Οι Λιτοχωριτες χαρακτηρίζονται από έντονη θρησκευτικότητα και προσήλωση στις παραδόσεις και τα έθιμα τους. Έχτισαν 14 εκκλησίες στις παρυφές του χωριού και τους πρόποδες του Ολύμπου. Κάθε εκκλησία έχει το δικό της σίχνο. Σίχνο έχει και το μοναστήρι του Αγίου Διονυσίου.
Τα σίχνα είναι σημαίες με έντονα χρώματα και στη μέση σταυρό. Αναρτώνται πάνω σε κοντάρια 8 μέτρα ψηλά, που στην κορυφή τους τοποθετείται ασημένιος σταυρός, στολισμένος γύρω γύρω με αρμάτα χρυσά φλουριά ή άσπρα. Στην περίμετρο του υφάσματος είναι ραμμένα χρυσά κροσια και κατά διαστήματα χρυσά ή ασημένια κουδουνάκια σε μέγεθος φουντουκιού, που, καθώς αναρριπίζονται από τον αγέρα, συνθέτουν μία πολύφωνη μελωδία. Λέγεται ότι σε παλαιότερα χρόνια επάνω στο ύφασμα έφεραν την εικόνα του Αγίου, στον οποίο ήταν αφιερωμένο το σίχνο...
Το σίχνο κάθε εκκλησίας το φύλαγε στην κασέλα του σπιτιού της μία οικογένεια, συνήθως ισχυρή ή για τον πλούτο ή για τα πολλά τουφέκια ή για το κοινωνικό της κύρος. Την παραμονή των Θεοφανείων έβγαζαν το σίχνο και το αρμάτωναν. Μαζευόταν όλη η γειτονιά και μετά ο ίδιος ο νοικοκύρης κρατώντας το και ακολουθώντας οι άλλοι το έφερναν στο καθολικό, στον Άγιο Δημήτριο ο πάνω μαχαλάς και στον Άγιο Νικόλαο ο κάτω. Τοποθετούσαν τα σίχνα σε ορισμένη θέση μέσα στον ναό για τον Μ. Αγιασμό...
Ανήμερα τα Φώτα μετά την κατάδυση η πομπή των σίχνων επέστρεφε στα δύο καθολικά, όπου τα σίχνα τοποθετούνταν το καθένα στην καθορισμένη του θέση.
Την επαύριο τ' Αϊ Γιαννιού
"ξεπροβοδουσαν τα σίχνα",
όπως έλεγαν. Με πομπή τα έφερναν και τα λειτουργούσαν στην Παναγία ο πάνω μαχαλάς και στον Αϊ- Γιώργη ο κάτω. Μετά τη λειτουργία κάθε γειτονιά, ακολουθώντας το σίχνο τους, το έφερναν στο σπίτι του νοικοκύρη που το φύλαγε.
Έτσι γινόταν η τελετή προπολεμικά...
Είναι χαρακτηριστικό το ότι παλιά από όπου περνούσαν τα σίχνα, έβγαιναν οι γεροντότεροι σε μπαλκόνια και εξώπορτες και χαιρέτιζαν τα σίχνα με ντουφεκιές.
Πρέπει να τα θεωρούσαν κειμήλια μεγάλης αξίας τα σίχνα. Χαρακτηριστικό του σεβασμού που έδειχναν, αποτελεί ένα περιστατικό που μου διηγήθηκε ο Δημήτριος Αναγνωστόπουλος, απόμαχος καπετάνιος και επίτροπος. Τα Θεοφάνεια του 1909 οι αντάρτες του καπετάν Ματαπά, που γύριζαν στα μέρη εκείνα, ζήτησαν να τους επιτραπεί να παρευρεθούν στην κατάδυση του Σταυρού. Αλλά οι λίγοι Τούρκοι υπάλληλοι αρνήθηκαν. Πεισμωμένοι τότε οι πρόκριτοι του χωριού, μετά την ακολουθία, έφεραν τα σίχνα στο σπίτι του παππού του παπά-Γιαννουλη, τα έστησαν στο μπαλκόνι και όλη μέρα έπιναν τραγουδώντας "το λυγερόν και κοπτερόν σπαθί" και χαιρετούσαν τα σίχνα με ντουφεκιές. Πρωτοστατούσε ο Νικόλαος Γιαννουλοπουλος, ένας από τους πρωτεργάτες της επανάστασης του 1878 και γαμπρός του Ευάγγελου Κοροβαγγου.
Τον σεβασμό αυτό και την φροντίδα για τα σίχνα τον δικαιολογεί η παράδοση για την προέλευση τους.