ο συγγραφέας Γιάννης Ξανθούλης, ο κριτικός τέχνης Μανος Στεφανιδης και ο ερμηνευτής Βασιλης Λέκκας.
Σας ευχαριστώ πολύ.
Και γω.
Άλλα δύο έργα του Γιώργου Τζιόκα

Τι σημαίνει για σας ζωγραφίζω;
Η ζωγραφική για μένα ήταν ανέκαθεν υπαρξιακό στοιχείο ταυτισμένο με την πορεία μου, με τη ζωή μου. Από μικρός ονειρευόμουν πράγματα τα οποία πιθανώς και να μην υπήρχαν… Ξέρετε, στην καλλιτεχνική και προσωπική μου πορεία σημαντικό ρόλο έπαιξε το γεγονός ότι διάβαζα πολλά φιλολογικά βιβλία. Αρκετή ποίηση… Δεν μπορώ να πω, βέβαια, ότι ήμουν ιδιαίτερα επιμελής ως μαθητής.
Σημαντική η ποίηση στη ζωή σας, έτσι;
Ναι και τότε είχαμε ανακαλύψει και τη ρωσική λογοτεχνία, ήταν πολύ διαδεδομένη. Ντοστογιέφσκι, Τολστόι… Εγώ είχα πάντα έφεση στον πόνο των άλλων, λυπόμουν βαθιά, ουσιαστικά, με τον πόνο των άλλων ανθρώπων. Το ωραίο είναι ότι σε αυτό άφηνα τον εαυτό μου απ’ έξω!
Βλέπατε τον πόνο των άλλων και όχι τον δικό σας.
Ναι. Να σας πω όμως κι άλλα γεγονότα, στιγμές, που συνέβαλλαν στη διαμόρφωση μου ως ανθρώπου και ως καλλιτέχνη. Ένα απ’ αυτά ήταν η πλούσια βιβλιοθήκη που είχα στη διάθεσή μου. Αυτό το οφείλω κυρίως στα δύο μεγαλύτερα αδέλφια μου που σπούδασαν και έτσι είχαμε πάντα βιβλία στο σπίτι. Ένα άλλο που πρέπει να πω είναι ότι διάβασα τη «Δίκη» του Κάφκα στα 14! Μάλιστα είδα τότε και την ταινία, με τον Άντονι Πέρκινς. Αυτό έγινε, για πολλά χρόνια, εφιάλτης μου. Να σε συλλαμβάνει η αστυνομία χωρίς να μάθεις ποτέ τον λόγο! Όταν, λοιπόν, χτυπούσε το κουδούνι ένιωθα ένα σκίρτημα.

«Η μουσική του Χατζιδάκι με συνόδευε συνεχώς τα πρώτα χρόνια της πορείας μου»
Ποια στιγμή της καριέρας σας θεωρείτε καθοριστική; Ποια ήταν αυτή που όρισε την καλλιτεχνική σας ταυτότητα;
Τη στάση μου απέναντι στην τέχνη την καθόρισε η γνωριμία μου με τον Μάνο Χατζιδάκι και το «Χαμόγελο της Τζοκόντας». Είχα ταυτίσει την μοναχική γυναίκα που γνώρισε ο Χατζιδάκις στη Νέα Υόρκη, και τον ενέπνευσε στο συγκεκριμένο έργο, με τη μητέρα μου!
Πριν δεν τον γνωρίζατε.
Ναι.
Και τον γνωρίσατε στην Πλάκα.
Ναι. Ένιωθα μια ερωτική σχέση με τη μουσική του. Η μουσική του με συνόδευε συνεχώς τα πρώτα χρόνια της πορείας μου. Όταν τον γνώρισα ήταν κάτι μαγικό! Με ενέπνευσε στη δεύτερη μου έκθεση που είχε το όνομα «Το χαμόγελο της Τζοκόντας». Από κει και πέρα, όταν έκλεισε ο κύκλος με τον Χατζιδάκι δεν θέλησα να τον επαναλάβω, ήθελα να μείνει μοναδικός και αυτούσιος. Το ίδιο ισχύει και στην περίπτωση του «Άξιον Εστί» του Ελύτη. Μετά απ’ αυτές τις δουλειές μου ζητούσαν να κάνω παρόμοια έργα και εγώ δεν το ήθελα αυτό.
Θα ήταν κάτι τυποποιημένο.
