28.9.24

Ομιλία του Προέδρου της Βουλής στην εκδήλωση παρουσίασης του νέου βιβλίου του Ιδρύματος «Κωνσταντίνος Καραμανλής»: «Καραμανλής – Η πολιτική ως δημιουργία»

Την ιστορική πορεία που σφράγισε το δεύτερο μισό του 20ου αιώνα, την δημιουργική του διαδρομή και κυρίως το πολιτικό υπόδειγμα του Κωνσταντίνου Γ. Καραμανλή, όπως αποτυπώνεται στην έκδοση «Καραμανλής – Η πολιτική ως δημιουργία» σκιαγράφησε ο Πρόεδρος της Βουλής κ. Κωνσταντίνος Τασούλας στην χτεσινή εκδήλωση για την παρουσίαση του συλλογικού τόμου που εξέδωσε το «Ίδρυμα Κωνσταντίνος Γ. Καραμανλής» σε συνεργασία με τις Εκδόσεις ΕΥΡΑΣΙΑ.
«Ολιγόλογος, βαρύς, επιβλητικός και σοβαρός. Με αυτές τις τέσσερις λέξεις τον περιγράφει ο Κωνσταντίνος Τσάτσος στο βιβλίο του «Ο άλλος Καραμανλής», ανέφερε ο κ. Τασούλας. Ακολουθεί ολόκληρη η ομιλία του:
   


Ευχαριστώ κύριε Παπαχελά και ευχαριστώ και για την εισαγωγή σας η οποία με διευκολύνει να προχωρήσω παρακατιών.

Το ίδρυμα «Κωνσταντίνος Γεωργίου Καραμανλής» και οι εκδόσεις «Ευρασία», σήμερα μας παρουσιάζουν ένα σημαντικό έργο, με αφορμή κυρίως την συμπλήρωση μισού αιώνος από την Μεταπολίτευση, πρωτομάστορας της οποίας υπήρξε ο Κωνσταντίνος Καραμανλής.

Και σε αυτό το βιβλίο με έναν τρόπο επιστημονικά βελούδινο πραγματώνεται αυτό που περιέγραψε προηγουμένως ο κύριος Αρβανιτόπουλος, η παράδοση της σκυτάλης από μια γενιά ιστορικών που τον Καραμανλή τον είχε και βίωμα, σε μια νεότερη γενιά ιστορικών, οι οποίοι στην πορεία θα αναλάβουν αποκλειστικά και αυτό το έργο λόγω και της βιολογικής εξέλιξης, σε μια νεότερη γενιά ιστορικών, οι οποίοι δεν τον είχαν βιώσει αλλά τον έχουν μελετήσει πάρα πολύ.

Και έτσι βλέπουμε την μετάδοση του έργου και του υποδείγματος του Καραμανλή από μια άλλη γενιά ιστορικών η οποία, επαναλαμβάνω, πολύ σύντομα θα πάρει και τα αποκλειστικά ηνία αυτής της περιγραφής της σύγχρονης ιστορίας και των σημαντικών προσωπικοτήτων.

Τι είναι αυτό που κάνει ένα τέτοιο βιβλίο να έχει τόση μεγάλη σημασία; Ξέρουμε ότι ο Καραμανλής ήταν, ολιγόλογος, βαρύς, επιβλητικός και σοβαρός όπως τον περιγράφει με αυτές τις τέσσερις λέξεις ο Κωνσταντίνος Τσάτσος στο βιβλίο του «Ο άγνωστος Καραμανλής». «Έτσι τον θυμάμαι» είπε, «από την πρώτη συνάντηση που είχαμε στο γραφείο του Γιώργου Οικονομόπουλου την περίοδο της κατοχής όταν μια παρέα διανοούμενων και πολιτικών προσπαθούσαμε να σκεφτούμε και να σκαρώσουμε κάποια σχέδια για τη μεταπολεμική Ελλάδα. Εκεί ήρθε ο Καραμανλής.» Τον είδε ο Τσάτσος για πρώτη φορά –τριάντα τεσσάρων ετών ο Καραμανλής - είχε ήδη εκλεγεί δύο φορές βουλευτής πριν τη δικτατορία Μεταξά και τον περιγράφει: «ολιγόλογος, σοβαρός, επιβλητικός και βαρύς». Αυτός ο ολιγόλογος άνθρωπος περιγράφει τα κύρια σημεία του έργου του με μια τετράδα επιτυχιών.

