Οι περισσότεροι άνθρωποι θεωρούμε, ότι... βλέπουμε τον εξωτερικό κόσμο με τα μάτια μας, στην πραγματικότητα όμως, αυτό που ισχύει, είναι ότι «βλέπουμε» με τον εγκέφαλό μας. Τα μάτια μας είναι απλώς «εξειδικευμένοι αγωγοί», οι οποίοι μεταφέρουν το φως στον ανθρώπινο εγκέφαλο, ο οποίος «συνθέτει» την εικόνα που βλέπουμε. Για τον λόγο αυτό είναι συχνά πιθανό το μυαλό μας να «ξεγελαστεί» όσον αφορά αυτό που βλέπουμε, λόγω της ψυχοσωματικής κατάστασης στην οποία βρισκόμαστε. Έτσι για παράδειγμα, έχουμε δει συχνά σε κινηματογραφικές ταινίες, ότι η βιολογική ανάγκη της δίψας μπορεί να κάνει έναν διψασμένο άνθρωπο να βλέπει στην έρημο μια ανύπαρκτη όαση. Ο εγκέφαλός μας δηλαδή, μπορεί να «αλλάξει» αυτό που λαμβάνει από τις αισθήσεις μας, και να «δει» αυτό που ο ίδιος «θέλει», με βάση αυτό που χρειάζεται ο οργανισμός μας ή με βάση αυτό που απασχολεί την σκέψη μας. Το ίδιο ακριβώς ισχύει και για τις άλλες αισθήσεις όπως πχ η αφή. Παρότι όταν αγγίζουμε τον συντροφό μας, νιώθουμε την αίσθησή του δέρματός του στα δάχτυλά μας, ουσιαστικά αυτή η αίσθηση «δημιουργείται» και συνειδητοποιείται στον εγκέφαλό μας. Στην πραγματικότητα το μυαλό μας «αγγίζει», χρησιμοποιώντας τα ηλεκτροχημικά σήματα που λαμβάνει από τα αισθητικά νεύρα όπως αυτά των δακτύλων, εξηγεί ο ψυχολόγος, κ. Βακόνδιος Νικόλαος.
Κατά τον ίδιο τρόπο ο ανθρώπινος εγκέφαλος είναι ο απόλυτος «ρυθμιστής» της σεξουαλικής πράξης . Ο ίδιος «ρυθμίζει» τις σωματικές λειτουργίες που απαιτούνται, ο ίδιος βιώνει την ηδονή λαμβάνοντας «σήματα» από τις ερωτογενείς ζώνες, τις αισθήσεις κλπ. Τα σήματα αυτά το μυαλό μας τα επεξεργάζεται αυτόματα και ασυνείδητα σε χιλιοστά του δευτερολέπτου. Η επεξεργασία αυτή, όπως αναφέραμε στο παράδειγμα της δίψας, μπορεί να επηρεαστεί από βιώματα (τραυματικές εμπειρίες, «αυστηρή» σεξουαλική ανατροφή, αποθηκευμένες στην μνήμη) και «ψυχικούς παράγοντες» όπως η σκέψη, η συναισθηματική διάθεση (άγχος, μελαγχολία, κατάθλιψη) κλπ
Θα μπορούσαμε απλουστευμένα να πούμε ότι η σκέψη, ή η συναισθηματική διάθεση, ως εγκεφαλικές λειτουργίες, δεν «σταματούν» ποτέ, και για τον λόγο αυτό παίζουν τεράστιο ρόλο επηρεάζοντας την ευκολία (ή όχι) δημιουργίας σεξουαλικής επιθυμίας και διάθεσης, τον βαθμό της σεξουαλικής διέγερσης, τον βαθμό που βιώνουμε την σεξουαλική απόλαυση, ακόμη και τον σεξουαλικό οργασμό. Έτσι λοιπόν, αναφέρει ο κ. Βακόνδιος, μπορεί να εξηγηθεί για ποιον λόγο (αυτόν της συναισθηματικής διάθεσης), η σεξουαλική απόλαυση βιώνεται σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό με τον σύντροφο με τον οποίο είμαστε ερωτευμένοι, απ ότι με κάποιον περιστασιακό σεξουαλικό σύντροφο. Η νευροχημική διαδικασία η οποία «πυροδοτείται» από την εικόνα του και την αίσθηση του πρώτου συντρόφου, είναι κατά πολύ πιο «έντονη» σε ένταση.
Θα μπορούσαμε επιπλέον να πούμε ότι η συναισθηματική διάθεση, η σκέψη, φαίνεται ότι μπορούν να οξύνουν τις αισθήσεις μας, συντελώντας σε μεγαλύτερη σεξουαλική απόλαυση. Έτσι για παράδειγμα δεν είναι σπάνιο το άρωμα του συντρόφου που μας ελκύει, να γίνεται αντιληπτό από πολύ μεγάλη απόσταση και ως ιδιαίτερα έντονο.
Σε άλλες περιπτώσεις όπου η σκέψη ή η συναισθηματική διάθεση είναι αρνητικές, μπορούν να επιφέρουν μείωση (άμβλυνση) της σεξουαλικής επιθυμίας, διέγερσης και απόλαυσης. Και στις δύο περιπτώσεις αυτό συμβαίνει καθώς σκέψη και διάθεση «πυροδοτούν» την έκλυση και αλληλεπίδραση διαφόρων χημικών ουσιών στον εγκέφαλο και επακόλουθα στο σώμα μας, οι οποίες επιδρούν άμεσα στην σεξουαλική διάθεση, διέγερση και απόλαυση.
