Η ανατροπή είναι γεγονός. Ο πλέον αναγνωρίσιμος ζωγράφος του 20ού αιώνα, ο Πάμπλο Πικάσο, εξέπεσε του θρόνου του πλέον ακριβοπληρωμένου ζωγράφου του αιώνα. Ο πατριάρχης της ποπ αρτ Αντι Γουόρχολ κατάφερε να τον εκτοπίσει και να πάρει εκείνος τα σκήπτρα μετά τη δημοπρασία της περασμένης Δευτέρας, οπότε και το σε μπλε φόντο πορτρέτο της Μέριλιν Μονρόε – «Sage Blue Marilyn» – άλλαξε χέρια για 195 εκατ. δολάρια, ποσό ελαφρώς πιο χαμηλό από την ανώτατη εκτίμηση των 200 εκατ. δολαρίων (αναλυτική παρουσίαση του έργου είχε γίνει από τη στήλη στις 9 Απριλίου).
Υπάρχει εξήγηση για την εξέλιξη αυτή; Οχι ένας άλλα πέντε λόγοι δικαιολογούν την άνοδο του Γουόρχολ στην κορυφή σύμφωνα με την Artprice, την πληρέστερη στο είδος της διαδικτυακή βάση που περιλαμβάνει τις τιμές 27 εκατ. καταγεγραμμένων έργων 500.000 καλλιτεχνών από όλον τον κόσμο.
Ο πρώτος είναι ότι αμέσως μετά την πρώτη έξοδο από την υγειονομική κρίση οι τιμές έργων του εκκεντρικού δημιουργού ανέβηκαν με γεωμετρική πρόοδο. Το 2021, ο τζίρος από τις πωλήσεις των 1.600 έργων του έφτασε τα 348 εκατ. δολάρια, αναδεικνύοντάς τον στον τρίτο ακριβότερο καλλιτέχνη μετά τον Πικάσο και τον Μπασκιά.
Δεύτερον, είναι κοινή παραδοχή ότι από τα άφθονα έργα του Γουόρχολ που μπορεί να βρει κάποιος συλλέκτης στους οίκους δημοπρασιών τα αριστουργήματα σπανίζουν, καθώς οι εμβληματικές σειρές με τα κουτιά της σούπας Κάμπελ ή με τα πορτρέτα της Τζάκι Κένεντι, όπως και οι πίνακες που έχουν χαρακτηριστικά χρώματα της ποπ κουλτούρας ανήκουν κατά κύριο λόγο σε μουσεία. Ενδεικτικό είναι ότι από τα πέντε ακριβότερα έργα του που έχουν πουληθεί σε δημοπρασίες μόνο ένα – το «Αντρες στη ζωή της» (1962) και το φθηνότερο από τα πέντε (63,4 εκατ. δολάρια) – έχει χρώμα. Και τα πέντε όμως δημιουργήθηκαν τη δεκαετία του 1960, την πιο δημιουργική δεκαετία του Γουόρχολ, όπως και το «Shot Sage Blue Marilyn» (1964), το οποίο διακρίνεται για την έντονη ποπ χρωματική του παλέτα.
Τρίτος παράγοντας που συνέβαλε στην εκτόξευση της τιμής του έργου είναι το θέμα του – το αξεπέραστο σύμβολο του σεξ, η Μέριλιν Μονρόε. Και, βεβαίως, η ιστορία του: είναι ένα από τα τέσσερα (το πέμπτο γλίτωσε) έργα-μεταξοτυπίες της σειράς τα οποία η αμερικανίδα περφόρμερ Ντόροθι Πόντμπερ πυροβόλησε στο μέτωπο όταν ο Γουόρχολ τής έδωσε την άδεια να τα προσεγγίσει θεωρώντας πως θέλει να τα φωτογραφίσει, καθώς παρεξήγησε τη χρήση της λέξης shoot (στα αγγλικά σημαίνει πυροβολώ και φωτογραφίζω).
Τέταρτον, ο Γουόρχολ είναι επίκαιρος. Η επιτυχία του στην αγορά της τέχνης βασίζεται στο γεγονός ότι το έργο του είναι άμεσα αναγνωρίσιμο ασχέτως των ριζικά διαφορετικών τεχνικών με τις οποίες πειραματίστηκε, ορισμένες από τις οποίες θεωρείται ότι άνοιξαν νέους δρόμους στη Σύγχρονη Τέχνη. Αμφισβητώντας παράλληλα αρκετές από τις συνθήκες της μεταπολεμικής αγοράς τέχνης, φαίνεται να έχει αρκετά κοινά χαρακτηριστικά με εκείνα που φέρουν σήμερα τα NFT, ένα φαινόμενο του οποίου η επιτυχία βασίζεται στενά στην άνοδο των κρυπτονομισμάτων και το οποίο παίζει με τις «παραλλαγές σε ένα θέμα», καθώς δημιουργούνται ακόμα και 10.000 εκδόσεις μιας συλλογής, λογική παρόμοια με τη μαζική παραγωγή εικόνων του Γουόρχολ, που λειτουργούσαν ως σχόλιο στον μαζικό καταναλωτισμό.
Πέμπτο και τελευταίο λόγο αποτελεί η διεθνής οικονομική συγκυρία και η ανάκαμψη της παγκόσμιας αγοράς τέχνης που έχει δώσει ήδη σημαντικά σημάδια ανάκαμψης και εκτιμάται ότι θα «απογειωθεί» στις τρέχουσες εαρινές δημοπρασίες των μεγάλων οίκων.