Πρώτη επιτυχία το ότι κατάφερε να ξεμπλοκάρει τη χώρα από τη μάστιγα της Ψωροκώσταινας, ότι έλυσε δηλαδή το θέμα της οικονομικής υπανάπτυξης της χώρας. Παρέλαβε την Ελλάδα στα 400 δολάρια κατά κεφαλήν εισόδημα, ίσως και λιγότερα, το 1955- και την παρέδωσε στις 4.300 δολάρια το 1980.

Το δεύτερο επίτευγμά του ήταν η αποκατάσταση της Δημοκρατίας με αυτόν τον υποδειγματικό τρόπο που έγινε το 1974, τον μισό αιώνα της οποίας και γιορτάζουμε αυτές τις μέρες, αυτό το έτος.

Το τρίτο ήταν η ανεξαρτησία της Κύπρου, ένα θέμα για το οποίο επικρίθηκε και αδικήθηκε, αλλά ήταν επίτευγμα η ανεξαρτησία της Κύπρου. Μια δεύτερη Ελλάδα δημιουργήθηκε χάρη στη Συμφωνία Ανεξαρτησίας της Κύπρου και αυτό δεν μειώνεται από καμία μεταγενέστερη εξέλιξη.

Και το τέταρτο επίτευγμα ήταν η είσοδος της Ελλάδος στις Ευρωπαϊκές Κοινότητες. Μια είσοδος η οποία σημάδεψε τη μοίρα του τόπου και έδωσε στον τόπο μια μοναδική, απαράμιλλη ευκαιρία προκοπής η οποία και σήμερα ακόμη μας συνέχει.

Αυτά τα τέσσερα επιτεύγματα είναι χειροπιαστά και έχουν διεθνή αναγνώριση.

Αυτό το οποίο εμείς, οι μεταγενέστεροι ως επιπλέον επίτευγμα οφείλουμε να διαφυλάξουμε και το προβάλει αυτή η έκδοση και το ίδρυμα «Κωνσταντίνος Γ. Καραμανλής» και ο εκδοτικός αυτός οίκος με την καλαίσθητη αυτή έκδοση, είναι η αντίληψη του Καραμανλή ως υποδείγματος.

Αυτό πιστεύω σήμερα είναι ακόμη πιο σπουδαίο, ακόμη πιο σημαντικό από τα προηγούμενα επιτεύγματα εάν υποτεθεί ότι πιάνει τόπο, εάν υποτεθεί ότι το υπόδειγμα του Καραμανλή ως πολιτικού, ως δημιουργικού ανθρώπου, ως ανθρώπου του χρέους μας επηρεάζει έστω και λίγο εμάς, τη σημερινή γενιά πολιτικών, για τους οποίους είχα την τύχη να πω όταν ανέλαβα τα καθήκοντα του Προέδρου της Βουλής το εξής: «Τώρα που γίνανε αυτό που θαυμάζαμε, θαυμάζει κανείς αυτό που γίναμε;».

Το υπόδειγμα Καραμανλή λοιπόν, είναι κάτι το οποίο βγαίνει από αυτό το βιβλίο και βγαίνει χάρη στη σωστή κατανομή των κεφαλαίων που η κατανομή ταιριάζει πάρα πολύ στα τέσσερα επιτεύγματα που και ο ίδιος θεωρούσε τα κορυφαία του.

