Το συνέδριο, πραγματοποιείται Παρασκευή και Σάββατο 21 και 22 Νοεμβρίου στην Ακαδημία Αθηνών και είναι αφιερωμένο στον Κωνσταντίνο Τσάτσο. Διοργανώνεται από το Ίδρυμα της Βουλής των Ελλήνων για τον Κοινοβουλευτισμό και τη Δημοκρατία, σε συνεργασία με την Ακαδημία Αθηνών, το Κέντρο Βυζαντινών, Νεοελληνικών και Κυπριακών Σπουδών του Πανεπιστημίου της Γρανάδας, καθώς και την Εταιρεία Φίλων Κωνσταντίνου και Ιωάννας Τσάτσου.
Ο κ. Ν. Κακλαμάνης κατά τον χαιρετισμό του, αναφέρθηκε στην πολύπλευρη προσωπικότητα του Κωνσταντίνου Τσάτσου και τη βαθιά επίδρασή του στη δημόσια ζωή, τονίζοντας ότι «ήταν πρώτα απ’ όλα ένας αυτόφωτος επιστήμονας. Ένας διακεκριμένος νομικός, ακαδημαϊκός δάσκαλος και φιλόσοφος που ξεχώρισε για κάθε μια από αυτές του τις ιδιότητες. Προσωπικά πιστεύω ότι η βαθιά του ενασχόληση με τη φιλοσοφία και τη λογοτεχνία τον προίκισε με μια άλλη ποιότητα, η οποία εν συνεχεία μετουσιώθηκε σε όρους πολιτικούς στην πορεία της δημόσιας ζωής του».
Στη συνέχεια ο Πρόεδρος της Βουλής επικεντρώθηκε στον καθοριστικό ρόλο του πρώην Προέδρου της Δημοκρατίας στην πολιτική ζωή της χώρας, σημειώνοντας πως «το 1945 εισήλθε για πρώτη φορά στην πολιτική, αφού είχε ήδη αποκρυσταλλώσει ένα στέρεο αξιακό σύστημα, το οποίο μετέφερε στο δημόσιο βίο. Αργότερα, ως έμπιστος συνεργάτης του εθνάρχη Κωνσταντίνου Καραμανλή, μοιράστηκε το κοινό όραμα τής ευρωπαϊκής ιδέας, χρωματισμένο με τις κλασικές αξίες της ελληνικής Δημοκρατίας».
Ο κ. Ν. Κακλαμάνης, υπογράμμισε, επίσης, την καίρια συνεισφορά του κορυφαίου ακαδημαϊκού στη συγκρότηση του σύγχρονου ελληνικού Συντάγματος και τη θεσμική πορεία της χώρας επισημαίνοντας ότι «ως πρόεδρος της συντακτικής επιτροπής, έμεινε στην Ιστορία ως ο αρχιτέκτονας τού σύγχρονου ελληνικού Συντάγματος, που κατόρθωσε να ξεπεράσει σε μακροβιότητα εκείνο του 1864».
Και πρόσθεσε: «Με σημαία τη λαϊκή κυριαρχία και με έμβλημα τον γνήσιο κοινωνικό φιλελευθερισμό, το Σύνταγμα -που οραματίστηκε ο εθνάρχης Καραμανλής και σχεδίασε ο Κωνσταντίνος Τσάτσος- παραμένει ο βασικός ρυθμιστής, αλλά και ο καθρέφτης αυτού που περιέγραψαν οι Αριστόβουλος Μάνεσης και Αλέξανδρος Σβώλος: η νομική -δηλαδή- έκφραση και αποκρυστάλλωση ενός συγκεκριμένου συσχετισμού κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων. Και όλα αυτά υπό το πρίσμα της ελευθερίας, της ισότητας, της κοινωνικής δικαιοσύνης και της αξιοπρέπειας».
Στην τελετή έναρξης του συνεδρίου χαιρετισμούς απηύθυναν, επίσης ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας κ. Κωνσταντίνος Αν. Τασούλας, ο Πρόεδρος της Επιστημονικής Επιτροπής του συνεδρίου πρώην Πρόεδρος της Δημοκρατίας και Ακαδημαϊκός κ. Προκόπιος Παυλόπουλος, ο Πρόεδρος της Ακαδημίας Αθηνών κ. Μιχάλης Τιβέριος, ο Πρόεδρος της Εταιρίας Φίλων Κωνσταντίνου και Ιωάννας Τσάτσου κ. Χρήστος Νίκου, καθώς και ο Καθηγητής και διευθυντής του Κέντρου Βυζαντινών, Νεοελληνικών και Κυπριακών Σπουδών του Πανεπιστημίου της Γρανάδας κ. Μόσχος Μορφακίδης.
Στην εκδήλωση έδωσε το παρόν πλήθος κόσμου από τον χώρο της πολιτικής, των γραμμάτων και της ακαδημαϊκής κοινότητας.
