Ἐγὼ εἶμαι ὁ γκρεμιστής, γιατί εἶμ᾿ ἐγὼ κι ὁ κτίστης,
ὁ διαλεχτὸς τῆς ἄρνησης
ὁ διαλεχτὸς τῆς ἄρνησης
καὶ καρδιὰ καὶ χέρι.
Στοῦ μίσους τὰ μεσάνυχτα
Στοῦ μίσους τὰ μεσάνυχτα
τρέμει ἑνὸς πόθου ἀστέρι.
Κι ἂν εἶμαι τῆς νυχτιᾶς βλαστός, τοῦ χαλασμοῦ πατέρας,
πάντα κοιτάζω πρὸς τὸ φῶς
Κι ἂν εἶμαι τῆς νυχτιᾶς βλαστός, τοῦ χαλασμοῦ πατέρας,
πάντα κοιτάζω πρὸς τὸ φῶς
τὸ ἀπόμακρο τῆς μέρας.
ἐγὼ ὁ σεισμὸς ὁ ἀλύπητος,
ἐγὼ ὁ σεισμὸς ὁ ἀλύπητος,
ἐγὼ κι ὁ ἀνοιχτομάτης·
τοῦ μακρεμένου ἀγναντευτής,
τοῦ μακρεμένου ἀγναντευτής,
κι ὁ κλέφτης κι ὁ ἀπελάτης
καὶ μὲ τὸ καριοφίλι μου
καὶ μὲ τὸ καριοφίλι μου
καὶ μὲ τ᾿ ἀπελατίκι
τὴν πολιτεία τὴν κάνω ἐρμιά,
τὴν πολιτεία τὴν κάνω ἐρμιά,
γῆ χέρσα τὸ χωράφι.
Κάλλιο φυτρῶστε, ἀγκριαγκαθιές,
Κάλλιο φυτρῶστε, ἀγκριαγκαθιές,
καὶ κάλλιο οὐρλιάστε, λύκοι,
κάλλιο φουσκῶστε, πόταμοι
κάλλιο φουσκῶστε, πόταμοι
καὶ κάλλιο ἀνοῖχτε τάφοι,
καί, δυναμίτη, βρόντηξε
καί, δυναμίτη, βρόντηξε
καὶ σιγοστάλαξε αἷμα,
παρὰ σὲ πύργους ἄρχοντας
παρὰ σὲ πύργους ἄρχοντας
καὶ σὲ ναοὺς τὸ Ψέμα.
Τῶν πρωτογέννητων καιρῶν
Τῶν πρωτογέννητων καιρῶν
ἡ πλάση μὲ τ᾿ ἀγρίμια
ξανάρχεται. Καλῶς νὰ ῾ρθῆ.
ξανάρχεται. Καλῶς νὰ ῾ρθῆ.
Γκρεμίζω τὴν ἀσκήμια.
Εἶμ᾿ ἕνα ἀνήμπορο παιδὶ
Εἶμ᾿ ἕνα ἀνήμπορο παιδὶ
ποὺ σκλαβωμένο τό ῾χει
τὸ δείλιασμα κι ὅλο ρωτᾷ
τὸ δείλιασμα κι ὅλο ρωτᾷ
καὶ μήτε ναὶ μήτε ὄχι
δὲν τοῦ ἀποκρίνεται κανείς,
δὲν τοῦ ἀποκρίνεται κανείς,
καὶ πάει κι ὅλο προσμένει
τὸ λόγο ποὺ δὲν ἔρχεται, καὶ μία ντροπὴ τὸ δένει
Μὰ τὸ τσεκοῦρι μοναχὰ στὸ χέρι σὰν κρατήσω,
καὶ τὸ τσεκοῦρι μου ψυχὴ μ᾿ ἕνα θυμὸ περίσσο.
Τάχα ποιὸς μάγος,
τὸ λόγο ποὺ δὲν ἔρχεται, καὶ μία ντροπὴ τὸ δένει
Μὰ τὸ τσεκοῦρι μοναχὰ στὸ χέρι σὰν κρατήσω,
καὶ τὸ τσεκοῦρι μου ψυχὴ μ᾿ ἕνα θυμὸ περίσσο.
Τάχα ποιὸς μάγος,
ποιὸ στοιχειὸ τοῦ δούλεψε τ᾿ ἀτσάλι
καὶ νιώθω φλόγα τὴν καρδιὰ
καὶ νιώθω φλόγα τὴν καρδιὰ
καὶ βράχο τὸ κεφάλι,
καὶ θέλω νὰ τραβήξω ἐμπρὸς
καὶ θέλω νὰ τραβήξω ἐμπρὸς
καὶ πλατωσιὲς ν᾿ ἀνοίξω,
καὶ μ᾿ ἕνα Ναὶ νὰ τιναχτῶ,
καὶ μ᾿ ἕνα Ναὶ νὰ τιναχτῶ,
μ᾿ ἕνα Ὄχι νὰ βροντήξω;
Καβάλα στὸ νοητάκι μου,
Καβάλα στὸ νοητάκι μου,
δὲν τρέμω σας ὅποιοι εἶστε
γκρικάω,
γκρικάω,
βγαίνει ἀπὸ μέσα του μιὰ προσταγή:
Γκρεμίστε!
Κωστής Παλαμάς | 27 Φεβρουαρίου 1943
Κωστής Παλαμάς | 27 Φεβρουαρίου 1943