Η επανάσταση του ’21 δεν ξεκίνησε ξαφνικά, δεν ήταν κεραυνός εν αιθρία, αλλά ήταν κάτι που από χρόνια περίμεναν, κάτι που προετοίμαζαν και λαχταρούσαν οι υπόδουλοι Έλληνες. Στα χρόνια της σκλαβιάς, στα χρόνια της οθωμανικής κυριαρχίας, της τουρκοκρατίας, όπως συνηθίσαμε να τη λέμε, προηγήθηκαν δεκάδες επαναστατικά κινήματα και εξεγέρσεις σε ολόκληρο τον ελλαδικό χώρο κατά των Οθωμανών κατακτητών. Τα περισσότερα κινήματα ήταν αυθόρμητα, χωρίς προετοιμασία και οργάνωση. Κάποια από αυτά μάλιστα έγιναν με προτροπή ξένων δυνάμεων, οι οποίες όμως τους εγκατέλειπαν στην πορεία και τους άφηναν στο έλεος και στη εκδικητική μανία των Οθωμανών.
Το μεγάλο μειονέκτημα της Μακεδονίας, αν μπορούμε να το πούμε έτσι, ήταν ότι βρισκόταν κοντά στην Κωνσταντινούπολη, τη Λάρισα και σε άλλα στρατιωτικά κέντρα των Οθωμανών, με αποτέλεσμα όλες οι επαναστατικές προσπάθειες να καταστέλλονται έγκαιρα σε σχέση με την νότια Ελλάδα.
Η περιοχή της Πιερίας ήταν ενεργή στον προεπαναστατικό αγώνα έχοντας το μεγάλο πλεονέκτημα των ορεινών όγκων του Ολύμπου και των Πιερίων που ήταν τα καταφύγια των κλεφτών και των εξεγερμένων. Τα προεπαναστατικά κινήματα των Ελλήνων κλεφτών έκαναν τον σουλτάνο να εκδώσει φιρμάνι και να χωρίσει τον ελλαδικό χώρο σε αρματολίκια. Έτσι, το 1537 η Μηλιά ορίζεται ως αρματολίκι μαζί με την Ελασσόνα, τα Σέρβια, τα Γρεβενά και τη Βέροια. Τα μέτρα που έλαβε η οθωμανική διοίκηση για τους χριστιανικούς πληθυσμούς, ήταν πολύ σκληρά και εξ αιτίας των μέτρων αυτών, ολόκληρα χωριά κατέφυγαν στα γύρω βουνά πυκνώνοντας με τον τρόπο αυτό τις ομάδες των κλεφτών. Το ίδιο συνέβη και με τους κατοίκους της Μηλιάς στις αρχές της δεκαετίας του 1680. Όμως, μετά από δέκα χρόνια περίπου (1691) ο σουλτάνος, προκειμένου να προλάβει μεγαλύτερη εξέγερση, χαλάρωσε τα μέτρα και χορήγησε αμνηστία, επιτρέποντας στους κατοίκους της περιοχής, να επιστρέψουν στα σπίτια τους για να ζήσουν ειρηνικά.
Στα γεγονότα αυτά, αλλά και σε όσα ακολούθησαν, μέχρι και στον μεγάλο ξεσηκωμό του 1821, εκείνοι που πρωταγωνίστησαν και υπήρξαν επικεφαλής των εξεγέρσεων και των επαναστατικών κινημάτων, ήταν οι Λαζαίοι. Πρόκειται για οικογένεια κλεφτών, αρματολών και πειρατών, η οποία έδρασε στην ευρύτερη περιοχή του Ολύμπου, αλλά και στη θάλασσα. Γενάρχης των Λαζαίων φέρεται να είναι ο Λάζος με πιθανή καταγωγή από το Λιβάδι, τη Φτέρη ή την ευρύτερη περιοχή.
