14.7.24

ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΗ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ: ΣΤΑΜΑΤΗΣ ΠΑΓΑΝΟΠΟΥΛΟΣ: "Όπου ζουν άνθρωποι δημιουργείται πολιτισμός. Η σύγχρονη έννοια του πολιτισμού όμως δεν περιορίζεται μόνο στις καλές τέχνες..."


Ο Σταμάτης Παγανόπουλος, γεννήθηκε στην Αθήνα και τα τελευταία 40 χρόνια ζει στη Θεσσαλονίκη και το Λιτόχωρο. Είναι πτυχιούχος του ΑΣΟΕΕ, με μεταπτυχιακές σπουδές. Εργάστηκε στον τραπεζικό τομέα ως Διευθυντής Οργάνωσης και Πληροφορικής, ως σύμβουλος ανάπτυξης ολοκληρωμένων συστημάτων πληροφορικής. Διετέλεσε, καθηγητής Οργάνωσης στο ΤΕΙ Πειραιώς. Έχει συγγράψει επιστημονικά βιβλία και αρθρογραφήσει σε επιστημονικά περιοδικά σε θέματα του τομέα του. Για τον "πολιτισμό"  δηλώνει ότι "η έννοια του Πολιτισμού στη σύγχρονη πραγματικότητα είναι πολύ διευρυμένη και δεν περιλαμβάνει μόνον τις Καλές Τέχνες, αλλά αφορά επίσης στον τρόπο ζωής, στην πρόσληψη της ιστορίας, στην αυτοσυνειδησία της κοινωνίας, καθώς επίσης και στην εξέλιξη της τεχνολογίας".
Αναφορικά με τους απανταχού συλλόγους εικαστικών πολύ εύστοχα επισημάνει: "πολλές φορές βλέπουμε να αναπτύσσονται εγωισμοί, συγκρούσεις, αυτοπροβολές. Συμβαίνουν σ' όλες τις συλλογικότητες. Όλοι πρέπει να βάζουν νερό στο κρασί τους, για το καλό όλων".
Για τα κατανοητά ή μη, καλλιτεχνικά έργα, δίνει τη δική του ερμηνεία: "Το καλλιτεχνικό έργο αποτελεί προϊόν έμπνευσης. Ταυτοχρόνως, είναι αποτέλεσμα προσωπικής συμμετοχής και κατάθεσης, καθώς απαιτεί τον μόχθο και αποτυπώνει την ανάγκη του πνευματικού ανθρώπου να δώσει μορφή στη σκέψη του".
Επιμέλεια:
Θεοχάρης Μπικηρόπουλος
Συγγραφέας- Βlogger


1.  Πότε θυμάστε το ξεκίνημά σας στη ζωγραφική;
Ξεκίνησα να ζωγραφίζω από το Δημοτικό. Eξαιρώντας, βέβαια, τις ζωγραφικές στο τετράδιο της "Αντιγραφής" με χρωματιστά μολύβια, πού στις τελευταίες μάλιστα τάξεις, αποκτώντας μια μεγάλη κασετίνα δώρο της νονάς μου (καινοτομία για εκείνη την εποχή ) και νερομπογιές, εξασφάλιζα πάντα 10' αντί του 10.

2. Θυμάστε την πρώτη σας ζωγραφιά;
Βεβαίως και θα μου επιτρέψετε να χρησιμοποιήσω πληθυντικό για να αναφέρω τις "πρώτες μου ζωγραφιές": Μια εμπνευσμένη δασκάλα μας στην ΣΤ' Δημοτικού, οργάνωνε μικρά εργαστήρια ζωγραφικής και χειροπλαστικής με πλαστελίνες και γύψο. 
Σ' εκείνη τη δημιουργική απασχόληση βρήκα στη γειτονιά μια εγκαταλελειμμένη πόρτα και πάνω της ζωγράφισα την πορεία και την καταστροφή του Δράμαλη, χρησιμοποιώντας χρωματιστές σκόνες που τότε χρησιμοποιούσαν για την παρασκευή λαδομπογιάς, κόλλα και πλαστελίνη. Το έργο αυτό, όπως με πληροφόρησε ο αδελφός μου που έχουμε διαφορά ηλικίας, ήταν για πολλά χρόνια στο γραφείο της Δ/ντριας του Σχολείου.
Την ίδια περίοδο, όταν ασπρίζαμε το σπίτι μας, πήρα από την κουζίνα το ξύλο που κόβουμε το ψωμί και με τις λαδομπογιές και τα πινέλα που βρήκα τριγύρω ζωγράφισα ένα εκκλησάκι. Θυμάμαι έντονα ότι η μητέρα μου αφού με κοψοχέριασε, με επαίνεσε.
Θεωρώ επίσης ως πρώτα μου έργα : 
μια ελαιογραφία με σπίτια (50x50) που έκανα στα 14 πάνω στη γυάλινη επιφάνεια της γυάλινης πόρτας της μικρής μου βιβλιοθήκης, ένα κεφάλι νέας πού έκανα στα 18 (58x70) , το οποίο θυμίζει λίγο Μοντιλιάνι -που με είχε τότε συναρπάσει- και λίγο αγιογραφία.
Όλες αυτές της ζωγραφιές, λόγω της μεγάλης συναισθηματικής τους αξίας, τις έχω φυλάξει και τις έχω πάνω από τη πολυθρόνα που διαβάζω στο χώρο που εργάζομαι και ζωγραφίζω.
Αυτή ήταν και η παραγωγή μου - και δεν συμπεριλαμβάνω σ ‘αυτή κάποιες δεκάδες σχεδίων με μολύβι ή χρωματιστά μολύβια-στα χρόνια του Γυμνασίου.
Θα χαρακτήριζα αυτήν την περίοδο, περίοδο έρευνας, μελέτης και προετοιμασίας για να ζωγραφίσω.

3. Η ζωγραφική στη ζωή σας, ήταν παράλληλη εξ αρχής με τις επαγγελματικές σας δραστηριότητες ;
Άρχισα να εργάζομαι από πολύ μικρή ηλικία. Έτσι μετά τις σπουδές, το στρατό, τις μεταπτυχιακές σπουδές, πάντα εργαζόμενος, και μάλιστα στο χώρο της Πληροφορικής- που εκείνη την εποχή (1968-1975) η απασχόληση σ' αυτόν τον τομέα ήταν πολύμοχθη-άρχισα να ζωγραφίζω περιοδικά, ιδιαίτερα για να ξεπεράσω επαγγελματικές πιέσεις, ανά διετία-τριετία για κάποιες μέρες, ενώ ταυτόχρονα εύρισκα την ευκαιρία αλλαγών της "οικιακής πινακοθήκης".
Σ' όλα τα σπίτια που έζησα δεν υπήρχε κενό στους τοίχους, με εξαίρεση το πατρικό μας που η μητέρα μου, εκτός από φωτογραφίες, εργόχειρα, γκομπλέν κι ένα έργο μου που αγαπούσε, δεν επέτρεπε τα καρφώματα στους τοίχους. Εδώ και πολλά χρόνια που έχω εγκαταλείψει την επαγγελματική μου δράση, η ζωγραφική είναι μέρος της ζωής μου. Το 1995 δημιούργησα ένα ωραίο ατελιέ στο σπίτι μας στη Θεσσαλονίκη και άρχισα να ζωγραφίζω από τότε συστηματικά.
   
