27.10.25

Θεσσαλονίκη: Μεγάλη έκθεση για τον Φώτη Κόντογλου στο Άγιον Όρος, εγκαινίασε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας

Ο Φώτης Κόντογλου με τη ζωγραφική και τα γραπτά του, «προβάλλει τον πλούτο μιας ανανεωμένης ελληνικότητας και την μεταγγίζει ως τρόπο ζωής» τόνισε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Κωνσταντίνος Τασούλας, στον χαιρετισμό του κατά τα εγκαίνια της έκθεσης της Αγιορείτικης Εστίας, στη Θεσσαλονίκη, «Η χώρα της καρδιάς μου. Ο Φώτης Κόντογλου στο Άγιον Όρος».

   
Όπως επισήμανε ο κ. Τασούλας, μετά την πρώτη του επίσκεψη στο Άγιον Όρος, το 1922-1923, ο Φώτης Κόντογλου μυήθηκε στη ζωγραφική που η μοναδικότητα της οφειλόταν «στην εξαΰλωση της ύλης για χάρη του Θείου».

«Ο θαυμασμός του για την βυζαντινή τέχνη που συνάντησε στις μονές και η ουσιαστική επαφή του με την υποτιμημένη, ακόμη και από τον ίδιο ως τότε, βυζαντινή αγιογραφία, τον μετέτρεψαν σε ένθερμο υποστηρικτή μιας καθαρά θεολογικής τέχνης, που για τον ίδιο αποτελούσε αποστολή και ιερουργία», ανέφερε χαρακτηριστικά.
«Δεν άλλαξε μόνο την τεχνοτροπία του, επιδιδόμενος σε έναν συνεχή διάλογο με τη βυζαντινή ζωγραφική και αξιοποιώντας τις εκφραστικές της δυνατότητες χωρίς ποτέ, εντούτοις, να χάνει το προσωπικό του ύφος ή να καταφεύγει σε μιμητισμούς, αλλά κατάφερε να στρέψει το ενδιαφέρον των νέων Ελλήνων καλλιτεχνών στον ανεκμετάλλευτο ως τότε θησαυρό του ελληνικού μεσαίωνα», υπογράμμισε.

Τόνισε, τέλος, ότι «μέσα από την τέχνη και τη γραφή του, ο Φώτης Κόντογλου ανέδειξε το Άγιον Όρος ως σύμβολο ελληνικότητας, πνευματικής καθαρότητας και αισθητικής αλήθειας. Η έκθεση που με μεγάλη χαρά και συγκίνηση εγκαινιάζουμε σήμερα αναδεικνύει πόσο δημιουργικά εγκολπώθηκε ο καλλιτέχνης την πνευματική δύναμη και την αισθητική λιτότητα της βυζαντινής τέχνης και πώς τις «διερμήνευσε» ώστε να μεταγγίσει αυτές τις πολύτιμες αξίες στον σύγχρονο κόσμο».

Στην ιδιαίτερη σχέση του Φώτη Κόντογλου με την Αθωνική Πολιτεία αναφέρθηκε και ο δήμαρχος Θεσσαλονίκης και πρόεδρος της Αγιορείτικης Εστίας, Στέλιος Αγγελούδης, επισημαίνοντας ότι «σε όλη τη διάρκεια του βίου του, τον ανατροφοδοτούσε σε καλλιτεχνικό και πνευματικό επίπεδο».
Πρόσθεσε ότι μετά την επίσκεψη του στο Άγιον Όρος έδωσε μάχη για την επαναφορά της βυζαντινής τεχνοτροπίας, την οποία θεωρούσε ως την πρέπουσα γραφή για τις εκκλησιαστικές εικόνες.

Τον χαιρετισμό της Ιεράς Κοινότητας του Αγίου Όρους ανέγνωσε ο γέρων Χαρίτων από τη μονή Δοχειαρίου ο οποίος, υπογράμμισε, μεταξύ άλλων, ότι η Αθωνική Πολιτεία υπήρξε αφορμή για να γνωρίσει και να αγαπήσει ο Φώτης Κόντογλου την παράδοση και να αγωνιστεί για τη διάσωσή της. Η επίσκεψη, συμπλήρωσε, ήταν ο πλέον σημαντικός σταθμός της καλλιτεχνικής του ζωής και σημάδεψε το έργο του. «Έλαβε αναγέννηση της πίστης, με την οποία ανέστησε την ελληνορθόδοξη ζωγραφική», υπογράμμισε.

Χαιρετισμό απηύθυναν ο β’ αντιπρόεδρος/αναπληρωτής πρόεδρος της Αγιορείτικης Εστίας, αντιδήμαρχος Πολιτισμού, Βασίλης Γάκης και ο διευθυντής της Αγιορείτικης Εστίας Αναστάσιος Ντούρος.
Το παρών έδωσαν, μεταξύ άλλων, οι υφυπουργοί Εσωτερικών, Κώστας Γκιουλέκας, Ανάπτυξης, Σταύρος Καλαφάτης, Κοινωνικής Συνοχής & Οικογένειας, Έλενα Ράπτη και ο μητροπολίτης Θεσσαλονίκης Φιλόθεος.