Κατά τις επιχειρήσεις του Ρωσοτουρκικού πολέμου του 1768-1774 οι Μηλιώτες και άλλοι κάτοικοι της περιοχής, με επικεφαλής τους Λαζαίους, επιχειρούν σε μια μεγάλη περιοχή από τα Τρίκαλα μέχρι την Έδεσσα, ενώ κατά τη διάρκεια των Ορλοφικών ένας από τους Λαζαίους, ο Τόλιος Λάζος, αγωνίζεται μαζί με τους Ρώσους στο Αιγαίο. Αλλά και στον δεύτερο Ρωσοτουρικό πόλεμο (1787-1792) οι Λαζαίοι αγωνίζονται πάλι στο πλευρό των ομόδοξων Ρώσων στις θάλασσες του βορείου Αιγαίου.
Στη σύναξη των Ελλήνων οπλαρχηγών που έγινε το 1805 στο Άγιο Όρος, οι Λαζαίοι ήταν παρόντες. Λίγο αργότερα, το 1808, στη μάχη της Ορμύλιας έλαβαν μέρος πολλά μέλη της οικογένειας των Λαζαίων και εκεί σκοτώθηκαν τρεις από αυτούς, αλλά και το 1813 βρίσκουμε τον Λιόλιο Λάζο στη Σκύρο και μετά στη Μάνη.
ΟΙ Λαζαίοι και γενικότερα οι Μηλιώτες δεν έμειναν αλώβητοι από τις επεκτατικές διαθέσεις του Αλή Πασά. Το 1812 ανάμεσα στις δυο πλευρές εκδηλώθηκαν έντονες αντιπαραθέσεις, οι οποίες τερματίστηκαν προσωρινά με επιχειρούμενο συμβιβασμό στα πλαίσια του οποίου ο Κώστας Λάζος κρατήθηκε ως όμηρος στα Γιάννενα από τον Αλή Πασά. Την επόμενη όμως χρονιά, Απρίλιο του 1813, ο Αλή Πασάς έστειλε τον γιο του, Βελή, να επιτεθεί εναντίον των αρματολών του Ολύμπου. Αυτός επιτέθηκε νύχτα στη Μηλιά και αιφνιδίασε τους Λαζαίους, με αποτέλεσμα να σκοτωθεί αμυνόμενος ο Δήμος, και να συλληφθούν όλα τα γυναικόπαιδα της οικογένειας και των φίλων τους. Στη συνέχεια, αυτά μεταφέρθηκαν από τον Βελή στη Λάρισα ή τον Τύρναβο. Ο Λιόλιος διέφυγε τη σύλληψη και, μαζί με άλλους κυνηγημένους αρματολούς, έγινε πάλι πειρατής. Τότε ο Αλής εκτέλεσε τον Κώστα, τον οποίο κρατούσε ως όμηρο. Το ίδιο έκανε και ο Βελής με όλους τους αρσενικούς της οικογένειας, εκτός από τον 12χρονο Τόλιο Λάζο.
Αποκορύφωμα όμως όλων αυτών των ένοπλων επιχειρήσεων είναι η μάχη που έγινε σε αυτόν εδώ τον τόπο στις 2 Απριλίου 1822, ανήμερα της Κυριακής του Πάσχα.
Η Μακεδονία και οι Μακεδόνες ήταν παρόντες και ενεργοί όχι μόνο στα προεπαναστατικά κινήματα, αλλά και στη μεγάλη επανάσταση του ’21. Η Μακεδονία υπήρξε από τις πρώτες ελληνικές περιοχές που σήκωσε το λάβαρο της ελευθερίας. Στις 17 Μαΐου του 1821 κηρύχθηκε η επανάσταση στην Μακεδονία με αρχηγό και υπερασπιστή τον Εμμανουήλ Παππά. Ο Εμμανουήλ Παπάς με ορμητήριο το Άγιο Όρος, ξεσήκωσε τον Πολύγυρο και τη Σιθωνία και έφτασε μέχρι τα περίχωρα της Θεσσαλονίκης.
Ο διοικητής της Θεσσαλονίκης, αντέδρασε άμεσα. Προχώρησε σε γενικευμένες συλλήψεις και άγριες σφαγές των ξεσηκωμένων Ελλήνων. Ανάμεσα στους συλληφθέντες που θανατώθηκαν τότε ήταν και ο τοποτηρητής του μητροπολιτικού θρόνου Θεσσαλονίκης Επίσκοπος Κίτρους Μελέτιος.
