Το «Όχι» ως απάντηση με ικανοποιεί με τη συντομία του και μ’ ενοχλεί με τη βιαιότητά του. Τραβάω φωτογραφίες γατί δεν έχω πραγματική όρεξη ν’ αλλάξω τα πράγματα. Ανάμεσα στη μοναξιά της κοιλιάς της μάνας μου κι εκείνην του τάφου μου, θα ‘χω συναναστραφεί πολλούς. Αν εξαιρέσεις τα θέματα της θρησκείας και του σεξ, θα μπορούσα να ζήσω ως καλόγερος. Είχα ένα ατύχημα με μοτοσυκλέτα που θα μπορούσε να μου κοστίσει τη ζωή, αλλά δεν του κρατάω κακία.
Δεν μ’ αρέσει ο ήχος μιας οικογένειας στο τρένο. Έχω σκεφτεί ταυτόχρονα:
«Πρέπει να μάθω τρομπόνι» και: «Ένα ψόφιο μυρμήγκι». Δεν λέω ονόματα όταν μιλάω για ανθρώπους σε κάποιον που δεν τους γνωρίζει, χρησιμοποιώ, κι ας μην είναι εύκολο, αφηρημένες περιφράσεις του τύπου «ο φίλος που το αλεξίπτωτό του μπλέχτηκε σ’ ένα άλλο πέφτοντας».
Τα λέω όλα. Έχω μετανιώσει που μίλησα, αλλά όχι που σώπασα. Έχω κι άλλα θέματα συζήτησης εκτός από τον εαυτό μου.
Ίσως γράφω αυτό το βιβλίο για να μην χρειαστεί να ξαναμιλήσω».
«Αυτοπροσωπογραφία» του Édouard Levé, σε μετάφραση Αχιλλέα Κυριακίδη
από τις Εκδόσεις Opera