Έσκυψε τρυφερά
και μύρισε τα ξέπλεκα μαλλιά της,
χαμογέλασε
σκόρπισε φιλιά δεκάδες
γύρω από το λαιμό της,
τη χάιδεψε.
Τη χάιδεψε
αγγίζοντας με τα δάχτυλα
κάθε κρυφό και απόκρυφο σημείο στο κορμί της
…βαθιές ανάσες αργές
φούσκωναν τα στήθη
τα μεγάλα της,
σκλήρυναν οι ρόγες,
έτρεμε η κοιλιά και ο μηρός,
τα γόνατα έτρεμαν,
άνοιγαν τα χείλη τα υγρά τ’ απόκρυφα, στην προσμονή της σάρκας
της μύτης τα ρουθούνια, άνοιγαν εισπνέοντας πόθο
έσμιγαν τα φρύδια
οι ρυτίδες στο μέτωπο, πρόδιδαν έντονα ρίγη.
Δύο ώρες –θαρρείς σαν ένα λεπτό,
έσπαγε η σιωπή
μέσα στη νύχτα
τρεμόσβηνε το φως του καντηλιού και μύριζε το λάδι.
Πάλευαν
τα δέρματα και οι αισθήσεις ,
τα κύτταρα ρουφούσαν ηδονή,
έτριζαν σαν τριζόνια, στο μονόκλινο οι σούστες
μούσκευαν τα σεντόνια
οι δαντέλες
ιδρώτες ερωτικών περιπτύξεων,
στο ημίφως.
Έσμιξαν αρσενικό και θηλυκό
Έσμιξαν τα κορμιά και ο ιδρώτας.
Έσμιξαν χείλη και αναπνοές.
Έσμιξαν όνειρα και πράξεις
Έσμιξε παρόν και μέλλον
Έσμιξαν οι χαρές οι ερωτικές
Πήρε να ξημερώσει, χαράματα ήταν, ο χρόνος είχε σταματήσει
Πλάγιασε δίπλα στο πλευρό της, ακούμπησε το κουρασμένο χέρι του πάνω στο μηρό της
Απλώθηκαν τα ξέπλεκα μαλλιά της πάνω στην κοιλιά του, χάδι το ίδιο τρυφερό
έπεσαν βαριά
οι βλεφαρίδες,
σκαρφάλωσε το όνειρο
στη βάρκα του Μορφέα.
Σειρήνα μάγισσα ανίκητη ...
Ανοίχτηκαν στο πέλαγος και οι δυο,
με μιας,
ταξίδια πολλά μπροστά
τους περιμένουν, χωρίς πυξίδα, χωρίς χάρτες
ασυλλόγιστα .
***
Όταν αφήσεις τη στεριά,
σιγουριά στα μέλλοντα μην ελπίζεις.
Ταξίδια πολλά σκοπεύεις να κάνεις,
στην ίδια ρότα Οδυσσέα,
στις θαλασσοταραχές
και τις φουρτούνες
σαν καπετάνιος,
άξιος στα εύκολα και στα δύσκολα.
Μην προσπαθήσεις όμως το ταξίδι
να τελειώσεις.
Η Ιθάκη
είναι στόχος αφελής.
Εκεί όλα
τελειώνουν
κι εσύ έμαθες
με τους Λαιστρυγόνες, τους Κύκλωπες, τους Λωτοφάγους,
την Κίρκη, την Καλυψώ
τα κύματα του Ποσειδώνα και τη Γοργόνα
τους βοριάδες, τους νοτιάδες, τις αστραπές, τις καταιγίδες και τις φουρτούνες να παλεύεις.
Συνέχισε το ταξίδι,
από γη σε γη,
από λιμάνι σε λιμάνι,
από κορμί σε κορμί,
χρόνο το χρόνο,
ανάμεσα στις γενιές
του πριν και του μετά,
το ταξίδι μαζί τους να μοιράζεσαι, στο μύθο του χθες, την πραγματικότητα της στιγμής, τα όνειρα του αύριο.
Να μοιράζεσαι τις χαρές,
τις αγωνίες και τις λαχτάρες
και να χαίρεσαι, κάθε φορά
κάθε περιπέτεια που θα σε προκαλεί,
πάλεψε ξανά με τον τυφλό Πολύφημο
τη Σκύλα και τη Χάρυβδη να ξεγελάσεις,
με ρίσκο πέρνα ξανά τις Συμπληγάδες
ξεγέλασε την Κίρκη, μην αντισταθείς,
απόλαυσε την Καλυψώ,
ενέδωσε σε όλες τις Σειρήνες,
μίλα στον Ποσειδώνα,
θυσίασε στους θεούς,
χαιρέτα πάλι τη Γοργόνα,
πλησίασε στην Ιθάκη, δες τον καπνό της νοσταλγίας,
αρνήσου δεμένος στο κατάρτι και φύγε,
μη σταματάς, μην πιάσεις λιμάνι,
το ταξίδι
είναι ο σκοπός,
συνέχισε
το ταξίδι μην τελειώσει…
Το ίδιο –θα σκεφτείς -εύχονται οι μνηστήρες,
μα η Πηνελόπη ακόμη υφαίνει τη μέρα
και τη νύχτα ξε-υφαίνει
καρτερικά.
Έμαθε να περιμένει.
