τέτοιας έκφρασης συντριβή ιστορικών διαστάσεων. Το ΠΑΣΟΚ μπορεί βασίμως να σχεδιάζει την επόμενη ημέρα ως βασικός αντιπολιτευτικός πόλος, κάτι που ονειρευόταν, αλλά, πλέον, είναι ρεαλιστικό.
Από χθες το βράδυ οι αναλύσεις των πολιτικών και των δημοσιολογούντων δίνουν και παίρνουν. Αυτή είναι η δουλειά τους, ακόμη και στις περιπτώσεις που τα πράγματα είναι απλά. Διότι το χθεσινό εκλογικό αποτέλεσμα μπορεί προφανώς να έχει πολιτικές αιτίες, αλλά εδράζεται σε μία πραγματικότητα, που τη γνωρίζουν καλύτερα απ’ όλους οι άνθρωποι της αγοράς. Του μάρκετινγκ και των πωλήσεων. Ποια είναι αυτή η πραγματικότητα; Όσο πιο απλή, σαφής και ξεκάθαρη είναι μία πρόταση τόσο περισσότερες πιθανότητες έχει να εξαντλήσει τη δυναμική της. Η πρόταση του Κ. Μητσοτάκη είχε αυτά τα χαρακτηριστικά. Ο ίδιος πιστεύει στις αυτοδύναμες κυβερνήσεις ως καλύτερη μέθοδος διακυβέρνησης της χώρας. Το είπε, το ξαναείπε, το επανέλαβε, το υπογράμμισε και τελικά έπεισε. Διότι σε τελική ανάλυση οι εκλογές δεν γίνονται για να μετρήσουν τα κόμματα τις δυνάμεις τους, αλλά κυρίως για να προκύψει κυβέρνηση, που θα διαχειριστεί τις υποθέσεις της χώρας και της κοινωνίας.
Αυτή την πραγματικότητα οι Έλληνες έδειξαν ότι την αντιλαμβάνονται καλά, ανεξαρτήτως των πολιτικών και ιδεολογικών τους πεποιθήσεων. Γι’ αυτό απέρριψαν τις ασαφείς, μπερδεμένες, αλληλοσυγκρουόμενες και αλληλοαναιρούμενες προτάσεις της αντιπολίτευσης. Στον ΣΥΡΙΖΑ ο κ. Τσίπρας σε έναν μήνα άλλαξε πολλές φορές γνώμη για το ποια κυβέρνηση επιδιώκει. Προοδευτική κυβέρνηση, κυβέρνηση ηττημένων, κυβέρνηση ανοχής, κυβέρνηση ειδικού σκοπού, ψηφοφόρους της Χρυσής Αυγής. Επίσης, επέμεινε αφενός να υπόσχεται τα πάντα στους πάντες -αυξήσεις μισθών, μειώσεις τιμών, ρυθμίσεις χρεών- και να… μαυρίσει τον κ. Μητσοτάκη. Το μόνο που ήθελε ήταν ο ίδιος να νικήσει τον κ. Μητσοτάκη. Έστω και με μία ψήφο. Μετά… βλέπουμε. Στο ΠΑΣΟΚ ο κ. Ανδρουλάκης επέμεινε ότι δεν θα συμμετάσχει σε κυβέρνηση υπό τον νικητή του πρώτου κόμματος, ενώ ταυτόχρονα απέφυγε να ανοίξει τα χαρτιά του για το ποιόν θα ήθελε πρωθυπουργό.
