Σύμφωνα με τον καθηγητή Γιώργο Ξυδόπουλο, η γλώσσα των νέων «δεν απειλεί την ελληνική γλώσσα, αλλά την ανανεώνει».
Ο ίδιος εξηγεί ότι η δημιουργία ενός γλωσσικού κώδικα μεταξύ των εφήβων αποτελεί φυσιολογικό κομμάτι της κοινωνικοποίησης:
«Η χρήση αυτών των νέων λέξεων δεν περιορίζει τις γλωσσικές ικανότητες των νέων, αντίθετα, τους επιτρέπει να επικοινωνούν γρήγορα και αποτελεσματικά».Η ψηφιακή εποχή και οι λεγόμενοι ψηφιακοί ιθαγενείς – νέοι που έχουν μεγαλώσει με smartphones και social media – αλλάζουν ριζικά τις συνήθειες επικοινωνίας.
Οι γονείς και οι ειδικοί, ωστόσο, τονίζουν την ανάγκη για σωστή γλωσσική εκπαίδευση και επαφή με τον ελληνικό πολιτισμό, ώστε να ενισχυθεί η γλωσσική καλλιέργεια των νέων. Φαινόμενα όπως τα "greeklish" και η χρήση διαδικτυακών εκφράσεων, όπως «κριντζάρω», «μπιφ» και «φλεξάρω», θεωρούνται φυσιολογικά και ενσωματωμένα στην καθημερινή γλωσσική πρακτική των νέων.
Όπως επισημαίνουν οι ειδικοί, η γλώσσα είναι ζωντανή και συνεχώς εξελίσσεται, ενώ η εκπαίδευση και η προσφορά ουσιαστικών γλωσσικών ερεθισμάτων παραμένουν κρίσιμοι παράγοντες για την ποιοτική της ανάπτυξη.
Cringe (άρω): Δεν είναι η πιο απλή λέξη στο να την εξηγήσουμε. Σημαίνει ένα συναίσθημα μεταξύ αηδίας και ανατριχίλας.
Diss (άρω): Προκύπτει από την αγγλική λέξη disrespect και σημαίνει μιλώ για κάποιον χωρίς σεβασμό, δείχνω ασέβεια
Expose: Κάνω μια αποκάλυψη για κάποιον με σκοπό να τον εξευτελίσω
Flex (άρω): Κάνω επίδειξη ενός υλικού αγαθού ή μίας ικανότητας
Κριπουλιάζω: Από την αγγλική λέξη creepy και σημαίνει φοβάμαι, τρομάζω.
Φασαίος/-α: Αυτός που είναι μέλος μίας ομάδας συνήθως εναλλακτικής και underground αλλά ταυτόχρονα in.
Γκαφρά: Αναγραμματισμός που σημαίνει φράγκα, χρήματα
Slatina: Αναφέρεται σε άτομο που είναι φαν ενός συγκεκριμένου raper με μότο του SMILE LOVE ALL THE TIME (SLAT)
Τέπο: Αναγραμματισμός που σημαίνει ποτέ.
Μπρικάρω: Αναφέρεται σε ηλεκτρονικές συσκευές και σημαίνει κολλάω, δε λειτουργώ
Μπροκολόκο: Από τις λέξεις μπρο (brother) και loco (ισπανικά) και είναι προσφώνηση
Μπιντζάρω (binge): Αναφέρεται σε κάποιου είδους υπερβολή πχ και για κραιπάλη φαγητού ή ποτού.
Βασικός/-ια: Αυτός που δεν έχει δική του προσωπικότητα και κάνει τα πάντα σύμφωνα με τη μάζα
Tyn: Συντομογραφία από το Thank you next που σημαίνει απόρριψη σε ερωτικό σύντροφο εξαιτίας απαράδεκτου ατοπήματος
Yanamsayin (γιαναμσέιινγκ): Καταλαβαίνεις τι εννοώ
Μπιφάρω: Κάνω έντονη κριτική ή κράξιμο σε κάποιον/κάτι, συνήθως με χιουμοριστικό ή υπερβολικό τρόπο.
Cringe (άρω): Δεν είναι η πιο απλή λέξη στο να την εξηγήσουμε. Σημαίνει ένα συναίσθημα μεταξύ αηδίας και ανατριχίλας.
Diss (άρω): Προκύπτει από την αγγλική λέξη disrespect και σημαίνει μιλώ για κάποιον χωρίς σεβασμό, δείχνω ασέβεια
Expose: Κάνω μια αποκάλυψη για κάποιον με σκοπό να τον εξευτελίσω
Flex (άρω): Κάνω επίδειξη ενός υλικού αγαθού ή μίας ικανότητας
Κριπουλιάζω: Από την αγγλική λέξη creepy και σημαίνει φοβάμαι, τρομάζω.
Φασαίος/-α: Αυτός που είναι μέλος μίας ομάδας συνήθως εναλλακτικής και underground αλλά ταυτόχρονα in.
Γκαφρά: Αναγραμματισμός που σημαίνει φράγκα, χρήματα
Slatina: Αναφέρεται σε άτομο που είναι φαν ενός συγκεκριμένου raper με μότο του SMILE LOVE ALL THE TIME (SLAT)
Τέπο: Αναγραμματισμός που σημαίνει ποτέ.
Μπρικάρω: Αναφέρεται σε ηλεκτρονικές συσκευές και σημαίνει κολλάω, δε λειτουργώ
Μπροκολόκο: Από τις λέξεις μπρο (brother) και loco (ισπανικά) και είναι προσφώνηση
Μπιντζάρω (binge): Αναφέρεται σε κάποιου είδους υπερβολή πχ και για κραιπάλη φαγητού ή ποτού.
Βασικός/-ια: Αυτός που δεν έχει δική του προσωπικότητα και κάνει τα πάντα σύμφωνα με τη μάζα
Tyn: Συντομογραφία από το Thank you next που σημαίνει απόρριψη σε ερωτικό σύντροφο εξαιτίας απαράδεκτου ατοπήματος
Yanamsayin (γιαναμσέιινγκ): Καταλαβαίνεις τι εννοώ
Μπιφάρω: Κάνω έντονη κριτική ή κράξιμο σε κάποιον/κάτι, συνήθως με χιουμοριστικό ή υπερβολικό τρόπο.