Φώτης Κόντογλου (1895–1965)

«…Δεν περίμενα να έβρω μια τέχνη τόσο τέλεια μέσα στις εκκλησιές των μοναστηριών. Απ’ όσα είχα διαβάσει για τη βυζαντινή τέχνη είχα λάβει την ιδέα πως η τέχνη ετούτη είναι άξια μικρότερης προσοχής παρά εκείνη της ιταλικής Αναγέννησης. Μα ο καθένας μπορεί να κρίνει απ’ τα λιγοστά κομμάτια που δίνω εδώ πως βρίσκουνται στον Άθωνα ζωγραφιές της πιο σπάνιας τελειότητος όπως λόγου χάρη ο αρχάγγελος Γαβριήλ και ο Μερκούριος του Κατελλάνου.
Καθόσο, τουλάχιστο, κρίνω εγώ είναι πολύ σπάνιο να τύχη κανένας έργα τεχνουργημένα με μια τέτοια ζωγραφική σοφία και γιομάτα από τόσον έντονο ρυθμό.
Αυτές τις ζωγραφιές τις σίμωσα μ’ ένα αίσθημα που χρωστιέται σε μια ιδιοσυγκρασία πλασμένη ανάλογα με του βυζαντινού και σε μια αυστηρή χριστιανική ανατροφή.
Συχνά βρέθηκα στην ανάγκη να επιχειριστώ ένα είδος ανασυγκρότηση να πούμε, γιατί πολλές απ’ αυτές τις θαυμαστές τοιχογραφίες είναι σβησμένες και ολότελα αξεδιάλυτες. Μα ο θερμός μου πόθος νίκησε το τέλος και κατάφερα να κρατήσω στο χαρτί σχεδόν άρτια, έργα, που το περσότερο μέρος τους μονάχα απ’ το ρέστο μπορεί κανένας να το υποθέσει. Δε θέλω να δώσω στη δουλειά μου μεγαλύτερη αξία απ’ όση έχει. Θέλω μονάχα να πω πως δεν ξεσήκωσα απλά τα ωραία αυτά χειροτεχνήματα παρά πως τα διερμήνεψα».

Από το κείμενο του Φώτη Κόντογλου στο λεύκωμά του «Η τέχνη του Άθω»
Νοέμβριος 1923



Ο εικαστικός Γιώργος Κόρδης στο εισαγωγικό του κείμενο στον υπό έκδοση κατάλογο της έκθεσης σημειώνει: Άγιον Όρος, ένα ταξίδι ζωής Ο Φώτης Κόντογλου υπήρξε μεγάλη και σημαντική μορφή για την εξέλιξη του νεοελληνικού πολιτισμού. Όχι μόνο για όσα ο ίδιος προσωπικά έκανε στον χώρο της ζωγραφικής και της λογοτεχνίας, αλλά και για όσα ενέπνευσε σε άλλους, που ακολούθησαν λίγο έως πολύ το κάλεσμά του για επιστροφή στην παράδοση.
Ο Κόντογλου επηρέασε όσο ελάχιστοι τη διαμόρφωση της εκκλησιαστικής ζωγραφικής, επιτυγχάνοντας κάτι που λίγοι κατόρθωσαν στην ιστορία της τέχνης· να επαναφέρει στη ζωή μια ξεχασμένη, για περίπου έναν αιώνα, τεχνοτροπία, τη λεγόμενη βυζαντινή, και να την καθιερώσει ως την κατάλληλη για τη γραφή των εκκλησιαστικών εικόνων της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Δίχως τον Φώτη Κόντογλου η ιστορία της νεοελληνικής τέχνης θα ήταν διαφορετική.
[….] Η άλλη μεγάλη εμπειρία που αποκόμισε από την επίσκεψή του στο Άγιον Όρος ήταν η ανακάλυψη της ζωγραφικής που βρήκε κυρίως στα μεγάλα καθολικά. Χωρίς να έχει αφήσει εκτενείς γραπτές αναφορές και περιγραφές, φαίνεται πως συγκλονίστηκε από τη βυζαντινή ζωγραφική, την οποία είδε για πρώτη φορά στη ζωή του σε τέτοια έκταση και ποιότητα και η οποία ήταν για εκείνον μια αποκάλυψη. Ανατράπηκε πλήρως η κακή εντύπωση που είχε για τη βυζαντινή ζωγραφική, προφανώς εξαιτίας της εγκύκλιας δυτικής παιδείας του. Δεν μπορούσε να πιστέψει πως εκεί υπήρχε αυτή η τέχνη, που, όπως λέει ο ίδιος, είχε έργα που με «μια τέτοια καλλιτεχνική σοφία» και που είναι «γιομάτα από τόσο έντονο ρυθμό» [….]
Ο Κόντογλου είδε τη βυζαντινή ζωγραφική παράδοση ως πολύτιμη παρακαταθήκη με την οποία διαλέχθηκε και την οποία δεν αντέγραψε δουλικά με τρόπο φωτοτυπικό. Έτσι, το έργο του, ενώ έχει σαφείς αναφορές σε «σχολές» και ρεύματα της βυζαντινής περιόδου, διαθέτει ευδιάκριτο προσωπικό χαρακτήρα, ύφος δικό του και μια πολύ όμορφη εσωτερική εξέλιξη και διαδρομή.

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