4. Ποιοι ήταν οι δάσκαλοί σας στη ζωγραφική;

Δυστυχώς δεν είχα δασκάλους στη ζωγραφική. Δεν μου επέτρεψαν ποτέ οι συνθήκες της ζωής να παρακολουθήσω μια σχολή ή να παρακολουθήσω κάποια σεμινάρια ή έστω να έχω την καθοδήγηση ενός ζωγράφου. Είμαι αυτοδίδακτος. Εχω πληρώσει το τίμημα με πολλές αποτυχημένες προσπάθειες που πετάχτηκαν στα σκουπίδια. Ιδιαίτερα στα πρώτα χρόνια διαπίστωνα ελλείψεις στην τεχνική μου, που συν τω χρόνω, με την έρευνα, την προσπάθεια, αλλά και με το διάβασμα-έρευνα, την βελτίωνα σταδιακά. Πέραν αυτού έχω εκ χαρακτήρος την -κακή-συνήθεια να μαθαίνω μόνος μου. Όμως, θεωρώ ακράδαντα, ότι οι εικαστικές σπουδές στις ΑΣΚΤ και η συνέχισή τους σε επίπεδα εξειδίκευσης, είναι θεμέλιο της εξέλιξης ενός καλλιτέχνη σήμερα, χωρίς αυτό βεβαίως, να είναι ο κανόνας ή απαραίτητο, όπως ήταν, είναι και θα είναι πάντοτε (π.χ. ο Θεόφιλος δεν είχε βγάλει ούτε το Δημοτικό).
Στο πλαίσιο αυτό θα σας μιλήσω όχι για δασκάλους, αλλά για την προσωπική μου "εκπαίδευση" στη ζωγραφική, που μέχρις ένα βαθμό συνδέεται και την ανάπτυξη της προσωπικής μου κουλτούρας. Σε νεαρή ηλικία συνάντησα τον ζωγράφο Βαγγέλη Δημητρέα, μετέπειτα καθηγητή στη AΣΚΤ του ΑΠΘ, με τον οποίο είχα μια πολύ καλή φιλική σχέση μέσω του συναδέλφου μου αδελφού του. 
Ο ζωγράφος, άρτι αποφοιτήσας τότε από τη ΑΣΚΤ του ΕΜΠ για αρκετά χρόνια επισκέπτονταν διάφορα Μουσεία στην Ευρώπη και έκανε σπουδές εκ του φυσικού έργων σπουδαίων δασκάλων. Όταν επέστρεψε σε μια συνάντησή μας -ήμουν 25 ετών- του είπα ότι ζωγραφίζω και του έδειξα μερικά εργάκια μου και γέλασε, λέγοντάς μου: "είσαι πολύ νέος, μελέτησε τους μεγάλους και μετά άρχισε να ζωγραφίζεις", ας σημειωθεί ότι η ζωγραφική του στην αφηρημένη τέχνη τότε δεν μου άρεσε καθόλου, πράγμα που στη πορεία του χιλιομετάνοιωσα, όταν άνοιξαν τα μάτια μου και μπορούσα να την καταλάβω, αλλά και να τον θαυμάσω ως maitre.
Από τότε δεν έπαψα να "σπουδάζω", χρησιμοποιώντας μολύβι και κάρβουνο ή να παίζω με τα χρώματα, έργα μεγάλων ζωγράφων Ελλήνων και Ξένων. Η πρακτική της σχεδίασης, δηλαδή η αποτύπωση αριστουργημάτων των "παλαιών δασκάλων" σε χαρτί, αποτελεί -σύμφωνα και με τα ακαδημαϊκά πρότυπα - κορυφαίο μέσο για την αναγνώριση και την εκμάθηση της «καλής τέχνης», για την κατανόηση της τεχνοτροπίας και της δομής των έργων τέχνης. [Μερικές τέτοιες ευμεγέθεις (3x70x100, 40x90) σπουδές με κάρβουνο, που θεώρησα ιδιαίτερα καλές και με ειδικό περιεχόμενο, τις έχω χαρίσει στο Α' Δημοτικό Σχολείο Λιτόχωρου (τη Μάχη της Ισσού από το ψηφιδωτό του Μουσείου της Νάπολης, Την Άνοιξη του Μποτιτσέλι, τη Σταύρωση του Τιντορέτο και το Μυστικό Δείπνο του Νταβίντσι].
Την πρακτική αυτή τη συνέχισα σ' όλη τη δημιουργική μου πορεία στη ζωγραφική.
Ένας άλλος τρόπος εκπαίδευσης για μένα ήταν το γεγονός ότι από μαθητής του Γυμνασίου αφιέρωνα πολλά κυριακάτικα πρωϊνά επισκεπτόμενος την Εθνική Πινακοθήκη. Έτσι από τη μιά γνώριζα τους σπουδαίους Έλληνες ζωγράφους και κοιτώντας με τις ώρες τα έργα ζωγραφικής, αποτύπωνα στο μυαλό τις εικόνες ως εντυπώσεις. Το ίδιο συνέβη κι από τις επισκέψεις μου σε εκθέσεις ζωγραφικής στις λίγες τότε γκαλερί της Αθήνας (Μορφές, Ζυγός, Μπαχαριάν κ.α.).
Θα σημειώσω ότι οι επισκέψεις την Εθνική Πινακοθήκη τροφοδότησαν, ταυτόχρονα, το ενδιαφέρον μου για τη μελέτη της ιστορίας της τέχνης που άρχισα να μελετώ συστηματικά.
Παρακολουθώ συστηματικά τα τεκταινόμενα και τις τάσεις στο χώρο της τέχνης όχι μόνο στην χώρα μας αλλά και παγκόσμια. Μια προσφιλής απασχόλησή μου είναι η διαδικτυακή επίσκεψη μουσείων, πινακοθηκών και γκαλερί παγκόσμιας εμβέλειας σ' όλο τον κόσμο.
Αυτήν την "εκπαίδευση" βέβαια θα μπορούσε να την έχει οποιοσδήποτε ενδιαφερόταν για τη ζωγραφική και την τέχνη γενικότερα. Κρατώ τον τίτλο του αυτοδίδακτου που εν πάση περιπτώσει δεν είναι τόσο υποτιμητικός.
   

5. Ποιοι Έλληνες ή ξένοι ζωγράφοι σας επηρέασαν ή τους θαυμάζετε;

