19.12.25
HarmoNick ,Original song "Downtown woman". Πώς ο Λιτοχωρίτης HarmoNick βρέθηκε στο Λονδίνο και δημιούργησε τον δικό του ήχο.
Ο Λιτοχωρίτης Νίκος Τσιτσιλίκας, πρώην ποδοσφαιριστής και προπονητής στην Πιερία, γνωστός στο Λονδίνο ως HarmoNick, είναι ένας αυτοδίδακτος μουσικός που ξεκίνησε από την Ελλάδα, πέρασε από τη Γερμανία και κατέληξε στη βρετανική πρωτεύουσα, όπου πλέον αποτελεί κομμάτι της ζωντανής Rhythm & Blues σκηνής. Με επιρροές από Blues, Jazz, Ska, Reggae και Rockabilly, έχει συνεργαστεί με σημαντικά ονόματα όπως Gaz Mayall, Jake Vegas, Norman Watt Roy και Imelda May κ.ά. Με δικά του demos, ασταμάτητη δουλειά και το project «Harmo Nick All-round the Blues», συνεχίζει να εξελίσσεται καθημερινά. Του ζητήσαμε να μας πει την ιστορία του αλλά και τις απρόβλεπτες και αστείες ιστορίες που ζει στη λονδρέζικη μουσική σκηνή.
Ξεκίνησες ως αυτοδίδακτος μουσικός. Ποια ήταν τα πρώτα σου ερεθίσματα και πώς διαμόρφωσαν την πορεία σου;
Ξεκίνησα από πολύ μικρή ηλικία, 7-8 ετών, να παίζω κιθάρα και να ακούω μουσική με αρκετά μεγαλύτερους σε ηλικία φίλους μου, όπως αμερικάνικη blues, jazz, reggae, Rockabilly, εγγλέζικο Rock ‘n’ Roll-Pop όπως Rolling Stones, Beatles, Swinging blues jeans, Fleetwood Mac etc. Ποτέ μου δεν σπούδασα μουσική, πάντα έδινα βάση στις ηχογραφήσεις, στον ήχο, στο στιλ και στο συναίσθημα που βγάζει ο κάθε μουσικός και έτσι ξεκίνησα με κάποιες βασικές γνώσεις πάνω στην κιθάρα. Κυρίως ακούγοντας και παίζοντας.
Έχεις συνεργαστεί από νεαρή ηλικία με ερασιτεχνικά συγκροτήματα στην Ελλάδα αλλά και για ένα διάστημα στη Γερμανία. Τι σου έμαθε αυτή η εμπειρία για τη σκηνή και για να εξελιχθείς πλέον ως επαγγελματίας μουσικός σε μια χώρα όπως η Αγγλία και ιδιαίτερα Λονδίνο με τόσο μεγάλο ανταγωνισμό;
Νομίζω η εμπειρία να συνεργάζεσαι με άλλους μουσικούς είναι που σε διαμορφώνει ως μουσικό και στη συνέχεια φτιάχνεις τον χαρακτήρα σου. Ιδιαίτερα όταν παίζεις με διαφορετικές κουλτούρες καταλαβαίνεις τις διαφορές και ασυναίσθητα τις προσαρμόζεις στο δικό σου στιλ. Η εμπειρία στη Στουτγάρδη και στο Μόναχο, όπου δούλευα και έκανα ειδικότητα στο Πανεπιστήμιο ως Physcology and Tactical Analysis in Football, ήταν κάτι πολύ σημαντικό και η αρχή για μένα, καθώς έπαιζα σχεδόν κάθε βράδυ ακόμη και χωρίς αμοιβή παντού με Αμερικάνους, Ιρλανδούς, Άγγλους σε Jazz Venues, Irish Pubs κ.λπ. γιατί το απολάμβανα. Άλλωστε, όπως λένε όλοι οι μεγάλοι, αν δεν βγεις έξω στον δρόμο να παίξεις με άλλους μουσικούς σε διάφορα μέρη ποτέ δεν θα μάθεις. Ποτέ μέχρι τότε δεν είχα σκεφτεί να κάνω τη μουσική βασικό επάγγελμα. Μόλις γύρισα Ελλάδα, λίγο πριν τον covid και κατά την διάρκεια του lockdown, άρχισα να γράφω δικά μου τραγούδια και μουσική ως demo απλά για χόμπι.