Ξεκινάμε με τους Θεσμούς και τη Μεταπολίτευση με το άρθρο του κ. Προκόπη Παυλόπουλου και εν συνεχεία υπάρχουν και επόμενα άρθρα σημαντικά που αφορούν, επαναλαμβάνω, στη θεσμική εξέλιξη που επέβαλε στη χώρα ο Καραμανλής για να ξεμπλοκάρει τις αναπτυξιακές απαιτήσεις της χώρας και τις δημοκρατικές απαιτήσεις και τις δημοκρατικές κατακτήσεις. Μετά τους Θεσμούς και τη Μεταπολίτευση, έχουμε το κεφάλαιο της Οικονομίας, το κεφάλαιο της Ανάπτυξης δηλαδή, το κεφάλαιο της Παιδείας και του Πολιτισμού, το κεφάλαιο το Ευρωπαϊκό και τέλος το κεφάλαιο των Εξωτερικών Σχέσεων, με ορισμένες άγνωστες λεπτομέρειες όπως η συμβολή του εις την δημιουργία του «Κέντρου Ατομικής Ενέργειας – Δημόκριτος», όπως η συμβολή του εις τις σχέσεις με τις Αραβικές χώρες, με τις χώρες της Μέσης Ανατολής, που σήμερα βλέπουμε να σπαράσσεται. Και επιτρέψτε μου να πω επί τροχάδην ένα παράδειγμα σχέσεων και ανεξαρτησίας, όχι ψευτοπατριωτιμού, δωρεάν ψευτοπατριωτισμού που σήμερα επιπολάζει γύρω μας, αλλά πραγματικού σοβαρού πατριωτισμού, που δεν καταδέχτηκε όταν τον επέδειξε να επαίρεται γι’ αυτόν, αλλά έφερε αποτέλεσμα.

Όταν έγινε η κρίση του Σουέζ εξαιτίας της οποίας ή χάρη στην οποία, ανάλογα όπως το βλέπει κανείς, έχασε την πρωθυπουργία ο Άντονι Ήντεν. Όταν ο Άντονι Ήντεν, ο διάδοχος του Τσώρτσιλ λόγω της αποτυχίας των Αγγλογάλλων εις το να διατηρήσουν το Σουέζ, άκουγε από τους βουλευτές των Συντηρητικών ότι «πρέπει να αποδείξει ότι το μουστάκι του είναι αληθινό» και επειδή δεν το απέδειξε έχασε την πρωθυπουργία, η Ελλάδα ήταν η μόνη χώρα του ΝΑΤΟ με πρωθυπουργό τον Καραμανλή, η οποία δεν μετείχε στη σύσκεψη για την υποβοήθηση των Αγγλογάλλων να διατηρήσουν το Σουέζ και ήταν η χώρα η οποία πίεζε τους πλοηγούς και τους εργατοτεχνίτες που ήταν 80% Έλληνες στο Σουέζ, να συνεχίσουν να δουλεύουν για να διευκολυνθεί η Αίγυπτος. Η Αίγυπτος, οι Αραβικές χώρες, οι οποίες στον ΟΗΕ βοηθούσαν αφάνταστα το Κυπριακό. Και αυτή τη συμπεριφορά ο Καραμανλής και ο τότε υπουργός εξωτερικών Ευάγγελος Αβέρωφ ποτέ δεν την πρόβαλαν εκείνη την εποχή ως συμπεριφορά υπερήφανης πολιτικής, ότι η Ελλάδα ανήκει στους Έλληνες ή οτιδήποτε άλλο. Έκαναν σιωπηλά και σοβαρά τη δουλειά τους.