Από μικρό παιδί που επισκεπτόμουν την Εθνική Πινακοθήκη μέχρι που τελείωσα το Γυμνάσιο οι ζωγράφοι τους οποίους θαύμαζα -και δεν έπαψα να θαυμάζω μέχρι τώρα- ήταν οι : 
Κωνσταντίνος Παρθένης, Νικηφόρος Λύτρας, Νίκος Χατζηκυριάκος- Γκίκας 
Νίκος Εγγονόπουλος, Γιάννης Τσαρούχης, Μιχάλης Οικονόμου, Κωσταντίνος Μαλέας. 
Θα σας αναφέρω ένα γεγονός σχετικά με θέαση ενός έργου μέσα από τα μάτια ενός παιδιού και πως ανεξίτηλα μπορεί να επηρεαστεί ν' αγαπήσει την τέχνη ή και ν' ασχοληθεί με την τέχνη : 
Όταν επισκέφτηκα για πρώτη φορά την Εθνική Πινακοθήκη και στάθηκα μπροστά στη "Αποθέωση του Αθανάσιου Διάκου" του Κ Παρθένη δάκρυσα.
Στη δεκαετία του 60 -μετέπειτα-όταν άλλαξε με την "αφαίρεση " το καλλιτεχνικό στερέωμα, όπως ήταν φυσικό, άλλαξε με ραγδαίο τρόπο και ο τρόπος σκέψης, διευρύνοντας τις νοηματικές σημασίες, τις αισθητικές αντιλήψεις και φυσικά το νέο ρόλο που αποκτούσε η τέχνη, καθώς βασιζόταν στη θετική ανταπόκρισή της να ανανεωθεί ολοκληρωτικά θέτοντας τα θεμέλια για ριζοσπαστικές και ουσιώδεις αλλαγές. 
Οι σημαντικοί καλλιτέχνες που δημιουργήθηκαν αυτή τη δεκαετία άνοιξαν τους δρόμους για τις σύγχρονές μας εικαστικές αντιλήψεις, μέσα από ουσιαστικές τομές και πρωτοπορίες, οι οποίες οικοδομήθηκαν εκείνα τα δύσκολα αλλά ελπιδοφόρα χρόνια κατορθώνοντας μέχρι σήμερα να μας εκπλήσσουν.
Μετά το ΄60 οι επισκέψεις στις γκαλερί σε τακτική βάση, τα άλμπουμ που άρχισαν εκδίδονται και κυρίως τα υψηλού επιπέδου λογοτεχνικά περιοδικά, οδήγησαν στο να γνωρίσω τους νέους καλλιτέχνες που αναδύθηκαν. Απ΄ όλους, πολλές φορές για άγνωστο λόγο, ξεχώρισα ιδιαίτερα και θαύμασα μέχρι που ολοκλήρωσαν το έργο τους στη ζωή τους: Αλέκο Κοντόπουλο, Γιάννη Σπυρόπουλο, Σπύρο Βασιλείου, Χρίστο Καρρά, τον Μάριο Πράσινο, τον Γιώργο Βαρλάμο, Γιώργο Μαυροΐδη, Κώστα Πρέκα και Παύλο Σάμιο.
Δεν ανάφερα τον Παναγιώτη Τέτση γιατί απ’ αυτόν επηρεάστηκα πιο πολύ απ’ όλους τους άλλους. 
Μάλιστα για να τον τιμήσω-εσώψυχα- ως δάσκαλο κάθισα και ζωγράφησα τα τρία συνεχόμενα, από τα τέσσερα, πάνελ του γιγάντιου έργου του " Λαϊκή Αγορά" (249x1215εκ.)" που βρίσκεται στην Εθνική Πινακοθήκη, σε διαστάσεις 70x210 εκ., παίρνοντας την απόφαση όταν είδα να διεξάγεται η επίσημη τελετή για τα 200 χρόνια της Επανάστασης μπροστά σ' αυτό το έργο. Δεν μπορούσε παρά να βρίσκεται στο έμπα του σπιτιού μας.
Ο κατάλογος των ξένων ζωγράφων που θαυμάζω καί κατά καιρούς τους μελέτησα είναι μακρύς.  Κατ' αρχή δηλώνω θαυμαστής των μεγάλων λατινοαμερικάνων μουραλιστών: 
Diego Rivera, José Clemente Orozco, David Alfaro Siqueiros, Rufino Tamayo, Aurilio Arteta, Jose Vale Zanetti. Σημειώνω ότι του τελευταίου έχω κάνει τη σπουδή της τοιχογραφίας του στο κτίριο του ΟΗΕ διαστάσεων 10x90 μέτρα με θέμα: "The struggle of mankind for lasting peace", σε διαστάσεις 70x300 και το έχω χαρίσει στο ΓΕΛ Λιτόχωρου, μαζί και με άλλα μου έργα κι αυτά στις ίδιες περίπου διαστάσεις.
Στη συνέχεια παραθέτω ξένους καλλιτέχνες που θαυμάζω :
Claude Monet, Wassily Kandinsky, Gustav Klimt, Amedeo Modigliani, Henri Matisse, Paul Gauguin, Andrew Wyeth, Edward Hopper, Pietro Annigoni. Ο τελευταίος με έχει επηρεάσει αφάνταστα στη ζωγραφική προσωπογραφίας.

6. Μια ζωή αγώνας με το χρώμα και το σχέδιο. Τι σας εμπνέει; Ποια είναι η αγαπημένη θεματογραφία σας;
Θα ξεκινήσω απαντώντας στο δεύτερο σκέλος της ερώτησής σας. Τη θεματογραφία μου την έχω κατατάξει στις εξής βασικές κατηγορίες και δουλεύω πάνω σ' αυτές: Ανθρωποκεντρικά, Τοπία, Άλογα/ζώα, Δέντρα, Θαλασσογραφίες, Καράβια και Βάρκες, Νεκρή φύση, Αστικά τοπία, Όλυμπος/Λιτόχωρο. Την ίδια κατάταξη έχω κάνει τόσο σε έργα με χρώματα όσο και τα μαυρόασπρα.
Χρησιμοποιώ στη ζωγραφική διάφορα υλικά: λαδοχρώματα, σκόνες αγιογραφίας, ακρυλικά, νερομπογιές, παστέλ λαδιού, ξηρά παστέλ, γραφίτες, μολύβια χρωματιστά, κηρομπογιές.
Μέχρι το 2010 και ειδικότερα από την περίοδο 1995-2010 χρησιμοποιούσα στα έγχρωμα έργα λάδια και σκόνες αγιογραφίας που αναμείγνυα με ακρυλικές κόλλες και ζωγράφιζα σε τελάρα καμβά και “χαρντ-μπορντ”. Εκείνη την περίοδο έκανα έργα σχεδόν αποκλειστικά σε μεγάλες (100x100, 100x120, 130x150). Κι αυτό γιατί είχα κατασκευάσει μία ειδική υποδομή στούντιο. Μετά την απόφαση για μόνιμη εγκατάσταση στο Λιτόχωρο, δεν είχα χώρους αποθήκευσης ούτε και ανάρτησης, έτσι κράτησα μερικούς και τους άλλους τους χάρισα σε φίλους. Πέραν τούτου με κούραζε πιά να στέκομαι όρθιος, αλλά και ούτε και καθιστός μπορώ να ζωγραφίσω μπροστά σε καβαλέτο. Τώρα έχω μεν αρκετό διαθέσιμο χώρο, αλλά ζωγραφίζω σε μεγάλο τραπέζι, με όλα τα άλλα υλικά και επιφάνειες, κυρίως χαρτόνια και ειδικά χαρτιά.
Έχετε φανταστεί τον αποθηκευτικό χώρο που θα χρειαζόμουν για να αποθηκεύσω τα έργα μου που ξεπερνούν τα 1200-1500;
Θα απαντήσω στο θέμα της έ μ π ν ε υ σ η ς αρχίζοντας με ένα ορισμό και την αναφορά 
σ 'ένα σχετικά πρόσφατο συμβάν. Σύμφωνα μ' έναν ορισμό: Έμπνευση, είναι το δικαίωμα της ψυχής, να δείξει στην λογική την αξία της. Έμπνευση είναι η ταύτιση σκέψης, αίσθησης και δημιουργίας μια χρονική στιγμή! Έμπνευση είναι η φωνή της ψυχής. Έμπνευση είναι ο κάθε χτύπος της καρδιάς για όλα όσα διαδραματίζονται γύρω μας. Θα συνεχίσω με το συμβάν: Όταν τελείωσα μία παρουσίαση του θέματος "Ο Όλυμπος στην τέχνη", στο πλαίσιο ενός project των μαθητών του ΓΕΛ Λιτοχώρου, απλώσαμε στη σκηνή και σε τραπέζια της μεγάλης αίθουσας εκδηλώσεων του σχολείου 125 έργα μου διαστάσεων αποκλειστικά 30x40 εκ. (γιατί θα ήταν αδύνατον η μεταφορά τόσων έργων άλλου μεγέθους) για να τα δουν οι μαθητές εκ του φυσικού, να τα πάρουν στα χέρια τους, να δουν την υφή τους, όπως σοφά με είχε συμβουλεύσει η ιθύνουσα φιλόλογος κα Γιώτα Καρατζίδου. 
Πράγματι έγινε πανζουρλισμός από τις συζητήσεις μεταξύ των μαθητών που κυκλοφορούσαν ανάμεσα στα έργα. Μια χαριτωμένη μαθήτρια διστακτικά ήρθε και με ρώτησε :"Αυτά τα κάνετε επειδή σας εμπνέει το τοπίο; Από φωτογραφίες; Απ’ αυτά που διαβάζετε;". 
Ειλικρινά δυσκολεύτηκα ν’ απαντήσω, όπως δυσκολεύομαι και τώρα που σας απαντώ. Της απάντησα :"Απ’ όλα αυτά κι απ' ότι έχω μέσα μου". Μου ανταποκρίθηκε "το κατάλαβα" κι εγώ έμεινα ενεός.
Ύστερα αυτά θα σας απαντήσω ότι με εμπνέει ό,τι, στο πλαίσιο θεματογραφίας που προδιέγραψα, εισβάλει πηγαία στη συνείδησή μου, μια ιδέα, ένα συναίσθημα που αυθόρμητα με παρακινεί να του δώσω μορφή, νόημα και περιεχόμενο.
  
