που κήρυττε από άμβωνος
πώς να μιλάς εσύ που διψάς
πώς να πίνουν όσοι πείνασαν
τους αγρούς και τα δάση πώς να διασχίζουμε κατά κοπάδια
και πώς να ερωτευόμαστε
ο καθένας τον ίδιο του·
σαλεύαν τα χώματα
κι η μαύρη λίμνη συνέλεγε
πελάγη
κι η κολομπίνα του θέρους
έβγαζε μύστακα
καθώς στρίφωνε το περιστέρι της
τριγύρω απ' τον φαλλό του·
εκεί ήταν που αντιληφθήκαμε
το σκληρό της ουσίας του
αντιράπισμα:
πως
αν ήρθε κιόλας ο Μελίρρυτος Κήρυξ
εμείς
δεν θά 'χουμε πια να περιμένουμε
το κήρυγμά του.
25/07/2020 - συλλογή ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