Τα γεγονότα της Θεσσαλονίκης αντί να τρομοκρατήσουν τους Έλληνες, έφεραν το αντίθετο αποτέλεσμα. Ο αγώνας εξαπλώθηκε σε ολόκληρη σχεδόν τη Χαλκιδική, ενώ εξεγέρθηκαν και όλα τα μοναστήρια του Αγίου Όρους. Στις 10 Ιουνίου 1821 έγινε η Μάχη των Βασιλικών και πέντε μέρες αργότερα η μάχη της Ρεντίνας (15 Ιουνίου του 1821).
Προς τα τέλη Ιουνίου 1821 στέλνονται στην Κασσάνδρα 400 πολεμιστές από τον Όλυμπο και λίγο αργότερα άλλοι 200 με τον Διαμαντή Νικολάου. Το Νοέμβριο του 1821 όμως στη μάχη της Κασσάνδρας οι Έλληνες νικήθηκαν και τον Ιανουάριο του 1822 παραδόθηκε και το Άγιο Όρος.
Μετά από την ήττα αυτή οι Έλληνες κατέφυγαν στις περιοχές της Πιερίας και της Ημαθίας για να συνεχίσουν εδώ την επανάσταση.
Στις 8 Μαρτίου 1822 κηρύχτηκε επίσημα η επανάσταση και στον Όλυμπο. Ένοπλο σώμα 300 ανδρών με επικεφαλής την Γρηγόριο Σάλα, απεσταλμένο του Δημητρίου Υψηλάντη, αποβιβάσθηκε στο Ελευθεροχώρι φέρνοντας μπαρούτι και πολεμοφόδια. Οι επαναστάτες μετά από αψιμαχίες που είχαν στις περιοχές του Κολυνδρού και της Καστανιάς, δεν κατόρθωσαν να ισχυροποιήσουν τις θέσεις τους και αναγκάστηκαν να κατευθυνθούν προς τη Μηλιά, ως πιο ασφαλές μέρος, λόγω της φυσικής της οχύρωσης, αλλά και επειδή εδώ ήταν αρματολίκι των Λαζαίων.
Οι Τούρκοι, παίρνοντας θάρρος από τις επιτυχίες που είχαν στην περιοχή της Καστανιάς, ακολούθησαν τους Έλληνες στην περιοχή της Μηλιάς. Οι επαναστάτες που βρίσκονταν σε αυτήν εδώ την περιοχή, είχαν μοιραστεί σε ομάδες και είχαν καταλάβει καίρια σημεία εντός και εκτός του χωριού, για να εμποδίσουν τον ερχομό των Τούρκων. Σύμφωνα με τις μαρτυρίες ο Λάζος, γνωρίζοντας καλά την περιοχή αποφάσισε να χτυπήσει μόνος το τον εχθρό, ο Κασομούλης παρέμεινε εντός της Μηλιάς, ο Σάλας με τους επιτελείς του και τον Γούλαν κλείσθηκαν στον πύργο των Λαζαίων, ο δε Διαμαντής κατέλαβε κατάλληλες θέσεις μπροστά αλλά και μέσα στο χωριό. Η αριθμητική υπεροχή του εχθρού καθώς και τα συνεχόμενα χτυπήματα του Πύργου των Λαζαίων με πυροβόλα που διέθεταν οι Τούρκοι, ανάγκασαν τους Έλληνες να εγκαταλείψουν τη νύχτα το χωριό και να καταφύγουν προς το Κρυονέρι, εκεί όπου είχαν καταφύγει από νωρίτερα και τα γυναικόπαιδα. Οι περιγραφές των γεγονότων δεν μπορούν να αποτυπώσουν τη δύναμη και τη φρίκη της ώρας εκείνης, τον πόνο των αδύναμων και την οδύνη των μητέρων, οι οποίες δημιούργησαν τη δική τους Αράπιτσα, όπως έκαναν λίγες μέρες αργότερα και οι γυναίκες της Νάουσας.
