Μια νέα έρευνα που δημοσιεύτηκε στο Cell Press δείχνει πως τα άτομα που ακούν μια ιστορία βιώνουν όλα τις ίδιες διακυμάνσεις στους καρδιακούς τους παλμούς, θέτοντάς τους σε συγχρονισμό μεταξύ τους. Παρακολουθώντας αυτές τις μεταβολές, οι ερευνητές μπορούν να καταλάβουν αν ένα άτομο προσέχει την αφήγηση ή όχι. Επίσης, εκείνοι που συγχρονίζονταν περισσότερο ήταν επίσης σε θέση να θυμούνται περισσότερα από την ιστορία στη συνέχεια.
Το επόμενο βήμα για την ομάδα ήταν να διαπιστώσει τι συνέβαινε στον καρδιακό ρυθμό ασθενών με διαταραχές που σχετίζονται με τη συνείδηση, όπως αυτοί που βρίσκονταν σε κώμα, όταν άκουγαν ένα ακουστικό βιβλίο. Μετά την ακρόαση ενός παιδικού παραμυθιού, οι ασθενείς είχαν χαμηλότερα ποσοστά συγχρονισμού της καρδιάς σε σχέση με τους υγιείς ανθρώπους.
Αυτό ήταν αναμενόμενο. Εντούτοις, αυτό που αποτέλεσε έκπληξη για τους ερευνητές ήταν ότι, σε μια δεύτερη εξέταση έξι μήνες αργότερα, ορισμένοι από τους ασθενείς που είχαν υψηλότερα επίπεδα συγχρονισμού είχαν ανακτήσει κάποιες από τις αισθήσεις τους.
Σε μια περίπτωση, ένας ασθενής που αρχικά περιοριζόταν στο να παρακολουθεί απλώς έναν καθρέφτη με το βλέμμα του, κατάφερε μετά από έξι μήνες να εγκαταστήσει λειτουργική επικοινωνία με τους γιατρούς. «Προσπαθούμε να ποσοτικοποιήσουμε τη βελτίωση της κατάστασης των ασθενών», δήλωσε ο νευροεπιστήμονας δρ Jacobo Sitt, συν-συγγραφέας της νέας ερευνητικής εργασίας.
«Λάβετε υπόψη σας ότι τα αποτελέσματα στους ασθενείς είναι ουσιαστικά μια απόδειξη της υπόθεσης. Χρειάζεται περαιτέρω εργασία για να εκτιμηθεί πραγματικά η πρακτική χρησιμότητα αυτών των δοκιμών στις κλινικές. Αυτή η μελέτη είναι ακόμη πολύ προκαταρκτική, αλλά μπορείτε να φανταστείτε ότι πρόκειται για ένα εύκολο τεστ που θα μπορούσε να εφαρμοστεί για τη μέτρηση της εγκεφαλικής λειτουργίας. Δεν απαιτεί ιδιαίτερο εξοπλισμό. Θα μπορούσε ακόμη και να εκτελεστεί σε ένα ασθενοφόρο καθ’ οδόν προς το νοσοκομείο».
Για την αξιολόγηση της σχέσης μεταξύ της ιστορίας, του εγκεφάλου και της καρδιάς, οι συμμετέχοντες παρακολούθησαν ένα ακουστικό βιβλίο με το έργο του Ιουλίου Βερν «20.000 λεύγες κάτω από τη θάλασσα». «Όταν οι άνθρωποι άκουγαν την ιστορία στο πείραμά μας, κάθονταν σε ένα μικρό ηχομονωμένο δωμάτιο με όλους τους αισθητήρες ενεργοποιημένους», εξήγησε ο επιστήμονας γνωστική επιστήμης Dr Jens Madsen, που ήταν και ο επικεφαλής της έρευνας.
«Το πρώτο πράγμα που συμβαίνει είναι ότι αντιλαμβανόμαστε τον ήχο μέσω των αυτιών, όπως και άλλα χαρακτηριστικά του ήχου. Αν ο αφηγητής μιλά δυνατά ή σιγά, γρήγορα ή αργά κ.λπ. Όλα αυτά επηρεάζουν τον τρόπο με τον οποίο ο εγκέφαλός μας ανταποκρίνεται στα ερεθίσματα. Στη συνέχεια, η επεξεργασία προχωρά σε υψηλότερο επίπεδο, όπως η αναγνώριση λέξεων, προτάσεων και τελικά το νόημα της ιστορίας».
Προηγούμενες έρευνες έχουν δείξει ότι σε ζωντανές εκδηλώσεις ή δυνατές συναυλίες, ο καρδιακός παλμός και η αναπνοή του κοινού μπορούν να συγχρονιστούν.