7. Τι γνώμη έχετε για την εικαστική συλλογικότητα; Τους συλλόγους καλλιτεχνών και τις συμμετοχές; Για να γίνω πιο σαφής, η συμμετοχή σε έναν σύλλογο, σε «αναγνωρίζει» ως καλλιτέχνη και με ποια κριτήρια;

Συλλογικότητα εικαστικών καλλιτεχνών σημαίνει δύναμη, πρόοδος, ανάπτυξη και συμβολή της τέχνης στην πολιτιστική ανάπτυξη μιας κοινωνίας. Πιστεύω στη συλλογικότητα, επίσης, γιατί δίνεται η ευκαιρία στους συμμετέχοντες να γνωριστούν και να επικοινωνήσουν μεταξύ τους και ν' ανταλλάξουν ιδέες, να μιλήσουν για πρακτικές, να ανταλλάξουν εμπειρίες. Να προσελκύσουν το κοινό στην τέχνη. Να συνεργαστούν με τους ιθύνοντες στο να αγκαλιάσουν τον πολιτισμό, ως στοιχείο της ανάπτυξης του τόπου.
Θα σας πω την προσωπική μου εμπειρία. Εγώ ποτέ δεν θεώρησα τον εαυτό μου εικαστικό καλλιτέχνη. Ανταποκρίθηκα στη πρόσκληση του ΣΕΚΠ για την ετήσια ομαδική έκθεση, γράφτηκα και συμμετείχα στην ετήσια έκθεση με τέσσερα έργα. Δεν μου ζήτησαν ούτε διαπιστευτήρια, ούτε πτυχία. Αν και άγνωστος μεταξύ αγνώστων, συνάντησα μια ζεστή ατμόσφαιρα και υποδοχή από τους συναδέλφους και χάρηκα ιδιαίτερα που συμμετείχα σ' αυτήν την εκδήλωση, όπως και σε άλλες δύο εν συνεχεία εκδηλώσεις, το ίδιο με ιδιαίτερη χαρά. Έτσι άρχισα να εκθέτω τα έργα μου και σ’ ένα ευρύτερο περιβάλλον και ένιωσα ιδιαίτερη ικανοποίηση που μου δόθηκε η ευκαιρία να γνωρίσω αξιοσημείωτους ανθρώπους.
Ένας σύλλογος εικαστικών καλλιτεχνών δεν είναι επιστημονικός σύλλογος, όπου οι συμμετέχοντες πρέπει να διαθέτουν κάποιους ακαδημαϊκούς τίτλους όπως λ.χ. οι γιατροί, οι δικηγόροι, οι μηχανικοί, τα επιμελητήρια κ.α.. Διαβατήριο για τη συμμετοχή ενός που ασχολείται με τα εικαστικά είναι το έργο που έχει να παρουσιάσει. Εάν δεν έχει στοιχεία αποδοχής από το κοινό ή τους συναδέλφους, σιωπηλά, εφόσον διαθέτει και κάποιο αυτοσεβασμό, αυτοεξοστρακίζεται. Θα δικαιολογούσα για να γίνει κανείς αποδεκτός 
σ’ ένα πολυπληθή σύλλογο την υποβολή κάποιου δείγματος της δουλειάς, που θα αξιολογηθεί με ανοιχτά κριτήρια, γιατί ιδιαίτερα σε ομαδικές εκθέσεις τα περιθώρια είναι στενά.

Η συμμετοχή σ’ έναν τέτοιο σύλλογο δεν σημαίνει και αναγνώριση κάποιου ως καλλιτέχνη και χορήγηση "Δελτίου Ταυτότητας". Εξομολογούμε ότι δεν είμαι ενήμερος του τι συμβαίνει με αντίστοιχες συλλογικότητες.
Τέλος, θέλω να τονίσω ότι και οι φτασμένοι και αναγνωρισμένοι ευρύτερα καλλιτέχνες, παρά το γεγονός της προσωπικής τους πορείας, νομίζω ότι οφείλουν να συμμετέχουν, ενεργά, σε συλλογικότητες για να βοηθούν, διδάσκουν και κατευθύνουν με την εμπειρία και τους συμβουλές τους, ιδιαίτερα τους νέους. Η αναγνώρισή τους και από το ίδιο "το σινάφι " τους περιποιεί πιστεύω ιδιαίτερη τιμή και η παρουσία τους ανεβάζει το επίπεδο της τέχνης, στην κοινωνία όπου ζουν.
Πολλές φορές βλέπουμε να αναπτύσσονται εγωϊσμοί, συγκρούσεις, αυτοπροβολές. Συμβαίνουν σ' όλες τις συλλογικότητες. Όλοι πρέπει να βάζουν νερό στο κρασί τους, για το καλό όλων.

8. Αν σας ρωτήσουμε σε ποια «σχολή» εντάσσεται την τεχνοτροπία σας;

Οι σημαντικοί ζωγράφοι με τις σπουδές τους στις σχολές καλών τεχνών στην Ελλάδα και το εξωτερικό, εξελισσόμενοι αναπτύσσουν μια δική τους μανιέρα, εντασσόμενοι συν τω χρόνω σε κάποια σχολή, κίνημα, τάση, όπως θέλετε πέστε το. Εγώ μη ανταποκρινόμενος εν πολλοίς σ' αυτά τα δεδομένα δεν μπορώ να φανταστώ τον εαυτό να εντάσσεται σε κάποια σχολή. Θάλεγα με μεγάλη επιφύλαξη ότι ακολουθώ εξπρεσιονιστικές και (μετα)ιμπρεσιονιστικές τάσεις, διαμορφώνοντας με την πάροδο του χρόνου και ακολουθώντας μία προσωπική αντίληψη.
Όπως διαπιστώνει κανείς από τη θεματογραφία που παρέθεσα είμαι πολυσχιδής, τονίζω όμως πως μ’ αρέσει και απολαμβάνω κάθε φορά στο θέμα μου στο οποίο και επικεντρώνομαι, π.χ. με μια βάρκα, ένα βάζο με λουλούδια, μια ακρογιαλιά, αλλά και μια πολυπρόσωπη μεγάλη σύνθεση ή ένα πορτραίτο. Δεν ζωγραφίζω επίσης “Εn plein air”.
Θα ολοκληρώσω την απάντησή μου λέγοντάς σας ότι κάνω παραστατική ζωγραφική: μορφών, αντικειμένων ή σκηνών που στηρίζονται στον πραγματικό κόσμο, οπτικό κόσμο, συχνά με καλλιτεχνικό στυλ ή αλλοιωμένη ερμηνεία του. Αποδίδω ιδιαίτερη σημασία στο ρόλο του χρώματος και του φωτός, ενώ πριν ζωγραφίσω έχω εξαντλήσει κάθε περιθώριο για τέλειο σχεδιασμό του έργου μου. Αξιοποιώ επίσης, τα διδάγματα της αφηρημένης ζωγραφικής κυρίως σε θέματα δομής και χρώματος.
   
9. Έχετε συμμετοχές σε εκθέσεις, ατομικές και ομαδικές. Μπορείτε να μας απορρυθμίσετε τις πιο σημαντικές;

Επειδή μέχρι το 2017, ζωγράφιζα αποκλειστικά για τον εαυτό μου και τους φίλους μου, μόνο οι συγγενείς και επισκέπτες μας γνώριζαν ότι ζωγραφίζω, Ετσι εξέθετα τα έργα μου στην "Πινακοθήκη" των σπιτιών μας (Θεσ/κη, Λιτόχωρο, Αθήνα). Κάποιοι φίλοι μου υποδείκνυαν να εκθέσω. Με παρότρυνση της γυναίκας μου άνοιξα το '17 λογαριασμό στο FB και άρχισα διστακτικά να αναρτώ έργα μου. Επειδή συν τω χρόνω διαπίστωσα ότι σε αρκετούς φίλους άρεσαν καί άκουσα ευμενή σχόλια έτσι με ενθάρρυναν να συνεχίσω. Πέραν τούτου ανέπτυξα μια παραγωγική επικοινωνία με τους φίλους μου.
Η Εκθεσιακή μου δραστηριότητα είναι πενιχρή. Μια ατομική έκθεση στο Λιτόχωρο και τρείς συμμετοχές σε ομαδικές εκθέσεις στη Κατερίνη υπό την αιγίδα του ΣΕΚΠ.

