ΙΣΩΣ ΤΟΥ ΜΟΝΑΔΙΚΟΥ ΕΠΙΖΗΣΑΝΤΑ ΑΠΟ ΑΥΤΟΥΣ ΤΟΥ ΠΙΟ ΔΥΣΚΟΛΟΥ ΚΑΙ ΕΠΙΚΊΝΔΥΝΟΥ ΕΠΑΓΓΈΛΜΑΤΟΣ!
ΤΟ ΔΑΣΟΣ ΤΗΣ ΕΛΑΤΙΑΣ ή " ΚΑΡΑΝΤΕΡΕ" ΕΝΑ ΑΝΕΠΑΝΆΛΗΠΤΟ ΜΟΥΣΕΊΟ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ, ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΟ ΔΑΣΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ!!!
Από εδώ θα ξεκινήσω τον διάλογο Υλοτόμου και Δάσους. Ίσως αναρωτηθείτε μερικοί γιατί από το Καραντερέ και όχι από ένα άλλο βουνό κοντινό και Ιστορικό που έχουμε στην περιοχή μας. Είναι επειδή πέρασα τα περισσότερα χρόνια αυτού του επαγγέλματος και είδαν πολλά τα μάτια μου από την Γέφυρα του Νέστου, Συδηρόνερο, Σκαλωτή, και μέχρι τα σύνορα της Ελλάδας και Βουλγαρίας το φυλάκιο "Τσάκαλος"
Κάνοντας τις ζώνες μεταξύ Ελλάδας και Βουλγαρίας.
Μία ομάδα Υλοτόμων Καταφυγιωτών δουλέψαμε σε διάφορες περιοχές αυτού του δάσους, πρώτο "1956" σε μια τοποθεσία που είχε την αρχαιότερη *Βρύση Γιούλ Τσεσμέ* πρέπει να ήταν επί τουρκοκρατίας ακόμα έτσι λεγόταν και η τοποθεσία.
Εκεί μείναμε Δύο χρόνια " δύο με δυόμιση μήνες κάθε χρόνο.
Εκεί λοιπόν είχα τον πρώτο διάλογο με μια τεράστια Ερυθρά Ελάτη, το πρώτο που μου θύμισε ηταν μιά οργισμένη φωνή του πατέρα μου, είσαστε στο κυνήγι για αγριογούρουνα, έπιασε μια βροχή με πολλούς κεραυνούς εσύ ήρθες στις ρίζες μου ο πατέρας έμεινε σε ένα άλλο έλατο και πρόσεξε πως είχες το δίκανο στον όρμο με τις κάννες προς τα επάνω η φωνές ακούστηκαν σε όλη την πλαγιά, θα σκοτωθείς γύρισε το όπλο προς τα κάτω, το θυμάσαι? Ξεχνιούνται αυτά?
Κάτι άλλο τώρα ακούμε εδώ ότι στα μέρη σας έχετε πολλές φωτιές, είναι αλήθεια? Ναι έτσι είναι καίγονται μεγάλες εκτάσεις τις λέω. Πώς είναι δυνατόν μου λέει να καίει η φωτιά τόσες μερες?
Θυμάμαι πως είχατε και εσείς κάτι παρόμοιο με τον μάγειρα που είχατε από απροσεξία πήρε φωτιά ένα μέρος στα Καλύβια Κούτρα, εκεί ήταν άλλα 8 Καλύβια και το απέραντο δάσος της Ερυθράς Ελάτης, και όμως με τα μέσα που είχατε τότε,τα τσεκούρια σας και τίς πλάτες σας καταφέρατε και την κόψατε πρίν επεκταθεί, και αναρωτιέμαι τώρα με τόσα μέσα που έχουν πως είναι δυνατόν να γίνονται τέτοιες καταστροφές?