Κατ αυτόν τον τρόπο, το άγχος και η μελαγχολική ή καταθλιπτική διάθεση επιδρούν άμεσα και ανασταλτικά επομένως στην σεξουαλική επιθυμία, διέγερση και απόλαυση (είναι γνωστό ότι η καταθλιπτική διάθεση μειώνει την αίσθηση ευχαρίστησης που νιώθει το άτομο και σε άλλες δραστηριότητες τις οποίες προτύτερα μπορεί να απολάμβανε). Αυτό γίνεται κατανοητό αρκεί να φανταστούμε έναν άνθρωπο ο οποίο βρίσκεται σε παρατεταμένο άγχος και επομένως μελαγχολική διάθεση για το εργασιακό του μέλλον. Η σκέψη του βρίσκεται «προσηλωμένη» σε διάφορες σκέψεις-φόβους, επηρεάζοντας αρνητικά την συναισθηματική του διάθεση,η οποία με την σειρά της προκαλεί περισσότερες αγχώδεις σκέψεις (και αυτές περισσότερο αρνητική διάθεση), σε έναν ατελείωτο κύκλο. Αναπόφευκτα υπάρχει μείωση της σεξουαλικής επιθυμίας. Σωστή αντιμετώπιση είναι συχνά, καθώς ο κύκλος αυτός δεν μπορεί να γίνει αντιληπτός από το άτομο, η παρέμβαση ειδικού, καθώς το ζευγάρι μπορεί να θεωρεί ως μόνο πρόβλημα την έλλειψη σεξουαλικής επιθυμίας, αγνοώντας τα βαθύτερα αίτια αυτής.
Σεξουαλική λειτουργία και ηθική ανατροφή
Η ηθική μας είναι μια πολύπλοκη εγκεφαλική λειτουργία η οποία χρήζει μίας ξεχωριστής αναφοράς σε αυτήν, καθώς συχνά επιδρά στην σεξουαλική λειτουργία πολλών ανθρώπων. Σχετίζεται με την λειτουργία της λογικής σκέψης και μπορεί να επιδρά στην συναισθηματική μας διάθεση. Η ηθική, Το τι είναι «καλό», τι είναι «κακό», είναι κάποιοι «κανόνες» οι οποίοι έχουν «μαθευτεί και αποθηκευτεί» στην μνήμη μας. Οι πιο πολλοί έχουν «αποθηκευτεί» σε μία ασυνείδητη «περιοχή» της μνήμης μας και τους εφαρμόζουμε συχνότατα ασυνείδητα, χωρίς να το καταλαβαίνουμε και χωρίς να τους αμφισβητούμε.
Έτσι για παράδειγμα, μία γυναίκα η οποία μεγάλωσε σε ένα αυστηρής ηθικής περιβάλλον όπου η σεξουαλική πράξη εθεωρείτο ανήθικη, συμβαίνει συχνά να κάνει «ενοχικές σκέψεις», να νιώθει τύψεις ότι πράττει κάτι «κακό», ακόμη και με τον μόνιμο σύντροφό της. Οι ενοχικές σκέψεις αυτές (συχνά ασυνείδητες) δημιουργούν ένα είδος άγχους στο άτομο (συχνά επίσης μη συνειδητό), το οποίο το μυαλό μας έχει την «ικανότητα» να το σωματοποιεί. Έτσι, όπως αναφέραμε προηγουμένως, η λειτουργία της σκέψης (ενοχές) επηρεάζει αρνητικά την συναισθηματική διάθεση, και μαζί οι δύο τους, επηρεάζουν αρνητικά την σεξουαλική επιθυμία,διέγερση και απόλαυση.
Το μυαλό σε μία τέτοια κατάσταση, ενεργοποιεί τον «συναγερμό του άγχους» «σωματοποιώντας» τις ενοχές αυτές. Έτσι η γυναίκα στο παράδειγμα μας, μπορεί να βιώνει έλλειψη σεξουαλικής επιθυμίας, διέγερσης, απόλαυσης, σε κάποιες περιπτώσεις ακόμη και έντονο πόνο (δυσπαρεύνια) κατά την σεξουαλική πράξη, ο οποίος δεν οφείλεται σε «οργανικά αίτια». Συνειδητά, το άτομο συνήθως δεν αντιλαμβάνεται τους λόγους του πόνου αυτού ή της μειωμένης σεξουαλικής επιθυμίας ή απόλαυσης. Αποτέλεσμα είναι πολλοί άνθρωποι να πιστεύουν ότι έτσι είναι ο εαυτός τους (αγνοώντας τους ψυχολογικούς παράγοντες που επιδρούν στην σεξουαλική λειτουργία), πιθανά και πολλοί άλλοι άνθρωποι. Δεν μπορούν δηλαδή να αντιληφθούν ότι δεν έχουν οργασμό διότι δεν είχαν ποτέ για να γνωρίζουν πως είναι και ότι δεν έχουν. Επίσης παρατηρείται κάποιες φορές να υπάρχει κάποια «κορύφωση» της σεξουαλικής διέγερσης, η οποία παρότι δεν φτάνει στο επίπεδο του οργασμού, το άτομο μπορεί να την θεωρεί ως οργασμό. Πολύ συχνά παρατηρείται κάτι ανάλογο στο ανδρικό φύλο, σε περιπτώσεις πρόωρης εκσπερμάτισης ή στυτικής δυσλειτουργίας ( εδώ,αιτία του άγχους μπορεί να είναι και άλλη, πχ η επιτυχία ικανοποίησης της συντρόφου).
ΠΗΓΗ https://enallaktikidrasi.com