Ολιγόλογος, βαρύς, επιβλητικός και σοβαρός. Αυτό το υπόδειγμα λοιπόν ξεδιπλώνεται μέσα από αυτό το βιβλίο με έναν τρόπο εντυπωσιακό και με ένα αποτέλεσμα χειροπιαστό, το οποίο μπορεί και σήμερα το 2024 να το δει κανείς στη ζωή του και να αποδώσει πολλές από τις βελτιώσεις και πολλές από τις θετικές εξελίξεις σήμερα στην Ελλάδα, σε εκείνη την περίοδο και σε εκείνον τον πρωταγωνιστή.

Ο Καραμανλής, και προκύπτει αυτό από το βιβλίο, είχε επίγνωση του προβλήματος της χώρας. Είχε επίγνωση της λύσεως του προβλήματος της χώρας και είχε επίγνωση και των μέσων για να λυθεί το πρόβλημα της χώρας. Το πρόβλημα της χώρας ήταν το πολιτικό. Η πολιτική κακοδαιμονία, η αστάθεια, το ευμετάβολο της πολιτικής σκηνής στην Ελλάδα. Η λύση του πολιτικού προβλήματος ήταν η οικονομική ανάπτυξη, η οποία θα τόνωνε την ψυχολογία των Ελλήνων και θα καταπολεμούσε βασικά στοιχεία κακά του χαρακτήρος μας, τα οποία δημιουργούσαν εν συνεχεία παρενέργειες στην πολιτική. Τον φθόνο, την φιλονικία, την έλλειψη συναινέσεως. Και τα μέσα να λύσει αυτό το πολιτικό πρόβλημα και να πετύχει την ανάπτυξη, η οποία θα άφηνε πίσω όλα τα κακά στοιχεία του χαρακτήρος μας, ήταν η ισχυρή εκτελεστική εξουσία, η αλήθεια στο λαό και η αξιοποίηση σημαντικών ανθρώπων προκειμένου να έρθουν στην πολιτική κάτι που και σήμερα είναι ζητούμενο: το πολιτικό προσωπικό επιπέδου.

Ήθελε τους καλύτερους για την πολιτική και επιτρέψτε μου κυρίες και κύριοι να σας διαβάσω ποιοι υπογράφουν την πρόταση Αναθεωρήσεως του Συντάγματος για την οποία Αναθεώρηση του συντάγματος, την απόπειρα Αναθεώρησης του Συντάγματος του 1963 γράφεται σε αυτό το βιβλίο. Ποιοι πολιτικοί, ποιοι βουλευτές του Καραμανλή υπογράφουν την πρότασης Αναθεωρήσεως του Συντάγματος στις 21 Φεβρουαρίου 1963. Για να καταλάβετε αυτό το στοιχείο, του επαρκούς, του επαρκέστατου πολιτικού προσωπικού, είχε καλυφθεί και είχε εξασφαλιστεί από τον Καραμανλή και που πρέπει και σήμερα πάση θυσία να φροντίζουμε συνεχώς να το βελτιώνουμε.

«Εν Αθήναις την 21η Φεβρουαρίου του 1963 οι προτείνοντες βουλευταί Κωνσταντίνος Καραμανλής βουλευτής Σερρών, Παναγιώτης Κανελλόπουλος βουλευτής Αχαΐας, Παναγής Παπαληγούρας βουλευτής Κορινθίας, Βασίλης Πρωτοπαπαδάκης βουλευτής Κυκλάδων Ευάγγελος Αβέρωφ Τοσίτσας βουλευτής Ιωαννίνων, Κωνσταντίνος Παπακωνσταντίνου βουλευτής Κορινθίας, Γεώργιος Ράλλης βουλευτής Αθηνών, Γρηγόριος Κασιμάτης βουλευτής Αθηνών, Σπυρίδων Θεοτόκης βουλευτής Κέρκυρας, Δημήτριος Μακρής βουλευτής Φλωρίνης, Λεωνίδας Μπουρνιάς βουλευτής Χίου, Σόλων Γκίκας βουλευτής Αθηνών, Δημήτρης Βρανόπουλος βουλευτής Αθηνών, Κωνσταντίνος Τσάτσος βουλευτής Β΄ Περιφέρειας Αθηνών, Στ.Κωτιάδης βουλευτής Δωδεκανήσου, Στυλιανός Κούνδουρος βουλευτής Λασιθίου, Αχιλλεύς Γεροκωστόπουλος βουλευτής Αχαΐας, Ιωάννης Ψαρρέας βουλευτής Μεσσηνίας.»

