Ορισμένες φορές, η κοινή λογική και το αυτονόητο, προσφέρουν περισσότερο πειστικές και συμβιωτικές με την πραγματικότητα απαντήσεις, σε σχέση με επιστημονικές έρευνες και βαθυστόχαστες αναλύσεις.
Η σημερινή Ελλάδα, δείχνει, και προφανώς είναι, μια χώρα που σταμάτησε να χαμογελάει. Μια χώρα, οι πολίτες της οποίας, παρά την παραδοσιακή προδιάθεσή μας στην αισιοδοξία, όπως συμβαίνει με κάθε λαό που βρέχεται από θάλασσα, αδυνατούν να κρύψουν τον πληθωρισμό προβληματισμού, απογοήτευσης, αγωνίας και απόγνωσης, για το παρόν, και κυρίως για το μέλλον.
Μια συνθήκη αχρείαστης και αναγκαστικής συμβίωσης με συρρικνωμένες προσδοκίες, που γίνεται εύκολα αντιληπτή, αν κοιτάξει κανείς γύρω του. Στο δρόμο, σε χώρους συνάθροισης, σπάνια βλέπεις κάποιον να χαμογελάει αβίαστα. Και πλέον, δεν υπάρχει ούτε η δικαιολογία της… μάσκας. Σπάνια βλέπεις κάποιον να κοιτάζει μπροστά, μακριά, ψηλά.
Βλέμματα που έχουν χαμηλώσει και μοιάζουν απλανή, γρήγορο βήμα, εκνευρισμός, έλλειψη διάθεσης, έλλειψη χαμόγελου… Το σκηνικό το είχαμε ξαναζήσει με ένταση, στον πρόλογο των Μνημονίων. Πριν από μια δεκαετία… και κάτι, όταν ξεκινούσε η περίοδος της εθνικής καταστροφής των Μνημονίων, με την κοινωνική και οικονομική φτωχοποίηση, που ακύρωσε το αυτονόητο δικαίωμα στο αύριο. Το δικαίωμα σε ένα καλύτερο αύριο.
Για έναν λαό σαν τον δικό μας, με υστέρηση στο μέτρο και την ψυχραιμία και πλεόνασμα… πάθους, η ψυχολογική επιστροφή σε τόσο γκρίζα μονοπάτια, προσλαμβάνει σωρευτική διάσταση. Λειτουργεί προσθετικά.
Η σημερινή ψυχολογία επιβαρύνεται από την προηγούμενη, της εποχής των Μνημονίων, και επιδεινώνεται περαιτέρω λόγω της προσδοκίας υπέρβασης της κρίσης, που δεν επιβεβαιώθηκε.
Το μείγμα μοιάζει εκρηκτικό. Είναι εκρηκτικό. Και αναζητεί οδό εκτόνωσης. Ας την κρατήσουμε την εκτίμηση για τις πολιτικές συγκρούσεις του μέλλοντος, που… έρχονται.
ΠΗΓΗ: ΥΣΤΕΡΟΓΡΑΦΑ