8.9.25

Είμαστε χειρότεροι ψηφοφόροι επειδή… διαβάζουμε λιγότερα βιβλία

Έχει τόση σημασία εάν δυσκολευόμαστε να διαβάσουμε μια πρόταση 150 λέξεων ή αν μας ζορίζει η ανάγνωση του Καρόλου Ντίκενς; Σύμφωνα με τον Economist ναι, και πάρα πολύ μάλιστα. Ο λόγος είναι ότι η αυξανόμενη λογοτεχνική ωριμότητα φαίνεται να οδηγεί και σε αυξανόμενη πολιτική ωριμότητα.

Η ανάγνωση βιβλίων περνάει κρίση με πολλές μελέτες να δείχνουν ένα παρόμοιο μοτίβο σε πολλές χώρες, από ενήλικες έως και παιδιά.

Τα ποσοστά ανάγνωσης είναι χαμηλότερα μεταξύ των φτωχότερων παιδιών -το φαινόμενο «χάσμα ανάγνωσης»- αλλά η ανάγνωση μειώνεται για όλους, παντού.

Ενδεικτικά, στις ΗΠΑ, το ποσοστό των ανθρώπων που διαβάζουν για ευχαρίστηση έχει μειωθεί κατά 2/5 σε 20 χρόνια, σύμφωνα με μελέτη στο περιοδικό iScience. Το 40% των Βρετανών δεν είχε διαβάσει ούτε ακούσει κανένα βιβλίο το 2024.

Ωστόσο, αυτή η αυξανόμενη λογοτεχνική ωριμότητα φαίνεται να οδηγεί σε αυξανόμενη πολιτική ωριμότητα, υπογραμμίζει ο Economist, υπενθυμίζοντας πως οι Αθηναίοι του 5ου αιώνα π.Χ. μπόρεσαν να αρχίσουν να εφαρμόζουν τον εξοστρακισμό –απαλλαγή από πολίτες που είχαν συσσωρεύσει υπερβολικά μεγάλη πολιτική δύναμη- επειδή, όπως επισημαίνει ο Βρετανός ακαδημαϊκός Γουίλιαμ Χάρις, είχαν φτάσει σε «ένα ορισμένο επίπεδο αλφαβητισμού».

«Αντιθέτως, η μείωση της λογοτεχνικής καλλιέργειας μπορεί να οδηγεί σε μείωση της πολιτικής καλλιέργειας» σημειώνει το βρετανικό περιοδικό.

Ειδικότερα, αναλύοντας ο Economist ομιλίες στο βρετανικό κοινοβούλιο διαπίστωσε ότι αυτές έχουν μικρύνει κατά 1/3 μέσα σε μία δεκαετία. Σε αντίστοιχες ομιλίες Αμερικανών προέδρων από τον 18ο αιώνα μέχρι σήμερα, ο Τζορτζ Ουάσιγκτον βαθμολογήθηκε με 28,7, (μεταπτυχιακό επίπεδο), ενώ ο Ντόναλντ Τραμπ με 9,4, δηλαδή επίπεδο λυκείου. Οι ομιλίες και τα έργα των πολιτικών

Τους δυσκολεύει ο Κάρολος Ντίκενς

Το πρόβλημα εντοπίζεται ιδιαίτερα στα Πανεπιστήμια.
Σε πείραμα που πραγματοποιήθηκε σε φοιτητές λογοτεχνίας δύο αμερικανικών πανεπιστημίων δόθηκαν οι πρώτες παράγραφοι από το «Ζοφερός Οίκος» του Καρόλου Ντίκενς και τους ζητήθηκε να τις διαβάσουν και ύστερα να τις εξηγήσουν. Με άλλα λόγια: σε μερικούς φοιτητές αγγλικής λογοτεχνίας ζητήθηκε να διαβάσουν λίγη αγγλική λογοτεχνία του μέσου 19ου αιώνα.
Όπως αναφέρει το Economist αποδείχτηκε πάρα πολύ δύσκολο, διότι τους μπέρδευε η νομική γλώσσα και τους άφηναν άναυδους οι μεταφορές.

Μια ντικενσιανή περιγραφή της ομίχλης τούς άφησε εντελώς… θολωμένους. Δεν μπορούσαν να συλλάβουν βασικό λεξιλόγιο: ένας φοιτητής νόμισε ότι όταν ένας άνδρας είχε «whiskers» σήμαινε πως ήταν «σε ένα δωμάτιο με ένα ζώο νομίζω… Μια γάτα;».

Οι φοιτητές «δυσκολεύονται να τελειώσουν ένα μυθιστόρημα σε τρεις εβδομάδες» λέει ο Τζόναθαν Μπέιτ, καθηγητής αγγλικής φιλολογίας στην Οξφόρδη. Το μέσο είναι το μήνυμα, και το μήνυμα σήμερα έχει 280 χαρακτήρες. (Ο «Ζοφερός Οίκος», αντιθέτως, φτάνει γύρω στους 1,9 εκατ. χαρακτήρες.)

«Το πρόβλημα δεν ήταν τόσο ότι αυτοί οι φοιτητές της λογοτεχνίας δεν ήταν «λογοτεχνικοί», όσο ότι μετά βίας ήταν καν εγγράμματοι» σημειώνει ο Economist.
Δεν είναι μόνο ότι οι άνθρωποι διαβάζουν λιγότερο, αλλά και ότι αλλάζει η υφή όσων διαβάζονται. Οι προτάσεις γίνονται πιο σύντομες και απλούστερες. Ενδεικτικά οι προτάσεις σε εκατοντάδες best seller των New York Times έχουν μικρύνει σχεδόν κατά 1/3 από τη δεκαετία του 1930.

Ενώ για παράδειγμα στο βικτωριανό best seller «Modern Painters» του Τζον Ράσκιν η πρώτη πρόταση έχει 153 λέξεις, στο σύγχρονο μη λογοτεχνικό best seller του Amazon, το «The Let Them Theory» της Μέλ Ρόμπινς, η πρώτη του πρόταση έχει μόλις 19 λέξεις.
Αν και ο απλός λόγος ενός πολιτικού μπορεί να είναι καλός λόγος, ωστόσο, για τον , αν χαθεί η ικανότητα να διαβάζουμε σύνθετο πεζό, φοβάται ότι θα χαθεί και η ικανότητα να αναπτύσσουμε σύνθετες ιδέες που «σού επιτρέπουν να βλέπεις τις αποχρώσεις και να κρατάς δύο αντιφατικές σκέψεις μαζί» προειδοποιεί ο Μπέιτ.