Το 1958 ο Καραμανλής αντιμετώπισε μια σφοδρή εσωκομματική πολιτική κρίση. Αποσύρθησαν από την εμπιστοσύνη στην κυβέρνηση Καραμανλή 16 βουλευτές και ενώ του προσεφέρθησαν εν συνεχεία να επιστρέψουν κάποιοι και κάποιοι άλλοι από το Κέντρο να βοηθήσουν για να έχει το 151, προσέφυγε σε εκλογές. Σε εκείνες τις εκλογές του 1958 που τις κέρδισε θριαμβευτικά έκανε πάλι αυτήν την προσπάθεια, που σας περιέγραψα, να προσελκύσει σημαντικούς ανθρώπους στην πολιτική.

Γράφει στις 8 Μαρτίου του 1958 προς τον γενικό Πρόξενο της Ελλάδας στη Λευκωσία Άγγελο Βλάχο, μετέπειτα ακαδημαϊκό, υπουργό, πρέσβη: «Φίλε κύριε Βλάχο, κατά τας τελευταίας μας συναντήσεις σου είπα ότι θα ήθελα να σε έχω συνεργάτη μου εν περιπτώσει εκλογών. Ήδη βαίνομεν προς εκλογάς και είμαι υποχρεωμένος να αναζητήσω τους ανθρώπους εκείνους δια των οποίων θα βελτιώσω ποιοτικώς το κόμμα μου και θα ενισχύσω το επιτελείο μου. Πιστεύω ότι είσαι εξ εκείνων οι οποίοι θα μπορούσαν να με βοηθήσουν εις τούτο και αν συμβαίνει να έχεις ορισμένας επιφυλάξεις οφείλεις να τις παραμερίσεις, διότι εκεί που σε καλούν θα είσαι περισσότερο χρήσιμος από εκεί που ευρίσκεσαι σήμερα.»

Συνεχώς, συνεχώς προσπαθούσε να βελτιώσει το επιτελείο του και ποιο επιτελείο; Αυτό που σας διάβασα προηγουμένως. Και θα σας κουράσω με ένα άλλο σύντομο κείμενο, που επιβεβαιώνει αυτή του την προσπάθεια, γιατί αυτό ήταν το μέσο για να πετύχει τους στόχους του. Ήξερε το πρόβλημα, ήξερε τις λύσεις και ήθελε και το μέσον.

Στο μυθιστόρημα «Γη Δελφύς», που έγραψε το 1967 ο Ευάγγελος Αβέρωφ, περιγράφει τον Καραμανλή ως κυβερνήτη. Και σε αυτό το μυθιστόρημα περιγράφει την Ελλάδα της ανασυγκροτήσεως, δηλαδή την Ελλάδα μετά τη «Γη της Οδύνης» και μετά τη «Φωνή της Γης». Την Ελλάδα, όταν οι θεοί ευλογούσαν δηλαδή όταν από τα 400 δολάρια πηγαίναμε στα 4.300. Σ΄ αυτό το βιβλίο ο Ευάγγελος Αβέρωφ περιγράφει τον κυβερνήτη, ο οποίος καλεί δύο επιφανείς πολίτες να τους συναντήσει ενόψει των εκλογών. Τους ζητάει να πολιτευτούν μαζί του. Αυτοί αρνούνται γιατί έχουν τις δουλειές τους. Και γράφει ο Αβέρωφ στο λογοτέχνημα: «αλλά δεν μου λέτε συνέχισε θυμωμένος ο κυβερνήτης κοιτάζοντας πότε τον ένα και πότε τον άλλο στα μάτια, πως θέλετε να κυβερνηθεί δημοκρατικά ο τόπος και να προοδεύσει, όταν όσοι έχουν κύρος και ικανότητες αρνούμαι να πολιτευθούν. Όταν παρακαλώ τον ένα, παρακαλώ τον άλλο και όλοι λένε όχι προβάλλοντας διάφορες δικαιολογίες. Δεν καταλαβαίνετε και εσείς και οι άλλοι σαν κι εσάς πως δεν φτάνουν μερικοί τρελοί σαν κι εμένα για να στηρίξουν τη χώρα και για να σώζουν τις περιουσίες και τις θεσούλες σας; Δεν καταλαβαίνετε πως δεν σώζονται, αν δεν θυσιάσετε κι εσείς κάτι; Δεν καταλαβαίνετε πως έτσι τα παραδίδετε όλα σε όποιον δημοκοπεί περισσότερο και ότι αυτό είναι τρομακτικά επικίνδυνο;».