Ακριβώς! Μάλιστα έχει επισημανθεί από την Ντόρα Ηλιοπούλου Ρογκάν (σ.σ ιστορικός τέχνης) ότι είμαι από τους λίγους ζωγράφους που δεν έμειναν σε αυτά που κατέκτησαν, δεν τα επανέλαβαν.
Και αυτοί που επαναλαμβάνουν δεν επαναλαμβάνουν στην ουσία. «Σκάβουν» στο ίδιο σημείο για να αλλάξουν κάτι.
Να σου πω πάνω σε αυτό Αλέξανδρε… Παράδειγμα ο Φασιανός. Τον λατρεύω, μου αρέσει πολύ. Παρ’ όλα αυτά, απορούσα και έλεγα μα καλά, 15 χρόνια δεν συνέβη τίποτα στη ζωή του που να τον κάνει να αλλάξει οπτική; Εδώ, όμως, μπαίνουν οι γκαλερί και η επίδρασή τους στον καλλιτέχνη. Όταν βρουν μια σπουδαία φλέβα θέλουν να δεσμεύσουν τον δημιουργό. Σου λένε, ας πούμε, κάνε μας δέκα ανθρωπάκια και μετά άλλα δέκα… Αυτό εγκλωβίζει τον καλλιτέχνη και ίσως γι’ αυτό ο Φασιανός επαναλάμβανε τον εαυτό του.

«Έχω πουλήσει το 90% των έργων μου»
Συνεπώς, οι νόμοι της αγοράς εγκλωβίζουν ή απελευθερώνουν την τέχνη;
Και τα δύο! Εξαρτάται από ποια πλευρά, εσύ ο δημιουργός, βλέπεις το έργο σου.
Ναι, αλλά όταν ο γκαλερίστας σου λέει, παράδειγμα, «θα σου δώσω ένα τεράστιο πόσο και κάνε ό,τι θες», εκεί…
Α! Άλλο αυτό! Αυτό, πάντως, σπάνια θα συμβεί. Ίσως να ίσχυε για τον Πικάσο. Να είχε φτάσε σε σημείο να μην δέχεται υποδείξεις… Με τις γκαλερί, ωστόσο, αυτό δεν συμβαίνει. Ο γκαλερίστας θέλει να βγάλει άμεσα λεφτά, κέρδος. Τον νοιάζει και η τέχνη, σαφώς, αλλά… Ας πούμε ο Φραντζεσκάκης, με τον «Ζυγό».
Σας έδωσε ελευθερία. Σας είπε «όταν είσαι έτοιμος».
Ναι, μπράβο! Αυτό ήταν που έκανε να συμφωνήσω μαζί του. Δεν θα μπορούσα να πάω στην γκαλερί του αν μου έλεγε 28 του μηνός θέλω τα έργα! Για να γίνει κάτι τέτοιο θα πρέπει να παραβώ τους προσωπικούς μου κανόνες λειτουργίας. Εγώ ήθελα να ζωγραφίζω νύχτα, ό,τι ώρα ήθελα και όπως ήθελα. Ήθελα να ευχαριστηθώ τη διαδικασία. Εγώ τη βίωσα τη ζωγραφική μου! Θυμάμαι ακόμη τις στιγμές που ζωγράφιζα. Αυτό για μένα είναι μεγαλείο και η ηθική και πραγματική μου ικανοποίηση.
Πώς σας κάνει, λοιπόν, να αισθάνεστε το γεγονός ότι πρέπει να μπείτε σε μια συναλλαγή; Νιώθετε αμηχανία, είναι κάτι φθηνό για σας, αναγκαίο;
Ακόμη νιώθω αμήχανα με αυτό. Και το λέω παρά το γεγονός ότι έχω πουλήσει το 90% των έργων μου! Δεν χάρισα ούτε έναν πίνακα! Αυτό το οφείλω σε έναν γιατρό. Μόλις είχα ξεκινήσει την πορεία μου και είχα φτιάξει τον πίνακα «Φτωχό Αγόρι». Το βλέπει και μου λέει πόσο το πουλάς; Του λέω είναι το πρώτο μου. Τι να πουλήσω; Πρωτόλειο είναι. Σας το χαρίζω. Μου λέει όχι, θέλω να το αγοράσω. Αυτό που κάνεις έχει αξία. Μου άφησε, τότε, 150 δραχμές, πολλά χρήματα για την εποχή εκείνη. Μου είπε στο τέλος ποτέ να μην χαρίζεις τα έργα σου. Η τέχνη για να εκτιμηθεί, πρέπει να πληρωθεί! Και Αλέξανδρε, δεν ξέρεις πόσο μεγάλη αλήθεια είναι αυτό!