Από τα αποτελέσματα υπάρχει ένα ακόμη συμπέρασμα. Οι Έλληνες μπορεί ως μονάδες να παραμένουν πολιτικά ανώριμοι, αφού είναι γνωστό ότι έχουν ροπή στα εύκολα και στα γρήγορα. Όμως ως σύνολο έχει αποδειχθεί ότι σχεδόν πάντα έχουν δίκιο, τουλάχιστον συντονίζονται με τις ανάγκες και τις επιταγές των καιρών. Το 1974 αποθέωσαν τον Κωνσταντίνο Καραμανλή για την αποκατάσταση της Δημοκρατίας. Το 1981 έφεραν σαρωτικά στην εξουσία τον Ανδρέα Παπανδρέου, διότι είχε φτάσει η ώρα να μπει στο προσκήνιο η μισή Ελλάδα που ήταν εκτός. Το 1989 – 1990 κατάλαβαν ότι η χώρα έπρεπε να κάνει συντηρητική στροφή, διότι το κλίμα της σήψης και των σκανδάλων την τραβούσε προς τα κάτω. Το 1996 κατάλαβε ότι ο Κώστας Σημίτης είχε σαφές δημιουργικό πλάνο για τη χώρα. Το 2004 η επικράτηση του Κώστα Καραμανλή ήρθε μετά την πτώση του ΠΑΣΟΚ ως «ώριμο φρούτο». Το 2009 το ίδιο έγινε με τον Γιώργο Παπανδρέου, αφού στις εκλογές εκείνης της χρονιάς περισσότερο έπεσε ο Καραμανλής, παρά κέρδισε ο ΓΑΠ. Μετά ήρθαν τα μνημόνια, που παρέσυραν τα μεγάλα κόμματα και ανέδειξαν κυρίαρχη δύναμη τον δήθεν αντισυστημικό ΣΥΡΙΖΑ και τον Αλέξη Τσίπρα ως λύση στα αδιέξοδα. Μια λύση που δεν ήρθε ποτέ. Από το 2019, όταν ξεκίνησε μια νέα περίοδος κανονικότητας για τη χώρα, έως και χθες, έγινε σαφές ότι η πολιτική λογική επιστρέφει, κάτι που ευνόησε τον Κ. Μητσοτάκη. Στις εκλογές όλα έχουν σημασία. Και η τελευταία λεπτομέρεια και το παραμικρό λάθος επηρεάζουν. Αλλά το κλίμα, η ατμόσφαιρα, ο αέρας και η… κανονικότητα είναι πάνω και πέρα από τις λεπτομέρειες.
Από χθες το βράδυ οι αναλύσεις των πολιτικών και των δημοσιολογούντων δίνουν και παίρνουν. Αυτή είναι η δουλειά τους, ακόμη και στις περιπτώσεις που τα πράγματα είναι απλά. Διότι το χθεσινό εκλογικό αποτέλεσμα μπορεί προφανώς να έχει πολιτικές αιτίες, αλλά εδράζεται σε μία πραγματικότητα, που τη γνωρίζουν καλύτερα απ’ όλους οι άνθρωποι της αγοράς. Του μάρκετινγκ και των πωλήσεων. Ποια είναι αυτή η πραγματικότητα; Όσο πιο απλή, σαφής και ξεκάθαρη είναι μία πρόταση τόσο περισσότερες πιθανότητες έχει να εξαντλήσει τη δυναμική της. Η πρόταση του Κ. Μητσοτάκη είχε αυτά τα χαρακτηριστικά. Ο ίδιος πιστεύει στις αυτοδύναμες κυβερνήσεις ως καλύτερη μέθοδος διακυβέρνησης της χώρας. Το είπε, το ξαναείπε, το επανέλαβε, το υπογράμμισε και τελικά έπεισε. Διότι σε τελική ανάλυση οι εκλογές δεν γίνονται για να μετρήσουν τα κόμματα τις δυνάμεις τους, αλλά κυρίως για να προκύψει κυβέρνηση, που θα διαχειριστεί τις υποθέσεις της χώρας και της κοινωνίας.