Τα μέσα λοιπόν, οι άνθρωποι αξιόλογοι, που πάση θυσία και με αυστηρότητα τους συγκέντρωνε και τους έβαζε στο κόμμα του. Και με αυτούς τους ανθρώπους συνέχισε να κυβερνά τη χώρα και μετά τη Μεταπολίτευση. Μετά τη Μεταπολίτευση που αντιμετώπισε ένα χάος, το έβαλε σε τάξη, αποκατέστησε τη Δημοκρατία, αποκατέστησε το κομματικό σύστημα, νομιμοποίησε το Κομμουνιστικό Κόμμα και προσπάθησε να κάνει την Ελλάδα έστω και ως μειοψηφία, έστω και ως κοντραριζόμενος με το κλίμα της εποχής μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και το πέτυχε. Επίσπευσε τις εκλογές του 1977 γιατί έβλεπε ότι τα πράγματα μπορεί να εξελιχθούν δυσάρεστα και πέτυχε τους στόχους του.

Ο Καραμανλής είχε και κάτι άλλο, εκτός από τη γνώση του προβλήματος, της λύσης και των μέσων, δεν ήταν κόλαξ, δεν ήταν σαν κι αυτούς που λέει μια γαλλική παροιμία: «πρέπει να τους ακολουθήσω, άλλωστε είμαι ηγέτης τους». Δεν εφήρμοζε αυτή τη μέθοδο εξιχνιάσεως των επιθυμιών του λαού, για να πάει σύμφωνα με αυτές τις επιθυμίες. Ήταν αυστηρός με τον κόσμο, γιατί ήταν πρώτα αυστηρός με τον εαυτό του. Συχνά νουθετούσε τον κόσμο, τολμώ να πω ότι μερικές φορές τον μάλωνε σε δημόσιες ομιλίες του. Στην κεντρική ομιλία του, 15 Νοεμβρίου 1974 στην Αθήνα, ενώ παραληρούσε εκατοντάδες χιλιάδες κόσμος κάτω για αυτόν, μάλωσε τον κόσμο, γιατί το 1963, ο ίδιος κόσμος λίγα χρόνια πριν, δεν τον άκουσε και δεν τον προστάτευσε και δεν τον στήριξε, για να αποτραπούν όσα είχε τότε πει και όσα επαληθεύθηκαν, επειδή δεν τον άκουσαν. Και τα έλεγε αυτά, ο αυστηρός, ο ολιγόλογος, βαρύς και σοβαρός Καραμανλής στον κόσμο ο οποίος κάτω παραληρούσε από χαρά και από ελπίδα για τον παράκλητο. Και ούτε αυτός ο χαρακτηρισμός δεν του άρεσε και για αυτό ήταν ακατάδεκτος και εκεί έκανε κριτική και έλεγε ότι στην Ελλάδα χρειαζόμαστε συχνά Μεσσίες και παράκλητους, για να έχουμε τη χαρά κάποτε να τους γκρεμίζουμε. Αυτή τη χαρά ο Καραμανλής δεν μας την έδωσε. Ήταν πολύ πιο ισχυρός, πολύ πιο αποτελεσματικός από το να ξεπέσουμε σε τέτοιες χαρές και γεύτηκε εν ζωή την αναγνώριση. Την ίδια αναγνώριση που περιέχεται στο βιβλίο που σήμερα