Στο βιβλίο σας αναφέρετε ότι σε μια έκθεσή σας είχε έρθει κόσμος, αλλά δεν είχε πουληθεί ούτε ένας πίνακας!
Ναι, τίποτα! Δεν στεναχωρήθηκα καθόλου όμως. Μου έφτανε που ήρθαν.
Είχατε, όμως, να πληρώσετε τον χώρο της έκθεσης.
Ναι, αυτό ήταν το οικονομικό ζόρι. Είχαν έρθει 500 άτομα και δεν είχα πουλήσει τίποτα! Αν και λίγο πριν μαζέψω τα έργα μου έγινε κάτι μαγικό και έτσι μπόρεσα να πληρώσω το ξενοδοχείο.
Σας έτυχε ξανά κάτι τέτοιο;
Όχι, όχι ευτυχώς.
Πώς το εξηγείτε αυτό; Δηλαδή, «έρχομαι, μου αρέσει αυτό που βλέπω, αλλά δεν αγοράζω!».
Αυτό το γεγονός έγινε στη Θεσσαλονίκη. Εκεί γίνονταν, και γίνονται, φεστιβάλ, είναι η Διεθνής Έκθεση… Λέγανε ότι είναι ειδικό το κοινό της πόλης κι αν περάσεις από κει έχεις μόνο οφέλη. Εγώ θα έλεγα ότι στην περίπτωση που αναφέρουμε, το κοινό ήταν κάπως μαζεμένο. Οι άνθρωποι δεν έβαζαν εύκολα το χέρι στην τσέπη για να πάρουν το μη αναγκαίο! Η τέχνη, για μένα, φυσικά και είναι αναγκαία για την ύπαρξή μας συναισθηματικά. Εντούτοις, δεν είναι φέτα, ψωμί… Καταλαβαίνεις τι θέλω να πω. Ε, σε αυτό ο κόσμος είχε ένα περίεργο σφίξιμο.
Και ήρθε ο κόσμος!
Ήρθε πάρα πολύ κόσμος. Λέγανε ωραία τα έργα σας. Αλλά μέχρι εκεί. Θυμάμαι τώρα ένα γεγονός, σχετικό με την εν λόγω έκθεση, με έναν Κύπριο. Είχε δει ένα πίνακα και του άρεσε. Κάτι του θύμιζε. Ερχόταν κάθε μέρα, τον έβλεπε και έφευγε! Την τελευταία μέρα της έκθεσης μου είπε ότι ήθελε τον πίνακα αλλά δεν έφταναν τα χρήματα που διέθετε. Του είπα δώσε μου όσα έχεις. Αυτό δεν το έκανα για να πάρω, ας πούμε, τρία, τέσσερα, χιλιάρικα. Το έκανα γιατί είδα ότι ο άνθρωπος αυτός αγαπάει το έργο μου. Η αξία, Αλέξανδρε, ενός έργου αρχίζει από τη στιγμή που θα πουληθεί!

«Ένας σπουδαίος καλλιτέχνης, άνθρωπος, δημιουργεί πάντα κι έναν μύθο»
Από κει και πέρα είναι η αντοχή στον χρόνο. Αυτό, φυσικά, δεν μπορείτε να το ελέγξετε, έτσι;
Όχι, αλλά έχω παράδειγμα που δείχνει τη σχέση του έργου με την κατάκτηση του χρόνου. Κάποτε ο Ίων Βορρές αγόρασε έναν πίνακά μου 300 χιλιάδες δραχμές και τον πούλησε, μέσα σε ένα μήνα, ένα εκατομμύριο! Το μουσείο Βορρέ, αυτό εκπροσωπούσε, είχε τα φόντα για να πουλήσει τόσο τον πίνακα. Αν έβαζα εγώ εξ αρχής αυτό το ποσό, μάλλον δεν θα πουλούσα το έργο. Εγώ θέλω κάθε φορά που κάνω έκθεση να ανεβαίνει και η τιμή των έργων μου.
Στην πραγματικότητα, κοστολογείται η τέχνη;
Είναι κι αυτό ένα προϊόν.
Ναι, αλλά δεν πουλάτε πουκάμισα!