10. Στην περίοδο της πανδημίας εκθέσεις δε γινόταν λόγω των πρωτοκόλλων. Οι περισσότεροι καλλιτέχνες είχαν το χρόνο να ζωγραφίσουν περισσότερο. Ισχύει και για εσάς;

Ναι. Μπορώ να πω ότι ζωγράφιζα από το πρωί μέχρι αργά το βράδυ και έκανα πολύ μεγάλο αριθμό έργων.
   


11. Ρώτησαν τον Πικάσο κάποτε τι δείχνουν οι πίνακές του, πως «εξηγούνται» και απάντησε ότι είναι σα να τον ρωτάνε τι λέει ένα πουλί που κελαηδεί. Το κοινό θεωρείται ότι «αντιλαμβάνεται» αυτά που απεικονίζετε στους πίνακές σας, στα σχέδιά σας; Τι έχετε να σχολιάσετε;


Κατ' αρχήν είναι χρήσιμο να ειπωθούν δύο λόγια γι’ αυτό που υπονοείται στην ερώτηση, δηλαδή υπάρχουν έργα ζωγραφικής που δεν γίνονται κατανοητά από το θεατή ή τον αφήνουν αδιάφορο ή ακόμα καί τον απωθούν . Και μια που αναφερόμαστε στο Πικάσο, αν διαβάσετε τις κριτικές όταν εκτέθηκε για πρώτη φορά η Γκουέρνικα, ένα από τα μεγαλύτερα πνευματικά έργα του παγκόσμιου πολιτισμού, θα φρίξετε. Ο Καντίνσκι και ο Πικάσο "δίδαξαν" αφηρημένη τέχνη, ο δεύτερος και πολλά άλλα πράγματα. Ορισμένοι περιορίζουν τον όρο αφηρημένη στη μη εικονιστική τέχνη, ενώ άλλοι το χρησιμοποιούν και για τα έργα εκείνα που δεν είναι αναπαραστασιακά, έστω κι αν σε τελευταία ανάλυση απορρέουν από την πραγματικότητα.
Η λέξη "αφηρημένη" χρησιμοποιείται συχνά με σχετική έννοια, αφού η ζωγραφική είναι εκ των πραγμάτων λιγότερο ή περισσότερο αφηρημένη στην αντιμετώπιση των θεμάτων της. Η αρχική πηγή ενός αφηρημένου πίνακα μπορεί να είναι ορατή ή αποκρυπτογραφήσιμη (όπως π.χ. στους κυβιστικούς πίνακες). Μπορεί όμως να χρησιμοποιούνται αποκλειστικά απλοποιημένα ή γεωμετρικά σχήματα χωρίς καμία άμεση αναφορά στην εξωτερική πραγματικότητα, όπως στην τέχνη του Μοντριάν. Σε ένα τρίτο είδος αφαίρεσης (πχ. πίνακες του Τζάκσον Πόλοκ) η εξέλιξη του πίνακα υποδηλώνεται από τις πινελιές, το χρώμα και την υφή του χρησιμοποιημένου υλικού.
Το καλλιτεχνικό έργο αποτελεί προϊόν έμπνευσης. Ταυτοχρόνως, είναι αποτέλεσμα προσωπικής συμμετοχής και κατάθεσης, καθώς απαιτεί τον μόχθο και αποτυπώνει την ανάγκη του πνευματικού ανθρώπου να δώσει μορφή στη σκέψη του. Επομένως, κάθε έργο τέχνης εμπεριέχει ένα νόημα. Αποτελεί, ουσιαστικώς, μία κατάθεση - δήλωση εκ μέρους του δημιουργού του.
Αν η έννοια του εμφανούς αναδεικνύει τη σχέση μορφής και περιεχομένου, η έννοια του αφανούς την συγκαλύπτει. Το εμφανές, μέσω της μονοσήμαντης ερμηνείας, υπηρετεί το συλλογικό (την κοινωνική διάσταση της τέχνης), ενώ αντιθέτως η πολυσημία ή αμφισημία του νοήματος δεν επιδιώκει την κατάργηση της σχέσης μορφής και περιεχομένου, αλλά να οδηγήσει τον δέκτη στην πολλαπλή, και γι’ αυτό διαφορετική ή υποκειμενική –κάθε φορά– θεώρηση του καλλιτεχνικού έργου.
Όμως, η ανάδειξη ή συγκάλυψη του νοήματος δεν αφορά μόνο τον χειρισμό της μορφής εκ μέρους του δημιουργού, αλλά εξίσου, και τον βαθμό συμμετοχής εκ μέρους του δέκτη. Εναπόκειται στην ικανότητα του ατόμου να αποκτήσει μια διαλεκτική σχέση με την πνευματική δημιουργία, και να βρεθεί στη θέση, όχι απλώς να αποφανθεί στιγμιαία και γενικά, αλλά κυρίως να διεισδύσει στο έργο τέχνης, αναλύοντας και, ακολούθως, ανασυνθέτοντας μέσα στη σκέψη του το καλλιτεχνικό φαινόμενο και τους εσωτερικούς μηχανισμούς του.
Εγώ είμαι παραστατικός ζωγράφος, όπως ανέλυσα σε προηγούμενη ερώτηση. Πολλά από τα έργα μου έχουν μονοσήμαντη ερμηνεία, όπως λχ. ένα τοπίο του Ολύμπου, πολλά όμως, κυρίως αυτά που η έμπνευσή τους προήλθε εκ των έσω π.χ. από την ανάγνωση ενός ποιήματος, συναισθήματα, μπορεί να φαίνονται εκ πρώτης όψεως μονοσήμαντα, αλλά υποκρύπτουν νοήματα ή ιδέες. Θα σας πω ένα παράδειγμα: Kάποτε έπεσε στα χέρια μου μια γαλλική έκδοση του διάσημου μυθιστορήματος του J.D.Salinger "Ο φύλακας στη σίκαλη" ( Πρωτότυπος τίτλος : The Catcher in the Rye), με τον τίτλο "L'attrape-Coeurs"-οι Γάλλοι ως γνήσιοι γλωσσικοί σωβινιστές δεν μετέφρασαν αυτολεξεί τον τίτλο σε "Le receveur de seigle". Αυτός ο τίτλος που θα το μεταφράζαμε από τα γαλλικά "Φύλακας της καρδιάς" (The Heart Catcher, αυτός που συλλαμβάνει την καρδιά), ήταν αφορμή να ζωγραφίσω έναν πίνακα- "νεκρά φύση"- που απεικονίζει ένα ανδρικό άσπρο καπέλο που το πίσω μέρος του γείσου πατάει μια μοντέρνα κόκκινη γόβα του σχεδιαστή Jimmy Choo. Είναι ένας ωραίος πίνακας, πολλοί που το είδαν τους άρεσαν η δομή και τα χρώματα καί το ερμήνευσαν ποικιλότροπα ,όπως π.χ. ως επιβολή του γυναικείου πάνω στο αντρικό φύλο, ενώ για μένα δεν ήταν μόνον ο μετασχηματισμός του γαλλικού τίτλου σε ζωγραφική, αλλά και η ουσία του περιεχομένου του αμφίσημου αυτού βιβλίου. Νομίζω ότι έγινε κατανοητή η ανάλυσή μου.   