................................................................
Χαιρετισμός στο συνέδριο "Ο Κωνσταντίνος Τσάτσος της Μεταπολίτευσης"
κυρίες και κύριοι,
απόψε έχουμε μαζί την ευκαιρία και, κυρίως, τη χαρά να βρισκόμαστε μπροστά σε μια φωτεινή αφετηρία: στην έναρξη τού μεγάλου αφιερώματος στον «Κωνσταντίνο Τσάτσο της Μεταπολίτευσης».
Μια αξιέπαινη προσπάθεια χαρτογράφησης της συμβολής του στο Σύνταγμα του 1975, αλλά και σκιαγράφησης του ίδιου ως πρώτου Προέδρου τής Δημοκρατίας, μετά την ψήφισή του.
Σήμερα το συνέδριο αυτό παίρνει σάρκα και οστά, χάρη στη δυναμική σύμπραξη του Ιδρύματος της Βουλής, της Ακαδημίας Αθηνών, της Εταιρείας Φίλων Κωνσταντίνου και Ιωάννας Τσάτσου και του Κέντρου Βυζαντινών, Κυπριακών και Νεοελληνικών Ερευνών τού Πανεπιστημίου της Γρανάδα, όπου στεγάζεται η βιβλιοθήκη τού Κωνσταντίνου Τσάτσου.
Για να αντιληφθεί κανείς την πορεία και το έργο που κορυφώθηκε με την ψήφιση τού Συντάγματος, αλλά και για να εμβαθύνει στο πνεύμα τής Προεδρίας που άσκησε από το 1975 έως το 1980, πιστεύω πως αρχικά θα πρέπει να ακολουθήσει τους βασικούς σταθμούς τής ζωής τού Κωνσταντίνου Τσάτσου.
Ο ίδιος -πριν από Πρόεδρος της κοινοβουλευτικής επιτροπής συντάξεως του Συντάγματος και μετέπειτα Πρόεδρος τής Δημοκρατίας- ήταν πρώτα απ’ όλα ένας αυτόφωτος επιστήμονας. Ένας διακεκριμένος νομικός, ακαδημαϊκός δάσκαλος και φιλόσοφος που ξεχώρισε για κάθε μια από αυτές του τις ιδιότητες. Προσωπικά πιστεύω ότι η βαθιά του ενασχόληση με τη φιλοσοφία και τη λογοτεχνία τον προίκισε με μια άλλη ποιότητα, η οποία εν συνεχεία μετουσιώθηκε σε όρους πολιτικούς στην πορεία της δημόσιας ζωής του.
Άλλοτε ως «Ήβος Δελφός»* τής ποίησης και άλλοτε ως ένθερμος Καντιανός τής φιλοσοφίας, επιδόθηκε ήδη από το 1941 σε μια ανήσυχη έρευνα πάνω στο Σύνταγμα, χαρακτηρίζοντάς το ως «μια από τις πιο ιδιαίτερες πηγές του Δικαίου».
Με οδηγό το «σάπερε άουντε»** που αποτελεί τη βάση τής σκέψης τού Καντ, ο Τσάτσος τόλμησε με θάρρος και με στιβαρή συγκρότηση να κάνει το επόμενο βήμα:
το 1945 εισήλθε για πρώτη φορά στην πολιτική, αφού είχε ήδη αποκρυσταλλώσει ένα στέρεο αξιακό σύστημα, το οποίο μετέφερε στο δημόσιο βίο. Αργότερα, ως έμπιστος συνεργάτης του εθνάρχη Κωνσταντίνου Καραμανλή, μοιράστηκε το κοινό όραμα τής ευρωπαϊκής ιδέας, χρωματισμένο με τις κλασικές αξίες της ελληνικής Δημοκρατίας.
Έτσι, το 1975, μετά την ολοκλήρωση και την ψήφιση του μεταπολιτευτικού Συντάγματος, αναδείχθηκε στο ύπατο πολιτειακό αξίωμα, με κύρια φιλοδοξία να καλλιεργήσει ένα ομαλό και γόνιμο έδαφος ώστε να ανθίσει ο θεσμός.
Σε αυτό το πλαίσιο αναδιοργάνωσε τις βασικές δομές και τη λειτουργία του, έδωσε βάρος στα εθνικά μας ζητήματα, ενώ καλλιέργησε την εξωστρέφεια και τον διάλογο σε διεθνές επίπεδο.
Μέσα στα 5 χρόνια θητείας του στον προεδρικό θώκο, ενσάρκωσε αυτό που κάποτε έγραψε στο βιβλίο του «Η Ζωή Σε Απόσταση»: «να δημιουργείς σαν αθάνατος και να ζεις σαν ετοιμοθάνατος»…
Περνώντας λοιπόν στην αθανασία, ο Τσάτσος – όπως εξάλλου και ο Καραμανλής- πιστώθηκε κάτι πολύ πιο πολύτιμο και διαχρονικό.