Ναι, συμφωνώ, όμως υπάρχουν κάποια δεδομένα που δεν μπορείς να αποφύγεις. Είναι η προσφορά και η ζήτηση που υπάρχει, η διάθεση από τον αγοραστή… Από την άλλη υπάρχει και η περιρρέουσα ατμόσφαιρα. Τι εννοώ; Ξέρει κάποιος ότι ο Τζιόκας πουλάει τόσο. Όταν θα έρθει, λοιπόν, να αγοράσει ένα πίνακά μου, γνωρίζει εκ των προτέρων ότι θα δώσει ένα συγκεκριμένο ποσό. Όλα αυτά επηρεάζουν την τιμή.
Γνωρίζετε πολύ κόσμο…
…πάρα πολύ.
Μια από τις επιρροές σας ήταν ο Μοντιλιάνι
Α, μπράβο!
Μετά γνωρίσατε τον Ελύτη… Αυτές οι προσωπικότητες ποια θέση είχαν ζωή και στην τέχνη σας;
Ένας σπουδαίος καλλιτέχνης, άνθρωπος, δημιουργεί πάντα κι έναν μύθο. Αυτοί που ανέφερες, όπως και ο Χατζιδάκις, δημιούργησαν τον μύθο, δεν τους έφτιαξε ο μύθος. Όλοι αυτοί ήταν τόσο απλοί στη συμπεριφορά τους και σου δίνανε πράγματα τόσο σε συναισθηματικό όσο και σε πνευματικό επίπεδο. Σου μεταδίδανε γνώση αφιλοκερδώς! Αυτό είναι και η διαφορά ενός πραγματικά σπουδαίου ανθρώπου από έναν δήθεν.
Με τον Ελύτη ήταν να βρεθείτε για μισή ώρα και τα λέγατε τελικά για τρεις ώρες!
Ναι, και μου έφτιαξε και καφέ.
Για κάποιο λόγο σας εμπιστεύτηκε.
Ναι, ακριβώς! Με εμπιστεύτηκε γιατί είδε ότι η άποψη μου για το έργο του είχε σοβαρή προσέγγιση. Δεν πήγα σαν ένας νεαρός φαντασμένος να τον εντυπωσιάσω. Να του δείξω ότι ζωγράφισα κάτι πάνω στο «Άξιον Εστί». Δεν πήγα για να εκμεταλλευτώ τη στιγμή. Και όταν τον συνάντησα δεν είχε πάρει ακόμη το Νόμπελ. Μου είπε, μάλιστα, ότι η άποψη μου ταυτίζεται με αυτή του μεταφραστή των ποιημάτων του στα Σουηδικά.
Απ’ αυτούς τους ανθρώπους, λοιπόν, πήρατε γνώση.
Πήρα γνώση, ήθος, ταπεινοσύνη.
Δεν ήσασταν ταπεινός;
Ήμουν, αλλά όταν την είδα σε αυτούς, κατάλαβα ότι βρισκόμουν στον σωστό δρόμο.
Αυτό που σας είπε ο Χατζιδάκις για τη Μεγάλη Παρασκευή, ότι είναι η πιο ερωτική μέρα του κόσμου, το έχετε αποκωδικοποιήσει;
Ο Χατζιδάκις είχε θέμα τον ερωτισμό, γενικά. Γι’ αυτόν όλα ήταν ερωτικά! Ο έρωτας ήταν η κινητήριος δύναμη σε όλα! Δεν ξέρω πώς του ήρθε αυτό. Η φράση του ήταν Η Μεγάλη Παρασκευή είναι η πιο ερωτική μέρα του χρόνου γιατί συναντιέται ο θάνατος με τη ζωή. Το είπε ίσως γιατί πεθαίνει ο Χριστός και σε τρεις μέρες έρχεται η Ανάστασή Του. Δηλαδή, προϋπόθεση για να αναστηθεί είναι να πεθάνει. Κάπως έτσι το αντιλαμβάνομαι.

«Πάνω απ’ όλα, η γυναικεία φιγούρα»
Η μνήμη και η τύχη τι ρόλο έπαιξαν στην επαγγελματική σας πορεία;
Η μνήμη έπαιξε καθοριστικό ρόλο μια και κουβαλούσα όλα τα βιώματά μου, από τα παιδικά μου χρόνια μέχρι σήμερα. Αυτά ήταν το καταφύγιο μου από το οποίο αντλούσα έμπνευση. Τα παιδικά χρόνια, οι σχέσεις των ανθρώπων, το άκουσμα ιστοριών, ο πόνος του κάθε ανθρώπου… όλα αυτά τα μετουσιώνα σε τέχνη, περνούσα στον καμβά το συναίσθημα. Και πάνω απ’ όλα Αλέξανδρε, η γυναικεία φιγούρα. Η γυναικεία φιγούρα εκφράζει το όλον!