12. Σαφέστατα! 
Πως κρίνετε συνολικά τα πολιτιστικά της Πιερίας και της Κατερίνης ειδικότερα ως πρωτεύουσας του νομού;
Μου βάζετε μία πολύ δύσκολη ερώτηση γιατί δεν θεωρώ τον εαυτό μου κατάλληλο να κρίνω τα πολιτιστικά ούτε της Πιερίας, ούτε της Κατερίνης, εκτός των άλλων επειδή της δεύτερης δεν τα ζω εκ των έσω. Αν με ρωτούσατε "είσαι ικανοποιημένος από τα πολιτιστικά της Κατερίνης και γενικότερα της Πιερίας" θα σας απαντούσα και ναι και όχι.
Θεωρώ σκόπιμο πριν προχωρήσω στην απάντησή μου να διασαφηνίσω τί είναι τα "πολιτιστικά" για δύο λόγους : πρώτον πολλοί άνθρωποι έχουν συγκεχυμένη ιδέα για το τι είναι πολιτισμός και δεύτερον, επειδή ο πολιτισμός έχει εξελιχθεί σε κάτι διαφορετικό απ’ αυτό που ξέραμε μέχρι τώρα. Κατ' αρχήν πρέπει να λεχθεί ότι ο "πολιτισμός", αποτελεί βασικό κοινωνικό αγαθό, σύμφωνα με τη συνταγματική επιταγή, αλλά και τις Ευρωπαϊκές συνθήκες και βασικό στοιχείο ανάπτυξης. Είναι επίσης θέμα πολύπλοκο. Η έννοια του Πολιτισμού στη σύγχρονη πραγματικότητα είναι πολύ διευρυμένη και δεν περιλαμβάνει μόνον τις Καλές Τέχνες, αλλά αφορά επίσης στον τρόπο ζωής, στην πρόσληψη της ιστορίας, στην αυτοσυνειδησία της κοινωνίας, καθώς επίσης και στην εξέλιξη της τεχνολογίας. Ως εκ τούτου, το εύρος του πεδίου της πολιτιστικής διακυβέρνησης και πολιτιστικής πολιτικής συνδέεται όχι μόνο με τη σύγχρονη καλλιτεχνική δημιουργία, αλλά και με άλλα ουσιώδη θέματα όπως είναι η κοινωνική ενσωμάτωση και συνοχή, η πολιτιστική πολυμορφία, η αστική αναζωογόνηση, η εθνική οικονομία, η παιδεία και ανάπτυξη της πολιτιστικής διπλωματίας.
Ο τομέας του πολιτισμού είναι, επίσης, ετερόκλητος. Το φάσμα των υπο-κλάδων που τον απαρτίζουν με βάση το Κανονισμό του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου για τη θέσπιση του προγράμματος “Δημιουργική Ευρώπη” (2021 έως 2027) είναι εκτενές και περιλαμβάνει:
 Όλους τους "Πολιτιστικούς και Δημιουργικούς Τομείς" των οποίων οι δραστηριότητες βασίζονται σε πολιτιστικές αξίες ή στην καλλιτεχνική ή άλλη ατομική ή συλλογική δημιουργική έκφραση. 
Οι δραστηριότητες μπορούν να περιλαμβάνουν την ανάπτυξη, τη δημιουργία, την παραγωγή, τη διάδοση και τη διατήρηση των αγαθών και των υπηρεσιών που ενσαρκώνουν πολιτιστική, καλλιτεχνική ή άλλη δημιουργική έκφραση καθώς και συναφείς λειτουργίες όπως η σχετική εκπαίδευση ή διαχείριση. Έχουν τη δυνατότητα να παράγουν καινοτομία και θέσεις εργασίας, ιδιαίτερα από τη διανοητική ιδιοκτησία. Αυτοί οι τομείς περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, την αρχιτεκτονική, τα αρχεία, τις βιβλιοθήκες και τα μουσεία, τα καλλιτεχνήματα, τα οπτικοακουστικά προϊόντα (όπως ταινίες, τηλεόραση, βιντεοπαιχνίδια και πολυμέσα), την υλική και άυλη πολιτιστική κληρονομιά, το σχέδιο (συμπεριλαμβανομένου του σχεδίου μόδας), τα φεστιβάλ, τη μουσική, τη λογοτεχνία, τις τελεστικές τέχνες, τα βιβλία και τις εκδόσεις, το ραδιόφωνο και τις εικαστικές τέχνες.
    

 13. Είναι η πιο επίκαιρη απάντηση που έχω λάβει σε αυτή την ερώτηση. Συνεχίζουμε! Η επαρχία παράγει πολιτισμό -ειδικά για τις τέχνες- ή μόνο η Αθήνα προσφέρει τις ευκαιρίες και τις ζυμώσεις για όλες τις τέχνες; Με άλλα λόγια πιστεύετε ότι αν παραμένατε στην Αθήνα θα είχατε πετύχει περισσότερα καλλιτεχνικά ή όχι;

Η επαρχία παράγει πολιτισμό, άλλωστε πληθώρα σπουδαίων καλλιτεχνών μας προέρχονται από την περιφέρεια. Δυστυχώς το κράτος μας είναι Αθηνοκεντρικό. Έχω ζήσει τη μισή μου ζωή στην Αθήνα και την άλλη μισή μέχρι τώρα στη Μακεδονία. Η καλλιτεχνική επιβίωση στην Αθήνα είναι περίπλοκη και όχι πάντα αξιοκρατική. Όπως δυστυχώς συμβαίνει και με τις μεγάλες πολυεθνικές γκαλερί, συμπαρομαρτούντων κολαούζων κριτικών, ΜΜΕ, και έμπορων τέχνης, που οδηγετούν σε διεθνές επίπεδο την Τέχνη το ίδιο συμβαίνει και στην Αθήνα. Η Αθήνα, δυστυχώς προσφέρει τις ευκαιρίες, όπως εν μέρει και η Θεσσαλονίκη, ανάδειξης των καλλιτεχνών. Είναι πολύ δύσκολη η διείσδυση ενός καλλιτέχνη σε κύκλους που θα μπορεί να αναδειχθεί η αξία του έργου του όσο και η επιβίωση απ’ τη δουλειά τους. Η λέξη "ζυμώσεις" που χρησιμοποιήσατε τα λέει όλα και αποδίδει την πραγματικότητα.
Όπου και να πας στην Ελλάδα ανακαλύπτεις αξιόλογη καλλιτεχνική δημιουργία, απλώς είναι γνωστή μόνο στον συγκεκριμένο τόπο και σ' αυτούς που αγαπούν την τέχνη, ψάχνουν και βρίσκουν διαμαντάκια. Έχω θαυμάσει το έργο σύγχρονων σπουδαίων Θεσσαλονικέων ζωγράφων, όπως και Κατερινιωτών που γνώρισα το έργο τους και αναρωτιέμαι πόσο μεγάλη θάταν η εξέλιξή τους στο εξωτερικό.
Το ίδιο ανακάλυψα σημαντικούς καλλιτέχνες στη Λέσβο, στο Ηράκλειο Κρήτης ...καί για παινέψουμε και το σπίτι μας και στην Ζάκυνθο.
Μιλάω, επίσης, για τις περιπτώσεις σπουδαίων ζωγράφων, εκτός Αθηνών, που είναι αυτάρκεις, παραμένοντας στον τόπο όπου ζούν και εργάζονται, απολαμβάνοντας το θαυμασμό και την εκτίμηση για το έργο τους από τους συμπατριώτες τους, χωρίς να αποκλείεται για κάποιους η συμμετοχή τους σε δραστηριότητες εκτός του τόπου τους στην Ελλάδα ακόμη και στο εξωτερικό. Έχω υπόψη μου τέτοιες περιπτώσεις.
Με ρωτάτε "αν παράγει η επαρχία πολιτισμό". Βεβαίως και παράγει. Όπου ζουν άνθρωποι δημιουργείται πολιτισμός. Η σύγχρονη έννοια του πολιτισμού που δεν περιορίζεται μόνο στις καλές τέχνες, είναι ευρύτερη. Όσο προχωράει το επίπεδο της οικονομικής ανάπτυξης ,ανεβαίνει και διευρύνεται το επίπεδο της παιδείας, βοηθούσης και της τεχνολογίας, τόσο θα αναπτύσσεται ο πολιτισμός και η ανάδειξη νέων καλλιτεχνών.
Αναρωτιέμαι: 
Η Πινακοθήκη της Βάσως Κατράκη στο Αιτωλικό, του Γλύπτη Καπράλου στο Αγρίνιο, του Αλέκου Κοντόπουλου στη Λαμία και πάρα πολλών άλλων εντελώς ενδεικτικά, δεν θεωρούνται παραγωγή της επαρχίας;
    

14. Θέλετε να μας πείτε κάτι που θέλετε να το μάθουμε από την πορεία σας ως ζωγράφος; Ένα συμβάν, μια κριτική, μια συνάντηση με κάποιον μεγάλο ζωγράφο, κάτι που νοιώθετε περήφανος.

