4.6.24

Όλα θα πάνε καλά…’

Φοβάσαι…
Αντικρύζεις καθημερινά τα πρόσωπα που τόσο αγαπάς, να θολώνουν, να χάνουν τη λάμψη τους και ο πανικός πάντα στην αναμονή. Έχεις την αίσθηση πως περιμένει τη στιγμή που τα πάντα θ΄αδειάσουν, που τα πρόσωπα θα ξεθωριάσουν, που η σκέψη θα γίνει ένα μπερδεμένο κουβάρι.

Σημειώσεις, η ζωή σου έχει γίνει ένα βαρύ σημειωματάριο, που καθημερινά προσπαθεί να σου θυμίσει πρόσωπα, τηλέφωνα, επεξηγήσεις για το τι έχεις πει, για το τι έχει προηγηθεί, ποιος είναι τι και το συναίσθημα του πανικού… πάντα εκεί, κρυμμένο από ένα άβολο χαμόγελο που δεν ξεγελά κανέναν τώρα πια…

Οι αγαπημένοι σου να τιτιβίζουν γύρω σου ασταμάτητα, μικρές διαδρομές στο παρόν και στο παρελθόν, αναφορές σε πρόσωπα και καταστάσεις, που είναι αδύνατο να θυμηθείς. Κάνεις απεγνωσμένες προσπάθειες να συγκεντρώσεις τη σκέψη, να επαναφέρεις στην τάξη τη θύμιση… Τίποτα… ζαλισμένες εικόνες που το μόνο που καταφέρνουν είναι να σε πανικοβάλουν ακόμη περισσότερο. Κυρίαρχο μόνο ένα αβάσταχτο συναίσθημα, πως κάθε μέρα χάνεις ένα μικρό κομμάτι της ζωής σου, ένα πολύτιμο κομμάτι της ψυχής σου.

Τις περισσότερες φορές ξαπλώνεις δίπλα σ΄έναν άγνωστο και αυτό σου φέρνει δάκρυα στα μάτια…. η τρυφερή φωνή του μάταια προσπαθεί να σου θυμίσει την αγάπη που έχετε βιώσει. Χαρακώνεις τα παγωμένα σεντόνια απελπισμένη, θέλεις ν΄ανακαλύψεις όλα τα φιλιά και τα χάδια που μοιράστηκες μαζί του, γιατί ναι… ναι… μπορεί να μη θυμάσαι μα βαθιά μέσα σου το ξέρεις πως είναι έτσι. Στο διαβεβαιώνει αυτή η γλυκιά ματιά, πριν απλώσει το χέρι να σβήσει το φως.

Τι να νιώσεις όμως για κάποιον, που ενώ κάπου μέσα σου αισθάνεσαι πως τον έχεις ξαναδεί, δεν το θυμάσαι… και η ψυχρή ιατρική γνωμάτευση σου ζητά να προετοιμαστείς για το αναπόφευκτο.

Το αναπόφευκτο… να χάσεις όλη σου τη διαδρομή… να χάσεις τον έρωτα που σου σημάδεψε τη ζωή, να χάσεις τα παιδιά σου, τη χαρά σου… να χάσεις ότι έκανες και ότι είπες… να χάσεις τα λάθη και τα σωστά σου…

Ένας αργός θάνατος μέσα στη ζωή και όλοι γύρω σου πανικόβλητοι, σιωπηλοί, να κοροϊδεύουν την αγωνία τους με την αβάσταχτη ατάκα

‘Όλα θα πάνε καλά’.

Εσύ ξέρεις… τίποτα δε θα πάει καλά… εκείνη την πρώτη μέρα που ξύπνησες πανικόβλητη δίπλα σ΄έναν άγνωστο κατάλαβες πως τίποτα δεν θα πάει καλά…

Προετοιμάζεσαι… κάθε μέρα, κάθε στιγμή, προετοιμάζεσαι για κείνη την καταρραμένη στιγμή, που τα πάντα θα χαθούν από γύρω σου. Που μέσα σε μια στιγμή θα βρεθείς άγνωστη μεταξύ αγνώστων, που η ζωή σου δε θα έχει πια νόημα, που η ψυχή σου θα΄χει ξεκινήσει για ένα άγνωστο, επικίνδυνο ταξίδι στο πιο μοναχικό μονοπάτι της ζωής.

Έρχονται στιγμές που θυμώνεις, κραυγάζεις με όλη τη δύναμη της ψυχής σου σ΄Εκείνον και περιμένεις να σου δώσει μια απάντηση σ΄αυτό το αβάσταχτο ‘Γιατί;’

Γιατί;
Γιατί σε μένα;
Γιατί τώρα;
Γιατί στην οικογένεια μου;
Γιατί; Γιατί; Γιατί;
Γιατί; Ποιος ν΄απαντήσει σ΄αυτό το δηλητηριασμένο ‘Γιατί;’, ποιος να τολμήσει… όταν όλοι ξέρουν καλά πως δεν υπάρχει καμία απολύτως απάντηση.
Γιατί δεν υπάρχει εξήγηση που να μαλακώνει τον θυμό όταν ερχόμαστε αντιμέτωποι με μια τόσο δύσκολη – αβάσταχτη – δοκιμασία. Οι συμβουλές φαντάζουν ανόητες και η συμπαράσταση που οι αγαπημένοι λαχταρούν να σου δώσουν μάλλον τρομάζει περισσότερο.

Είναι απάνθρωπο να χάνεις τόσο απόλυτα τη ζωή σου, ένας μικρό εφιάλτης, που τον βλέπεις μέρα με τη μέρα να γιγαντώνεται και όμως εσύ είσαι υποχρεωμένη να τον αντιμετωπίσεις…

Και τότε αποφασίζεις να κλείσεις τις πληγές, ν΄αποχαιρετίσεις τους αγαπημένους, να τους διαβεβαιώσεις πως κοντά τους πέρασες τις ομορφότερες στιγμές της ζωής σου, πως η διαδρομή μπορεί να ήταν δύσκολη, αλλά εσύ δεν θα ήθελες να έχεις επιλέξει καμία άλλη.

Παλεύεις να κλείσεις παλιούς λογαριασμούς, γιατί πριν ‘χαθείς’ θέλεις όλα να είναι τακτοποιημένα και μετά κουρνιάζεις στην αγκαλιά του άνδρα που σου ψιθυρίζει πως δεν αντέχει στιγμή μακριά σου…και εσύ δακρυσμένη ξέρεις πως πρέπει να τον διαβεβαιώσεις πως …

‘Όλα θα πάνε καλά…’

Μαρία Σταυρίδου, Αρθρογράφος – Λογοτέχνιδα