Όχι, η αντρική, η γυναικεία.
Η γυναίκα είναι πηγή ζωής. Είναι κόρη, μάνα, αδελφή, ερωμένη… τα πάντα! Η γυναίκα δημιουργεί ζωή, κυοφορεί τη ζωή. Αυτό δεν σημαίνει, βέβαια, ότι η αξία του άνδρα είναι λιγότερη. Παρ’ όλα αυτά, μέσα από τη γυναίκα βγήκαν όλα τα συναισθήματά μου. Όσον αφορά την τύχη, έπαιξε και αυτή τον ρόλο της. Έτυχε να βρίσκομαι στο σωστό μέρος τη σωστή στιγμή. Παράδειγμα. Όταν η Μελίνα Μερκούρη έγινε υπουργός Πολιτισμού, ο ιδιαίτερός της, ο Γιώργος Θωμάς, ήταν κολλητός μου! Βρέθηκα, λοιπόν, να έχω πρόσβαση στη Μελίνα χωρίς να κάνω κάτι ιδιαίτερο.
Λέτε να σας είπαν «πρασινοφρουρό»; (γέλια)
Ναι, ναι (γέλια). Στο βιβλίο μου αναφέρω τη φράση και μετά ήρθε το ΠΑΣΟΚ. Αυτό ήταν ένα σλόγκαν και έδινε το στίγμα της εποχής. Οι περισσότεροι απ’ αυτούς νόμιζαν ότι αλλάζοντας τον τρόπο εκφοράς του λόγου θα άλλαζαν και τον κόσμο. Υπήρχαν, φυσικά, και αξιόλογοι άνθρωποι πιο προσγειωμένοι, όπως ο Νικος ο Λαγκαδινός, ο Νίκος ο Νικολούλης και αρκετοί άλλοι.
Δέχεστε ότι είστε «ο ζωγράφος της ζωής»; Σας το είχε πει ο Πεντζίκης.
Ναι, αυτός το είπε. Όταν μου το είπε δεν το είχα σκεφτεί καθόλου.
Αυτός, εν τω μεταξύ, είχε βασική θεματική του τον θάνατο.
Ναι, είχε μεγάλο κόλλημα με το θάνατο. Από τη στιγμή που μου το είπε άρχισα να το σκέφτομαι. Αγαπούσα, και αγαπώ, πάρα πολύ τη ζωή, τη βιώνω. Η ζωή μας είναι πράξεις Αλέξανδρε, πράξεις και γεγονότα. Αν δεν υπάρχουν αυτά, δεν υπάρχουμε εμείς! Γι’ αυτό και προσπαθώ να τα βιώνω όλα, ακόμα και τα άσχημα. Εξάλλου, δεν γίνεται να είναι μόνο καλά η ζωή… Φυσικά, πρέπει να διαθέτεις θάρρος και ψυχραιμία για τα δύσκολα… Όπως και να χει, από ένα σημείο και μετά, αποδέχτηκα αυτό που μου είπε. Άλλοι με χαρακτήρισαν «ο ζωγράφος της ποίησης». Όχι μόνο επειδή ζωγράφισα το «Άξιον Εστί» του Ελύτη και το «Χαμόγελο της Τζοκόντας» του Χατζιδάκι, αλλά γενικά επειδή το έργο μου βγάζει μια ποιητική διάθεση. Υπάρχει κι ένα ντοκιμαντέρ για τη ζωή μου που τιτλοφορείται «Γιώργος Τζιόκας, ο ζωγράφος της ποίησης», του Νίκου Παπακώστα. Για μένα η ποίηση ήταν πάντα καταφύγιο. Διάβασα Μαγιακόφσκι στα 15!
Ρίτσο.
Α! Ναι, Ρίτσο.
Καββαδία.