Το 2021 μετακόμισες στο Λονδίνο. Πώς το αποφάσισες; Ποιο ήταν το μεγαλύτερο σοκ αλλά και η πιο θετική έκπληξη που συνάντησες στη μουσική σκηνή της πόλης;
Στο Λονδίνο μετακόμισα για άλλους λόγους, επαγγελματικούς, αλλά από την πρώτη μέρα ξεκίνησα να παίζω μουσική, να κάνω γνωριμίες και ό,τι προκύψει. Από την πρώτη στιγμή κατάλαβα ότι πρόκειται για άλλο κόσμο, άλλη μουσική, άλλο groove, άλλος τρόπος παιξίματος και ήχος και, παρόλο που η Αγγλία έχει φτιάξει την ποπ μουσική, παντού παίζουν και ακούνε αμερικάνικη blues, jazz, reggae, Rockabilly 40s, 50s, 60s, Rock & roll. Είναι κάτι που ακόμη και τώρα μου κάνει εντύπωση. Αν και το πρώτο εξάμηνο ήταν πολύ δύσκολο για μένα, ακριβώς μετά το Brexit και το Lockdown, χωρίς βίζα, χωρίς σπίτι και χωρίς χαρτιά, από δω κι από κει προσπαθώντας να βγάλω άκρη πώς να μείνω, ξεκίνησα να κάνω το ίδιο που έκανα και στη Γερμανία, απλά να παίζω παντού. Αφού τακτοποιήθηκα και άρχισα να δουλεύω ως καθηγητής Γυμναστικής και Ψυχολογίας σε λύκεια, αφιερώθηκα στις συναυλίες και παράλληλα στα δικά μου τραγούδια, ηχογραφήσεις κ.λπ. Ακόμη δουλεύω κάποιες μέρες σε σχολεία, αλλά όχι ως μόνιμος καθηγητής όπως στην αρχή. Το πρώτο σοκ ήταν όταν άρχισα να παίζω αγγλική μουσική όπως Έρικ Κλάπτον, Rolling Stones, Πίτερ Γκριν και μια μέρα έρχεται ένας blues τύπος, κάπου στα 65 και μου λέει «σε παρακολουθώ εδώ καιρό, γουστάρω τη μουσική σου και το στιλ σου. Μην ξαναπαίξεις εγγλέζικη ροκ μουσική, άλλαξε την κιθάρα Fender που έχεις και θα πετύχεις». Από εκείνη την μέρα άλλαξαν όλα. Ήταν ο Τζέικ Βέγκας, αυθεντικός σε όλα του, με εμπειρία σε μεγάλα stage, έχει παίξει με όλους τους μεγάλους, και πλέον ο καλύτερος φίλος μου και συνεργάτης. Έχουν μεγαλώσει με την retro μουσική και ξέρουν πολύ καλά τις απλές λεπτομέρειες που κάνουν τη διαφορά στη μουσική αυτή. Από τα μουσικά όργανα, δυναμικές, τον τρόπο που παίζει ο μπασίστας σε αυτή τη μουσική, τον ήχο, πώς γκρουβάρει ο ντράμερ και παίζει τη μελωδία στα πιατίνια, πράγματα που για να τα καταλάβεις πρέπει να ζήσεις και να παίξεις με αυτούς, αλλιώς ακούγεται σαν μια συνηθισμένη ποπ μουσική. Για αυτό οι Άγγλοι δεν ακούν ποπ και τη θεωρούν mainstream. Κάνουμε διπλές και τριπλές συναυλίες, κυρίως από Τετάρτη-Πέμπτη έως Κυριακή, όλοι μαζί με διάφορα events ή φαγητό που μας προσφέρουν ενδιάμεσα. Το πιο σημαντικό απ’ όλα είναι ότι ζούμε την κάθε στιγμή και το απολαμβάνουμε κάνοντας πλάκα και, όταν παίζουμε, πάντα δίνουμε τον καλύτερο εαυτό μας. Είναι εξοντωτικό το πρόγραμμα.