Έχω μερικά συμβάντα που διατηρώ ανεξίτηλα στη μνήμη μου:
Κάποτε η αρμόδια συνάδελφος επί των Δημοσίων Σχέσεων στην Τράπεζα που εργαζόμουν, η οποία ήξερε ότι ζωγράφιζα, μου ζήτησε, αν έχω κάποιο έργο για μια έκθεση στο Δήμο Κοζάνης που ήταν χορηγός η Τράπεζα, επ 'ευκαιρία του ανοίγματος νέου Καταστήματος. Έστειλα 4. Όταν τελείωσε που είπε ότι την παρακάλεσαν επισκέπτες να μου διαβιβάσει ότι τούς άρεσαν, μερικοί μάλιστα ήθελαν να τους αγοράσουν. Έπεσα από τα σύννεφα γιατί ποτέ μέχρι τότε δεν είχα εκθέσει έργο μου δημόσια.
Θεωρώ πολύ σημαντικό και νοιώθω μεγάλη χαρά και ικανοποίηση όταν ακούω ή διαβάζω ευμενή σχόλια από ονομαστούς maitre ζωγράφους της Πιερίας και απ' αλλού και ομότεχνους, κάτι που θεωρώ ιδιαίτερα τιμητικό και ενθαρρυντικό για έναν ερασιτέχνη όπως εγώ.

Σε μερικούς φίλους μου έχω δημιουργήσει στο σπίτι τους wall gallery κάτι που μ' αρέσει ιδιαίτερα, γιατί μοιραζόμαστε την ίδια χαρά, από τη μια της προσφοράς κι από την άλλη το να κοσμείς ένα σπίτι με έργα σου.
Φέρνω στη μνήμη μου, επίσης, μερικές περιπτώσεις όπου κάποιος/α είδε ένα έργο μου που του/της άρεσε και μου ζήτησε να το αγοράσει, τα λόγια τους με συγκινούν σε σημείο να τους το χαρίσω. Νιώθω ιδιαίτερη ικανοποίηση όταν σκέπτομαι ότι ένα έργο μου στολίζει κάποιο τοίχο.

Ένα πολύ σημαντικό γεγονός για μένα ήταν η πρόσκληση που μου έκανε ο συντοπίτης μου Βαγγέλης Λιάγκας να εκθέσω έργα μου στο ατμοσφαιρικό αrτ-cafe του. Δίσταζα για αρκετό καιρό μέχρι που το τόλμησα, είχα τη χαρά να γνωρίσω προσωπικά πολλούς Λιτοχωρίτες και Κατερινιώτες ζωγράφους, αλλά και να ξαναδώ παλιούς συναδέλφους που είχα σχεδόν 20 χρόνια να δω και να γνωρίσω νέους ανθρώπους και να επικοινωνήσω μαζί τους. Μετά απ' αυτά αποφάσισα να γραφτώ στον ΣΕΚΠ και να συμμετέχω σε δημόσιες εκθέσεις στο πλαίσιο της συλλογικότητας, πέρα από τις αναρτήσεις μου στο FB.
Μια σημαντική στιγμή για μένα ήταν η ιδιαίτερη επικοινωνία που είχα τελευταία με μαθήτριες, μαθητές και διδάσκοντες του ΓΕΛ Λιτοχώρου. Κατ' αρχήν όταν επισκέφτηκαν την ατομική μου έκθεση και στην συνέχεια όταν έκανα μια παρουσίαση στο Σχολείο στο πλαίσιο ενός πρότζεκτ των μαθητών. Είχα την ευκαιρία να επικοινωνήσω με τα νέα παιδιά και να διαπιστώσω το ενδιαφέρον τους για την τέχνη, όσο και την αφοσίωση των διδασκόντων στο λειτούργημά τους και την αγάπη τους για τους μαθητές. Χάρισα στο Σχολείο μερικά ευμεγέθη -ειδικού περιεχομένου- έργα και 10 απεικονίσεις του Απόλλωνα και των Μουσών. Ο Σύλλογος των Διδασκόντων, με τίμησε στο πλαίσιο του σχολικού προγράμματος δράσεων, αφού έκανα στους μαθητές ανάλυση των έργων μου. Δεν υπάρχουν λόγια να περιγράψω ότι σ' αυτή την εκδήλωση ένιωσα μία από τις πιo σημαντικές συγκινήσεις της ζωής μου, όταν μια μαθήτρια μου έδωσε μια ωραία ανθοδέσμη που συνόδευε μια καρτούλα με ευχαριστίες εκ μέρους των μαθητών. Θα την κρατήσω, έστω αποξηραμένη, μέχρι να πεθάνω.
   
15. Τα social media είναι στη ζωή μας, τα παρακολουθούμε. Βλέπουμε μια ιδιαίτερη σχέση με τη λογοτεχνία, γεγονός που αποκαλύπτει την κουλτούρα, την παιδεία σας. Διαβάζετε πολύ;

Θεωρώ κουλτούρα ενός ανθρώπου την πνευματική και ψυχική καλλιέργεια, πού είναι αποτέλεσμα μακράς διαδικασίας μάθησης και εκπαίδευσης στο χώρο της τέχνης και γενικότερα του πολιτισμού. Έτσι κάτω από μια σειρά συγκυριών, στις οποίες θα αναφερθώ παρακάτω, εντρύφησα στη ζωή μου σε τέσσερις κυρίως τομείς: τη λογοτεχνία, τη κλασσική μουσική, το θέατρο/κινηματογράφο και βεβαίως τη ζωγραφική. 
Κάποιοι αξιοσημείωτοι άνθρωποι που γνώρισα στη ζωή μου με βοήθησαν σημαντικά να περπατήσω σ' αυτά τα μονοπάτια.
Θα ξεκινήσω με το πρώτο, τη Λογοτεχνία. 
Η δασκάλα μας στην ΣΤ' Δημοτικού, μια εμπνευσμένη προσωπικότητα με μεταπτυχιακές σπουδές στο εξωτερικό και μιλάμε για τη μετεμφυλιακή περίοδο, στα μέσα της δεκαετίας του 50- έβαζε καθημερινά μετά τα μαθήματα έναν/μία μαθητή/τρια να διαβάζει για μια ώρα λογοτεχνικά κείμενα εκτός διδακτέας ύλης ή μας ανέθετε εξωσχολικές εργασίες και έρευνες. Κατά τη διάρκεια της ανάγνωσης νιώθαμε μαγεμένοι. Το γεγονός αυτό αποτέλεσε την πρώτη ώθηση στο ν' αγαπήσω τη λογοτεχνία.
Στα χρόνια του Γυμνασίου είχαμε την τύχη να έχουμε ένα φιλόλογο που μας μεταλαμπάδευσε το πάθος του για τη γλώσσα, τα αρχαία ελληνικά και την αρχαία ελληνική γραμματεία. Πολλές φορές μας κράταγε αρκετά πέρα από την ώρα του μαθήματος για να μας διδάξει ή για να μας μυήσει στα θέματα αυτά εκτός σχολικής ύλης. Ακόμα και όταν είμαστε στο πρακτικό τμήμα, τις τελευταίες τάξεις του 8ταξίου τότε γυμνασίου, εξακολουθούσαμε ν' αγαπάμε τα μαθήματά του. Του οφείλω ευγνωμοσύνη, γιατί μ’ έκανε να δίνω ιδιαίτερη σημασία στα θέματα της γλώσσας και να προστρέχω για απολαυστική ανάγνωση και στοχασμό στους θησαυρούς της αρχαίας Ελληνική λογοτεχνίας.
Η στενή μου σχέση μ' ένα συγγενή που πουλούσε βιβλία για βιοπορισμό και τον βοηθούσα όποτε μπορούσα, με εισήγαγε στον κόσμο του βιβλίου. Από πολύ νωρίς άρχισα να διαβάζω λογοτεχνία εντατικά, πέρα από τα μαθήματα, κι έτσι αγάπησα το βιβλίο. Η σχέση αυτή ευδόκησε στο να γνωρίσω εκδότες, να κρυφακούσω μεγάλους συγγραφείς και μεταφραστές, που σύχναζαν στα καταστήματά τους. Από τότε άρχισα να συλλέγω λογοτεχνικά βιβλία και να διαβάζω μανιωδώς Έλληνες και ξένους συγγραφείς. Ζούσα μ' ένα βιβλίο στο χέρι. Διάβαζα τα πάντα.
   