Μιά δυνατή φωνή από πολύ μακριά μας διέκοψε,
Τι κάνεις ωρέ Παππού? Πού να με θυμάσαι 7 χρονών ήσουν τότε, Δεκέμβρης του 1943 23 του μηνός, εδώ ήμαστε μία παρέα με πολλά πεύκα, είμαστε αυτά που σας έχουμε προστατέψει από τα αεροπλάνα των Γερμανών αλλά και από το χιόνι, και το πολύ κρύο θυμάσε? Αν θυμάμαι? Τους σωτήρες μας να ξεχάσουμε?
Αλήθεια αν δεν υπήρχαμε εμείς πόσοι θα είχατε επιζήσει από το χωριό? Έτσι είναι έχεις δίκιο του λέω, Ναί αλλά εδώ ποίο κάτω καΐκανε πολλά πεύκα, πολύ απρόσεκτη γίνατε τώρα τελευταία, και συνεχίζει. Θα ταπώ όλα να ξαλαφρώσω.
Γιατί μωρέ δεν έχετε ούτε μιά ΑΝΤΙΠΥΡΙΚΗ ΖΩΝΗ? Ακούω πώς καίγονται χωριά, ακόμα και πόλης και εξοργίζουμε, Δασαρχεία δεν υπάρχουν τώρα? Μήπως τα καταργήσατε και αυτά?
Έστω και αργά κάντε τώρα Αντιπυρικές ζώνες, άιντε γειά και να τους τα πείς αυτά που σου είπα.Εγώ θα πάω, Θα με δεχτούν άραγε? Η θα με κυνηγήσουν?!?
Μιά άλλη φωνή όχι τόσο καθαρή λές και καΐκε η γλώσα
Ναί ποιός είναι? Πού να θυμάσαι τώρα, μετά από τόσα χρόνια, είμαι πολύ βόρεια εδώ μία φορά ήρθες, ήταν το τελευταίο σου ταξίδι σαν Υλοτόμος.
ΟΟΌΧΙΙΙ Κατάλαβα πιά είσαι, είσαι η ΔΑΔΙΆ, Εσύ τώρα τι είσαι; Πεύκο, η Βελανιδιά;
Ο μεγάλος ο Πεύκος είμαι, λίγο ποιό κάτω από εκεί που είχατε κάνει το Ωραίο σας Καλύβη που μείνατε για αρκετό καιρό,
Πως επέζησες εσύ μετά από αυτή την τεράστια καταστροφή? Ξέρεις Εκείνη την ημέρα έκλαψα, γιατί ήξερα βήμα, βήμα αυτό το δάσος, Απ' ότι θυμάμαι πρέπει να καΐκανε 240.000 στρέμματα.
Από θαύμα επέζησα μου λέει ,λίγο ποιό κάτω σταμάτησε η φωτιά, είναι και κάτι μικρούλικα κοντά μου που φύτρωσαν τώρα πρόσφατα, γεμάτα Υγεία και όρεξη για ζωή.
Τώρα με γύρισες πολλά χρόνια πίσω, Αύγουστος 1962 όταν είχαμε έρθει μία ομάδα Καταφυγιώτες Υλοτόμοι στα πεύκα δουλέψαμε για Δύο μήνες, και από εκεί που έφυγα ήταν το τελευταίο ταξίδι ός Υλοτόμος πηγα στην Γερμανία Και γύρισα με το πτυχίο μετά από Τιετή φήτιση στην τεχνική σχολή Μηχανικού Ηλεκτρολόγου Αυτοματισμών.
Μιά άλλη φωνή βαριά *πληγωμένοι* από πολύ μακριά και από ένα Ιστορικό βουνό Τον Γράμμο, απο μία Οξιά σου θυμίσα κάτι μήπως λέγοντας αυτό το όνομα του βουνού, Αν μου θύμησες λέει?γ
Μιά βρώμικη Ιστορία που άλλοι είχαν σχεδιάσει για την χώρα μας.