Ναι! Σπουδαίος! Η επιτομή της απόλυτης περιγραφής! Σου δημιουργεί εικόνες τόσο καθαρές, τόσο τελικές που δεν μπορείς να επέμβεις. Και τώρα μου έρχεται κάτι άλλο, ποιητικό κι αυτό. Η σύνδεσή μου με τον Μοντιλιάνι. Όταν είδα τα έργα του ένιωσα ότι αυτό είμαι εγώ! Πέρασε, δηλαδή, μέσα μου σαν ο άλλος μου εαυτός! Κάτι είδα στις φιγούρες του… Γι’ αυτό και οι δικές μου, οι γυναίκες κυρίως, έχουν κάτι από Μοντιλιάνι. Όχι ότι έγινε αντιγραφή, ποτέ! Απλά αυτό το συναίσθημα του γερμένου λαιμού πέρασε και στο δικό μου έργο. Αυτό οφείλεται στην εικόνα που έχω για τη μητέρα μου. Ήταν φιλάσθενη και τη θυμάμαι να κάθεται στο κρεβάτι και να διαβάζει το βιβλίο της με γερμένο το κεφάλι. Αυτή η στάση ήταν που ταυτίστηκε με τον Μοντιλιάνι.

«Σήμερα έχει χαθεί η επαφή με τον συνάνθρωπο»
Σήμερα, σε τι επίπεδο βρίσκεται η ελληνική ζωγραφική;
Να σου κάνω ένα γενικό σχόλιο πρώτα. Κάποιοι μεγάλοι ζωγράφοι, όπως ο Πικάσο, ο Νταλί, ο Μαγκριτ έχουν μείνει αναλλοίωτοι και απογείωσαν τη ζωγραφική.. Όμως μετά ήρθε ο Άντι Γουόρχολ και χάσαμε την μπάλα!
Και στην Ελλάδα;
Η Ελλάδα πάντα έπεται, ακολουθεί και είναι και λογικό μια και είναι μικρή αγορά. Εδώ, από ένα σημείο και μετά χάθηκαν οι δημιουργοί από το προσκήνιο! Χάθηκαν αυτοί που έδιναν το στίγμα. Στη ζωγραφική, στη λογοτεχνία, στο θέατρο…
Ο τελευταίος μεγάλος έλληνας ζωγράφος ποιος ήταν;
Θα έλεγα τον Φασιανό. Πέρασε ένα μήνυμα και είχε μια προσωπική γραφή. Από τα μέσα της δεκαετίας του ’80 και μετά όλα έχασαν την προσωπικότητά τους. Ό,τι έδειχνε καινούργιο, στην ουσία δεν ήταν. Δεν υπήρχε η δύναμη να δημιουργηθούν νέα δεδομένα.
Μέχρι σήμερα;
Όχι, εντάξει. Μεγάλη καμπή για την τέχνη ήταν και η δημιουργία του Διαδικτύου. Χάσαμε την επαφή μεταξύ μας και ασχολούμαστε κυρίως με αυτό, με το Ίντερνετ.
Οι νέες τεχνολογίες, η A.I, έχουν επηρεάσει αρνητικά τη ζωγραφική;
Σίγουρα έχουν επηρεάσει μια και ο δημιουργός αναγκάστηκε να χρησιμοποιήσει κάποια απ’ αυτά τα μέσα. Το κακό είναι ότι σήμερα έχει χαθεί η επαφή με τον συνάνθρωπο. Έτσι, η έμπνευση του καλλιτέχνη στερείται πλέον ερείσματος, στερείται το πρωτότυπο. Των πάντων όλων, για μένα, είναι η επαφή και ο άνθρωπος! Ο καθένας από εμάς κουβαλάει μια ιστορία -ΜΙΚΡΗ Η ΜΕΓΑΛΗ- που μπορεί να τη γράψει…
Και να την αποτυπώσει στον καμβά, σε ένα γλυπτό…
Ναι, οπωσδήποτε.
Υπάρχει κάτι που περιμένουμε άμεσα από εσάς;
Στις 7 Δεκεμβρίου, στο Μουσείο Γουλανδρή, θα παρουσιάσω την αυτοβιογραφία μου που έχει τίτλο «Η σιωπή των σταθμών». Χάρη στον εκδοτικό οίκο «Δίφωνο» κατάφερα να κάνω ένα όνειρο πραγματικότητα. Στο πάνελ, εκτός από τον υπεύθυνο του εκδοτικού οίκου, θα συμμετέχει ο συγγραφέας Γιάννης Ξανθούλης, ο κριτικός τέχνης Μανος Στεφανιδης και ο ερμηνευτής Βασιλης Λέκκας.
Σας ευχαριστώ πολύ.
Και γω.
Άλλα δύο έργα του Γιώργου Τζιόκα