16. Σας εμπνέουν τα λογοτεχνικά κείμενα για να ζωγραφίσετε;
Η απάντησή μου θα συνδεθεί με την προηγούμενη αφού πρώτα κάνουμε τρείς στάσεις : 
Πρώτα στον Φαίδρο του Πλάτωνα (275d) όπου βάζει στο στόμα του Σωκράτη :"Δεινόν γάρ που, ώ Φαίδρε, τουτ' έχει γραφή και ώς αληθώς όμοιον ζωγραφιά. Και γάρ τά εκείνης έκγονα έσχηκε μέν ώς ζώντα, έάν δ' άνέρη τι, σεμνώς πάνυ σιγά ".[ Γιατί αυτό δά τό κακό, Φαίδρε, έχει τό γράψιμο και μοιάζει μά τήν αλήθεια μέ τή ζωγραφική. Κι αυτής δά τά έργα στέκονται μπροστά σου σάν νά είναι ζωντανά, αν όμως όμως τα ρωτήσεις σιωπούνε μέ πολλή σοβαροφάνεια] . 
Κατόπιν στον Marcel Proust που στη "Φυλακισμένη" (Αναζητώντας τον Χαμένο Καιρό) πού γράφει : "Θάπρεπε να περάσω πολλές στρώσεις χρώμα, να φτιάξω την ίδια μου τη φράση πολύτιμη, όπως αυτή τη μικρή επιφάνεια κίτρινου τοίχου" και, τέλος, στον Wallace Stevens τον εξέχοντα Αμερικανό μοντερνιστή ποιητή και θεωρητικό της λογοτεχνίας, ο οποίος θυμίζοντάς μας τους αρχαίους αποφθεγματοποιούς, απέδωσε, όπως γράφει στο βιβλίο του "Adagia"(Εκδ.Νεφέλη, 1999 σε εξαιρετική μετάφραση Χάρη Βλαβιανού) με τρείς λέξεις τη σχέση λογοτεχνίας ζωγραφικής : 
"Η γλώσσα είναι μάτι".
Αλλά θα αρκούσε για να θεμελιωθεί αυτή η σχέση η διατύπωση του Σιμωνίδη του Κείου , όπως τη διέσωσε ο Πλούταρχος, ότι η ζωγραφική είναι σιωπηλή ποίηση και η ποίηση ομιλούσα εικόνα. Έτσι ποικίλες πρακτικές θεωρητικού και κριτικού λόγου (φιλοσοφικού, αισθητικού, λογοτεχνικού και εικαστικού περιεχομένου), όπως και οι ίδιες οι καλλιτεχνικές πρακτικές της λογοτεχνίας και της ζωγραφικής, σηματοδοτούν αναφερόμενα (τον κόσμο της ανθρώπινης εμπειρίας του Χρόνου) και διεργασίες καλλιτεχνικής μορφοποίησης, βάσει των οποίων τα ιδιώματα της λογοτεχνίας και της ζωγραφικής μπορούν να συγκλίνουν και να συνάπτονται.
Θα προσέθετα και τη μουσική, εκτός της λογοτεχνίας, ως πηγή έμπνευσης της ζωγραφικής. 
Η τελευταία ξεπερνώντας τα όρια της απλής απεικόνισης της αντικειμενικής πραγματικότητας και αποτέλεσε είδος καλλιτεχνικής έκφρασης ιδεών, συναισθημάτων και καταστάσεων, διαπιστώνουμε να πορεύεται αρμονικά και ομόρροπα, όπως έλεγαν οι αρχαίοι μας πρόγονοι, ως συναμφότερον με την ομογάλακτη αδελφή της, τη Μουσική. Θα αναφερθώ στον Καντίνσκι, που θεωρείται ένας από τους πατέρες της αφηρημένης τέχνης .
Είχε το χάρισμα να συνδέει αυθόρμητα τη μουσική με τα χρώματα. Ως εκ τούτου, πολλοί από τους πίνακές του απεικονίζουν τον τρόπο με τον οποίο ο καλλιτέχνης αντιλαμβανόταν τη σχέση μεταξύ χρώματος και ήχου.
Θα περιοριστώ να σας πω ότι στη ζωγραφική μου παρά πολύ συχνά υπεισέρχεται η λογοτεχνία και ιδιαίτερα η ποίηση. Έτσι μπορώ να δικαιολογήσω σε μερικούς φίλους -που απορούν ότι ως τεχνοκράτης ασχολούμαι με την ποίηση- ότι δεν είναι τυχαίο που σχεδόν όλες τις αναρτήσεις ζωγραφικών έργων μου στο FB τις συνοδεύω με ποιήματα, όχι βέβαια δικά μου, όπως επίσης, για να δηλώσω την πηγή της έμπνευσης χρησιμοποιώ κάποιο στίχο από ένα ποίημα ως τίτλο του έργου.

17. Εν κατακλείδι, τι είναι για σας η ζωγραφική;

Θα απαντήσω μονολεκτικά : Ελιξήριο. 
Με βοηθάει να μη γεράσω.

GALLERY 












Σε διεθνές συνέδριο  στη  Ακαδημία Κρήτης του 1982
ενώ εισηγείται την εφαρμογή της τεχνολογίας στην αξιοποίηση
των αρχείων του Αγίου Ορους (κώδικες,χειρόγραφα)
που συγκίνησε μέχρι δακρύων τον φωτισμένο ιεράρχη Ειρηναίο.
Στιγμή με ιδιαίτερη συναισθηματική αξία για τον Σ. Παγανόπουλο


 Θεσσαλονίκη το 1977, μετά την  για πρώτη φορά εφαρμογή 
με υπολογιστή on line επικέντρωσης ακτινοβολίας με ακρίβεια
 πάνω απο 85%, καθώς μέχρι  τότε η ακρίβεια ήταν περιπου στο 50%.
Ο δεύτερος απο δεξιά είναι ο γνωστός Ανδρέας Δρυμιώτης ,
ο τρίτος ο καθηγητής Ακτινολογίας  του Πανεπιστημίου Πατρών Πρώϊμος
καί δίπλα ο  
Σ. Παγανόπουλος.

































Ο Σταμάτης Παγανόπουλος , γεννήθηκε στην Αθήνα και τα τελευταία 40 χρόνια ζει στη Θεσσαλονίκη και το Λιτόχωρο.

Είναι πτυχιούχος του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών( ΑΣΟΕΕ) , με μεταπτυχιακές σπουδές σε όλα τα ακαδημαϊκά επίπεδα στο τομέα της Διοίκησης Επιχειρήσεων. Εργάστηκε στον τραπεζικό τομέα ως Διευθυντής Οργάνωσης καί Πληροφορικής , ως σύμβουλος ανάπτυξης ολοκληρωμένων συστημάτων πληροφορικής διαφόρων τραπεζών και ως σύμβουλος επιχειρήσεων στον τομέα οργάνωσης, ανάλυσης και ανάπτυξης επιχειρησιακών συστημάτων.

Διετέλεσε, επίσης, καθηγητής Οργάνωσης στο ΤΕΙ Πειραιώς, μέλος της Ελληνικής Εταιρίας Επιστημόνων και Επαγγελματιών Πληροφορικής και Επικοινωνιών, της Ελληνικής Εταιρίας Διοικήσεως Επιχειρήσεων καί της Ελληνικής Εταιρίας Επιχειρησιακών Ερευνών. Εχει συγγράψει επιστημονικά βιβλία και αρθρογραφήσει σε επιστημονικά περιοδικά σε θέματα του τομέα του.

Κύρια ενδιαφέροντά του είναι η Λογοτεχνία , η Μουσική και η Ζωγραφική . 

Είναι αυτοδίδακτος ζωγράφος καί μέλος του Συλλόγου Εικαστικών Καλλιτεχνών Πιερίας (ΣΕΚΠ).

Εχει πραγματοποιήσει μιά ατομική έκθεση καί συμμετέχει στις συλλογικές εκθέσεις του ΣΕΚΠ.