Δεκαετία του 50 μόλις είχε τελειώσει ο αισχρός εμφύλιος, όταν ήρθαμε τις πρώτες μέρες που πηγαίναμε στην δουλειά περνώντας από κάποια σημεία ράγιζε η καρδιά μας με αυτά που αντικρίζαμε, γυρίζαμε το βράδυ στην καλύβα που μέναμε δεν είχαμε όρεξη για κουβέντα, σε μια παρέα 26 ατόμων επικρατούσε ησυχία, δεν είχαμε κανένας όρεξη για τίποτα, πόσο μάλλον για κουβέντες και διάφορα αστεία που λέγαμε σε άλλες περιπτώσεις.
Εδώ μου Λέει η Οξιά, από αυτό το Ιστορικό βουνό του εμφυλίου αυτό του Γράμμου, κάτι για τίς φωτιές.
Εμείς εδώ τότε όλος ο Γράμμος ήμασταν όλο το βουνό μιά φωτιά.
Πως τότε μωρέ δεν είχαμε αυτές τις καταστροφικές πυρκαγιές που έχετε σήμερα εσείς? Τι να απαντήσω;
Θα σου θυμίσω κάτι τώρα, θυμάσαι μωρέ όταν ήρθαν τα μηχανήματα να ανοίξουν δρόμο για την εκμετάλλευση του δασικού πλούτου του Γράμμου? Φυσικά και το θυμάμαι, τα παλιά όλα αλλά μην ξεχνάς ότι από τότε έχουν περάσει κάπου 70 χρόνια έχω γεράσει τώρα είναι που ξεχνώ, πρέπει να γέμισε ο σκληρός δίσκος της λέω.
Σε ένα σημείο ανεβαίνοντας απο το τελευταίο χωριό, το Πεύκο λίγο ποιό επάνω είναι η πηγή του ποταμού Αλιάκμονα.
Εκεί λοιπόν σε ένα παρθένο μέρος που δεν Υπήρχαν δρόμοι σκάβοντας σε μερικά σημεία κάπως ποιο βαθιά, για μιά στιγμή μείναμε Όλοι κόκκαλο, άφωνη, με δάκρυα στα μάτια.
Βγάζανε Ανθρώπινους σκελετούς ολόκληρο σώμα, εκεί γίνανε οικάτι ευτράπελα από μερικούς*Συντρόφους*
[Μιά διευκρινίσεις εδώ Σύντροφο λέγαμε αυτόν που δουλεύαμε μαζί, γιατί οι Υλοτόμοι πρέπει να είναι πάντα ζευγάρι, μόνος είναι αδύνατον να δουλέψεις}
Αυτοί λοιπόν των φανατικων δύο παρατάξεων, λέγανε ο καθένας τα δικά του, αυτοί είναι όλοι κουμούνια.
( Εκεί είχαμε και εμείς ένα θύμα,τον φαντάρο μικρότερο αδελφό της Μάνας μου.)
Με όλα αυτά που άκουγα δεν άντεξα ακούγοντας τους συναδέλφους κάποιας ηλικίας άνω των 50 να λένε για τους μεν και τους δεν.
Και οργισμένος Αυθόρμητα βγάζω μιά φωνή, όλα αυτά είναι κόκαλα της Ελληνικής Νεολαίας μωρέ.
ΑΥΤΉ Η ΑΛΛΗΛΟΦΑΓΩΜΑΡΑ ΤΑ ΈΦΕΡΕ ΟΛΑ ΑΥΤΑ.
Τότε ήμουν ο ποιό μικρός αυτής της παρέας.
Γυρίζει ο Μπάρμπα Στέφανος ο αρχιμάστορας και το τους λέει, Οη ου μκρός έχει δίκιο, Εμείς θα ήμαστε δύο με δυόμιση μήνες εδώ μαζί θα κοιμηθούμε ο ένας δίπλα στον άλλο, θα τρώμε το ίδιο φαή, σταματήστε αυτές τις χαζομάρες.
