Η ΑΝΑΚΩΧΗ
Ο χρόνος θα γιατρέψει τα σημάδια των αγώνων μας,
Δίνοντας αιτία και στέγη στα κύματα του πυρετού μου.
Τον έχω πολεμήσει, κυνηγήσει κατά πόδας,
Στραγγαλίσει σε κάθε δεσμό,
Γεννήσει σε κάθε μας ρήξη.
Σήμερα πορευόμαστε μαζί,
Όπως το ποτάμι και της όχθης οι λεύκες.
Αυτά που κοιμούνται στη φωνή μου, τα σκυλιά,
Είναι πάντα λυσσασμένα.
ΑΡΧΙΚΟΝ
Σκόνη λεπτή, ξερή στον άνεμο,
Σε καλώ, σου ανήκω.
Σκόνη, κόκκο τον κόκκο,
Ας γίνει δικό μου το πρόσωπό σου,
Ανεξιχνίαστο μέσα στον άνεμο.
ΤΟ ΟΡΥΚΤΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ
Σ’ αυτή τη χώρα ο κεραυνός κάνει την πέτρα να καρπίζει.
Πάνω στις κορυφές που δεσπόζουν στα φαράγγια
Υψώνονται ερειπωμένοι πύργοι
Σαν φλογεροί πνευματικοί πυρσοί
Που τις νύχτες του δυνατού ανέμου
Στο αίμα του λατόμου ζωογονούν
Του θανάτου το ένστικτο.
Όλες οι φλέβες του γρανίτη
Θα λυθούν στα μάτια του.
Εμάς ποτέ δεν θα μας γιατρέψει η φωτιά,
Η φωτιά που μιλάει τη γλώσσα μας.
Μετάφραση: Θανάσης Χατζόπουλος