10.1.25

Γιάννης Βαρβέρης

Κι επειδή κάποτε
ξαπλώσαμε αγκαλιά
κι ήταν αυτός ένας ύπνος ανήσυχος
όπου οι ανάσες μας παιρναν η μία
την άχνα της άλλης·
κι επειδή επίνα την πνοή σου
κι έφτιαχνα δικιά μου καινούργια πνοή
να σου τη στείλω·
κι επειδή καίγαν οι ανάσες μας έτσι
για χρόνια
πάνω στα πρόσωπά μας ασταμάτητα
Γίναμε ο ένας για τον άλλον
σαν τη βροχή
που όσο κι αν τη δι’ωχνουν οι καθαριστήρες όλο πέφτει
στο παρμπρίζ του αυτοκινήτου
κι όλο πέφτει
και σε τυφλώνει
και δε σ’ αφήνει να δεις.
_____________________________________________
Οι γέροι, Γιάννης Βαρβέρης