Κοκάλωσαν όλοι και είχε δίκιο μία παρέα ήμασταν, μιά ομάδα πώς θα περνούσε τόσος καιρός στην ερημιά, εκεί είδαν πολλά τα μάτια μας, στην πλαγιά που περπατούσες αμέριμνος μπορεί στο επόμενο βήμα να βρεισκώσουν μέσα σε ένα Αμπρή, αποθήκη, τα δέντρα όλα γεμάτα βλήματα, και πολλά κομμένα απο τις βόμβες ήταν η πρώτη φορά τις χρησιμοποίησαν σε πόλεμο πολύ καταστροφικό όργανο,, τι να πρώτοθυμιθω?
Μιά θυμωμένη φωνή κάπως βραχνιασμένει ήταν του γείτονα μας Του μυθικού Ολύμπου. Δούλεψες και εδώ μερικά χρόνια, αλλά αυτό με τα ΡΟΜΠΟΛΑ πιστεύω να σου έμεινε Αξέχαστο.
Ενώ ανεβαίνατε από την κάτω κοπανούλα για τα ΡΟΜΠΟΛΑ σας έπιασε ένας χιονιάς που δεν ξέρατε τι να κάνετε, να συνεχίστε το δρόμο; Η να γυρίστε πίσω?
Γιατί τα ρόμπολα είναι πάντα σε πολύ μεγάλο Υψόμετρο, λίγο ποιό επάνω είναι η μία από τις κορυφές του Ολύμπου.
Μπήκαμε σε μιά μεγάλη σπηλιά πήραμε λίγα ξύλα και ανάψαμε φωτιά, όταν δυνάμωσε λίγο η φλόγα ο θείος μου ο Γιάννης ο Γκαμπριανής βγάζει μιά φωνή, ΟΗ κοιτάτε λίγο πίσω.
Τι να δούμε? Φαινότανε μόνο Δύο μεγάλα παλτά, όταν όμως τα κούνησε με ένα ξύλο είχαν σαπίσει με δύο χωνεμένους σκελετούς. Ποιός ξέρει από πόσα χρόνια ήταν σε αυτή την μικρή σπηλιά? Αυτά με τον γείτονα μας τον Όλυμπο!
Εδώ τώρα είναι κάτι πολύ τραγικό, είδα για πρώτη φορά τον Πατέρα μου να τρέχουν δάκρυα από τα μάτια του, ήταν σε ένα χωριό λίγο ποιό επάνω από την Γέφυρα του Νέστου, πολύ μικρό χωριό σ' αυτόν που μέναμε στο σπίτι του, τον Μπάρμπα Γιώργο, μας είπε την τραγική Ιστορία για τους γονείς του, που τους είχαν σφάξει οι Βούλγαροι, και αυτός κρυμμένος να ακούει τίς φωνές τους και όλα αυτά που είχαν γίνει, κάτι τρομερό!
Μικρός έχω τίς χειρότερες Αναμνήσεις, πολέμους, Εμφύλιο, πείνα, γύμνια, και φόβο, να φοβάσαι να περπατήσεις γιατί δεν ήξερες αν στο επόμενο βήμα θα ήταν το έδαφος καθαρό, η θα πατούσες σε κάποια νάρκα, η κάτι άλλο παγιδευμένο.
Ποτέ ξανά παρόμοιες περιπτώσεις. ΣΥΝΕΡΓΑΣΊΑ ΚΑΙ ΑΓΆΠΗ.
Όταν όμως οι απλοί άνθρωποι εργαζόμενοι Διεκδικούν να ζήσουν με την οικογένειά τους με αξιοπρέπεια, ενώ υπάρχουν οι άλλοι που παίρνουν το δικό τους, αλλά και το δικό σου?
Εκεί πλέον όσο λογικός και αν είσαι, σε Τρελαίνουν, και έχουμε όλα αυτά τα ευτράπελα και πολλές φορές τις λεγόμενες Επαναστάσεις.!!!