Μετά τη μάχη της Μηλιάς οι Οθωμανικές δυνάμεις κινήθηκαν προς την περιοχή της Ημαθίας για να συμβάλουν με τα υπόλοιπα οθωμανικά στρατεύματα στην καταστροφή της Νάουσας στις 13 Απριλίου 1822. Ύστερα από την καταστροφή της Νάουσας, η επανάσταση στη Μακεδονία συνεχίστηκε με κάποιες λίγες εχθροπραξίες στα βουνά της Δυτικής Μακεδονίας.
Ο αγώνας και η θυσία των κατοίκων της Μηλιάς και όλων όσοι πολέμησαν και θυσιάστηκαν στη μάχη της Μηλιάς έγιναν για το υψηλότερο και ευγενέστερο ιδανικό που μπορεί να έχει ο άνθρωπος, την ελευθερία του σώματος και της έκφρασης, για την εθνική και ατομική ελευθερία. Πάνε 200 ακριβώς χρόνια από τότε που ο Διονύσιος Σολωμός έγραψε τον Ύμνο εις την Ελευθερία περιγράφοντας τους κόπους, τις θυσίες, αλλά και τις αστοχίες και τους κινδύνους που πέρασαν οι πρόγονοί μας μέχρι να κατακτήσουν και να διασφαλίσουν την ελευθερία, την ελευθερία που απαιτεί αρετή και τόλμη. Τόλμη για να την αποκτήσει ένας υπόδουλος λαός και αρετή για να την διατηρήσει.
Τον τόπο αυτό τον κληρονομήσαμε από τους πατεράδες μας και από τους παππούδες μας και έχουμε χρέος να τον παραδώσουμε στα παιδιά μας. Είναι ένας όμορφος τόπος, ένας τόπος ευλογημένος, που μας θρέφει εδώ και δυόμισι – τρεις χιλιάδες χρόνια. Η χώρα μας, όπως λέει ο Ελύτης, είναι μικρή σε έκταση χώρου, αλλά απέραντη σε έκταση χρόνου. Ζούμε τόσους αιώνες εδώ σε τούτα τα μέρη και μιλάμε την ίδια γλώσσα, μια γλώσσα περιλάλητη. Ζούμε, καθώς λέει ο Σεφέρης, σε ένα πέτρινο ακρωτήρι της Μεσογείου, που δεν έχει άλλο αγαθό παρά τον αγώνα του λαού του, τη θάλασσα, και το φως του ήλιου. Είναι μικρός τούτος ο τόπος, αλλά η παράδοσή του είναι τεράστια και εκείνο που τη χαρακτηρίζει, είναι ότι μας παραδόθηκε χωρίς διακοπή. Και τούτη την παράδοση έχουμε χρέος να την διατηρήσουμε μαζί με την ελευθερία μας, τη γλώσσα μας και την Ιστορία μας.
Σήμερα βρισκόμαστε μπροστά στα ερείπια του πύργου των Λαζαίων. Τα ερείπια αυτά, όπως σωριάστηκαν μετά το χαλασμό του τη μέρα εκείνη, σχημάτισαν έναν τύμβο που συμβολίζει τον τάφο εκείνων που έπεσαν στη μάχη της Μηλιάς στις 2 Απριλίου 1822, πολεμώντας για την ελευθερία της πατρίδας μας. Ο μακεδονικός αυτός τύμβος των νεώτερων Μακεδόνων αγωνιστών της ελευθερίας, βρίσκεται εδώ για να μας θυμίζει, ως άλλος μακεδονικός τύμβος, τη θυσία των Ελλήνων αυτού του τόπου το Πάσχα του 1822. Ίσως ήρθε η ώρα να στηθούν όρθια ετούτα τα χαλάσματα, να αναστηλωθεί ο Πύργος των Λαζαίων, έτσι που να γίνει σύμβολο ανδρείας, ηρωισμού και αυτοθυσίας των κατοίκων αυτής της περιοχής. Όμως, μέχρι να γίνει αυτό, οφείλουμε να τον διατηρήσουμε ακέραιο ως τύμβο ηρώων και αγωνιστών, διότι η αφαίρεση και η απομάκρυνση και του παραμικρού δομικού υλικού, θα δυσκολέψει την ενδεχόμενη αναστύλωσή του, αλλά και το έργο των ιστορικών και ερευνητών προς αυτή την κατεύθυνση.