Συνεργάζεσαι με σημαντικές προσωπικότητες της Rhythm & Blues σκηνής στο Λονδίνο όπως οι Gaz Mayall (John Mayall’s γιος), Jake Vegas, Phill Polecats, και Lee Badau (James Hunter six,Van Morisson, Allman Brothers, Jeff Beck), Paloma Faith, Norman Watt Roy (Clash, Ian Dury, Dr. Feelgood), Shakey Vick (Yardbirds, Elton John, Champion Jack, Dupree), Jools Grieves Webster (Shakin Stevens, Gilbert Oh Sallivan, Van Morison), Imelda May, Tim Hilsdon (Albert Lee band) και πολλούς άλλους. Πώς επηρεάζουν αυτοί οι καλλιτέχνες τον τρόπο που προσεγγίζεις τη μουσική; Έχετε αστείες στιγμές;
Μόνο αστείες στιγμές έχουμε. Το πόσο καλοί είναι το καταλαβαίνεις από τον τρόπο που στέκονται στο stage, πώς προσεγγίζουν τον κόσμο, πώς υποστηρίζουν το τραγούδι και τη μουσική τους. Έχουμε κάνει μαγικές βραδιές και gigs και είναι πολύ απλοί και φιλικοί άνθρωποι όλοι τους. Με έχουν βοηθήσει όλοι τους σε πολλούς τομείς. Παίξαμε με τους Madness (One step beyond) και ο Lee Thompson, ο τραγουδιστής και σαξοφωνίστας τους, ήταν τόσο μεθυσμένος που δεν θυμόταν τα λόγια από τραγούδι που έγραψε ο ίδιος. Παίζαμε με την Paloma Faith, που είναι pop star παγκόσμιου επιπέδου, όπως η Lady Gaga, και δεν ήξερα καν ποια είναι! Αφού τελειώσαμε και είχε πάρτι καθόμασταν στο ίδιο τραπέζι μιλούσαμε και κάποια στιγμή με ρώτησε το όνομά μου και τη ρώτησα και εγώ το δικό της και γελούσε. Ήταν στις αρχές πριν χρόνια. Μια μέρα μάς φωνάζει ο μάνατζερ του μαγαζιού και λέει θέλει παίξει μια τραγουδίστρια μαζί σας. Μου πήρε κάνα μισάωρο να καταλάβω, ήταν η Imelda May, το κατάλαβα όταν μου ζήτησε να παίξει ένα δικό της τραγούδι. Της λέω δεν ξέρω ούτε το τραγούδι ούτε εσένα. Τελικά παιξε 2,5 ώρες ασταμάτητα κι ήταν λες παίζαμε μαζί χρόνια. Ο Normann Watt Roy, ο μπασίστας από τους Clash, Ian Dury, Dr Feelgood έπαιξε μερικές φορές μαζί μας. Πρέπει να είναι πάνω από 75 και έχει ενέργεια σαν να είναι 20. Μας έφερε ποτά και μας λέει «σας γουστάρω, μπορώ να παίξω ένα τραγούδι;». Τελικά έπαιξε όλη την εβδομάδα, σε όλες τις συναυλίες. Από τους Alabama Free Band, ο Nick Raynolds έπαιξε φυσαρμόνικα μερικές φορές. Ο Phil Bloomberg από τους Polecats και μπασίστας του Mark Almond είναι πολύ καλός φίλος και εξαιρετικός μουσικός, όταν είναι Λονδίνο παίζει μαζί μας κόντρα μπάσο. Πριν μερικούς μήνες θα έπαιζε η Paloma Faith μαζί μας, την πήρε ο ύπνος και ήρθε καμιά ώρα αργότερα. Ο John Lydon από τους Sex Pistols ανέβηκε σαν guest καθώς παίζαμε το «Love potion number 9,» λέει αυτό είναι το τραγούδι μου, δεν κατάλαβε κανένας ποιος ήταν και τον κατέβασε η ασφάλεια γιατί ήταν πιωμένος. Μας ζήτησε συγνώμη στο διάλειμμα, μας είπε ποιος ήταν και τελικά τον ανεβάσαμε ξανά.
Νατάσσα Καρυστινού – athensvoice.gr