παρουσιάζεται. Κι αυτή η αναγνώριση του έδωσε μια χαρά, σε αυτόν τον αυστηρό, δωρικό, μοναχικό άνθρωπο, ο οποίος είχε επιλέξει τη μοναξιά και την αυστηρότητα στο ήθος, όπως έλεγε, για να αντιμετωπίσει την έλλειψη κοινωνικών και άλλων περγαμηνών. Αυτός ο άνθρωπος λοιπόν γεύτηκε την αναγνώριση εν ζωή. Γιατί ήταν ακαταμάχητο να ξεπέσουμε εις το να μην του αναγνωρίσουμε, όσα είχε κάνει για τη χώρα. Και αυτά που έκανε για τη χώρα περιγράφονται σε αυτό το βιβλίο. Αυτά που έκανε για τη χώρα σήμερα μας συγκινούν και τα αναγνωρίζουμε και μπορώ να πω, πως η πιο σύντομη περιγραφή που τον αποδίδει και που είναι μια σκληρή περίληψη των μηνυμάτων του βιβλίου, έρχεται από την περιγραφή του Μορίς Ζενεβουά, ο οποίος το 1971 έβγαλε ένα από τα πρώτα βιβλία βιογραφίας του με τίτλο «Η Ελλάς του Καραμανλή, ή η Δημοκρατία δυσχερής». Και αυτός είναι ο σωστός τίτλος για τη Δημοκρατία πριν την δικτατορία. Η Δημοκρατία δυσχερής όχι καχεκτική ή λυμφατική. Η Δημοκρατία δυσχερής γιατί δεν αρκούσε ένας πρωθυπουργός για να επιτελέσει μετά το 1950, μετά το 1949, μετά την πυρακτωμένη δεκαετία του 1940, αυτά που επιτέλεσε μετά το 1974. «Έπεσε στον πολιτικό στίβο της Ελλάδος σαν ένα μετέωρο ασυνήθιστο, Μακεδών έστω, αλλά θα τον συνέκρινα μάλλον με ένα Ρωμαίο του χρυσού πολιτικού αιώνα της Ρώμης. Εκείνοι εκεί υπέτασσαν τη ζωή τους σε μια υψηλή αντίληψη για τους σκοπούς του ρωμαϊκού Άστεως». Υπέταξε τη ζωή του σε αυτή την υψηλή αντίληψη για τους σκοπούς της Ελλάδος. Έφερε αυτό το αποτέλεσμα. Σήμερα αυτό το αποτέλεσμα ξεδιπλώνεται στα μάτια μας και μας διδάσκει.

Και ένα νέο στέλεχος της αυτοδιοικήσεως, πριν από 30 χρόνια, αυτόν τον άνθρωπο τον καλωσόρισε στην πόλη του, όταν έληξε η δεύτερη θητεία του στην Προεδρία της Δημοκρατίας, με την εξής επιστολή:






Αυτό το υπόδειγμα, δεν είναι κτήμα μόνο όσων θα αποκτήσουν αυτό το σπουδαίο βιβλίο, είναι κτήμα όλης της Νέας Δημοκρατίας, του ιστορικού κόμματος που ίδρυσε ο Κωνσταντίνος Καραμανλής. Για αυτό και σε αυτό το κόμμα, όπως ο σημερινός πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης έχει πει, «είμαστε όλοι Καραμανλικοί».

Σας ευχαριστώ