Οι ιστορικοί μας λένε ότι για να διατηρηθεί η ιστορικότητα ενός τόπου πρέπει να αναδείξουμε την Ιστορία του. Εσείς εδώ, σε τούτο το χωριό, σε τούτη την περιοχή, φαίνεται ότι τα έχετε πετύχει και τα δύο. Διατηρείτε την παράδοση σας και αναδεικνύετε την ιστορία του τόπου με τρόπο ζωντανό, βιωματικό, μέσα από τα τραγούδια σας, τους χορούς σας τις συνήθειές σας, με την καθημερινή σας ζωή, αλλά και με τέτοιες εκδηλώσεις μνήμης και σεβασμού όπως η σημερινή. Αρκεί να υπάρχει μια σπίθα ζωντανή μέσα στον άνθρωπο και θα βρεθεί η πνοή του ανέμου που θα ζωντανέψει τη φλόγα της αγάπης για τον τόπο. Αυτή τη φλόγα που εδώ και δεκαετίες κάποιοι ακούραστοι εργάτες την κρατούν άσβεστη με επικεφαλής, τις τελευταίες δεκαετίες, τον σεβαστό συντοπίτη και ακούραστο δάσκαλο Γιώργο Χανδόλια, ο οποίος δεν αγωνίζεται μόνο για την μνήμη των προγόνων μας, αλλά και για την παρακαταθήκη που θα δώσουμε στα παιδιά μας.
Σεβασμιώτατε, κυρίες και κύριοι
Τιμούμε σήμερα τη μνήμη των ανθρώπων που πρόσφεραν τη ζωή τους για την ελευθερία των παιδιών τους, των εγγονών τους, για την δική μας ελευθερία. Οι Μηλιώτες του 1822 αγωνίστηκαν όπως εκείνοι το ένιωσαν, σε εκείνη τη δεδομένη χρονική στιγμή και έπραξαν το χρέος τους.
Σήμερα στην εποχή που ζούμε, σε μια εποχή σημαντικών μεταβάσεων και αλλαγών ποιο είναι το δικό μας χρέος;
Χρέος δικό μας είναι να υπερασπιζόμαστε, όπως ο καθένας μπορεί, αυτόν τον τόπο, που μας έλαχε ο κλήρος να γεννηθούμε, αυτό το πέτρινο ακρωτήρι της Μεσογείου, αλλά και να προστατεύουμε το περιβάλλον στο οποίο μας ευλόγησε ο Θεός να ζούμε.
Χρέος μας είναι να τιμούμε όλους αυτούς που μας έδωσαν το δικαίωμα να είμαστε σήμερα παρόντες μέσα στην ιστορία και να μην ξεχνάμε ότι δεν μας το έδωσαν ως χάρισμα, αλλά ως βαρύ χρέος απέναντι στα παιδιά μας.
Σήμερα πατριωτικό είναι αυτό που είναι συμβατό με την ευρωπαϊκή ιδέα της ειρηνικής συνύπαρξης των λαών. Αυτό που μας κάνει να απορρίπτουμε την ξενοφοβία, τον ρατσισμό και να αγαπάμε την πατρίδα μας, χωρίς να μισούμε τους άλλους. Ο πατριωτισμός των Ελλήνων πρέπει να συνδέεται με την ελευθερία, τη Δημοκρατία, το κράτος δικαίου, το Σύνταγμα, τα δικαιώματα, την ανοικτή κοινωνία, τη δικαιοσύνη, και φυσικά τον ανθρωπισμό.
Και θα τελειώσω με τη ρήση του Σολωμού πως «το έθνος πρέπει να μάθει να θεωρεί εθνικό ό,τι είναι αληθές»!
Σας ευχαριστώ πολύ!"
**** Ομιλία του Δρ. Τοπικής Ιστορίας – Διευθυντή 2ου Δημοτικού Σχολείου Κατερίνης, Νικόλαου Ναχόπουλου