Ως Πρόεδρος της συντακτικής επιτροπής, έμεινε στην Ιστορία ως ο αρχιτέκτονας τού σύγχρονου ελληνικού Συντάγματος, που κατόρθωσε να ξεπεράσει σε μακροβιότητα εκείνο του 1864, το οποίο είχε μετρήσει 47 χρόνια ζωής.
Σήμερα, συνεχίζουμε να αισθανόμαστε την παρουσία του μέσα από 5 δεκαετίες Συντάγματος. Ενός κορυφαίου πειστηρίου Δημοκρατίας, που στην πορεία διήλθε μέσα από ζυμώσεις και αλλαγές, φέρνοντας 4 αναθεωρήσεις, άλλες κομβικές, άλλες θετικές και κάποιες άλλες όχι.
Ακούσατε από τον Προέδρο της Δημοκρατίας ότι αυτό το Σύνταγμα ψηφίστηκε από 210 βουλευτές, ήταν μόνο οι βουλευτές της Νέας Δημοκρατίας. Τα υπόλοιπα κόμματα της Βουλής το βρήκαν ανεπαρκές και το καταψήφισαν.
Σήμερα, δε, 50 χρόνια μετά, δεν υπάρχει κόμμα στη Βουλή που να μην ομνύει σε αυτό το Σύνταγμα. Το οποίο στην ουσία ήταν αυτό που υπάρχει και σήμερα.
Από τις 7 Ιουνίου του 1975, όταν η σύγχρονη Ελλάδα έκανε την επανεκκίνησή της ως Προεδρευομένη Κοινοβουλευτική Δημοκρατία, έως τις μέρες μας, το Σύνταγμα, ήταν και παραμένει η ιδανική απάντηση στις προκλήσεις των καιρών.
Μια ‘απάντηση’ διαχρονική και ανθεκτική, μέχρι σήμερα. Με σημαία τη λαϊκή κυριαρχία και με έμβλημα τον γνήσιο κοινωνικό φιλελευθερισμό, το Σύνταγμα -που οραματίστηκε ο εθνάρχης Καραμανλής και σχεδίασε ο Κωνσταντίνος Τσάτσος- παραμένει ο βασικός ρυθμιστής, αλλά και ο καθρέφτης αυτού που περιέγραψαν οι Αριστόβουλος Μάνεσης και Αλέξανδρος Σβώλος: ”η νομική -δηλαδή- έκφραση και αποκρυστάλλωση ενός συγκεκριμένου συσχετισμού κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων”. Και όλα αυτά υπό το πρίσμα της ελευθερίας, της ισότητας, της κοινωνικής δικαιοσύνης και της αξιοπρέπειας.
Αυτό είναι το δικό μας Σύνταγμα. Και αυτό ακριβώς είναι το θεσμικό ‘όχημα’ που μας ταξίδεψε με ασφάλεια από τη Μεταπολίτευση μέχρι σήμερα, αφού συνεχίζει να αποτελεί ένα γόνιμο και ευέλικτο πεδίο εξέλιξης, που μετασχηματίζεται δυναμικά, σύμφωνα με τα σημεία των καιρών...
Αφού πρώτα ευχαριστήσω και συγχαρώ για την πρωτοβουλία τους το Ίδρυμα της Βουλής, την Ακαδημία Αθηνών, την Εταιρεία Φίλων Κωνσταντίνου και Ιωάννας Τσάτσου και το Κέντρο Βυζαντινών, Κυπριακών και Νεοελληνικών Ερευνών, θεωρώ πως ένα μεγάλο “ευχαριστώ” αξίζει σε όλες εκείνες τις φωτισμένες μορφές που, σε ένα κρίσιμο σταυροδρόμι της Ιστορίας μας, επένδυσαν τη διορατικότητα και την επιστημοσύνη τους πάνω σε μια μεγάλη, άφθαρτη ιδέα.
Μία από αυτές τις φυσιογνωμίες ήταν και ο Κωνσταντίνος Τσάτσος. Και η μεγάλη αυτή ιδέα ήταν η Δημοκρατία.
Μια Δημοκρατία, που κατά τον Δαρβίνο, “δεν μπορεί να πετύχει αν δεν εμπεριέχει μια ομάδα ανθρώπων, εμποτισμένη με τις αρχές τής δικαιοσύνης και της τιμής”.
Σας ευχαριστώ.
Σημειώσεις:
* Ήβος Δελφός = το φιλολογικό ψευδώνυμο του Τσάτσου
** sapere aude = προφ. σάπερε άουντε, μετάφραση από τα λατινικά: “τόλμα να μάθεις”. Κατά τον Immanuel Kant, που δίνει μια πιο διασταλτική ερμηνεία: ‘να σκέφτεσαι λογικά, ελεύθερα, με σοφία’.