***
Σκέψου το Οδυσσέα,
χωρίς ταξίδια τι χρώμα θα έχει η ζωή σου
το βασίλειό σου δεν είναι η Ιθάκη
αλλά ολόκληρος ο κόσμος
ο πλανήτης που ταξίδεψες, που έζησες με χαρές ή πίκρες,
ανήκεις στον κόσμο και ο κόσμος σου ανήκει…
Οδυσσέα ,
μην γυρίσεις στην Ιθάκη,
η γαλήνη δεν είναι η ζωή σου,
δε μπορείς να ζεις με αναμνήσεις,
η δράση είναι το είναι σου,
συνέχισε το ταξίδι,
έχεις κάποιον που σε σκέφτεται,
έχεις κάποια να σκέφτεσαι,
η Πηνελόπη –μπορεί- ακόμη να περιμένει
και οι μνηστήρες θα χάνουν χρόνο με τις δούλες…
Κοίτα Οδυσσέα,
τη Γοργόνα μες τους αφρούς του πελάγους,
προσμένει,
το ταξίδι που σου έμαθε καλά
να συνεχίσεις μαζί της, με ήλιους καινούριους και φεγγάρια.
Ανοίχτηκαν στο πέλαγος και οι δυο,
με μιας,
ταξίδια πολλά μπροστά
τους περιμένουν, χωρίς πυξίδα, χωρίς χάρτες
ασυλλόγιστα .
***
Όταν αφήσεις τη στεριά,
σιγουριά στα μέλλοντα μην ελπίζεις.
Ταξίδια πολλά σκοπεύεις να κάνεις,
στην ίδια ρότα Οδυσσέα,
στις θαλασσοταραχές
και τις φουρτούνες
σαν καπετάνιος,
άξιος στα εύκολα και στα δύσκολα.
Μην προσπαθήσεις όμως το ταξίδι
να τελειώσεις.
Η Ιθάκη
είναι στόχος αφελής.
Εκεί όλα
τελειώνουν
κι εσύ έμαθες
με τους Λαιστρυγόνες, τους Κύκλωπες, τους Λωτοφάγους,
την Κίρκη, την Καλυψώ
τα κύματα του Ποσειδώνα και τη Γοργόνα
τους βοριάδες, τους νοτιάδες, τις αστραπές, τις καταιγίδες και τις φουρτούνες να παλεύεις.
Συνέχισε το ταξίδι,
από γη σε γη,
από λιμάνι σε λιμάνι,
από κορμί σε κορμί,
χρόνο το χρόνο,
ανάμεσα στις γενιές
του πριν και του μετά,
το ταξίδι μαζί τους να μοιράζεσαι, στο μύθο του χθες, την πραγματικότητα της στιγμής, τα όνειρα του αύριο.
Να μοιράζεσαι τις χαρές,
τις αγωνίες και τις λαχτάρες
και να χαίρεσαι, κάθε φορά
κάθε περιπέτεια που θα σε προκαλεί,
πάλεψε ξανά με τον τυφλό Πολύφημο
τη Σκύλα και τη Χάρυβδη να ξεγελάσεις,
με ρίσκο πέρνα ξανά τις Συμπληγάδες
ξεγέλασε την Κίρκη, μην αντισταθείς,
απόλαυσε την Καλυψώ,
ενέδωσε σε όλες τις Σειρήνες,
μίλα στον Ποσειδώνα,
θυσίασε στους θεούς,
χαιρέτα πάλι τη Γοργόνα,
πλησίασε στην Ιθάκη, δες τον καπνό της νοσταλγίας,
αρνήσου δεμένος στο κατάρτι και φύγε,
μη σταματάς, μην πιάσεις λιμάνι,
το ταξίδι
είναι ο σκοπός,
συνέχισε
το ταξίδι μην τελειώσει…
Το ίδιο –θα σκεφτείς -εύχονται οι μνηστήρες,
μα η Πηνελόπη ακόμη υφαίνει τη μέρα
και τη νύχτα ξε-υφαίνει
καρτερικά.
Έμαθε να περιμένει.
***
Σκέψου το Οδυσσέα,
χωρίς ταξίδια τι χρώμα θα έχει η ζωή σου
το βασίλειό σου δεν είναι η Ιθάκη
αλλά ολόκληρος ο κόσμος
ο πλανήτης που ταξίδεψες, που έζησες με χαρές ή πίκρες,
ανήκεις στον κόσμο και ο κόσμος σου ανήκει…
Οδυσσέα ,
μην γυρίσεις στην Ιθάκη,
η γαλήνη δεν είναι η ζωή σου,
δε μπορείς να ζεις με αναμνήσεις,
η δράση είναι το είναι σου,
συνέχισε το ταξίδι,
έχεις κάποιον που σε σκέφτεται,
έχεις κάποια να σκέφτεσαι,
η Πηνελόπη –μπορεί- ακόμη να περιμένει
και οι μνηστήρες θα χάνουν χρόνο με τις δούλες…
Κοίτα Οδυσσέα,
τη Γοργόνα μες τους αφρούς του πελάγους,
προσμένει,
το ταξίδι που σου έμαθε καλά
να συνεχίσεις μαζί της, με ήλιους καινούριους και φεγγάρια.
Οδυσσέα μη γυρίσεις στην Ιθάκη…
Θεοχάρης Μπικηρόπουλος, 2011