Αυτή την πραγματικότητα οι Έλληνες έδειξαν ότι την αντιλαμβάνονται καλά, ανεξαρτήτως των πολιτικών και ιδεολογικών τους πεποιθήσεων. Γι’ αυτό απέρριψαν τις ασαφείς, μπερδεμένες, αλληλοσυγκρουόμενες και αλληλοαναιρούμενες προτάσεις της αντιπολίτευσης. Στον ΣΥΡΙΖΑ ο κ. Τσίπρας σε έναν μήνα άλλαξε πολλές φορές γνώμη για το ποια κυβέρνηση επιδιώκει. Προοδευτική κυβέρνηση, κυβέρνηση ηττημένων, κυβέρνηση ανοχής, κυβέρνηση ειδικού σκοπού, ψηφοφόρους της Χρυσής Αυγής. Επίσης, επέμεινε αφενός να υπόσχεται τα πάντα στους πάντες -αυξήσεις μισθών, μειώσεις τιμών, ρυθμίσεις χρεών- και να… μαυρίσει τον κ. Μητσοτάκη. Το μόνο που ήθελε ήταν ο ίδιος να νικήσει τον κ. Μητσοτάκη. Έστω και με μία ψήφο. Μετά… βλέπουμε. Στο ΠΑΣΟΚ ο κ. Ανδρουλάκης επέμεινε ότι δεν θα συμμετάσχει σε κυβέρνηση υπό τον νικητή του πρώτου κόμματος, ενώ ταυτόχρονα απέφυγε να ανοίξει τα χαρτιά του για το ποιόν θα ήθελε πρωθυπουργό.
Από τα αποτελέσματα υπάρχει ένα ακόμη συμπέρασμα. Οι Έλληνες μπορεί ως μονάδες να παραμένουν πολιτικά ανώριμοι, αφού είναι γνωστό ότι έχουν ροπή στα εύκολα και στα γρήγορα. Όμως ως σύνολο έχει αποδειχθεί ότι σχεδόν πάντα έχουν δίκιο, τουλάχιστον συντονίζονται με τις ανάγκες και τις επιταγές των καιρών. Το 1974 αποθέωσαν τον Κωνσταντίνο Καραμανλή για την αποκατάσταση της Δημοκρατίας. Το 1981 έφεραν σαρωτικά στην εξουσία τον Ανδρέα Παπανδρέου, διότι είχε φτάσει η ώρα να μπει στο προσκήνιο η μισή Ελλάδα που ήταν εκτός. Το 1989 – 1990 κατάλαβαν ότι η χώρα έπρεπε να κάνει συντηρητική στροφή, διότι το κλίμα της σήψης και των σκανδάλων την τραβούσε προς τα κάτω. Το 1996 κατάλαβε ότι ο Κώστας Σημίτης είχε σαφές δημιουργικό πλάνο για τη χώρα. Το 2004 η επικράτηση του Κώστα Καραμανλή ήρθε μετά την πτώση του ΠΑΣΟΚ ως «ώριμο φρούτο». Το 2009 το ίδιο έγινε με τον Γιώργο Παπανδρέου, αφού στις εκλογές εκείνης της χρονιάς περισσότερο έπεσε ο Καραμανλής, παρά κέρδισε ο ΓΑΠ. Μετά ήρθαν τα μνημόνια, που παρέσυραν τα μεγάλα κόμματα και ανέδειξαν κυρίαρχη δύναμη τον δήθεν αντισυστημικό ΣΥΡΙΖΑ και τον Αλέξη Τσίπρα ως λύση στα αδιέξοδα. Μια λύση που δεν ήρθε ποτέ. Από το 2019, όταν ξεκίνησε μια νέα περίοδος κανονικότητας για τη χώρα, έως και χθες, έγινε σαφές ότι η πολιτική λογική επιστρέφει, κάτι που ευνόησε τον Κ. Μητσοτάκη. Στις εκλογές όλα έχουν σημασία. Και η τελευταία λεπτομέρεια και το παραμικρό λάθος επηρεάζουν. Αλλά το κλίμα, η ατμόσφαιρα, ο αέρας και η… κανονικότητα είναι πάνω και πέρα από τις λεπτομέρειες.
Γιώργος Δώρας